Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά,
ψηλή μου δεντρολιβανιά, (;)
κι ἀρχι καλός σας χρόνος (;)
ἐκκλησιὰ μὲ τ᾿ ἅγιο θρόνος (!!)
Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται
καὶ δὲν μᾶς καταδέχεται (;!!)
Ετούτο είναι μέρος τα κάλλαντα που ακούμε κάθε χρόνο, κι η νεωτερική ασυναρτησία τους, πάει σύννεφο.
Τα κάλλαντα της πρωτοχρονιάς προσαρμόστηκαν στο πνεύμα της εποχής σιγά-σιγά, και φτάσαμε σ' ετούτο το αποτέλεσμα του σολοικισμού (γραμματικά λάθη), του πνευματικού βανδαλισμού (αντιφάσεις), της ασυναρτησίας (κενολογίας), της εμπορικότητας, της προπαγάνδας, και ό,τι άλλο φανταστείτε, χωρίς ενότητα, σκοπό, πνεύμα, τέλος, αιτία ή προοπτική: Δείτε και μόνοι σας και
- βρείτε την συνάφεια μεταξύ πρώτου και δεύτερου στίχου,
- βρείτε το αυτοτελές νόημα του πρώτου,
- του δεύτερου,
- του τρίτου, ή
- του τέταρτου στίχου.
Αλλά γιατί αμέσως μετά, στον έκτο στίχο, αίρεται το νόημά της; Μήπως είναι προεκλογική υπόσχεση; Μήπως είναι εμπορική διαφήμιση; Μήπως είναι ένα μήνυμα ελπίδας που διαψεύδεται αυθωρεί; Μήπως ... είναι ο συνηθισμένος τρόπος επικοινωνίας του νεωτερικού κόσμου;
Δηλαδή, μήπως, είναι μια εξαγγελία του τύπου: ό,τι σας λέω τώρα, ισχύει! Και μάλιστα, άσχετα από το πριν και από το μετά! Άσχετα από την λογική, την συνάφεια, ή την συνέπεια λόγου και έργου, κι άσχετα από την πρόβλεψη και από το -επελθόν στο μεταξύ- αποτέλεσμα;
Εκεί, λοιπόν, στο πλαίσιο του ιδεολογικού εξοπλισμού όλων (όσοι θα ριχτούν στην εκλογική μάχη, από θέση προσωπικών προσδοκιών ή από θέση στρατευμένου μέλους), παρακολουθούμε (στο διαδίκτυο) το συνέδριο της έγκυρης πολιτικής επιμόρφωσης αυτών των στελεχών, που με την αγωνία της πολιτικής επικράτησης, παρίστανται (αν και χαλλλαρά) γιατί πρέπει να γνωρίζουν "για ποιό πράγμα αγωνίζονται. Για να το διακηρύσσουν και για να πείθουν". Και κυρίως, για να μην λένε μετά "δεν μας είχες πεί, αρχηγέ, ότι θα ξεριζώσουμε τα πάντα..."
Επιμορφώνονται λοιπόν στο ότι η παλαιά κοινωνία είχε τον μονάρχη να την συνδέει και να υπηρετεί τους δικούς του σκοπούς κι επιθυμίες ( πράγμα που είναι ψευδές για το ελληνικό κοσμοσύστημα, γιατί άλλα γνωρίζουμε από την Ιστορία μας), και πως τώρα, η κοινωνία είναι εξουδετερωμένη, από το κράτος, που έχει τους "δικούς του" σκοπούς (δηλαδή, για όσους καταλαβαίνουν, των ανομολόγητων συνασπιζομένων ιδιωτικών και πολυεθνικών συμφερόντων).
Κατηχούνται, λοιπόν, οι επίδοξοι ηγεμόνες στο ότι, τώρα, για να πάει μπροστά το πράγμα, πρέπει οι πολιτικοί να μας καταπείσουν, να μας καταφέρουν να πιστέψουμε και να συναινέσουμε, πως δεν μπορούμε να (και δεν θα) αλλάξουμε την πορεία των πραγμάτων προς την καταξίωση των ανθρώπων μέσα από μια αληθινή ζωή, όπως οι ίδιοι την επιθυμούν! Πρέπει να μας πείσουν ότι το σημαντικό είναι να εκχωρήσουμε στους "διαχειριστές συμφερόντων" την ελευθερία και το εκ μέρους μας αναντίρρητο στο "να μας επιβάλουν ό,τι αυτοί θέλουν, ό,τι τους εξυπηρετεί!" Αλήθεια σε τί διαφέρει αυτό από την κοινωνία των φεουδαρχών που η ίδια η δυτική κοινωνία πολέμησε και εξαφάνισε; Τόσος δρόμος για το τίποτα;
Και μάλιστα, στο πλαίσιο του συνεδρίου, φιλοσοφημένα, αποδόθηκε ευθέως, ανερυθρίαστα και αυτοαναιρετικά, η πραγματική αιτία του κακού που καλά κρατεί στην Ελλάδα: Που δεν είναι άλλο, από το γεγονός, πως εμείς εδώ, δεν βιώσαμε στο πετσί μας την φεουδαρχία και την αντίδραση σ' αυτήν! Γι' αυτό δεν επαναστατήσαμε εναντίον κανενός, και πως τώρα, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, μας είναι δυσκολοφόρετο το καπέλλο "των εξουσιαστών της σκέψης μας"!
Ανάμεσα στα πολλά, σ' ετούτη την κομματική-ιδεολογική μάζωξη μάθαμε πως είναι αναγκαίο να ομολογήσουμε και να παραδεχτούμε, να εξομολογηθούμε δηλαδή, φανερά, τα λάθη μας (πράγμα που είναι του άλλου πνεύματος συνήθεια, αυτού που μας παρακινούν να ξεχάσουμε)! Τάχα, πως "αμαρτία" ειπωμένη, συγχωρείται! (Αλήθεια, κανείς μας δεν μπορεί να απελευθερωθεί από εκείνο το πνεύμα που πρέπει να εξαλείψουμε! ούτε καν οι πολέμιοί του!)
Έγινε άραγε έτσι και με εκείνους τους προφήτες, που -αφού μας βάλανε, επί ματαίω, στην προκρούστεια των συμφερόντων τους κλίνη, κι αφού μας κόψανε τον αέρα της σκέψης, της απόφασης, και της προοπτικής- είδανε και οι ίδιοι, το μάταιο των προσδοκιών και των προγραμμάτων τους;
Και τί κανανε αυτοί, σαν αντιλήφθηκαν το λάθος στους υπολογισμούς και στα προγράμματά τους; Μήπως νομίσανε, πως εμείς τους συγχωρήσαμε, απλά και μόνο επειδή αυτοί το ομολογήσανε; Τζάμπα η συνέχιση του ματυρίου μας; Κι οι χαμένες ζωές μας; Οι αυτοκτονίες ανθρώπων που φτάσανε στο αδιέξοδο; Οι πλειστηριασμοί των πατρώων εστιών; Το αγέρωχο ύφος του κοτζάμαση της εξουσίας, νομίζετε πως ξεχνιέται;
Όμως, αυτοί ξεχνάνε, πως ο άνθρωπος αλλάζει την ζωή του και τον τρόπο του επειδή πείστηκε αφ' εαυτού (παλαιόθεν γνωστό το "ου με πείσεις καν με πείσεις"). Επειδή ανακάλυψε το καλύτερο. Κι όχι επειδή τον πείσανε κάποιοι γι' αυτό, με επιχειρήματα από την δική τους την ζωή και τα δικά τους τα συμφέροντα. Αυτός που πείστηκε από τους άλλους, είναι εκείνος που δεν είχε δική του ζωή, δεν είχε ελπίδα, δεν είχε τρόπο. Ήταν έρμαιο παθών, απόγνωσης, ανοησίας, μόδας, ξενομανίας. Ήταν ένας άνθρωπος που μισούσε. Μισούσε αυτό που ζούσε δίπλα του, αυτό που ήτανε και δεν μπορούσε πια να ξαναγίνει. Μισούσε αυτό που υπήρξε, μισούσε την ιστορία του, μισούσε-γιατί δεν μπορούσε να εκτιμήσει- τον πολιτισμό που γέννησε και τον ίδιο.
Η φιλία προς την απελευθέρωση δεν είναι αγάπη προς την ελευθερία. Γιατί η απελευθέρωση είναι μια τάση φυγής, ενώ η ελευθερία είναι μια στάση ζωής.
Κι αν η ανάγκη για απελευθέρωση είναι μια έξωθεν παραίνεση, η ελευθερία της ψυχής είναι μια ενδόμυχη, εσωτερική στάση, ασχέτως εξωτερικών συνθηκών.
Και μ' όλα τούτα, η πολιτική της σήμερον, δεν έχει καμμία σχέση με τον ελληνικό τρόπο και το νόημα της ζωής. Γιατί η πολιτική, φαίνεται πια, πως είναι μια "επιχείρηση" και όλο τούτο που ακούσαμε, φιλοσοφημένα, στο 11ο συνέδριο, ήτανε απλώς marketing.
Σημείωση:
Υπάρχει όμως και κάτι (ακατανόητο από τους άλλους, και γι' αυτό ασυγχώρητο), που λανθάνει στον δικό μας τον τρόπο, (τον αίτιο όλων των κακών και της μιζέριας μας), ακόμη κι όταν εμείς τον κακοποιούμε. Το βρήκα, όμορφα, με μεγάλη ακρίβεια, και με δέος δοσμένο, σε μια έξοδό μου, για "αντίβαρο στην ιδιωτεία", και σας το μεταφέρω, όπως το ένοιωσε ο αρθρογράφος του site (μόνο η αποσπασματική έμφαση (bold) είναι δική μου):
(...)
"Και μίλησε πρώτα και πάνω από όλα για
τον κεντρικό άξονα αυτού του πολιτισμού: το σώμα. Το ζων, λειτουργικό,
οντολογικό σώμα το συγκροτούμενο από τους τεθνεώτες, συγκαιρινούς και
μέλλοντες ελθείν κοινωνούς του καθ’ ημάς τρόπου του ζειν. Ένα σώμα που
έρχεται από μακριά και πορεύεται εδραίως, εν νηφαλίω μέθη, συνεχώς
διευρυνούμενο και εκλεπτυνόμενο προς το τέλος, το σκοπό, την ολοκλήρωση,
το φωτισμό και συμπερίληψη του σύμπαντος κόσμου. Σώμα προσώπων, σώμα
ανθρώπων και θεών, που από Εκκλησία του Δήμου, θα γίνει Εκκλησία
πορευόμενη αενάως από δόξης εις δόξαν. Ο Κώστας Ζουράρις ξέρει ότι δίπλα
του, μέσα του είναι οι συλλέκτριες των κρόκων της Θήρας, είναι οι
Μυροφόρες και με μεγάλη ταπείνωση η Υπέρμαχος Στρατηγός. Σώμα
Τριαδολογικής βιωτής, του ασυγχύτως και αδιαιρέτως, σώμα της αδιαιρέτου
αγαπητικής ενότητας και εν ταυτώ της ασυγχύτου αδιαπραγμάτευτης
ετερότητας και ελευθερίας. Το αδύνατο που γίνεται δυνατό, το ασύλληπτο
που οράται, το αχώρητο που χωρείται, η ετερότητα που μιλάει, το ένα σώμα
που εκφράζεται. Από δόξης εις δόξαν.
Ένας πολιτισμός του προσώπου και της
σχέσης. Ένας πολιτισμός της ετερότητας, της ιδιοπροσωπίας, της απόλυτης
ελευθερίας και του μανικού έρωτα. Και ένας πολιτισμός που όχι μόνο δε
σταματάει εκεί, αλλά βασιζόμενος σ’ αυτά τα δύο του δομικά συστατικά,
τον μανικό έρωτα και την ελευθερία, τολμάει να διανοηθεί το αδιανόητο,
τολμάει να αποζητήσει τη θέωση. Ναι, εμείς οι Ολύμπιοι, εν πλήρη
ταπεινότητι τολμάμε τη θέωση, τη βίωση της Θεανθρωπότητας, τη μετουσίωση
στη νέα οντολογία που Εκείνος, ο πρώτος Θεάνθρωπος μάς προσέφερε ως
χάρη. Η πλήρωση και ολοκλήρωση, η συγκεφαλαίωση της ύπαρξής μας ως
πρόσωπα και ως σώμα. Το φως.
Και το σκοτάδι του κόσμου τούτου εμίσησε
το φως. Πώς η βαρβαρότητα του εγωισμού και η αυθάδεια του πλούτου και
της δύναμης να αντέξει την ημέρα να γλυκοχαράζει το πρωί στις καρδιές,
και το σούρουπο την πορφύρα να βασιλεύει ειρηνεύοντας το νου; Και η
βαρβαρότητα θέλησε να επικρατήσει. Να είναι όλα σαν κι αυτήν. Να είναι
όλα δικά της, να τα εξουσιάζει όλα. Και ζωτικούς χώρους και καρδιές.
Πόλεμος λυσσαλέος, πόλεμος ανηλεής. Ο αρχέκακος όφις από την πρώτη μέρα
μέχρι το τέλος. Αγώνας για επικράτηση, αγώνας για δικαίωση του τρόπου
του. Πάση δυνάμει η κυριαρχία. Σκότος, η έλλειψη του φωτός. Ο αγώνας
συνεχής. Και όταν τα ανθρώπινα κουράγια λείψουν, μη φοβάστε, είναι μαζί
μας αυτή, η κορυφαία του χορού, που και πάλι θα στρατηγήσει υπερμάχως.
Είμαστε στο φως, να το δούν και οι άλλοι
και να σπεύσουν. Γευόμαστε το φως, απλά, με λίγο άρτο με λίγο κρασί.
Ανάσταση. Με δυό ψαράκια και φίλους στην άμμο, δίπλα σε Εκείνον, μαζί με
Εκείνον το λυτρωτή και το σωτήρα μας. Να πιάνομε τη θάλασσα, να κοιτάμε
τον ουρανό και να δακρύζομε για τα μεγάλα. Ένα δάκρυ που πέφτει στο
κύμα. Για την τελειότητα που δεν ήρθε ακόμα. Για τις αδυναμίες μας, τη
θνητότητα και τη φθορά. Για τις ανομίες και τα βάσανά μας. Το
συναμφότερον. Κακών τε καγαθών. Η χαρμολύπη.
Και οι άλλοι, με τη λογική του κόσμου
τούτου, ας μάς θεωρούν ηττημένους. Για τον πλανεμένο τρόπο αντίληψής
τους είμαστε οι χαμένοι, το τίποτα, το μηδέν. Και πλανήθηκαν, γιατί τα
μάτια τους ήταν κλειστά και δεν είδαν εκείνη την παγερή νύχτα του
Δεκέμβρη, στην εσχατιά του σπηλαίου την παρασάλευση του κόσμου, όλα να
ανατρέπονται, και τα θεμέλια του κόσμου τούτου οριστικά να
θρυμματίζονται. Ναι δεν έχομε τίποτα, είναι όμως όλα δικά μας. Και όχι
σαν κτήση, αλλά ως υπόσταση και οντολογία. Η υπέρβαση της φθαρτότητας.
Καινή ζωή. Έλθετε και ίδετε λαοί. Η αγκαλιά είναι ανοικτή και πάντες
κλητοί και προσκεκλημένοι".
Τί λέτε, να είναι πάντοτε ανοιχτά τα πρατήρια της κατανάλωσης, της αποχαύνωσης, της απόλαυσης και της ανοησίας, ή να εχουμε και καμμιά αργία, έτσι για περίσκεψη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου