«Τη αγία και μεγάλη Τρίτη της των δέκα παρθένων παραβολής, της εκ του ιερού Ευαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα».
Οι Πατέρες όρισαν την αγία αυτή ημέρα να θυμηθούμε την παραβολή των Δέκα Παρθένων, μια από τις πιο παραστατικές και διδακτικές παραβολές του Κυρίου μας. Κι’ είχαν το σκοπό τους. Η συνοδοιπορία με τον Χριστό προς το Θείο Πάθος δεν αρκεί να είναι τυπική, συναισθηματική. Η ολοκληρωτική συμμετοχή μας στην εν Χριστώ πορεία, που συνοδεύεται από την ολοκληρωτική αλλαγή της ύπαρξής μας, είναι εκείνη που δίνει αληθές νόημα στην πράξη μας.
Ιδού το περιεχόμενο της παραβολής των δέκα παρθένων: Η Βασιλεία των ουρανών μοιάζει με δέκα παρθένες οι οποίες πήραν μαζί τους τα λυχνάρια τους για να υποδεχθούν τον νυμφίο. Οι πέντε από αυτές, ως σώφρονες, φρόντισαν να έχουν μαζί τους απόθεμα λαδιού για τα λυχνάρια τους, ενώ οι άλλες πέντε που ήσαν αφελείς και επιπόλαιες δεν εφρόντισαν γι' αυτό. Ο νυμφίος αργούσε, η νύχτα προχωρούσε, κι έπεσαν να κοιμηθούν. Μα τα μεσάνυχτα ακούστηκε κραυγή που ανήγγειλε τον ερχομό του νυμφίου. Οι παρθένες σηκώθηκαν για να τον προϋπαντήσουν. Οι σώφρονες παρθένες, που είχαν απόθεμα λαδιού άναψαν τα λυχνάρια τους και υποδέχτηκαν χαρούμενες τον νυμφίο, συμμετέχοντας έτσι στην περίλαμπρη γαμήλια χαρά.
Μα οι άλλες, έτρεξαν -τελευταία στιγμή- για να αγοράσουν λάδι, κι έτσι, έχασαν την άφιξη του νυμφίου, κι έμειναν "εκτός του νυμφώνος"!
Ο Χριστός τελειώνει την διήγηση της παραβολής του με τα εξής προτρεπτικά λόγια: «Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται» [που τα διασώζει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (Ματθ. κεφ. 25,εδ. 13 ) και «γρηγορείτε ουν ουκ οίδατε γαρ πότε ο κύριος της οικίας έρχεται, οψέ ή μεσονυκτίου ή αλεκτροφωνίας ή πρωί, μη ελθών εξαίφνης εύρη υμάς καθεύδοντας» που διασώζει ο Ευαγγελιστής Μάρκος (Μάρκ. κεφ. 13, εδ. 35)].
Η μνήμη της παραβολής των δέκα παρθένων είναι μια σύσταση για πνευματική άσκηση ενόψει της Δευτέρας Παρουσίας και της μεγάλης κρίσεως.
Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, ακούμε από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, την ιδιαίτερη τιμή, που ο Χριστός επιφύλαξε για τους Έλληνες, καθώς υποδέχεται κάποιους που παρευρίσκονταν εκεί και είχαν την περιέργεια να δούν τί συμβαίνει. Τους καλωσόρισε, με χαρά, και τώρα μπορούμε να αντιληφθούμε την σημασία αυτού του γεγονότος. Εκείνο το "ήρθε η ώρα ίνα δοξασθεί ο υιός του ανθρώπου" [Ιωάννης κεφ. 1, εδ. 12], που είπε τότε ο Χριστός, σήμερα αποκαλύπτεται τί ακριβώς εσήμαινε! Κι αυτό δεν ήταν άλλο, από το ότι οι Έλληνες με την ιδιοπροσωπία τους, και με το γεγονός πως ήσαν οι φορείς της -πιο πολυμίλητης στην περιοχή, αλλά και στον τότε εγγράμματο κόσμο- γλώσσας, θα αποτελούσαν το όχημα δια του οποίου ο λόγος Του θα απλωνόταν στα πέρατα της οικουμένης.
Η συναίσθηση της πνευματικότητας της ημέρας, που μας προετοιμάζει για την Μ. Τετάρτη ολοκληρώνεται με το "τροπάριο της Κασσιανής", της αρχοντοπούλας, που η εξυπνάδα της, της στέρησε τον θρόνο της Βασιλεύουσας. Ύστερα από αυτό ο καλύτερος νυμφίος γι' αυτήν ήταν ο Χριστός, στον οποίο αφιερώθηκε, αποσυρόμενη σε μοναστήρι για το υπόλοιπο της ζωής της.
Τη μέρα τούτη την θυμάμαι ξεχωριστά, μια που η πεθερά μου, Κασσιανή και δασκάλα, [που έφυγε στα 90 της, πλήρης ημερών και με τα λογικά της], σαν τέτοια μέρα, πήγαινε ανελλιπώς ν' ακούσει την ακολουθία που επιστεγαζόταν με τον ύμνο της συνώνυμης υμνωδού. Συχνά χρησιμοποιούσε για τον εαυτό της, σε ώρες συγγνώμης, και σε συνειρμό με τον ύμνο, την φράση, "η περιπεσούσα εν πολλαίς αμαρτίαις...". Ας πρεσβεύει η ψυχούλα της από τον παράδεισο, για όλους εμάς, κι ας είναι ελαφρύ το χώμα που την σκεπάζει.
Το τροπάριο της Κασσιανής έχει ως εξής:
την σην αισθομένη Θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι, προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νυξ μοι, υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ•
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους Ουρανούς, τη αφάτω σου κενώσει•
καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν, τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις•
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν,
κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους,
τις εξιχνιάσει ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος».
Και σε απόδοση Φώτη Κόντογλου (1):
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου•
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος
(1) Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου