Στο ομότιτλο άρθρο του Βήματος, μέρα που είναι (24 Ιουλίου), ψάχνω να
βρώ αν το περιεχόμενο του άρθρου ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα..
Διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας τις γραμμές, ανάμεσα και πίσω από
αυτές, δυσκολεύομαι να βρώ πότε
συνέβησαν όλα αυτά τα θαυμάσια πράγματα που περιγράφει το εν λόγω άρθρο και να εντοπίσω,
α) ...ότι έχουμε
καταφέρει, παρά τα όποια προβλήματα, να απολαμβάνουμε τα αγαθά της δημοκρατίας,
κάτι που για τις προηγούμενες γενιές, ήταν ένα απραγματοποίητο όνειρο.
Και τούτο γιατί αναδύεται επιτακτικό το ερώτημα: ποιά είναι τα αγαθά
της Δημοκρατίας που εμείς σήμερα απολαμβάνουμε, και δεν τα απολάμβαναν οι
παλαιότεροι; Τί είδους αγαθά ήταν αυτά; ποιά ήταν η ζωή παλαιότερα;
Αυτό δεν είναι αλήθεια, και το ξέρουμε. Δεν είναι αλήθεια γιατί η
“πολλή” δημοκρατία μας, πολλές φορές στη διάρκεια αυτής της 40ετίας,
δεν μας ειδοποιούσε συχνά
-πυκνά για το πότε θα σταματάει η λειτουργία των σχολείων, των
νοσοκομείων, των συγκοινωνιών, της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Ευτυχώς δεν
μας κόβανε το νερό τόσο συχνά. Θυμάμαι δημοκρατικές καταλήψεις σχολείων επειδή
έσταζε μια βρύση στις τουαλέττες (του σχολείου των παιδιών μου), όπου το
συμβούλιο δε δεχόταν έναν μπαμπά υδραυλικό να φτιάξει τη βρύση, γιατί αυτό ήταν
κρατική υποχρέωση(!). Θυμάμαι μετεκπαιδευόμενη εκπαιδευτικό να αγανακτεί που
της ζητούσαν τεκμήρια ότι υπέστη μετεκπαίδευση: “ακούς εκεί να μας εξετάζουν,
ακούς εκεί να ξανακαθήσουμε στα θρανία!”Θυμάμαι συνδικαλιστές των λεωφορείων
που ξεβράκωσαν κάποιον, (κυριολεκτικά) με τιμωρητικό σκοπό- λόγω αντιθέσεως
στις θέσεις- πάνω στη διαμαρτυρία τους!
Θυμάμαι το "δώσ' τα όλα”, θυμάμαι, δημοσιοποίηση του χρέους ιδιωτικών επιχειρήσεων
(προβληματικές επιχειρήσεις) θυμάμαι και τί δεν θυμάμαι!
Σαν παλαιότερη, που μεγάλωσα με λιγότερη δημοκρατία, θυμάμαι πως
κουβαλούσαμε (εκεί γύρω στο '59) όλα τα παιδιά - η κάθε σειρά θρανίων εκ
περιτροπής- από ένα κουτσουράκι κάθε
πρωί στο σχολειό μου, για να καίει η σόμπα
και να ζεσταίνει τα ξυλιασμένα χεράκια μας. Θυμάμαι πως τ' απογεύματα,
στο δημοτικό σχολείο, κάναμε χειροτεχνία, ωδική, γυμναστική, και κηπουρική,
περιποιούμενοι τον κήπο του σχολείου μας που ήταν όνειρο σχηματισμού ανθισμένων
συστοιχιών ποικιλίας φυτών. Εκεί
μαθαίναμε τη φύση, τα φυτά και την περιποίησή τους. Έτσι μάθαμε να καθαρίζουμε
τις αυλές και τους κήπους μας, ενώ σήμερα θέλουμε αλλοδαπό “συνεργάτη” για να
σκουπίσει τις αυλές μας, όταν πηγαίνουμε για διακοπές το καλοκαίρι στο χωριό
μας. Μάθαμε να κεντάμε και συνεπώς να
ράβουμε και τα στριφώματά μας και όχι να θέλουμε 10 ευρώ για ένα στρίφωμα
παντελονιού. Θυμάμαι ανθρώπους που δεν μετάνιωσαν για ό,τι πίστευαν, οι οποίοι
ήταν σεβαστοί για το ήθος και το φρόνημα ελευθερίας που τους διέπνεε, και
απολάμβαναν σε κοινωνικό επίπεδο υποστήριξη
και τιμή, ενώ η εξουσία τους είχε γραμμένους και κυνηγημένους. Θυμάμαι
και “ανένδοτους” τσαμπουκάδες που
σφάζανε για το γούστο τους και που παίρνανε τη γυναίκα του άλλου.
Ε! λοιπόν η δημοκρατία δεν έχει αγαθά, υλικά αγαθά. Η δημοκρατία
παρέχει δυνατότητες και ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες να αναπτύξουν όλες τους
τις δυνατότητες. Η δημοκρατία έχει κανόνες λειτουργίας και σεβασμό στους
θεσμούς, από πλευράς όλων. Η δημοκρατία έχει ισονομία όλων των πολιτών. Έχει
κανόνα της την ακεραιότητα, και την επιτίμηση των φαύλων.
Το άλλο που προσπαθώ να επιβεβαιώσω, με βάση τα γραφόμενα στο άρθρο,
είναι ότι
β) οι τέσσερις αυτές δεκαετίες ήταν οι πιο ήρεμες, οι πιο
σταθερές, οι πιο αποδοτικές από τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Φυσικά δεν ήταν
ανέφελες (...) Και ακραίες πολιτικές συγκρούσεις υπήρξαν και λάθη πολλά
έγιναν και οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες δεν εξαλείφθηκαν. Η τελική
αποτίμηση όμως δεν μπορεί παρά να είναι θετική...
Εδώ, εννοείται προφανώς ότι δεν είχαμε ακυβερνησία. Είχαμε διαρκώς μια
κυβέρνηση και μάλιστα ισχυρή. Μονοκομματική.Οι αντιπαλότητες για την εξουσία
ασφαλώς και υπήρχαν, γι' αυτό και κάθε κόμμα που ανερχόταν στην εξουσία
φρόντιζε να δημιουργεί τις στρατιές των χρηματιζομένων πελατών του ώστε να
σταθεροποιεί το πολιτικό του “μέτωπο” και να εγκαθιστά στις δομές του κράτους,
τους υποστηρικτές των προνομίων του, και τα προνόμια των υποστηρικτών του.
Η ομολογία, ότι μέσα σε 40 ολόκληρα
χρόνια δεν κατάφερε, η τόση πολλή δημοκρατία μας, να εξαλείψει τις ανισότητες
είναι τραγική. Παρ' όλα αυτά η εφημερίδα κάνει θετικό ισοσκελισμό!
Είναι απορίας άξιο το συμπέρασμα. Δεν έχει στοιχειώδεις πράξεις
υπολογισμού. Δεν έχει αριθμητική. Όλα αυτά τα συμπεραίνει χωρίς πρόσθεση
των ατοπημάτων που διεπράχθησαν σε πολιτικό επίπεδο, χωρίς πολλαπλασιασμό
των δυνατοτήτων που είχαμε ως κοινωνία λόγω του επιπέδου μόρφωσης και
εκπαίδευσης του πληθυσμού - που μεταπολεμικά είναι τόσο υψηλό ώστε πια δεν
είναι διαχειρίσιμο- χωρίς διαίρεση και αναλογισμό των ευθυνών των
δημοσίων υπολόγων για τις ζημίες και τις απώλειες της Πολιτείας και συνεπώς των
ίδιων των πολιτών, χωρίς αφαίρεση του αναποτελεσματικού οφιτσίου. Ίσως
το συμπέρασμα αυτό εξάγεται χωρίς επίγνωση. Ή μήπως όχι; Ή μήπως, κάτι θέλει να
πεί ....ο ποιητής; Αλλά τί;
Το τρίτο που προσπαθώ να καταλάβω στο βάθος και την ουσία του άρθρου
είναι τούτο:
γ) “Γιατί η
οικονομική και κοινωνική κρίση των τελευταίων χρόνων,έφερε δυστυχώς στην
επιφάνεια συσσωρευμένες, όλες τις παθογένειες της μεταπολιτευτικής
περιόδου. Με αυτονόητη ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών που υποταγμένες στον
λαϊκισμό, δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν τις αλλαγές που είχαν συντελεστεί και
στην Ελλάδα και στον κόσμο αυτή την περίοδο. Με αποτέλεσμα να βιώνουμε
σήμερα την απαξίωση της πολιτικής και την άρνηση των πολιτών για κάθε μορφή
συμμετοχικής δράσης. Αλλά και με μια πιο ακραία συνέπεια, η χώρα που γέννησε τη
δημοκρατία, να επιτρέπει την είσοδο στην κεντρική πολιτική σκηνή ενός
νεοναζιστικού μορφώματος”
Εδώ, στην προσπάθεια θετικού ισοσκελισμού, ούτε λίγο ούτε πολύ, φαίνεται
ότι το κακό έγινε στη χώρα επειδή οι πολιτικοί, μας έκαναν τη χάρη να
υποκύπτουν στα αιτήματά μας!. Και αποσιωπάται ότι οι πολιτικοί εξεμαύλιζαν και
εξαγόραζαν συνειδήσεις, προκειμένου να χτίσουν τα φρούρια διαιώνισης της
διατήρησής τους στην εξουσία και στη χλιδή. Η μόνη αλλαγή που είχε γίνει στην
Ελλάδα του μόχθου, του ηρωϊσμού, της πίστης, της τιμής και του φιλότιμου, ήταν
η εισαγωγή -σε επίπεδο λαϊκής συνείδησης- της άμεσης απολαυής
με ήσσονα προσπάθεια, ο συντεχνιασμός, η μίζα, η οικογενειοκρατία, η
ευνοιοκρατία, οι τυπικές σπουδές, η κατάργηση της παρουσίας στο πανεπιστημιακό
μάθημα, η απονομή του τίτλου του φοιτητή και η μηδέποτε αφαίρεσή του. Ναί, τον άλλο κόσμο τον αντιλαμβανόμασταν,
όλα αυτά τα 40 χρόνια, ως ιερό είδωλο,
που ενώπιόν του θα έπρεπε να
υποκλινόμαστε γιατί “τί θα λένε οι ξένοι”. Ποτέ δεν είδαν οι ταγοί μας “τον
κόσμο” (τις άλλες κοινωνίες), ως έναυσμα
για να τον “υπερβούν”, να τον καταλάβουν σε βάθος, στην ουσία του και να
προσθέσουν τη δική τους μεταβολική ουσία, ιδέα, όραμα και δημιουργική πνοή, και
να μπολιάσουν την Ελλάδα με κάθε τι καινούργιο, καλύτερο από όπως αυτό
γεννήθηκε αλλού.
Είναι κατάντια για μας να βρισκόμαστε στην ανάγκη να πουλάμε
ό,τι 'έχουμε (τα οποία πολεμήσαμε για να ξαναγίνουν δικά μας, μετά από μισή
χιλιετία υποταγής!), να υποκλινόμαστε σε οικονομικούς και πολιτικούς εταίρους
-που μας αρπάζουν την πρώτη νύχτα του γάμου μας, τον ήλιο μας και τη θάλασσά
μας, τα νερά, τα φαράγγια μας- και να γινόμαστε ο σκουπιδότοπος του πλανήτη που
πετάνε τα άπλυτά τους οι κερδοσκόποι.
Χρειαζόμασταν άραγε ηγεσίες γι' αυτό; Δεν θα αρκούσε ανοργανωσιά,
αμορφωσιά, εγωϊσμός, ατομισμός, ή σπήλαια για διαβίωση; Γιατί να ζήσει εδώ ο
Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Θαλής, ο Ηράκλειτος, ο Όμηρος; Για να μας μισούν οι
άλλοι που δεν μπορούν να πούν κάτι καινούργιο, χωρίς εμείς να τους έχουμε καν
ακούσει;
Η αηδία που έχει καταλάβει μεγάλο μέρος των πολιτών για την πολιτική,
έχει τη βάση της στην ψεύτικη εικόνα που εκπέμπουν οι πολιτικοί μας. Άλλα λένε,
άλλα εννοούν, άλλα μεθοδεύουν. Γι' αυτό δεν έχουν το αποτέλεσμα που
διακηρύσσουν.
Η αντίδραση στην παρακμή δεν είναι φασισμός. Φασισμός είναι όταν δεν
μπορείς να δημιουργήσεις γιατί κάποιος έρχεται και σου κόβει το χέρι, ή σου
σπάει το κεφάλι. Γιατί καποιος σου καίει το σπίτι και σου σφάζει τα παιδιά.
Η μεγάλη μου απορία εκπορεύεται από τούτο το λόγο:
δ) Η ελληνική
δημοκρατία έχει απόλυτη ανάγκη να ανανεώσει τους θεσμούς με τους οποίους
πορεύτηκε αυτά τα 40 χρόνια. Χωρίς καταναγκασμούς και έξωθεν παρεμβάσεις,
οφείλουμε προχωρήσουμε όλες εκείνες τις αλλαγές που θα μας επιτρέψουν, όχι μόνο
να βγούμε από την κρίση, αλλά να δημιουργήσουμε το πολιτικό, οικονομικό και
κοινωνικό περιβάλλον, που θα επιτρέπει σε όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις,
να βλέπουν το μέλλον με όλο και μεγαλύτερη αισιοδοξία.
Τί θλιβερό, μετά από ένα θετικό ισοσκελισμό στα κατορθώματα της
δημοκρατίας μας να πρέπει να ανανεώσουμε αυτούς τους θαυματουργούς θεσμούς! Και
μόνοι μας, (επιτέλους! ας πετάξουμε στη θάλασσα την τρόϊκα των εταίρων και
δανειστών μας) να αποφασίσουμε να
δικάσουμε τους κλέφτες του δημοσίου χρήματος και να τα πάρουμε πίσω όσα
οικειοποιήθηκαν αυτοί, και σα βιαστές, παιδεραστές και ειδεχθείς εγκληματίες να
αναρτήσουμε τις φάτσες τους παντού, για να τους αποφεύγουν παιδιά κι ενήλικες,
σώφρονες και έντιμοι πολίτες και ιδεολόγοι με σεβασμό στη ζωή, το λόγο και το
πρόσωπο του άλλου (γιατί αλλιώς δεν είναι ιδεολόγοι).
Αλήθεια, τώρα έγινε αντιληπτό ότι αυτό (δηλαδή το: να δημιουργήσουμε το
πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, που θα επιτρέπει σε όλους τους
πολίτες χωρίς διακρίσεις, να βλέπουν το μέλλον με όλο και μεγαλύτερη
αισιοδοξία) έπρεπε και πρέπει πάντα και παντού να είναι το μέλημα της
Πολιτείας; Αν αυτό, δεν το είχαν αντιληφθεί οι πολιτικοί μας εδώ και σαράντα
ολόκληρα χρόνια, μετά από ένα -δυο παγκόσμιους πολέμους, μετά τη σφαγή και την
κατάληψη της Κύπρου και μετά από μια χούντα, τί ακριβώς είχαν καταλάβει; Γιατί
ανέβηκαν στην εξουσία; Για να ανακατεύουν το χυλό;
'Ομως, τελικά, το σημαντικό και κορυφαίο που εντόπισα στο σχολιαζόμενο
άρθρο, είναι τούτο το όραμα:
ε) Είναι ευθύνη
και υποχρέωση του πολιτικού συστήματος, να αφήσει στην άκρη τις αμαρτίες του
παρελθόντος, τις δημαγωγίες, τους λαϊκισμούς, την ακραία αντιπαλότητα και τις
πελατειακές νοοτροπίες και να συμβάλλει στην ανανέωση των θεσμών και στην
οικοδόμηση μιας μακρόπνοης εθνικής στρατηγικής, που θα υπηρετεί το συλλογικό
και όχι το κομματικό συμφέρον. Είναι καιρός να αφήσουμε πίσω μας, τα λάθη της
μεταπολίτευσης και να αξιοποιήσουμε τα πιο δημιουργικά, τα πιο αποτελεσματικά
για την κοινωνική και οικονομική πρόοδο, δημοκρατικά κεκτημένα της.
Η κατάληκτική διαπίστωση του αρθρογράφου είναι τραγική. Γιατί εισηγείται “το πολιτικό σύστημα να βελτιώσει
το πολιτικό σύστημα.”
Η συνταγή αυτή δυστυχώς δεν μπορεί να έχει κανένα αποτέλεσμα. Διότι το
σύστημα δεν μπορεί να αυτο-ιαθεί. Το σύστημα θα πρέπει να αλλάξει. Θα πρέπει να εμπλουτιστεί με νέες
ιδέες, μεθόδους, ελέγχους, στόχους, προσωπικό, βραβεία κι επιτίμια.
Συμπερασματικά: Είναι δύσκολο, να αποκτήσουμε εθνική πολιτική, γιατί είναι αργά. Γιατί
απεμπολήσαμε τον εθνικό μας χαρακτήρα, αφελληνίσαμε τα παιδιά μας,
γελοιοποιήσαμε την ιστορία μας, και επιβραβεύσαμε τους γελωτοποιούς. Αλλά
τουλάχιστον ας γίνουμε μια καλή επιχείρηση. Αυτή θα πρέπει να έχει αφεντικό,
προσωπικό, παραγωγή, πελάτες, στόχο, λειτουργία, αλληλεγγύη, και άλλα πολλά.
Και αν επιβιώσει, θα θέλει να παραδώσει στους επόμενους και την ιστορία
της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου