Πόσοι από εμάς τους μεγάλους δεν θυμόμαστε τις πρωτοχρονιάτικες
προσδοκίες μας, πόσοι διαψευσθήκαμε και πόσες φορές χαρήκαμε αληθινά την
ημέρα της πρωτοχρονιάς!
Τα παιδικά μας χρόνια αλησμόνητα μένουν, για τις προσδοκίες και για
τις χαρές που είχαμε, αλλά και για τις λύπες, που σημαδέψανε την ζωή
μας, και ωριμάσανε την σκέψη μας.
Μικρά, στο παραγώνι, ακούγαμε
τις ιστορίες του μπαμπά, κι εκστασιαζόμασταν, αλλά έτσι ανακατεμένα που
είμασταν, μικρά και μεγάλα μαζί, οι ιστορίες δεν μπορούσανε να είναι
πάντα φανταστικές, με υποθέσεις ανύπαρκτες. Γιατί οι μεγαλύτεροι δεν
άφηναν τα ψεύτικα τερτίπια να στεριώσουν. Οι μεγάλοι ρωτούσανε, κι οι
μικροί μαθαίνανε πριν την ώρα τους. Κι έτσι, όλοι, μικροί μεγάλοι,
μάθαμε την αλήθεια για τα πράγματα. Και μάθαμε πως Αγιοβασίλης για τον
καθένανε είναι εκείνος που τον φροντίζει και τον αγαπά. Εκείνος που
προφταίνει τον πόνο κι ανακουφίζει την μοναξιά και την φτώχεια. Εκείνος
που αγαπάει όλους τους ανθρώπους που «ποιμαίνει», κι υπακούει μονάχα
στη φωνή Θείου, του δικαίου και της ελεημοσύνης. Κι ότι «Αγιοβασίλης»,
μπορεί να γίνει ο καθένας -στα μέτρα του- άμα το θέλει η ψυχή του.
Εκεί
μάθαμε πως ο Αγιοβασίλης ήτανε νέος και επίσκοπος σε μια μεγάλη πόλη
της αυτοκρατορίας, την εποχή που βασίλευε ο Ιουλιανός. Αυτός, που ήθελε
να ξαναστήσει στα πόδια της τη δωδεκάθεη αρχαία θρησκεία. Κάνοντας
πόλεμο ζήτησε από τους κατά τόπους επισκόπους να του δώσουν τα χρυσάφια
των Εκκλησιών για να αγοράσει όπλα. Ο Αγιοβασίλης, νέος επίσκοπος τότε,
με την θέρμη της πίστης του, αρνήθηκε να συμμετέχει στην χρηματοδότηση
του πολέμου, κι απάντησε πως δεν έχει να δώσει τέτοια βοήθεια. Μα ο
βασιλιάς εθύμωσε πολύ, κι αντιμήνυσε πως σαν επιστρέψει θα εξολοθρέψει
τον θρασύ επίσκοπο και τον ανυπόταχτο λαό του.
Ο Αγιοβασίλης
τότε, συλλογίστηκε πως μπορεί και να έκανε λάθος, και φοβούμενος μην
πάρει στο λαιμό του τις ψυχές του κόσμου, τους είπε το πρόβλημα που είχε
να αντιμετωπίσει. Και τους παρακάλεσε να δώσουν ο καθένας τους το κατι
τί του, για να τα δώσει όλα μαζί στον βασιλιά, μπάς κι αποφύγουν το κακό
που σχεδίαζε σε βάρος τους. Μα ο βασιλιάς, σε 'κείνη την μάχη σκοτώθηκε
και δεν γύρισε για να πάρει το χρυσάφι. Κι ο Αγιοβασίλης, ο
επίσκοπος-τότε-Βασίλειος, για να επιστρέψει τα χρυσάφια του κόσμου,
διέταξε να φτιάξουν ψωμάκια και μέσα σ' αυτά να κρύψουν τα κοσμήματα που
είχαν προσφέρει οι πιστοί, και τους τα μοίρασε. Έτσι, πήρε ο καθένας
από κάτι, γιατί δεν ήταν πια μπορετό να βρεθεί ποιός είχε δώσει και τί.
Γι' αυτό κι εμείς σήμερα, σε ανάμνηση της δίκαιης χαράς για την
επιστροφή των θησαυρών, βάζουμε «φλουρί» στην αγιοβασιλιάτικη πίτα, για
να κερδίσουμε πίσω, κάτι, ακόμη κι αν δεν είχαμε δώσει, έτσι, για την ελπίδα μονάχα, της δωρεάς!
Κι εκεί μάθαμε,
πως ο Αγιοβασίλης ήτανε ο προνοητικός επίσκοπος, ο σοφός πατέρας που
ήθελε να προστατέψει τα τέκνα του, κι ο δίκαιος οδηγητής ψυχών.
Ο
Άγιος αυτός δεν ήτανε γέροντας με ρόδινα μάγουλα, πλούσιος και
καταναλωτής. Νέος μοναχός, έγινε επίσκοπος, και νέος απεβίωσε. Ήτανε το
πρότυπο της αρετής και της εγκράτειας, το παράδειγμα της φιλομάθειας και
της μελέτης, της αγνείας, της αφοσίωσης και της πίστης στον λόγο του
Ευαγγελίου. Η δράση του πολυσχιδής και η ευαισθησία του τεράστια. Είναι
εκείνος που ίδρυσε τα πρώτα νοσοκομεία, τα γηροκομεία και τα
φιλανθρωπικά ιδρύματα, σε μια εποχή που- ακόμη και- η ιδέα αυτή, ήταν
ανύπαρκτη. Ο πρώτος που καλλιέργησε την μαθητεία σε πρακτικές τέχνες κι
εργασίες, κι εκείνος που εκήρυξε την μεγάλη σημασία της αρχαίας
Ελληνικής Γραμματείας.
Απεβίωσε στα 50 του χρόνια, εξαντλημένος
από την προσφορά στον ενδεή, και από την σωματική και πνευματική άσκηση,
σύμφωνα με τις επιταγές της μοναστικής του πολιτείας.
Το όνομά
του και το έργο του αποτελούν φάρο για όσους προτίθενται να διδάξουν, να
επισκοπήσουν, να διοικήσουν, να προσφέρουν, να μονάσουν, να
υποστηρίξουν ή να ασκηθούν και να παραδειγματίσουν με την ζωή τους.
Μπορεί
ο μπαμπάς μου, να μην τά'ξερε όλα τούτα, τότε που ήμουνα μικρό παιδάκι.
Μα η λειψή αφήγησή του με οδήγησε να βρώ τα απολειπόμενα, και με την
σειρά μου να συμπληρώσω την ιστορία. Και, τελικά, να αξιολογήσω
θετικά, το αληθινό του παραμύθι.
Μετά από χρόνια, ήρθε η ώρα να
πλέξω το παραμύθι με την ιστορία και να διηγηθώ κι εγώ στα δικά μου τα
παιδιά, την αληθινή ιστορία του Αγιοβασίλη, που φροντίζει κι αγαπάει,
που προστατεύει και δεν αδικεί τον κόσμο που είχε να καθοδηγεί. Του
Αγιοβασίλη, που η μέριμνα και η αγωνία του για τον άνθρωπο, και κυρίως
για τα παιδιά, αποτυπώθηκε από πολύ παλιά, στα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.
Σε
τούτο το έργο μου, Μάνα πιά, βοήθησε κι η αείμνηστη Δασκάλα τους, η
Σμαράγδα, που πάντα της, αληθινή και παιδαγωγός, ήρθε αρωγός και
συμπλήρωσε την νουθεσία των παιδιών στο μυστήριο της αλήθειας, της
αγάπης και της ευθύνης. Μαζί και η γιαγιά τους, η Κασσιανή, η άλλη
Δασκάλα.
Αξέχαστη μου έμεινε σαν παιδί, η απομυθοποίηση της
χαρούμενης κινηματογραφικής μορφής που γελάει και παίζει χωρίς να
λογαριάζει τους πολέμους που γίνονται δίπλα της, και που ενώ ο κόσμος
χάνεται, αυτή η φιγούρα προσφέρει καραμέλλες και παιχνίδια αντί για
οικογένεια, αγκαλιά και φροντίδα[, ή (σήμερα) κινητά τηλέφωνα και
βιντεοπαιχνίδια!]. Κι έτσι έμαθα πως το ψέμμα είναι πολύ όμορφο, αλλά
δεν έχει περιεχόμενο, λογική και ουσία.
Αλλά γιατί τόσο ψέμμα; Μόνο για την
διαφήμιση και τις πωλήσεις; Μπορεί να δεχθούμε να εξαφανίζονται οι
ψυχές των ανθρώπων για χάρη των αγορών;
Αναρωτήθηκε κανείς, πώς
θα ζήσουν αυτές οι ψυχές χωρίς το ψέμμα που φέρνει ευχαρίστηση, αλλά μονάχα
προς στιγμήν; Πώς θα ζήσουν, όταν αυτό το ψέμμα αποκαλυφθεί, κι όταν
πέσει η αυλαία της απελπισίας και της εγκατάλειψης, σαν η απάτη σβήσει
τα φώτα της γιορτής;
Δεν είναι καλό να αφαιρούμε το μυστήριο από
τον κόσμο των παιδιών, αλλά είναι πολύ κακό να τους κρύβουμε την αλήθεια
και να τους γεμίζουμε το μυαλό με χρυσόσκονη και πλάνες.
Το
μεγαλύτερο Μυστήριο είναι η αγάπη και η αφοσίωση. Αν μπορέσουμε να
κάνουμε τα παιδιά μας να αγαπούν, τότε ίσως να αγαπήσουν και τον εαυτό
τους, και να μην τον καταστρέφουν με συμπεριφορές αλλοπρόσαλλες,
αλλόκοτες, ανεύθυνες κι ακατανόητες. Τότε, ίσως να προσπαθούν φιλότιμα,
και να ανακαλύπτουν τις δυνάμεις που κρύβουνε μέσα τους όλες οι αγνές,
οι σπουδαίες κι αφοσιωμένες σε αξίες και αγάπη, ψυχές.
Κάθε που πέφτει στα χέρια μου μια ενδιαφέρουσα σκέψη προσπαθώ να την
αναλύσω και να εμβαθύνω σ' αυτήν, για να αντλήσω το μέγιστο όφελος από
αυτήν. Διαβάζοντας εδώ μια συνέντευξη του αρχηγού της μείζονος αντιπολίτευσης, προβληματίστηκα σοβαρά και σας παραθέτω τους ενδοιασμούς μου. Ωστόσο, διαβάζω κι εδώ
για σημερινούς ακατανίκητους έρωτες "διπλωματών", μπροστά στους οποίους
το εθνικό συμφέρον και η κοινή λογική μπορούν να πάνε περίπατο, και μάλιστα ανερυθρίαστα, αγκαζέ με την πολιτική υπευθυνότητα.
Επανέρχομαι στην συνέντευξη. Είναι τόσο τρομακτικό να δεσμεύεται ο πολιτικός πως θα τηρήσει την ηθική και την λογική,
που, καθένας από αυτούς, συστηματικά, το αποφεύγει. Ή ομνύει σχετικά,
μόνον όταν φοβάται πως έχει χάσει κάθε ελπίδα, ή όταν θέλει να δελεάσει
και τους πιο ανυποψίαστους!
Είναι τρομακτικό σήμερα αυτό το ενδεχόμενο, γιατί η
λογική και το ήθος στις μέρες μας δεν είναι απλώς "αγαθά" σπάνια και εν
ανεπαρκεία, αλλά μιλάμε πια, για κατηγορήματα της σκέψης και της
νόησης εξαφανισμένα από τον ορίζοντα της ζωής μας. Σαν να χάθηκαν,
σε μια πολύ παλαιά επανάσταση του ανθρώπινου είδους, και σαν να μην ήταν
ποτέ θεμέλια των κοινωνιών που προϋπήρξαν.
Λες κι ο πολιτισμός μας ήτανε πάντοτε καταβροχθιστικός, λες κι ήτανε, πάντα, γεμάτος μίσος για τον άλλο,
σαν να μην υπήρξε τίποτε άλλο, πέρα από τα ολιγάριθμα και πανίσχυρα
πολιτικο-οικονομικά εγώ, όπως αυτά που κυριαρχούν στις μέρες μας. Σαν να
μην είχαν οι άνθρωποι αυτιά και ακουστικά νεύρα, για να ακούνε τους
αλαλαγμούς του πόνου και της φτώχειας, της ανέχειας, και του
εκβιαστικώς και βασανιστικώς επιβαλλομένου και μάλιστα με ψυχραιμία
-μέχρις αναισθησίας- θανάτου των θυμάτων. Των θυμάτων της σύγχρονης
αναλγησίας, των χρηματιστηρίων και των οικονομικών επιτευγμάτων.
Θα βγούμε στις αγορές;
Είναι ένα καθημερινό ερώτημα των πολιτικών. Υπάρχουνε πολιτικοί, που
ισχυρίζονται, πως με αυτήν την Κυβέρνηση, κάτι τέτοιο μοιάζει αδύνατο!
Κι εγώ ρωτώ: Με άλλη κυβέρνηση θα σταθεί δυνατό; και τί σημαίνει
"βγαίνουμε στις αγορές"; Μήπως το ότι θα δανειζόμαστε ακριβότερα, αυτό
θα συμβάλει στο να ορθοποδήσουμε;
Ειπώθηκε πως οι όποιες νέες θέσεις εργασίας δημιουργούνται
είναι κατά κανόνα κακοπληρωμένες, των 360 ευρώ. Κι εγώ αναρωτιέμαι, σαν
τί θα παράγουν αυτές οι νέες θέσεις εργασίας, που εξαγγέλλει η
κτβέρνηση; Η άποψή μου είναι ότι θα παράγουν ένα μικρό τζίρο, ίσα-ίσα
για να χρηματοδοτηθεί η αναιμική (έτσι κι αλλιώς) αγορά, που αλλιώς θα
κατεβάσει με τεράστιο πάταγο τα διάτρητα ρολλά της! Γιατί αυτές οι
θέσεις εργασίας, είναι στην ουσία θέσεις απασχόλησης, χωρίς ανάπτυξη, χωρίς παραγωγή, χωρίς προοπτική. Όπως η απασχόληση των νηπίων για να μην κάνουν φασαρία. Είναι
κάτι για να περνάει η ώρα και να μην σκεφτόμαστε το χάλι μας, και
πιθανούς δρόμους διαφυγής από αυτό. Είναι το ξεροκόμματο, για
αποχαύνωση, για παραλυσία της σκέψης, που το κραδαίνουν μπροστά μας,
έτσι για να έχουμε την ελπίδα, πως είτε με την υπόσχεση την δική τους,
είτε τάχα με "την αξία μας", θα το πάρουμε.
"Η εξουσία τούς έχει μαγέψει τόσο, που έχουν χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα.
Και ειλικρινά δεν ξέρω τι από τα δύο είναι χειρότερο. Ένα είναι βέβαιο.
Δεν έχουν καμία συναίσθηση της τραγικής τους ανεπάρκειας". Είπε κάποιος
πολιτικός. Αλλά αυτό δεν αφορά μόνο τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Λέτε, η μείωση των φόρων,
που κάποιοι την αναγγέλλουν ως το δικό τους μύθευμα ανάπτυξης, κι άλλοι
το τάζουν ως οραματικό στόχο της εξουσίας τους, να αλλάξει τα πράγματα
στην ζωή και στο βαλάντιο των ελλήνων; Κάποιος πολιτικός, λέει ότι η
μείωση των φόρων είναι αδιαπραγμάτευτη προσωπική του δέσμευση. Και πώς
θα γεμίσει τα δημόσια ταμεία; πάλι με δανεικά; Μπορεί άραγε, έστω κι
αυτό, να σταθεί ικανό για να ξεκινήσει την ανάπτυξη της ελληνικής
οικονομίας;
Η αντιπολιτευόμενη πολιτική σκηνή ευαγγελίζεται "δράσεις εξοικονόμησης πόρων
μέσα από περιορισμό της σπατάλης, καλύτερη διοίκηση, αξιολόγηση και,
κυρίως, μέσα από συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα", ως εάν όλα αυτά δεν
ήταν αναγκαία στα προηγούμενα χρόνια πολιτικής και διακυβέρνησης, ως εάν όλα αυτά που απαιτεί ησωφροσύνη, η εντιμότης, η συνέπεια και η λογική, είναι κάτι νέο!
Ειπώθηκε πως με "μια επιθετική μείωση των φόρων, ένα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων,
θα πετύχουμε πολύ γρήγορα την επιζητούμενη ανάπτυξη και παράλληλα θα
τονώσουμε το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών" . Κι εγώ ρωτώ:
Και τί σημασία έχει το πόσο θα μειωθούν οι φόροι, αν δεν υπάρχει
εισόδημα, κύκλος εργασιών, παραγωγή πλούτου (όχι μονάχα "αναδιανομή" ή
διακίνηση υπαρχόντων πόρων),
αν δεν υπάρχει μαζί και η συνείδηση των πολιτών πως μόνο η εθνική μας παραγωγή θα κρατάει όρθια την χώρα;
Σαν τί άργε θα μεταρρυθμιστεί σήμερα που θα αλλάξει τα δεδομένα μας,
και γιατί δεν το κάναμε ενωρίτερα;
τί είναι αυτό που θα μας επιτρέψει να το κάνουμε σήμερα;
Τί, ποιά πηγή και υποδομή παραγωγής και απόδοσης πλούτου θα αποκρατικοποιήσουμε;
Θα αποκρατικοποιήσουμε και την κότα που κάνει τα χρυσά αυγά;
Ειπώθηκε πως "όλα είναι ζήτημα αξιοπιστίας". Αντιτείνω, πως η
αξιοπιστία δεν είναι σημερινό πράγμα. Έχει ιστορία, έχει δρόμο που έχει
ήδη διανυθεί, κι αυτός -ο μέχρι σήμερα- δρόμος των πολιτικών και των
υποσχέσεών τους είναι αυτός που δίνει την δυνατότητα για να εξαχθεί η
πολιτική μας αξιολογική κρίση για την αποτελεσματικότητά τους ή μη.
Όλων των πολιτικών μας οι δρόμοι που έχουν ήδη διανυθεί (τα οράματα, οι προτάσεις, τα πεπραγμένα τους), δεν προμηνύουν δημιουργική πολιτική και πορεία ή έξοδο από το αδιέξοδο. Το αντίθετο μάλιστα προμηνύουν: την ανακύκλωση του χάους και της αναποτελεσματικότητας
Η πολιτική μετριοπάθεια, την στιγμή μάλιστα που χρειάζεται τολμηρή και ρηξικέλευθη πολιτική βούληση, είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να υπάρξει. Είναι η παλλάντζα διατήρησης των ισορροπιών, είναι η πηγή του κακού, είναι ο τρόπος για να μείνουν ανέπαφα τα αδιέξοδα.
Η επόμενη μέρα (της διαδοχής στην εξουσία) είναι ο στόχος της
μετριοπάθειας. Να μην τρομάξουν οι επαμφοτερίζοντες προσκείμενοι και να
προσελκυσθούν οι ανικανοποίητοι. Αυτοί που ξέρουν τί
θέλουν, έχουν ξεκάθαρη πρόταση, για την οποία δεν ντρέπονται και δεν
φοβούνται.
Στο ίδιο πλάνο κι οι σκέψεις κάποιων για κυβερνήσεις
συμμαχιών που οι πολιτικοί μας άλλοτε τις απορρίπτουνε (με τον αέρα, ή
την πίστη του νικητή) κι άλλοτε τις επιζητούνε, σαν οι προοπτικές
επανάκτησης της εξουσίας θαμπώνουν. Χείριστη επιχειρηματολογία
καιροσκοπισμού. [Βούτσης 2015 (υπ. Εσωτερικών): «Όχι» σε κυβέρνηση
εθνικής συνεργασίας και σε εκβιαστικές προθεσμίες, και, ο ίδιος την: Για να υπάρξει πρόοδος απαιτούνται προοδευτικές συμμαχίες(!)].
Όποιος θέλει να κάνει την χώρα καλύτερη, οφείλει να μην την αποκόψει από τις ρίζες της
και μετά να ψάχνει σε ποιά γλάστρα, κολοβωμένη να την μεταφυτέψει, κρατώντας την τεχνητά στην
ζωή με δανεικά καλλυντικά και βιταμίνες, με πλαστικά στολίδια και
φωτάκια, που σαν τελειώσει η μπαταρία θα ξαναβουλιάξει στο σκοτάδι.
Ο τοξικός πολιτικός λόγος, τα λόγια του αέρα, που λένε για να δημιουργήσουνε σάλαγο οι δημαγωγοί της πολιτικής. Κι είναι πια μόδα! Τοξικοί είναι άπαντες! Ανερυθρίαστα
παριστάνουν τους άσπιλους και υβρίζουν, οι εξουσιολάγνοι,, τον πολιτικό
τους αντίπαλο, χωρίς να κάνουν συγκεκριμένες προτάσεις για να αλλάξει
το τοπίο. Για να συζητήσουν επί των συγκεκριμένων αυτών προτάσεων.Το
κάνουν απλά για το θεαθήναι. Έτσι σαν μια παράσταση ελαφρού θεάτρου.
Ο
νεποτισμός στην πολιτική ζωή και η ελευθερία των προσώπων είναι ένα
κομβικό σημείο για να απαντηθεί. Αλλά δεν μιλάμε για πρόσωπα, Μιλάμε για
σόγια, για οικογένειες, για διασυνδέσεις, για ανηψο-πρωτο-ξάδερφα, για
κουμπάρους, για φίλους και φίλες, για συνδαιτυμόνες και σύνευνους. Είναι
άλλο πράγμα αυτές οι διαπλοκές κι οι οργανώσεις, να συμβαίνουν σε έναν
επιχειρηματικό όμιλο, κι άλλο να συμβαίνουν στον πολιτικό ιστό της χώρας
και να εκχωρούνται βουλευτικές έδρες σε τέκνα, και διάφορους συγγενείς,
δίκην φέουδου. Πόση ντροπή για εκείνους που ψηφίζουν τον διάδοχο (υιό ή
την θυγατέρα) του βουλευτή που αποσύρεται. Πόσο δειλός και άβουλος για
την ζωή του, στέκεται ο διαπιστευμένος διάδοχος, που παίρνει την
ευκαιρία να σταδιοδρομήσει πάνω στην αφέλεια, την ευπιστία, την
οπαδοποίηση ή τον φανατισμό.
Το ζήτημα του εκάστοτε
εκλογικού νόμου στην πατρίδα μας, είναι δείγμα του πολιτικού
αμοραλισμού του κόμματος που έχει την εξουσία και βλέπει πως θα την
χάσει! Γιατί τότε, συμβαίνει συχνά, το κόμμα αυτό να φτιασιδώνει τον
επόμενο εκλογικό νόμο που θα ωφελήσει το ίδιο, και δεν θα επιτρέψει την
ωφέλεια άλλου ανερχόμενου κόμματος.
Τί θέλουμε άραγε από το κράτος; Μικρότερο, ή αποτελεσματικότερο κράτος; Κοινά ζητούμενα, πιστεύω, για όλου ς τους πολίτες, είναι η
Ασφάλεια, η Υγεία, η Παιδεία, η Εθνική μας Κυριαρχία και Ανεξαρτησία, η
Εργασία και η Επιχειρηματικότητα, σε συνεργασία ασφαλώς με όλον τον
κόσμο, αλλά όχι σε εξυπηρέτηση των συμφερόντων όλων των άλλων, πλην των
ιδικών μας!
Ειπώθηκε πως "η οικονομική ευημερία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ποιότητα των θεσμών μας".
Είναι πολύ ευχάριστη και εφησυχαστική αυτή η τοποθέτηση. Είναι πολύ
καλή, μόνο για τα αυτιά μας. Δεν είναι αληθής, όμως. Διότι ποτέ η
ευμάρεια, η άνεση και η πλησμονή αγαθών, ευκαιριών κλπ. δεν στάθηκε
κινητήριος και δημιουργικός μοχλός. Στάθηκε, ασφαλώς, λόγος διατήρησης
των κεκτημένων. Αντιθέτως, η έλλειψη, η στενότης, η σπάνις, κλπ.
στάθηκαν οι λόγοι αναζήτησης και προσπάθειας για την επίτευξη του
καλύτερου.
Οι θεσμικές αλλαγές δεν μπορεί να γίνουν από κατεστημένους καρεκλοκένταυρους της εξουσίας, των προθαλάμων και των διαδρόμων της. Θα επινοηθούν από ανθρώπους με βαθειά παιδεία που ο λόγος τους θα ακουστεί από πολιτικούς με αίσθημα προσφοράς και αποστολής, κι όχι από πολιτικούς που αγωνιούν για την επαγγελματική/οικονομική τους σταδιοδρομία και την προβολή στο πολιτικό προσκήνιο.
Το μοντέλο της δημοκρατίας του 21ου αιώνα δεν
έχει ακόμη αποσαφηνιστεί. Δεν γνωρίζουμε ποιό θα είναι. Γιατί σήμερα το
παρελθόν μοντέλο, με τα γνωστά προτάγματα της δημοκρατίας, μοιάζει
αδύναμο και άχρηστο, ανεδαφικό. Είδαμε εξάλλου, πως δεν μπορεί να
αντιμετωπίσει τις ορδές των οργανωμένων συμφερόντων που επιτίθενται
ενάντια στους πολίτες, και τους εξαχρειώνουν ηθικά και οικονομικά, γιατί
αυτά τα συμφέροντα ορίζουν στις μέρες μας τις πολιτικές που
εφαρμόζονται. Αν αυτό σημαίνει πως η δημοκρατία του 21ου αιώνα θα
είναι η δημοκρατία που ορίζουν οι οικονομίες, το μοντέλο αυτό δεν είναι
πρόοδος. Ξανα-υπήρξε παλαιότερα, με παρόμοιους όρους, και το λέγανε
τότε "φεουδαρχικό μοντέλο". Και γίνανε πολλοί κοινωνικοί αγώνες για να
καταργηθεί αυτό το μοντέλο. Δεν θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε εκεί.
Ειπώθηκε πως είναι απαραίτητη "μια θεσμική επανάσταση που θα ξανακάνει τη δημοκρατία μας λειτουργική,
θα απελευθερώσει το ανθρώπινο δυναμικό από τα δεσμά του κρατισμού και θα
χτίσει νέες σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών" Αυτό το όραμα είναι κενολόγο. Γιατί σήμερα εδώ, το κράτος είναι η εξουσία και τα πρόσωπα που την ασκούν και οι πολίτες είναι τα πιόνια που εμπαίζονται από όλους όσοι αναρριχώνται και ασκούν την εξουσία.
Στη
ζωή των πολιτών τίποτε δεν αλλάζει, ασχέτως χρώματος και κόμματος της
εξουσίας. Η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών, είναι η
αγωνία των πολιτικών μας. Πώς θα μπορούσαν δηλαδή, να έχουν την
βεβαιότητα ότι από την στιγμή που κρατάνε την εξουσία δεν θα την χάσουν
από τα χέρια τους. Στιγμή δεν τους πέρασε απότο μυαλό η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος!
Πώς δηλαδή, η κατεστημένη εξουσία, αυτό για το οποίο δεσμεύθηκε και
έλαβε την εντολή, αυτό θα το κάνει πραγματικότητα για τον λαό και για
την δική της αξιοπρέπεια, την αξιοπιστία και την συνέπεια, προς εαυτήν.
Μπορεί ο σωστός δρόμος να είναι ο ανήφορος, όπως είπε και ο Καζαντζάκης, αλλά τα πράγματα γίνονται μόνο με έναν τρόπο: τον σωστό! Ποιός είναι, δεν το γνωρίζουμε εκ των προτέρων.
Θα αποκαλυφθεί, αφού τηρηθεί η πίστη και η αφοσίωση στον στόχο και
καταβληθεί ο απαιτούμενος μόχθος. Αυτός που θα φέρει και το αποτέλεσμα.
Την λύση του προβλήματος. Όχι ίσως, εκείνη που θέλαμε. Αλλά αυτή που
κατέστη κατορθωτή.
Ειπώθηκε "δεν
φοβόμαστε την προσπάθεια, αρκεί να ξέρουμε ότι θα μας οδηγήσει στο
ξέφωτο". Eτούτη η εξαγγελία μοιάζει μ' όνειρο μικρού παιδιού, άπειρου κι άσκεφτου. Ποιός, ποτέ, ήξερε το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του; Μονάχα όσοι είχανε σημαδεμένα χαρτιά! Και
η ζωή δεν έχει σημαδεμένα χαρτιά, έχει ευκαιρίες, προσπάθεια, επιμονή,
δουλειά, αποτυχίες, διδάγματα και ξανά προσπάθεια! Έχει κι επιτυχίες,
αλλά δεν είναι το συνθέστερο και το ευκολώτερο!
Η αδιαπραγμάτευτες δεσμεύσεις των πολιτικών
είναι πάντα προεκλογικές. Η αξιοκρατία είναι επίσης μια προεκλογική
υπόσχεση προς τους αμφισβητίες των προεκλογικών προθέσεων. Η προσωπική εγγύηση ενός πολιτικού είναι έπεα πτερόεντα, που συχνά εξαφανίζονται την επομένη των εκλογών.
Ειπώθηκε πως θα
συνταχθεί "ένα πλαίσιο όπου τα προσόντα, ο μόχθος και η ικανότητα θα
επιβραβεύονται". Δηλαδή θα επιβραβεύεται η ελάχιστη, η υποτυπώδης
εκπλήρωση του καθήκοντος του δημοσίου λειτουργού! [Γιατί όλα αυτά θα
πρέπει, απαραιτήτως, να αποτελούν μέρος των καθηκόντων των κρατικών
λειτουργών, δηλ. να είναι πιστοποιημένη η κατάρτισή τους, να εργάζονται,
και να είναι ικανοί για την δουλειά που ανέλαβαν]. Υποσχεθείτε μας και
την τιμωρία των επιόρκων!
Κι επειδή ειπώθηκε πως "η ανάκαμψη θα έλθει από τη μεγάλη αφύπνιση των πολιτών που αποτελούν το μεγαλύτερο κεφάλαιο αυτής της χώρας
και που σήμερα δεν βρίσκουν λόγο συμμετοχής στα κοινά αφού αισθάνονται
ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται πέρα από τη δική τους δυνατότητα επιρροής"
προσπάθησα να αναλύσω την ουσία της πολιτικής πρότασης, των θέσεων και
την στιβαρότητα των πολιτικών επιχειρημάτων ενός πολιτικού που φιλοδοξεί
να κυβερνήσει την χώρα. Αλλά την θέση αυτή, την βρήκα πολύ χαμηλά στην
ιεραρχία των προτεραιοτήτων όλων των πολιτικών, γιατί, ως συνειδητός
πολίτης αυτής της χώρας, νοιώθω τόσο πνιγηρό το αδιέξοδο από τους
περιορισμούς και τις αφαιρέσεις των δυνατοτήτων μου, που -για τις ανάγκες της εξουσίας- μου επιβάλλει κάθε μέρα η Πολιτεία, ώστε δεν μου αρκούν πια αυτές οι επιδερμικές εξαγγελίες και οι υποσχέσεις.
Του ευχόμαστε να βρει καλύτερα
επιχειρήματα και να θέσει υψηλότερους πολιτικούς στόχους για τον ίδιο,
και εθνικούς στόχους που να εμπνέουν τους πολίτες, ώστε να συστρατευθούν
μαζί του, για την πρόοδο και την ωφέλεια της χώρας και του λαού.
Διαβάζω στην ιστοσελίδα του υπουργείου αποπαίδευσης των ελληνοπαίδων (εδώ) πως ο υπουργός θεωρεί αντιδημοκρατικές τις καταστροφές των πανεπιστημιακών υποδομών και πως αυτές, - οι αντιδημοκρατικές μεν, καταστροφές δε(!)-, έρχονται συχνά, ως φυσική συνέπεια, οσάκις οι πανεπιστημιακοί στιγματίζουν την γνωστή στο πανελλήνιο ασυδοσία των επαναστατών, που επιχειρούν οργανωμένα και μαχητικά, να επιβάλλουν, κάθε τόσο, τις οποιεσδήποτε απόψεις τους.
Απορώ μάλιστα, αν οι .. αγωνιστικές αυτές καταστροφικές παρεμβάσεις, που κι ο ίδιος ο υπουργός τις χαρακτηρίζει ως αντιδημοκρατικές, θα συνέβαιναν εντός των πανεπιστημιακών χώρων, αν δεν υπήρχε αυτό το καταραμένο ακαδημαϊκό άσυλο.
Ακατανοήτως, μάλιστα επιχειρείται από την πλευρά του κ. υπουργού, να δικαιολογηθούν οι καταστροφές, ενώ θα έπρεπε να στιγματισθεί από την Πολιτεία, ρητώς και κατηγορηματικώς, κάθε καταστροφή, οποθενδήποτε προερχομένη, ως μέθοδος συζήτησης και διαπαραγμάτευσης, προκειμένου τα μέρη να καταλήξοιυν σε κάποια συμφωνία.
Γιατί
το ακαδημαϊκό πνεύμα, αφορά την ελεύθερη παραγωγή και την διακίνηση ιδεών και όχι την
αυταρχικού (ολοκληρωτικού) χαρακτήρα επιβολή αντιποίνων στην γνώμη και άποψη του άλλου, με καταστροφές δομών και υποδομών..
Οι καταστροφές των πανεπιστημιακών υποδομών, που παγματοποιούνται ως απάντηση και έκφραση οργής ενάντια στην διαπίστωση του πρύτανη ενός πανεπιστημίου ότι "παρόμοια γεγονότα είναι
καθημερινότητα στα Πανεπιστήμια όλης της χώρας", είναι αυθαιρεσία, ολοκληρωτισμός και τραμπουκισμός! Είναι ευθεία απειλή και κατατρομοκράτηση της αντίθετης γνώμης. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν η διαπίστωση αυτή, δεν είναι η άποψη κάποιου, αλλά η απλή διατύπωση της πραγματικότητας, άσχετα από τον αριθμό των προσώπων που τολμούν να αρθρώσουν αυτήν την αλήθεια.
Φαίνεται, πως ο υπουργός μας, ζεί στον πλανήτη της εξουσίας, κι όχι της πολιτικής. Στο γεγονός -όπως ισχυρίζεται ο ίδιος- ότι "στην
τελευταία Σύνοδο Πρυτάνεων, ουδείς έθεσε θέμα αλλαγής του Νόμου που
επαναφέρει το ακαδημαϊκό άσυλο στα Πανεπιστήμια" θα αντιτείνουμε πως ο νόμος είναι υπόθεση της Βουλής και πολιτικής βούλησης της Κυβέρνησης.
Κι η προηγούμενη Βουλή είχε αποφασίσει -με 257 βουλευτές επί συνόλου 300-, πως δεν επιθυμεί πια ο ελληνικός λαός "το (πανεπιστημιακό) άσυλο της ασυδοσίας", των γνωστών επαναστατών, που πιστεύουν μόνο "στο (πολιτικό) δίκιο και την (πολιτική) "αλήθεια" που οι ίδιοι επιδιώκουν". Γιατί το Πανεπιστήμιο δεν είναι πυλώνας της πολιτικής εξουσίας, αλλά πυλώνας παιδείας και εκπαίδευσης στην υπηρεσία της κοινωνίας και της προοπτικής της. Εξάλλου, το πολιτικό δίκιο και η πολιτική αλήθεια είναι κομματικά ιδεολογήματα με στόχο την εξουσία.
Θα μου πείτε, σήμερα, στην πατρίδα μας, τόσο το χειρότερο για την αλήθεια και το δίκιο! Γιατί σήμερα, εδώ, το δίκιο κι η αλήθεια είναι πολιτικές επιλογές προπετών επαναστατών, και όχι κατηγορήματα που έχουνε σχέση με την πραγματικότητα και τα γεγονότα.
Σαφέστατα, επομένως, εξηγείται αυτό που εννοούσε ο υπουργός μας όταν αποφάνθηκε πως "είναι
απαράδεκτες οι αναφορές του κ. Πρύτανη ότι παρόμοια γεγονότα είναι
καθημερινότητα στα Πανεπιστήμια όλης της χώρας". Γιατί ο κ. υπουργός πιστεύει πως δεν πρέπει να λέμε όσα δεν συνηγορούν με τις πολιτικές μεθοδεύσεις του, κι ότι αν η πραγματικότητα τον διαψεύδει, μας ενθαρρύνει να τυφλωθούμε, ώστε να είναι "άμωμος", κι αυτός και η πολιτική του!
Ποιός δεν θά 'θελε να θωρεί τα μυστήρια κι ανεξήγητα και να συμμετέχει σε έναν κόσμο πέραν του κόσμου τούτου, πέρα από την καθημερινότητα, τα σαφή, τα γνωστά. Τα αμαρτωλά, τα εμπαθή και τα ατελείωτα βάσανα. Όμως, αυτό, δεν είναι για όλους. Είναι για κείνους που φαντάζονται, που ονειρεύονται το μυστήριο, κι η ψυχή τους, άδολη και καθαρή, ψάχνει πάντα, και συχνά βρίσκει, το τέλειο. Ο Παπαδιαμάντης μας το έδωσε μέσα από τα έργα του. Έτσι και στο "Άνθος του Γιαλού". Μας έδειξε το δρόμο της αγνότητας, της αγάπης και της επιστροφής.
"Για πολλές νύχτες στη σειρά έβλεπε ο Μάνος του Κορωνίου, εκεί που έδενε
τη βάρκα του κάθε βράδυ, κοντά στα Κοτρόνια του ανατολικού γιαλού,
ανάμεσα σε δύο ψηλούς βράχους και κάτω από ένα παλιό ερημόσπιτο
καταερειπωμένο, - εκεί έστρωνε συνήθως την κάπα του πάνω στην πλώρη της
βάρκας, και κοιμόταν ύπνο χορευτό και νανουρισμένο, τρείς
σπιθαμές ψηλότερα από το κύμα, παρατηρώντας τα άστρα και μελετώντας την
Πούλια και όλα τα μυστήρια του ουρανού - έβλεπε, λέω, ανοιχτά στο
πέλαγος, έξω από τα δύο ανθισμένα νησάκια, που φυλάνε σαν σκοποί την
είσοδο του λιμένα, ένα μελαγχολικό φως -καντήλι, φανάρι, λαμπάδα, ή
άστρο πεσμένο- να τρεμοφέγγει, εκεί μακριά, στο βάθος της σκοτεινής
εικόνας, στην επιφάνεια του κύματος, και να στέκεται για ώρες, να
μοιάζει σαν να πλέει, και να μένει ακίνητο.
Ο Μάνος του Κορωνίου, βαρκάρης ψαράς, ήταν
αδύνατος στα μυαλά όπως και κάθε θνητός. Ήταν κιόλας αρκετό που έδενε
την βάρκα του κάθε βράδυ εκεί, δίπλα στους δύο μαυρισμένους βράχους,
κάτω από το ερημόσπιτο εκείνο, το ολόρθο άψυχο φάντασμα, που είχε τη
φήμη πως ήταν στοιχειωμένο. Όλοι το έλεγαν «Της Λουλούδως το Καλύβι».
Γιατί; Κανείς δεν ήξερε. Ή, αν υπήρχαν λίγα γραΐδια «λαδικά», ή και δύο
τρείς γέροι, που γνώριζαν τις παλιές ιστορίες του τόπου, ο Μάνος δεν
είχε τύχει να βρει ευκαιρία να τους ρωτήσει.
Έβλεπε,
βραδυές τώρα, το παράδοξο εκείνο απομακρυσμένο φως να τρέμει και να
φέγγει εκεί στο πέλαγος, ενώ ήξερε ότι δεν ήταν εκεί κανένας φάρος.
Η κυβερνηση δεν είχε φροντίσει για αυτά τα πράγματα στα μικρά μέρη, αυτά
που δεν έχουν ισχυρούς βουλευτές.
Τι ήταν,
λοιπόν, εκείνο το φως; Αισθανόταν την επιθυμία, επειδή καθημερινα σχεδόν
περνούσε με τη βάρκα του από το πέρασμα εκείνο, ανάμεσα στα δύο χλοερά
νησάκια, και δεν έβλεπε κανένα ίχνος εκεί τη μέρα, που να εξηγεί την
παρουσία του φωτός τη νύχτα, να ξεκινήσει με τη βάρκα τα μεσάνυχτα,
διακόπτοντας τον μακάριο ύπνο του, και τους ρεμβασμούς του προς τα άστρα
και την Πούλια, να φτάσει ως εκεί, να δει τι είναι, και, στην ανάγκη,
να το κυνηγήσει το μυστηριώδες εκείνο φέγγος.
Έτσι ο Μάνος, επειδή ήταν
αδύνατος άνθρωπος, όπως είπαμε, νέος εικοσάχρονος, κάλεσε για βοήθεια
και τον Γιαλή της Φαφάνας, δέκα χρόνια μεγαλύτερο του, αφού του
διηγήθηκε το νυκτερινό του όραμα, για να του κάνει συντροφία στην
ασυνήθιστη εκδρομή.
Πήγαν μια νύχτα, όταν η σελήνη ήταν εννιά
ημερών κι επρόκειτο να δύσει γύρω στη μία μετά τα μεσάνυχτα. Το φως
φαινόταν εκεί, ακίνητο σαν καρφωμένο, ενώ ο πύρινος κολοβός δίσκος
κατέβαινε αργά αργά προς τη δύση κι έμελλε να κρυφτεί πίσω από το βουνό.
Όσο έπλεαν αυτοί με τη βάρκα, τόσο τους έφευγε, χωρίς να φαίνεται στα
μάτια τους πως κινείται, ο μυστηριώδης πυρσός.
Έβαλαν δύναμη στα κουπιά,
«ξεπλατίστηκαν». Το φως μάκραινε, φαινόταν όλο και πιο μακρινό. Ήταν
άφθαστο. Στο τέλος χάθηκε από το μάτια τους. Ο Μάνος, μαζί με τον
Φαφάνα, έκαναν πολλούς σταυρούς. Αντάλλαξαν λίγες λέξεις:
-Δεν είναι φανάρι, δεν είναι καΐκι, όχι.
-Και τι είναι;
-Είναι…
Ο Γιαλής της Φαφάνας δεν ήξερε τι να πει.
Την νύχτα της τρίτης μέρας, και πάλι δύο ή
τρείς μέρες μετά από αυτήν, οι δύο ναυτικοί επιχείρησαν και πάλι την
εκδρομή. Πάντα έβλεπαν τη μυστηριώδη λάμψη να χορεύει στα κύματα.
Έπειτα, όσο πλησίαζαν αυτοί, τόσο το όραμα έφευγε. Και τέλος γινόταν
άφαντο. Τι ήταν άραγε;
Ένας μόνο γείτονας είχε προσέξει τις
αλλεπάλληλες νυχτερινές εκδρομές των δυο φίλων με τη βάρκα. Ο Λίμπος ο
Κόκοϊας, άνθρωπος πενηντάρης, είχε διαβάσει πολλά παλαιά βιβλία με τα
λίγα κολλυβογράμματα που ήξερε, και είχε μιλήσει με πολλές σοφές γριές,
που είχαν ζήσει τα χρόνια τα παλιά. Καθόταν όλη τη νύχτα, αγρυπνώντας,
κοντά στο παράθυρο του, βλέποντας προς την θάλασσα, και πότε διάβαζε τα
βιβλία του, πότε ρέμβαζε προς τα άστρα και προς τα κύματα. Η καλύβα του,
όπου έρημος και μόνος κατοικούσε, βρισκόταν λίγους βράχους παραπέρα από
το σπίτι της Λουλούδως, όπου έδενε τη βάρκα του ο Μάνος, ανάμεσα στο
σπίτι της Βάσως του Ραγιά και της Γκαβαλογίνας.
Μια
νύχτα, ο Κορώνιος κι ο εγγονός της Φαφάνας ετοιμάζονταν να λύσουν τη
βάρκα, και να κωπηλατήσουν, τέταρτη φορά, για να κυνηγήσουν το ασύληπτο
θήραμα τους.
Ο Λίμπος ο Κόκοϊας τους είδε, βγήκε από την
καλύβα του, φορώντας άσπρο σκούφο και ράσο μακρύ, όπως συνήθιζε μέσα
στο σπίτι, πήδησε δυο τρείς βράχους προς τα εκεί, κι έφτασε παραπάνω από
το μέρος, όπυ βρίσκονταν οι δυο φίλοι.
- Για
πού, αν θέλει ο Θεός, παιδιά; τους φώναξε. Είναι βραδιές τώρα που
τρέχετε έξω από το λιμάνι, χωρίς να πιάνετε θαλασσινά, χωρίς να ψαρεύετε
με πυροφάνι - και τα ψάρια σας δεν τα είδαμε. Μήπως είδατε όνειρο και
σκάβετε κάπου, για να βρείτε κανένα θησαυρό;
Ο Μάνος παρακάλεσε τον Κόκοϊα να κατεβεί παρακάτω και να μιλάει σιγανότερα. Έπειτα δεν δίστασε να του διηγηθεί το όραμα του.
Ο Λίμπος άκουσε με προσοχή. Έπειτα γέλασε:
- Αμ
που να τα ξέρετε αυτά εσείς, οι νέοι, είπε, κουνώντας έντονα το κεφάλι.
Τον παλιό καιρό, τέτοια πράγματα, σαν αυτό που είδες, Μάνο, τα έβλεπαν
όσοι ήταν καθαροί, τώρα τα βλέπουν μόνο οι ελαφροΐσκιωτοι. Εγώ δεν βλέπω
τίποτα!... Το είδε κι ο Γιαλής, αυτό που λες πως βλέπεις;
Ο
Γιαλής αναγκάστηκε με ντροπή κατώτερη της ηλικίας του να ομολογήσει πως
δεν έβλεπε το φως, για το οποίο γίνοταν λόγος, αλλά έδινε πίστη στη
διαβεβαίωση του Μάνου, που έλεγε ότι το βλέπει.
Ο Κόκοϊας άρχισε τότε να διηγείται:
« - Ακούστε να
σας πω, παιδιά. Εγώ που με βλέπετε, έφτασα τη γριά-Κοεράνω του Ραγιά,
τη προγιαγιά αυτής της Βάσως της γειτόνισσας, καθώς και τη μάνα της
Γκαβαλογίνας, ακόμα κι άλλες γριές. Μου είχαν διηγηθεί πολλά πρωτινά, παλαιικά πράγματα, καθώς κι αυτό που θα σας πω τώρα:
» Βλέπετε αυτό το χάλασμα, το καλύβι της
Λουλούδως, που λένε πως είναι στοιχειωμένο; Εδώ τον παλιό καιρό
κατοικούσε μια κόρη, η Λουλούδω, που της είχαν δώσει αυτό το όνομα για
την ομορφιά της, - έλαμπε ο ήλιος, έλαμπε κι αυτή- μαζί με τον πατέρα
της, τον γέρο-Θεριά ( ελληνικά τον έλεγαν Θηρέα), που κυνηγούσε όλους
τους Δράκους και τα Στοιχειά, με την ασημένια σαΐτα και με φαρμακωμένα
βέλη. Ένα Βασιλόπουλο από τα ξένα την αγάπησε την όμορφη Λουλούδω. Της
έδωσε το δαχτυλίδι του, και κίνησε να πάει στον πόλεμο και της έταξε με
όρκο πως άμα νικήσει τους βάρβαρους, την μέρα που θα γεννηθεί ο Χριστός,
θα έρθει να τη στεφανωθεί.
» Πήγε το Βασιλόπουλο. Έμεινε η Λουλούδω,
ρίχνοντας τα δάκρυα της στο κύμα, στον αέρα στέλνοντας τους
αναστεναγμούς της, και την προσευχή στα ουράνια, να βγεί νικητής το
Βασιλόπουλο, να έρθει η μέρα που θα γεννηθεί ο Χριστός, να γυρίσει ο
αρραβωνιαστικός της να την στεφανωθεί.
» Έφτασε η μέρα που ο Χριστός γεννάται. Η
Παναγιά με αστραφτερό πρόσωπο, χωρίς πόνο, χωρίς βοήθεια, γέννησε το
Βρέφος μες στη Σπηλιά, το σήκωσε, το σπαργάνωσε με χαρά, και το έβαλε
στο παχνί για να το κοιμήσει. Ένα βοϊδάκι κι ένα γαϊδουράκι σίμωσαν τα
χνότα τους στο παχνί και φυσούσαν μαλακά να ζεστάνουν το θείο Βρέφος. Να,
τώρα θα έρθει το Βασιλόπουλο να πάρει τη Λουλούδω!
» Ήρθαν οι βοσκοί, δυο γέροι με μακριά
άσπρα μαλλιά, με τις μαγκούρες τους, ένα βοσκόπουλο με τη φλογέρα του,
θαμπωμένοι, ξαφνιασμένοι, κι έπεσαν και προσκύνησαν το θείο Βρέφος.
Είχαν δει τον Άγγελο αστραπόμορφο, με χρυσογάλανα λευκά φτερά, είχαν
ακούσει τα αγγελούδια που έψαλαν: Δόξα έν υψίστοις Θεώ!
Έμειναν
γονατιστοί, με εκστατικά μάτια, κάτω από το παχνί, πολλήν ώρα, και
λάτρευαν αχόρταγα το θαύμα το ουράνιο. Να! Τώρα θα έρθει το Βασιλόπουλο,
να πάρει την Λουλούδω!
» Έφτασαν και οι τρείς Μάγοι, καβάλα στις
καμήλες τους. Είχαν χρυσές μίτρες στο κεφάλι, και φορούσαν μακριές
γούνες με πορφύρα κατακόκκινη. Και το αστεράκι, ένα λαμπρό χρυσό αστέρι,
χαμήλωσε και κάθισε στη σκεπή της Σπηλιάς, κι έλαμπε με γλυκό ουράνιο
φως, που παραμέριζε της νύχτας το σκοτάδι. Οι τρείς βασιλικοί γέροι
ξέζεψαν από τις καμήλες τους, μπήκαν στο Σπήλαιο, κι έπεσαν και
προσκύνησαν το Παιδί. Άνοιξαν τα πλούσια τα δισάκια τους, και πρόσφεραν
δώρα: χρυσόν και λίβανον και σμύρναν.
» -Να! Τώρα θα έρθει το Βασιλόπουλο, να πάρει τη Λουλούδω!
» Πέρασαν τα Χριστούγεννα, τελειώθηκε το
μυστήριο, έγινε η σωτηρία, και το Βασιλόπουλο δεν ήρθε να πάρει την
Λουλούδω! Οι βάρβαροι είχαν πάρει σκλάβο το Βασιλόπουλο. Το φουσάτο του
είχε νικήσει στην αρχή, τα φλαμπουρά του είχαν κυριέψει με αλαλαγμό τα
κάστρα των βαρβάρων. Το Βασιλόπουλο είχε χιμήξει με ακράτητη ορμή, πάνω
στο μούστωμα και στη μέθη της νίκης. Οι βάρβαροι με δόλο τον είχαν
αιχμαλωτίσει!
» Τα δάκρυα της κόρης πίκραναν το κύμα το
αρμυρό, οι αναστεναγμοί της διαλύθηκαν στον αέρα, κι η προσευχή της
έπεσε πίσω στη γή, χωρίς να φτάσει στο θρόνο του Μεγαλοδύναμου. Ένα
λουλουδάκι αόρατο, μοσχομυρισμένο, φύτρωσε ανάμεσα στους δυο αυτούς
βράχους, που το λένε Άνθος του Γιαλού, αλλά μάτι δεν το βλέπει.
Και το
Βασιλόπουλο, που είχε πέσει στα χέρια των βαρβάρων, παρακάλεσε να γίνει
Σπίθα, φωτιά του πελάγους, για να φτάσει εγκαίρως, ως τη μέρα που
γεννάται ο Χριστός, να φυλάξει τον όρκο του, που είχε δώσει στη
Λουλούδω.
» Μερικοί λένε, πως το Άνθος του Γιαλού
έγινε ανθός, αφρός του κύματος. Κι η Σπίθα εκείνη, η φωτιά του πελάγου
που είδες, Μάνο, είναι η ψυχή του Βασιλόπουλου, που έλιωσε, σβήστηκε στα
σίδερα της σκλαβιάς, και κανείς δεν την βλέπει πια, παρά μόνο όσοι ήταν
καθαροί τον παλιό καιρό , και οι ελαφροΐσκιωτοι στα χρόνια μας».
Χριστούγεννα, κι η αλληλογραφία είναι ασταμάτητη. Βλέπεις, η πληροφόρηση, η κατανόηση, η ανταλλαγή απόψεων, ο προβληματισμός, δεν έχει εορτολόγιο. Η συνείδηση του πολίτη πρέπει να είναι ασίγαστη, γιατί αν δεν αγρυπνάει αυτός, αγρυπνάει ο πολιτικός καιροσκόπος.
Έτσι εκτελέσαμε την Ελλάδα, επιγράφεται το (παλιό) άρθρο που μου έστειλε ο αγαπημένος εξάδελφος. Ένας άνθρωπος, ένας πολίτης, που διαρκώς μεριμνά για την κατανόηση των πραγμάτων.Την ανάλυση των δεδομένων και την εξαγωγή συμπερασμάτων. Η αιτία του κακού δεν είναι άδηλη, όσο ανεξιχνίαστη κι αν φαίνεται στην αρχή.
Τώρα πια όσοι χωρίς κομματικές παρωπίδες "πολιτευόμαστε" (είμαστε πολίτες), γνωρίζουμε ότι η χρεωκοπία της χώρας είναι αποτέλεσμα πολιτικής, εγχώριας ή ξένης δεν έχει σημασία.
Ημόνη σημασία που μπορεί να έχει αυτό, είναι αν θα βρούμε και θα τιμωρήσουμε τους ημεδαπούς πολιτικούς, που σταθήκανε προδότες της εμπιστοσύνης των πολιτών, και συντάχτηκαν -όχι μονάχα με ξένα συμφέροντα, αλλά και - με κάποιους ιδιωτεύοντες, ψηφοφόρους, σαν που ανήκαν κι αυτοί στην ίδια κατηγορία: των αργυρώνητων. Που άσκησαν τα πολιτικά τους δικαιώματα και αξιώματα αντιστοίχως, δίκην μπίζνας. Επιχειρηματικής δοσοληψίας δηλαδή.
Ναι, να τιμωρήσουμε τους ημεδαπούς πολιτικούς. Γιατί οι ξένοι κάνουνε την δουλειά τους. Που είναι να ωφεληθούνε από τους αφελείς, τους άπραγους και αμέριμνους άλλους.
Και να συμβάλουμε ώστε να ξαναγίνουν πολίτες, όσοι, ανοήτως, χρησιμοποιούν την ψήφο τους σαν μετοχή σε ανταλλακτήριο ή σε χρηματιστήριο (τιμημάτων, κι όχι) αξιών.
Σημείωση: αυτό το σημείωμα γράφτηκε υπό την σκιά
ασυλλόγιστων και αυταρχικών δράσεων που καταστρέφουν τις δομές και τις
υποδομές της χώρας, με "αγωνιστικές δολιοφθορές", παρά τον κίνδυνο της
ζωής ανθρώπων.
Η Γέννηση του Χριστού, με κάνει να σκέφτομαι, πέρα από την μεγάλη οικογένεια που είναι ο κόσμος ολόκληρος, τις δικές μας οικογένειες. Αυτές τις μικρές εστίες, που παλιά είχε πολλούς και τώρα έχει ελάχιστους ανθρώπους στους κόλπους της.
Η Γέννηση του Χριστού έφερε μεγάλη αναστάτωση σε όλον τον κόσμο. Πολλοί τον αμφισβήτησαν, τον πολέμησαν, τον σταύρωσαν. Κυριολεκτικά. Γιατί η έλευσή του, άλλαζε τα δεδομένα στον κόσμο. Το κήρυγμα και η ζωή του έφερνε τόσες και τέτοιες αλλαγές, που οι μικρόθωροι άνθρωποι δεν ήθελαν να τις βάλουν στην ζωή τους και να χάσουν τα προνόμια που η απληστία και ο εγωϊσμός, τους είχαν ωθήσει να υιοθετήσουν.
Έτσι και οι οικογένειές μας, μεγαλώνουν, καθώς υποδεχόμαστε τα πρώτα μας βλαστάρια. Κάθε νέο μέλος φέρνει μαζί του κι έναν καινούργιο κόσμο. Την ανάγκη δηλαδή, να φτιάξουμε τον καινούργιο μας κόσμο, ώστε να χωρέσει κι αυτό. Καλά βρεθήκαμε, προς καιρόν, βολεμένοι με ανέσεις χώρου και χρόνου και με γνωστά πρόσωπα. Που ξέρουμε τις συνήθειες και τις ανάγκες τους. Τα όρια και τις ιδιοπροσωπίες τους.
Μα η υποδοχή ενός νέου μέλους, απαιτεί αλλαγή και σ' εμάς τους ίδιους. Μια αλλαγή που θα δώσει χώρο και στο νέο μέλος, για να επιδράσει στη ζωή μας και τις διευθετήσεις της καθημερινότητάς μας. Μια αλλαγή που θα μας δώσει νέες χαρές, αλλά και νέο στίβο αθλήσεως στην περιχώρηση του άλλου. Και κυρίως, θα μας δώσει την ευκαιρία να δοκιμαστούμε στην ανάληψη της ευθύνης μας απέναντι στον άλλο.
Τώρα πια η ζωή μας δεν έχει μοναχά αυτούς που μας αγαπούν και μας φροντίζουν. Έχει κι αυτούς που έχουν ανάγκη από την φροντίδα, την επιμέλεια και την αγάπη μας. Και μάλιστα, αν είμαστε τυχεροί, τους έχουμε όλους! Αυτούς που χρειάζονται τον σεβασμό μας για όσα έκαναν για μάς, κι αυτούς που συναντήσαμε για να συγκληρώσουμε την ζωή μας και να μοιραστούμε μαζί τους τις χαρές κα τις λύπες μας, να στηριχτούμε πάνω τους στην ανημπόρια και την αρρώστεια μας και με την σειρά μας, να τους στηρίξουμε στην δική τους ανημπόρια, την αρρώστεια ή την αδυναμία.
Η σειρά μας να γίνουμε αξιοσέβαστοι. Την ευκαιρία, μας την δίνουν οι νέοι-άλλοι, που μπαίνουν στην ζωή μας. Τα παιδιά μας. Καθώς έρχονται άοπλα, ανίσχυρα κι αδύναμα, με μόνο εφόδιο την πνοή που πήραν μέσα από τα σπλάγχνα μας. Εμείς πρέπει να τους δώσουμε όλα τα μέσα για να δυναμώσουν, να ικανωθούν και να σταθούν μέσα στην ζωή ως άνθρωποι με γνώση, με κατανόηση, με συναίσθηση, με αρχές και θέληση. Με όνειρα δημιουργίας, με ιδανικά και οράματα.
Ο ρόλος μας είναι ανεκτίμητος για την ζωή τους. Γι' αυτό οι παραλείψεις μας, ηθελημένες ή αθέλητες, είναι συχνά τραγικές, και κάποτε, εξαιρετικά οδυνηρές.
Ετούτες οι σκέψεις μου γεννηθήκανε, καθώς γιαγιά τώρα, συναντώ τον εγγονό μου. Καθώς τον κοιτάζω στα μάτια, και θωρώ τα πρώτα του βήματα, ασταθή και αβέβαια. Σκέφτομαι πώς περάσαν τα χρόνια, από τότε που κρατούσα τον πατέρα του, για να δοκιμάσει τα πρώτα του βήματα. Τότε που δεν μου περνούσαν από τον νού, τα "χρέη" μου προς αυτόν, όπως τα σκέφτομαι σήμερα. Τότε που η καθημερινότητα και το επάγγελμα είχανε τις δικές τους απαιτήσεις από εμένα. Τότε που δεν χωρούσανε στο 24ωρο, όλα τα έργα της ημέρας. Τότε που ελλιπώς κι ατελώς αξιολογούσα τί πρέπει να γίνει και τί δεν πρέπει να ξεχαστεί ή να παραλειφθεί.
Στην αγωνία μου αυτή, κάτι που με βοήθησε σημαντικά, ήταν που είχα στα εφόδιά μου, κάποιες συμβουλές, και κάποιες πρακτικές που είχανε σαρκωθεί στην ανατροφή και την διαπαιδαγώγησή μου. Και κυρίως, εκείνες τις πολύ χρήσιμες αλλά απαρέγκλιτες αρχές. Χρήσιμες, όχι για την πρακτικότητά τους, αλλά γιατί τις θεωρώ διαπαιδαγωγικά κρίσιμες για την ζωή, το ήθος και τον χαρακτήρα του ανθρώπου.
Τα μικρό μου βλαστάρια, θα μαθαίνανε μαζί μας, πως μερικά πράγματα δεν επιτρέπονται ποτέ, και πως μερικά άλλα πράγματα, πρέπει να τηρούνται οπωσδήποτε.
Ανάμεσα στα μη επιτρεπόμενα στάθηκε δύσκολος κάβος, η καταπολέμηση του ατομισμού, και του ανεύθυνου για τις ίδιες πράξεις ή παραλείψεις τους. Κι ανάμεσα στα υποχρεωτικά στάθηκε ο αυτοσεβασμός και ο σεβασμός προς τους άλλους. Κυρίως, δηλαδή, η συνέπεια λόγων και έργων, και η ευγνωμοσύνη για τις δωρεές που λαβαίνουμε. Δωρεές ψυχής, αγάπης και φροντίδας. Κάθε φροντίδας.
Δυστυχώς, τα ανθρώπινα έργα είναι ατελή και ελλιπή. Έτσι κι ο δικός μου ο αγώνας.
Αλλά, ευτυχώς, ο Χριστός που γεννήθηκε ανάμεσά μας, φτωχός κι αδύναμος ως άνθρωπος, στάθηκε ως Θεός, ασάλευτο, πλήρες και τέλειο παράδειγμα, λόγων και έργων, για να τα φωτίζει στης ζωής τους τον δρόμο. Να συμπληρώνει τα ατελή με την παρουσία της Χάριτός Του και να αναπληρώνει τα ελλείποντα.
Σ' Αυτόν δεόμεθα εμείς οι μητέρες, με τις πρεσβείες της Παναγίας Μητέρας Του, να μην λείπει από το πλευρό των παιδιών μας, και να μην υπολογίζει σε βάρος τους τις γονικές μας απρόθετες ολιγωρίες.
Τις Χριστουγεννιάτικες. Πόσοι δεν σκεφτήκαμε μια ευχή για τους φίλους και τους αγαπημένους μας!
Ο καθένας «χρειάζεται» να κάνει ή να λάβει μια ευχή για την περίπτωσή
του. Αν ό,τι ζητάμε για την ευτυχία μας, δεν έχει μέσα του και το δόσιμό μας στους άλλους, πρέπει να ξέρουμε ότι αυτό (σαν πλήρωση μιας εσωστρεφούς επιθυμίας μας), θα είναι
για μια ευτυχία μοναχική, λίγη, πρόσκαιρη, ατελή και φευγαλέα. Μετά,
κάτι άλλο θα θέλουμε για να ξανα-είμαστε ευτυχισμένοι.
Η αληθινή ευτυχία, πιστεύω ότι βρίσκεται στη χαρά και στην ευδαιμονία
της αγάπης για όσα ήδη έχουμε, και της ευχαριστίας για όσα ήδη μπορούμε.
Και για τούτο (για ό,τι έχουμε και για ό,τι μπορούμε) πρέπει να είμαστε
ευγνώμονες.
Η συναίσθηση της ευγνωμοσύνης είναι «σημαντική» του γεγονότος πως εκείνος που αισθάνεται ευγνώμων, είχε την καλή
ευκαιρία να ζεί σε συνθήκες, και, κυρίως, με ανθρώπους, που τον κάνουν
να αισθάνεται αγαπημένος και πλήρης. Σε αυτή την ψυχική κατάσταση ο
άνθρωπος θέλει να ανταποδώσει στους δικούς του μια ευχαριστία, για την
χαρά να μοιράζεται την ανθρώπινη αγκαλιά κι αγάπη. Για την συμπόρευση.
Η ευγνωμοσύνη είναι έκφραση του ενάρετου ανθρώπου για κάθε δωρεά που
απολαμβάνει. Υλική ή ηθική. Λόγου ή έργου. Από τον καθένα. Αρχής
γενομένης από τους δικούς του ανθρώπους. Γιατί, αν στους ξένους χρωστάμε
μια ευχαριστία, έστω και τυπική, στους δικούς μας χρωστάμε την ύπαρξή
μας ολόκληρη, την συντροφιά, την αγάπη και την συμπαράστασή τους. Όχι
γιατί οι δικοί μας άνθρωποι καταγράφουν ό,τι μας δίνουν, και περιμένουν
ανταπόδοση. Αλλά, γιατί κάθε λήψη δωρεάς, μας καθιστά (πνευματικά) υποχρέους.
Τουλάχιστον ευγνωμοσύνης. Ως τετιμημένους.
Η ευγνωμοσύνη, είναι το κατώφλι της ανθρωπιάς. Και η αναγνώριση της
δωρεάς, είναι το πρώτο βήμα στην πνευματικότητα και τον εξανθρωπισμό
μας.
Διαβάζοντας εδώ
για τις ευχές που γίνανε ηλεκτρονικά μηνύματα, αναβίωσα προς στιγμήν,
δικές μου, παλιότερες μνήμες, που ήθελα να μοιραστώ την ομορφιά και το
μεγαλείο τους, με πολλούς κι αγαπημένους. Κι άλλες, που θά 'θελα να
θυμηθούν μαζί μ' εμένα, φίλοι και αγαπημένοι που βρίσκονταν μακριά μου.
Όσο κι αν πέρασε ο χρόνος, όσο κι αν άλλαξαν οι συνθήκες και τα μέσα,
εκείνο που ποτέ δεν άλλαξε, είναι η αγάπη που μοιραστήκαμε με άλλους. Η
αγάπη που επιβεβαιώθηκε χιλιάδες φορές, κι εκείνη η έκφραση της χαράς
και της ευτυχίας, σαν ανταμώναμε, ύστερα από καιρό, που τον ζήσαμε μακριά
και γεωγραφικά χωρισμένοι.
Μα για να υπάρξει η χαρά κι η ευτυχία της αντάμωσης, και να μπορεί να
αναβιωθεί, αυτό συμβαίνει επειδή κάποτε εκφράσθηκε, φανερώθηκε. Επειδή
βιώθηκε, επειδή λύτρωσε κι ανάπαυσε. Θεράπευσε. Υπηρέτησε.
[«Είναι κακόν τον άνθρωπον μόνον» είπε ο Κύριος, κι έπλασε από το πλευρό του την γυναίκα. Λένε, πως γι' αυτό η γυναίκα κοιτάζει τον άνδρα, γιατί είναι από μια πλευρά του. Και πως γι' αυτό ο άνδρας κοιτάζει πέρα μακριά, γιατί ήτανε πάντα του, μέχρι τότε, μόνος.]
Οι ευχετήριες κάρτες σαρκώνουν τις στιγμές που ζήσαμε, τις ψυχικές και
πνευματικές, κι όλες τις άλλες όμορφες διαδρομές που κάναμε με κάποιους
μαζί, και κυρίως το βάθος των αισθημάτων που γεννηθήκανε από αυτές τις
στιγμές. Οι κάρτες μου είναι συνήθως μακροσκελείς, κι ο παραλήπτης τους
ζεί μαζί μου ξανά και ξανά, ωραία πράγματα που ζήσαμε κι αναζητήσαμε
μαζί. Τις στιγμές ανακάλυψης κι αποκάλυψης. Αντανακλούν τα οράματα, τις
αναζητήσεις, τις ενδιάθετες προτιμήσεις και αγαθές παραινέσεις ζωής.
Αυτά, μπορεί κανείς να τα μοιραστεί μόνο με ακριβούς κι αγαπημένους. Κι
αυτοί το νοιώθουν, κι ανταποδίδουν. Ευτυχισμένοι, σιωπηρά, ή
εκφραζόμενοι. Αλλά, για τους (δυνάμει) παραλήπτες της απάντησης, είναι
το ίδιο! Είτε ανταπέδωσαν, είτε σιώπησαν. Γιατί η απάντησή τους έχει ήδη
καταχωρηθεί στην καρδιά μας, από κάποιες άλλες στιγμές, χρόνια ή και
καιρούς, που η αγάπη τους, θρονιάστηκε στην καρδιά μας και μας έδωσε
φτερά ζωής, ή γιατρειά, ή το κουράγιο να συνεχίσουμε, ή τον λόγο και το
εφόδιο για να πορευτούμε, για να δημιουργήσουμε, για να χαρούμε, για να
γίνουμε ικανοί στο να εκτιμούμε το κάθε λεπτό της παρηγορητικής ή της
ζωηφόρας και δημιουργικής πνοής που φυσάει δίπλα μας!
Κάθε που έρχονται Χριστούγεννα, αναζωπυρώνεται η μνήμη του χαρμόσυνου
μηνύματος στον κόσμο: πως δεν είμαστε μόνοι μας στην δυσκολία και την
δυσχέρεια, γιατί ακόμη κι ο Θεός ήρθε κοντά κι ανάμεσά μας,
συμμετέχοντας στα πάθη μας και στις δυσκολίες που αυτά δημιουργούν.
Ήρθε, και με την πανάγαθη ζωή του, μας έδειξε πως δεν είναι αδύνατο να
είσαι καλός και να αγαπάς. Και πως αν φωλιάσει στην καρδιά μας, μι'
αγάπη όπως η δική του, αυτή είναι που θα δώσει την ειρήνη στον κόσμο
ολόκληρο, και σ' εμάς. Γιατί είναι μια αγάπη που τους χωράει όλους, που
δεν κρίνει, δεν εκτιμά, δεν αποφαίνεται, δεν κατηγορεί, δεν αναζητεί
ευθύνες! Αλλά, μι' αγάπη που συγχωρεί, σκεπάζει, δέχεται, παρηγορεί κι
αποζημιώνει με την θέρμη της αγκαλιάς της και την δύναμη της λάμψης της.
Κι όσο η αγάπη Του που είναι πηγή ζωής, είναι η εκπλήρωση της Θεϊκής
ουσίας, η αγάπη η δική μας, των ανθρώπων, προϋποθέτει μεγάλο κόστος για
να φανερωθεί: το αντίτιμο -για να αγαπήσουμε- είναι η άδολη
αυτο-προσφορά μας. Έτσι μονάχα, αγαπάει αληθινά ο άνθρωπος. Γιατί πρέπει
να καταστείλει τον «παντοδύναμο» εγωϊσμό του, με τις προσχηματικές
ανάγκες κι απαιτήσεις, προκειμένου να δεχτεί τις προ(σ)κλήσεις για να
αγαπήσει τον άλλο. Δεν υπάρχει ανθρώπινη αγάπη, χωρίς «κόστος» του
αγαπώντος. Και δεν υπάρχει αγάπη χωρίς ειλικρίνεια. Η ανθρώπινη -συνήθως
ανταποδοτική- αγάπη στη ζωή μας, είναι σκέτη λογιστική, και καταλήγει
να κάνει ισολογισμό και ταμείο.
Όποιος έχει νοιώσει -άπαξ τουλάχιστον, έστω και στιγμιαία, στην ζωή
του- μι' αγάπη όπως είναι η αγάπη του ενανθρωπήσαντος Θεού, μι' αγάπη
μεγαλύτερη απ' της μάνας, που συγχωρεί και αγκαλιάζει το παιδί της, ό,τι
αυτό και νά 'ναι, αυτός μπορεί να στείλει και να δεχτεί μια προσωπική,
μέσ' από την καρδιά του, ευχετήρια κάρτα. Δεν θα στείλει ένα
"επισκεπτήριο", σαν κι εκείνα που σαν μαζευτούν πολλά, τα πετάμε, για ν'
αλαφρώσουμε από την χαρτούρα που γεμίζει το συρτάρι μας, ή που τα πετάμε αμέσως, γιατί δεν σημαίνουν τίποτε για μάς.
Ακόμη κι ο ολιγομίλητος, ο δωρικός, ο βαρύς, ο σύννους, που γεύτηκε το
έλεος και το μεγαλείο της θεϊκής αγάπης, όσο λίγα και να ειπεί με την
ευχή του, έχουνε πάντα το βάρος της ευεργεσίας της και την λάμψη της
αποκαλύψεώς της. Δυο λέξεις, μπορεί και να είναι αρκετές. Γιατί η αγάπη
εκπέμπεται, κι ο καλός αποδέκτης αυτής, είναι που εκπέμπει αγάπη κι
αυτός. Η αγάπη είναι φορτίο που σε πιέζει να το βγάλεις από πάνω σου,
είναι ιατήριο φάρμακο που το δίνεις και 'γιαίνει μια πάσχουσα καρδιά. Το
δέχεται κάποιος και νοιώθει πόσο ευλογημένος είναι για να τύχει μιας
τέτοιας ευεργεσίας. Αν η μουσική εξημερώνει τα ήθη, η αγάπη εξαγνίζει
τις ψυχές.
Οι ευχετήριες κάρτες μας, ζεστές, κομμάτι από την πάλλουσα καρδιά μας,
κομίζουνε για πάντα την εκφρασμένη αγάπη μας, ακόμη κι όταν ο χρόνος
μαράνει ή εξαλείψει την όψη μας, ακόμη κι αν το χαρτί τελειώσει ή
απαγορευτεί ή ξεραθεί το μελάνι. Όπου και να τις γράψουμε. Αρκεί το ότι
έχουνε βιωθεί. Είναι η ανάμνηση αυτής της μνήμης!
Κι εκείνο το ευχετήριο εγκάρδιο e-mail που σήμερα βρήκαμε inbox, στης
εποχής μας το ταχυδρομείο, εκεί που -χουζουρεύοντας- ονειροπολούσαμε
όμορφες στιγμές, με αγαπημένους, κάποτε, καθώς μοιραζόμασταν όνειρα,
επιθυμίες, ευχές. Ή που-ακόμα χουζουρεύοντας- εμείς πήγαμε να βρούμε,
για τους ίδιους λόγους, ακριβούς κι αγαπημένους, που μακριά μας
ονειρεύονται παρόμοιες στιγμές. Κι αυτό το μήνυμα αγάπης θα υπάρχει, και
μετά. Ακόμη κι αν χαθούνε αποστολείς και παραλήπτες. Θα υπάρχει γιατί
σάρκωσε μια σχέση.
Η αγάπη είναι εκείνη που «στέλνει » αξέχαστες -ή υπενθυμιστικές της
ουσίας της- κάρτες. Και τις στέλνει με κάθε τρόπο, πραγματικό ή
φανταστικό, ισχύοντα ή μελλοντικόν να ισχύσει.
Οι κάρτες, που «κρατάνε» την τυπικότητα στις σχέσεις και την πολιτική
ορθότητα, έχουνε σημασία μόνο για το γεγονός ότι απεστάλησαν και ότι
παρελήφθησαν. Χωρίς καμμιά άλλη σημασία. Άλλες, παρόμοιες κάρτες, χωρίς
το υπόβαθρο της προσωπικής σχέσης, είναι οι κάρτες «υπολογισμού». (Ο
υπολογισμός είναι εργασία λογιστική). Αλλά οι κάρτες αυτές, δεν αφήνουνε
σημάδι. Μόλις τελειώσει η δοσοληψία, τελειώνουνε κι αυτές, και
λιώνουνε, σαν να βραχήκανε από την βροχή.
Οι κατά περίσταση ευχές, σε εικονογραφημένες κάρτες με έτοιμο τον λόγο
της ευχής: Να σας ζήσει, Ευτυχές το Νέον Έτος, Βίον ανθόσπαρτον, κλπ.,
αποτελούν εμπορευματοποίηση της ανάγκης μας για έκφραση και δημιουργούν
-σε κάποιους, οικονομικό- τζίρο από τις περιστασιακές μας ανάγκες και
συγκυρίες, κατά τρόπο που εξαφανίζει την προσωπική μας επαφή και
έκφραση.
Τελικά το e-mail δεν είναι και τόσο κακό, γιατί δεν αλλάζει την ίδια την
ευχή μας. Ενώ η έντυπη ευχετήρια κάρτα, μας υποκαθιστά ολοκληρωτικά.
Υποκαθιστά τον λόγο μας και τα αισθήματά μας.
Τούτες τις μέρες λοιπόν, θυμάμαι ξανά και ξανά, την πολύ όμορφη ευχή,
προσευχή και ανταπόδοση, που ο Υμνωδός της Εκκλησίας μας έγραψε για
λογαριασμό όλων ημών, προς τον Χριστό, που τόσο ταπεινά ήρθε στον κόσμο,
να ζήσει ανάμεσά μας και να μας αγκαλιάσει όλους, με την αγάπη Του.
Να η Προσευχή:
«Τί σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ,
ότι ώφθης επί της γης ως άνθρωπος δι’ημάς;
Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων,
την ευχαριστίαν σοι προσάγει:
οι Αγγελοι τον ύμνον,
οι Ουρανοί τον αστέρα,
οι Μάγοι τα δώρα,
οι Ποιμένες το θαύμα,
η γή το σπήλαιον,
η έρημος την φάτνην,
ημείς δε Μητέρα Παρθένον.
Ο προ αιώνων Θεός, ελέησον ημάς.»
Aυτήν την προσευχή, κάπως έτσι την ένιωσα:
«Τί να προσφέρουμε, Χριστέ, σε Σένα,
Που φανερώθηκες στη γή, σαν άνθρωπος για μάς;
Καθένα από τα κτίσματά Σου
Τη δική του Ευχαριστία προσκομίζει στη χάρη Σου:
οι Αγγελοι τον ύμνο,
ο Ουρανός τ’ολόλαμπρο αστέρι,
οι Μάγοι τα πολύτιμα δώρα τους,
οι Ποιμένες το θαύμα της ταπείνωσής Σου,
η γή τη φτωχική σπηλιά,
η έρημος τη φάτνη,
Κι εμείς την Πάναγνη Μητέρα
Εσύ, ο άναρχος Θεός, σπλαχνίσου μας!»
Αυτή η ιδέα του Υμνωδού, προσφέρεται (αναλόγως) για να σαρκώσει μ' ένα
μοναδικό τρόπο και την μεταξύ μας ευχή, πρόσκληση, κι ευχαριστία όταν
αυτές εκφράζονται γνησίως, δηλαδή από την αγάπη μας.
Ας ακούσουμε εδώ το χαρμόσυνο μήνυμα των Χριστουγέννων.
Σημειώσεις: * Η εικόνα της Γέννησης είναι βυζαντινή (1428) αγιογραφία, από την «Παντάνασσα» του Μυστρά.
**Ετούτη, είναι μια παλαιότερη - αλλά πάντα τέτοιες μέρες επίκαιρη - ανάρτηση
Eικονογραφία: Ο ασπασμός των Θεοπατόρων στην Μονή της Χώρας. Στην Ορθόδοξη εικονογραφική παράδοση το θέμα της Συλλήψεως της
Θεοτόκου παριστάνεται με τον εναγκαλισμό και τον ασπασμό των γονέων της
Παρθένου.Η παράσταση προέρχεται από το Πρωτευαγγέλιο ,σύμφωνα με το οποίο η Άννα όταν είδε ερχόμενο τον Ιωακείμ ” έδραμε
και εκρεμάσθη εις τον τράχηλον αυτού λέγουσα. Νύν οίδα ότι ο Κύριος ο
Θεός ηυλόγησέ μερ σφόδρα …και η άτεκνος εν γαστρί λήψομαι.” . Εορτολογικό περιεχόμενο της εορτής-Συναξάριο. Σύμφωνα με το προαιώνιο σχέδιο του Θεού, ο οποίος επιθυμούσε να
ετοιμάσει ένα πάναγνο κατοικητήριο για να κατασκηνώσει μαζί με τους
ανθρώπους, δεν επετράπη στον Ιωακείμ και την Άννα να αποκτήσουν
απογόνους. Και οι δύο είχαν φθάσει σε προχωρημένη ηλικία και είχαν
μείνει στείροι – συμβολίζοντας την ανθρώπινη φύση, στρεβλωμένη και αποξηραμένη από το βάρος της αμαρτίας και του θανάτου -, δεν έπαυσαν ωστόσο να παρακαλούν τον Θεό να τους λυτρώσει από το όνειδος της ατεκνίας. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ
στον Ιωακείμ που είχε αποσυρθεί σε ένα βουνό και στην Άννα που θρηνούσε
την δυστυχία της στον κήπο τους, για να τους αναγγείλει ότι επρόκειτο
σύντομα να εκπληρωθούν στο πρόσωπό τους οι πάλαι προφητείες και ότι θα
γεννούσαν τέκνο που προοριζόταν να καταστεί η αυθεντική Κιβωτός της
καινής Διαθήκης, η θεία Κλίμαξ, η άφλεκτος Βάτος, το αλατόμητον Όρος, ο
ζωντανός Ναός όπου θα κατοικούσε ο Λόγος του Θεού. Την ημέρα
αυτή, με την σύλληψη της Αγίας Άννης, τερματίζεται η στειρότητα της
ανθρώπινης φύσης, που χωρίσθηκε από τον Θεό δια του θανάτου· και με την
υπέρ φύσιν τεκνοποίηση αυτής που είχε μείνει στείρα έως την ηλικία κατά
την οποία δεν μπορούν πλέον φυσιολογικά να τεκνοποιήσουν οι γυναίκες, ο
Θεός ανήγγειλε και επιβεβαίωσε το πλέον υπερφυές θαύμα της ασπόρου
συλλήψεως και την αμώμου γεννήσεως του Χριστού από τα σπλάγχνα της
Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. Παρότι εγεννήθη από θεία επέμβαση, η Παναγία προήλθε από σύλληψη μέσω
συνευρέσεως ανδρός και γυναικός κατά τους νόμους της ανθρώπινης φύσης
μας, της πεπτωκυίας και δέσμιας της φθοράς και του θανάτου μετά το
προπατορικό αμάρτημα (βλ. Γέν. 3,16). Σκεύος εκλογής, τίμιος
Ναός που προετοίμασε ο Θεός πρό των αιώνων, η Θεοτόκος είναι η πλέον
αγνή και τέλεια αντιπρόσωπος της ανθρωπότητας, αλλά δεν βρίσκεται εκτός
της κοινής κληρονομίας και των συνεπειών του αμαρτήματος των
πρωτοπλάστων. Ακριβώς όπως έπρεπε, για να μας λυτρώσει ο Χριστός από το
κράτος του θανάτου δια του εκουσίου Σταυρικού Του θανάτου (βλ. Εβρ.
2,14), να γίνει ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού όμοιος με τον άνθρωπο στα
πάντα πλην της αμαρτίας, εξίσου απαραίτητο ήταν η Μητέρα Του, στα
σπλάγχνα της οποίας ο Λόγος του Θεού ενώθηκε με την ανθρώπινη σάρκα, να
είναι σε κάθε τι όμοια με εμάς, υποκείμενη στην φθορά και στον θάνατο,
μή τυχόν και θεωρηθεί ότι η Λύτρωση και η Σωτηρία δεν μας αφορούν
απολύτως και εξ ολοκλήρου, εμάς του απογόνους του Αδάμ. Η Θεοτόκος
εξελέγη μεταξύ των γυναικών όχι τυχαίω τω τρόπω, αλλά γιατί ο Θεός είχε
προβλέψει προαιωνίως ότι θα ήταν σε θέση να διαφυλάξει τελείως την
αγνότητά της ώστε να Τον δεχθεί μέσα της. Και ενώ συνελήφθη
και γεννήθηκε όπως όλοι μας, αξιώθηκε να καταστεί κατά σάρκα Μητέρα του
Υιού του Θεού και κατά πνεύμα μητέρα όλων μας. Γλυκύτατη και
φιλεύσπλαγχνος, είναι σε θέση να μεσιτεύει υπέρ ημών ενώπιον του Υιού
της, ώστε να μας χαρίσει Εκείνος το μέγα έλεος. Ακριβώς όπως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο καρπός της
παρθενίας της, η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν καρπός της σωφροσύνης του
Ιωακείμ και της Άννας. Ακολουθώντας αυτήν την οδό της αγνότητος
και εμείς, μοναχοί και σώφρονες χριστιανοί, κάνουμε να γεννηθεί και να
μεγαλώσει μέσα μας ο Σωτήρας Χριστός. Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου
Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος τέταρτος – Δεκέμβριος, σ.
93-95).
Διαβάζω στον Συναξαριστή για την θαυμαστή ζωή του Αγίου Νικολάου [που αναγνωρίζεται ως Άγιος όχι μόνο στην Ανατολική Ορθόδοξη, αλλά και στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία (ο Αγιος Νικόλαος του Μπάρι, γατί εκεί βρίσκονται τα λείψανά του)] και σας μεταφέρω αυτούσια την βιογραφία του:
Ο
Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από
γονείς ευσεβείς και πλουσίους και έδρασε την εποχή των αυτοκρατόρων
Διοκλητιανού (284 - 304 μ.Χ.), Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.) και Μεγάλου
Κωνσταντίνου. Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας
μεγάλης περιουσίας. Αλλά ο Νικόλαος, εμπνεόμενος από φιλάνθρωπα
συναισθήματα, διέθετε την περιουσία του για να ανακουφίζει άπορα,
ορφανά, φτωχούς, χήρες, στενοχωρημένους οικογενειάρχες. Ένας μάλιστα, θα
διέφθειρε τις τρεις κόρες του, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν
το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, μυστικά σε τρεις νύκτες εξασφάλισε την προίκα
των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά φλουριά στην κάθε μία. Έτσι,
οι τρεις κόρες αποκαταστάθηκαν και γλίτωσαν από βέβαιη διαφθορά. Στην
συνέχεια αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο, λόγω όμως της ξεχωριστής αρετής
του τιμήθηκε, χωρίς να το επιδιώξει, αρχικά με το αξίωμα του Ιερέα στα
Πάταρα και συνέχεια με το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Μύρων. Από τη θέση
αυτή καθοδηγούσε με αγάπη το ποίμνιό του και ομολογούσε με παρρησία την
αλήθεια. Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τους τοπικούς άρχοντες και
ρίχτηκε στη φυλακή. Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο
Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος
επανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Μάλιστα έλαβε μέρος στην Α’
Οικουμενική Σύνοδο, όπου ξεχώρισε για τη σοφία και την ηθική του
τελειότητα. Ο Άγιος Νικόλαος ήταν προικισμένος και με το χάρισμα
της θαυματουργίας με το οποίο έσωσε πολλούς ανθρώπους και όσο ήταν εν
ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του το 330 μ.Χ. Για παράδειγμα όταν κάποτε
κινδύνευσε κάποιος στη θάλασσα - λόγω σφοδρών ανέμων - και επικαλέστηκε
το όνομα του αγίου σώθηκε και μάλιστα ενώ βρισκόταν στη μέση του
πελάγους βρέθηκε αβλαβής στο σπίτι του. Το θαύμα έγινε αμέσως γνωστό
στην Πόλη και ο λαός προσήλθε αμέσως σε λιτανεία και αγρυπνία
προκειμένου να τιμήσει το θαυματουργό Άγιο. Περί των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ο
τάφος του Αγίου Νικολάου στη Βασιλική του Μπάρι, ανοίχθηκε αναγκαστικά
το 1953 μ.Χ., κατά την διάρκεια αναστηλωτικών εργασιών, την νύκτα της
5ης προς 6ης Μαΐου. Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκε επιτροπή από τον
Πάπα, με Πρόεδρο τον τότε Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο του Μπάρι Ερρίκο
Νικόδημο, στην οποία ανατέθηκε η κανονική αναγνώριση των λειψάνων του
τάφου. Παράλληλα ο αναγνωριστικός έλεγχος και η καταμέτρηση των οστών
ανατέθηκε στον Καθηγητή της Ανατομίας στο Πανεπιστήμιο του Μπάρι Λουΐτζι
Μαρτίνο και τον βοηθό του Γιατρό Αλφρέντο Ρουγγίερι. Τα Λείψανα
μέσα στη λάρνακα έπλεαν σέ ένα διαυγές, άχρωμο και άοσμο υγρό, το οποίο
είχε βάθος τρία περίπου εκατοστά. Η εξέταση του υγρού αυτού από τα
Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Μπάρι απέδειξε,
ότι επρόκειτο για καθαρό νερό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από
μικροοργανισμούς! Η έρευνα απέδειξε, ότι το υγρό αυτό προήρχετο από τις
μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστέων! Η τρίτη ιστορικά ανακομιδή
έγινε την νύκτα της 7ης προς 8ης Μαΐου 1957 μ.Χ., με σκοπό νέα
αναγνώριση, καταμέτρηση, ανατομική και ανθρωπολογική μελέτη, πριν την
οριστική κατάθεση στην λάρνακα, μετά το πέρας των αναστηλωτικών
εργασιών. Στην ιατρική ομάδα συμμετείχε την φορά αυτή και ο Γιατρός
Λουΐτζι Βενέζια. Τα αποτελέσματα της ανθρωπολογικής εξετάσεως των Ιερών
Λειψάνων υπήρξαν εντυπωσιακά. Διαπιστώθηκε, ότι ανήκαν σέ ένα και το
αυτό άτομο και μάλιστα σε άνδρα που είχε ύψος 1.67 περίπου, τρεφόταν
κυρίως με φυτικά προϊόντα και πέθανε σε ηλικία μεγαλύτερη των 70 ετών.
Το άτομο αυτό ανήκε στην λευκή Ινδοευρωπαϊκή φυλή. Η κατάσταση
ορισμένων οστών έδειξε ακόμη, ότι το άτομο στο οποίο ανήκαν, πρέπει να
είχε υποφέρει πολύ κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης, που
του άφησαν σημάδια στην υπόλοιπη ζωή του. Η αγκυλωτική σπονδυλοαθρίτιδα
και η διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση, πρέπει να κληρονομήθηκαν από
κάποια υγρή φυλακή, όπου πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα
σε προχωρημένη ηλικία.
Η ιχνογραφική ανάπλαση του προσώπου, με
την μέθοδο της υπερσκελετικής αναπλάσεως των μαλακών μερών της κεφαλής,
απέδωσε επίσης θεαματικά αποτελέσματα. Τα σχετικά ιχνογραφήματα που
δημοσίευσε ο Καθηγητής Μαρτίνο, βρίσκονται σε συμφωνία με τις
παλαιότερες απεικονίσεις του Αγίου, εκείνη της Αγίας Μαρίας της Πρώτης
(στη Ρώμη, 8ος ή 9ος αιώνας μ.Χ.) και αυτή του Παρεκκλησίου του Αγίου
Ισιδώρου, στον Ναό του Αγίου Μάρκου (στη Βενετία, ψηφιδωτό του 12ου
αιώνα μ.Χ.). Δηλαδή, με τις εξετάσεις των Λειψάνων του Αγίου
Νικολάου, πιστοποιήθηκε η γνησιότητά τους, αποδείχθηκε επιστημονικά η
μυροβλυσία του και επίσης ότι η πάροδος του χρόνου δεν άμβλυνε την μνήμη
των βασικών χαρακτηριστικών της μορφής του, όπως τα διέσωσε η Ορθόδοξη
εικονογραφική παράδοση (πρόσωπο ασκητικό, ευγενικό, με αρμονικές
αναλογίες, υψηλό και πλατύ μέτωπο, μεγάλα μάτια - ελαφρά βαθουλωτά -
έντονα ζυγωματικά, φαλάκρα). (Βλ. Αντ. Μάρκου, «Τα Λείψανα του Αγ.
Νικολάου Επισκόπου Μύρων της Λυκίας και οι ιστορικές τους περιπέτειες»·
Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 44/1994, σελ. 98 - 106·
αγγλική έκδοση από το Κέντρο Παραδοσιακών Ορθοδόξων Σπουδών Έτνας
Καλιφορνίας, 1994).