Για τούτο το σημείωμα πιο ταιριαστός τίτλος θα ήταν "πώς οι αγώνες για την αλλαγή του κόσμου καταλήγουνε με την αλλαγή των επαναστατών".
Πολλοί εγκατεστημένοι στην αλλοδαπή Έλληνες, συχνά συνεισφέρουν με τη σκέψη και τις ιδέες τους στον παγκόσμιο προβληματισμό για το μέλλον. Ανάμεσά τους και ο Κώστας Αξελός, με εκτενέστατο έργο. Δεν θα μιλήσω για το συνολικό του έργο. Άλλοι είναι αρμοδιότεροι.
Αλλά θα μιλήσω για την "Μοίρα της Ελλάδας", ένα κείμενό του, που πρωτοδημοσιεύτηκε με τίτλο "Ο εμφύλιος πόλεμος της Ελλάδας" στο τ. 23 (1978) του περιοδικού Εποπτεία, και το οποίο αποτελεί μια αυτοτελή έκδοση του 2010, από τον εκδοτικό οίκο Νεφέλη, με τον επίμαχο τίτλο.
Ετούτο το κείμενο μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση όταν το πρωτοδιάβασα, στα 25 μου, και είχα εσωτερικεύσει όλες τις ενοχές και τα συμπλέγματα που καταμαρτυρεί στη σύγχρονη Ελλάδα, ο μεγάλος φιλόσοφος. Είχα αισθανθεί πολύ μικρή και ταπεινή ως Ελληνίδα, πολίτης μιας μικρής κι ανυπόληπτης -για την μικρότητά της- σύγχρονης χώρας, μπροστά στην αρχαία εκδοχή των ανθρώπων της, παρά τις βαθύτατες ρίζες της, τόσο στο χρόνο, όσο και στον πολιτισμό. Εκείνο στο οποίο δινόταν βαρύτητα, ήταν η ασημαντότητα του παρόντος της χώρας και των ανθρώπων της, και τα επιτακτικά ερωτήματα προσαρμογής της στην σύγχρονη πραγματικότητα. Ερωτήματα, που συνιστούσαν, στην ουσία, μομφές οπισθοδρόμησης και εκτίμηση πως δεν υπάρχει δυνατότητα, τρόπος, βούληση, όραμα ή ικανότητα των ελλήνων της Ελλάδας, για πρόοδο.
Πώς θα ήταν ποτέ δυνατόν, να αρθρωθεί σχετική συζήτηση, ή ακόμη κι αμφισβήτηση, πάνω στις θέσεις μιας αυθεντίας, [ενός Έλληνα που έζησε στο Παρίσι, εργάσθηκε εκεί, κι έβλεπε την Ελλάδα ως ένας "εξόριστος αριστερός"]; Οι θέσεις ήταν θέσφατα, και οι εκτιμήσεις του, μομφές. Κι εμείς, θα έπρεπε να τις δεχόμαστε ηττοπαθώς και αδιαμαρτύρητα.
Για κάθε Έλληνα, η εξορία από την πατρίδα του, είναι μεγάλος πόνος. Η φυγή, όμως, μπορεί να είναι μια εξόρμηση στην ζωή, ή μια ηθελημένη περιπέτεια, κι αυτό δεν έχει να κάνει με την σχέση προς την πατρίδα, αλλά, κυρίως, με την εσωτερική κλίση, [αλλά και κλήση] ή παρόρμησή του.
Ο Αξελός, έφυγε πριν να τελειώσει η αριστερή επανάσταση στην οποία συμμετείχε από το ξεκίνημά της. Κι εκεί που πήγε, ξεκίνησε μια καινούργια ζωή, με μελέτη και σκέψη. Όχι πια αγωνιζόμενος ενάντια σε ανθρώπους για να τους αλλάξει το μοντέλο ζωής που θα διάγουν, αλλά σκεφτόμενος για τον κόσμο στο σύνολό του, και για τον τρόπο που οι άνθρωποι καταλαβαίνουν, αλλάζουν, κλπ.
40 χρόνια μετά, το ίδιο κείμενο, το βλέπω πολύ διαφορετικά. Ξαναδιαβάζοντάς το στην έκδοση του 2010, ξενίζομαι που επαναλαμβάνεται η ίδια οπτική, ελαφρώς προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της νεωτερικότητας, ενώ τόσα πολλά έχουν συμβεί σε όλον τον κόσμο.
Διαβάζω (εδώ) πως ο Αξελός ήταν ανάμεσα σ' εκείνους που- με γαλλική υποτροφία- φύγανε με το "Ματαρόα" για τον ελεύθερο κόσμο, στα χρόνια του ελληνικού αλληλοσπαραγμού. (...) το Κ.Κ.Ε. τον είχε διαγράψει από τις τάξεις του, αναζήτησε αμέσως επαφή με το P.C.F. (το γαλλικό Κ.Κ.), αλλά σύντομα εγκατέλειψε τις κομμουνιστικές ιδέες. Σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόννη όπου υποστήριξε τις δύο διδακτορικές του διατριβές («Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής» και «Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία» (...), δίδαξε στη Σορβόννη και εργάστηκε ως ερευνητής στο C.N.R.S. (Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας). Υπήρξε συνεργάτης και αργότερα διευθυντής σύνταξης της επιθεώρησης Arguments [Επιχειρήματα] (1956-62). (...) Συνδέθηκε στενά με διανοούμενους μεγάλης εμβέλειας όπως ο Martin Heidegger, ο Jacques Lacan, ο André Breton, και ο Georges Bataille, συγκρούστηκε βίαια με τον Jean-Paul Sartre, τον οποίο κατηγόρησε για έλλειψη πρωτότυπης σκέψης, αλλά παρέμεινε αχώριστος με τους άλλους δύο μεγάλους εμιγκρέ Έλληνες φιλοσόφους: τον Κορνήλιο Καστοριάδη και τον Κώστα Παπαϊωάννου. (...) είχε μεταβολίσει όλη την πολιτική του στράτευση από την περίοδο της Ελλάδας στη θεωρία και πώς την κοινώνησε μέσα από την αγαπημένη του επιθεώρηση Arguments. Επιδιώκοντας να βρει έναν χώρο avant-garde έκφρασης για ανθρώπους της Αριστεράς που, όπως ο ίδιος, είχαν αφήσει πίσω τους την κομματική ορθοδοξία του Κομμουνιστικού Κόμματος, αναζητώντας ένα εναλλακτικό είδος μεταμαρξισμού, τήρησε ίσες αποστάσεις από τα γραφειοκρατικά καθεστώτα του σοβιετικού μπλοκ και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, πράγμα που τάραξε τα νερά της εποχής. Θα αναφερόταν στα χρόνια που θήτευσε στην επιθεώρηση ως χρόνια «ελεύθερης στράτευσης με μπόλικη απόλαυση».
Εκείνο που μ' έκανε, σήμερα, να σταθώ στην "Μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας", είναι ετούτη η τελευταία φράση: χρόνια «ελεύθερης στράτευσης με μπόλικη απόλαυση».
Γιατί, σε μια στιγμή, μου φάνηκε πως έβλεπα την ιστορία (κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά, πολιτικά), να ξετυλίγεται μπροστά μου και να ξαναβλέπω το παρελθόν να προβάλλεται στο παρόν. Να βλέπω, πώς μια ιδεολογία, μπορεί να χρησιμοποιείται για να "κάνουν παιχνίδι" τα παιδιά. Να χρησιμοποιούνται τα παιδιά. Η συγκεκριμένη συνέντευξη του Κ. Αξελού, όπου παρατίθεται η νεανική του πολιτική δράση, δεν το διαψεύδει.
Έτσι και σήμερα: επαναστατούν τα παιδιά, φράσσουν τους δρόμους, καταστρέφουνε περιουσίες, συντάσσονται με την εξουσία που τα εκπροσωπεί, κι η εξουσία τα χρησιμοποιεί ως εμπροσθοφυλακή για να προωθεί τα όνειρά της. Όνειρα καλοκαιρινής νύχτας, ασυννέφιαστα, χαρούμενα, πλανερά, ανεδαφικά. Γιατί ο ουρανός της ζωής δεν είναι πάντα αστροστόλιστος. Δεν είναι πάντα λαμπερός και καθαρός. Κάποτε είναι σκοτεινός, άδηλος, γκρίζος και βροντερός. Αστράφτει απειλές κι ανοίγει βάραθρα καταστροφών. Πλημμυρίζει και πνίγει την πλάση, ξεπλένει κρίματα, αίματα.
Η μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας καθορίστηκε, εν τη γενέσει της ελληνικής επανάστασης, από εκείνους που ανέλαβαν την καθοδήγηση της όψιμης συνείδησής της. Δηλαδή, από εκείνους που επιτηδείως και συγκεκριμένα επεδίωξαν το επιτευκτέο αποτέλεσμα, και βρήκανε τους κατάλληλους εγχώριους πρόθυμους συνεργούς. Γιατί όλοι αυτοί που συμφωνήσανε για την δημιουργία του ελλαδικού κρατιδίου, θέλανε μια αρχαιολατρική Ελλάδα, προκειμένου να αποσυνδεθεί από τη χιλιόχρονη πορεία του ο κόσμος, που αδιαλείπτως στοίχειωνε τούτα τα χώματα. Μια Ελλάδα μικρή, ασήμαντη, αδύναμος κρίκος, δορυφόρος συμ-παίκτης σε ένα παίγνιο συμφερόντων, αλληλοεξυπηρετήσεων και αλληλεξαρτήσεων
Όμως, ο κόσμος αυτός, ο Ελληνικός, αλλιώς "περπατούσε" την ιστορία του. Άλλαζε προτεραιότητες, μορφές ζωής, επιλογές, προσανατολισμό. Ζούσε. Δημιουργούσε. Κάτω από κάθε απειλή των επίδοξων κατακτητών και των κατεστημένων κυρίαρχων. Και κρατούσε χαρακτήρες, πυρήνες, γλώσσα, μεράκι, φιλότιμο, πίστη στα πατρώα. Η πρόοδός του δεν σταμάτησε ποτέ. Η σκέψη, η δημιουργία, η προσφορά, η θυσία στάθηκε αειθαλής πηγή ζωής.
Ο Ελληνισμός (κι ο κάθε πολιτισμός) δεν θα ζήσει
- από εκείνους που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο.
- Ούτε από εκείνους που λυπούνται για τα λάθη του ελληνισμού γράφοντας για την ιστορία του και για το μέλλον του που μοιάζει αδιέξοδο.
Η Ελλάδα κι ο ελληνισμός θα ζουν όσο υπάρχουν εκείνοι που κρατάνε το πανί κόντρα στον άνεμο της αποσύνθεσης, εκείνοι που αμύνονται στον εκμαυλισμό, που ελίσσονται ανάμεσα στις παγίδες και υπερπηδούν τα εμπόδια που στήνουν οι ατομικές μικρότητες. Γιατί οι μικρότητες σκοτώνουν τον άνθρωπο και κάθε προοπτική ανάπτυξης και εξέλιξης.
Έλληνας δεν σημαίνει πολίτης μιας συγκεκριμένης χώρας του κόσμου. Για τον Έλληνα, ένα είναι το όραμα για την ζωή και την αξία του ανθρώπου, και μάλιστα κοινό για όλους τους ανθρώπους της οικουμένης: Ελευθερία, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη.
Αλλά, αυτό είναι μι' αντίληψη κυρίως ελληνική, κι όχι μια αντίληψη που την ασπάζονται οι πολίτες των υπόλοιπων χωρών του κόσμου.