Είπα κι εγώ πως θα διάβαζα ένα μυθιστόρημα με ταξική πάλη και κοινωνικές ανατροπές, με επανάσταση, με επιτυχίες και αποτυχίες. (Για να πάρω μαθήματα δράσης, στους πολιτικο-κοινωνικούς καιρούς που ζούμε...).
Μα γελάστηκα. Ετούτος ο άνθρωπος, που έφυγε στα 51 του χρόνια, είχε τόση και τέτοια παραγωγή, που έτσι μονάχα κατανοείται ο άκαιρος χαμός του. Ίσως έτσι και να κατανοείται το μέτρο της ανθρώπινης ζωής. Χρόνος για έργο αγαθό. Ψυχή αγαθή. Κι αυτός έδωσε πολλά με τον πολιτικό λόγο του, έδωσε πολλά με την τέχνη του. Κι είχε κατακτήσει πολλά, με τον αγώνα του, όπως φαίνεται από την μόρφωσή του.
Από παλιά βρισκόταν στην βιβλιοθήκη μου. Στα νιάτα μου τόχα ξεπουπουλήσει. Μα όπως πολλά που διαβάζουμε στα νιάτα μας, έτσι και τούτο, βρέθηκε να είναι εντελώς καινούργιο στα μάτια μου τώρα.
Με σαφή την γνώση από προηγούμενα έργα του Κ. Θεοτόκη, και κυρίως από τον «Κατάδικο», για τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό του συγγραφέα, πίστευα, πως θα συναντήσω κάτι παρόμοιο. Και το διάβασα τότε. Μα φαίνεται πως οι αναλύσεις της νεότητας ήτανε τόσο ρηχές, που γρήγορα ξεθώριασαν οι μνήμες. Μα επί τέλους λύθηκαν οι παρεξηγήσεις. Τίποτε από κείνα τα σοσιαλιστικά δεν βρήκα σήμερα εδώ. Ούτε ταξικούς αγώνες, ούτε νίκες των ποπολάρων, ούτε αισχρή εκμετάλλευση των αφεντικών.
Βρήκα ανθρώπους όλων των τάξεων και όλων των τάσεων, να υποτάσσονται στα πάθη και τις αδυναμίες τους. Σε όλη την κλίμακα, των λαθών, των παθών και των αδυναμιών, όλων των προσώπων του έργου. Ανθρώπους-Σκλάβους στα δεσμά των λαθών, των παθών, της ματαιοδοξίας, των συμπλεγμάτων και των αδυναμιών τους.
Βρέθηκαν ξεπεσμένοι διάδοχοι τίτλων κοινωνικής τάξης και ιδιοκτησίας με προικώα χρηματοδότηση της άπνοης πια -εν τοις πράγμασιν- κοινωνικής θέσης κι εξουσίας τους, εγκεφαλικά αμετακίνητοι από τα προνόμιά τους, αδρανείς στη διαφύλαξη των όρων που εξασφάλιζαν τα προνόμια αυτά, κι ανίκανοι για την διατήρησή τους. Πάντα αυτό συμβαίνει με τους διαδόχους, που δεν εκοπίασαν για όσα παρέλαβαν. Η διατήρηση (της αξίας, της δύναμης, κι όχι καθαυτό των προνομίων), είναι η ελάχιστη πρόκληση γι' αυτούς, αν βρεθούν άξιοι, για τούτο το ελάχιστο!
Βρήκα ανθρώπους ονειροπόλους, ρομαντικούς, ανθρώπους ρεαλιστές, γήϊνους, καιροσκόπους, αφελείς, αδαείς κι εγκιβωτισμένους στο άδειο παρελθόν, αλλά και ψωροπερήφανους, μ' επίγνωση και γνώση, που τους έλαχε να κυβερνήσουν την κατάρρευση.
Κι είδα ζωές μαλλιά κουβάρια, κι είδα αποφασισμένους θανάτους αδύναμων ανθρώπων και θανάτους αναπότρεπτους. Κι είδα ασύνειδη ζωή σε σώματα γερά με σάπιες ψυχές, κι αθάνατες ψυχές σε σώματα ασθενή. Είδα ανθρώπους που η γνώση δεν χάλασε την ψυχή τους, κι άλλους που η γνώση τους έκανε δηλητηριώδη ερπετά. Ανθρώπους που δεν «πήρανε είδηση» το δώρο της ζωής, που πήρανε για ζωή την κυριαρχία, ανθρώπους που ζήσανε για το φαίνεσθαι, αδύναμους για δημιουργία, δράση, επίδραση, για αληθινή χαρά και ψυχική ευωχία.
Συνάντησα αισθήματα παράφορα, ακαταμάχητα, ανίκητα, ανυπόταχτα. Έρωτες-Κυβερνήτες κι εξουσιαστές, δικαστές και δημίους. Έρωτες-συμπλέγματα και φρούρια. Έρωτες του διχασμού της ζωής και του χαλασμού της. Έρωτες μεγάλους-αθάνατους, κι έρωτες ασήμαντους, χαμερπείς.
Κοινωνικές προκαταλήψεις-παγίδες, δικαιολογίες αυθαιρεσίας και όρια απραξίας, ή στολές μεταμφίεσης. Και υποκρισία, όπου δεν μπορεί να υπερτερήσει η αυθαιρεσία.
Πολιτικοί και πολιτικάντηδες, άνθρωποι της τέχνης και της επιστήμης, με δάφνες και μ' επιθυμίες, με όνειρα και «στόχους υψηλούς» -αλλά και χαμερπείς- κυριαρχούν στο κοινωνικό σκηνικό και προσδιορίζουν το περιεχόμενο της ζωής όλων: των κοινωνικών «αστέρων» και των δορυφόρων τους! Μόνο η ζωή των απλών ανθρώπων του γήϊνου μέτρου και της αλήθειας, μένει έξω από αυτό το σκηνικό, που δεν τους αφορά, αλλά και που δεν τους υπολογίζει.
Τέλειο, οικείο, αθάνατο σκηνικό, διαιωνιζόμενο, όπως οι κοινωνίες και οι άνθρωποι.
Οι εποχές αλλάζουν, τα αντικείμενα, τα μέσα, τα επίπεδα, οι σκοποί και οι ποσότητες.
Η μέθοδος, η διαδικασία, η ένταση ιδιοποίησης, είναι όλα ίδια. Και κυρίως το τέλος: Αφανισμός των αδύναμων, εκούσια ή ακούσια «αποχώρηση» των γενναίων, κατάρρευση των αδρανών κι απόδραση των ασυνείδητων.
Βρήκα, και τί δεν βρήκα! Σαν να αναγνώρισα την εποχή μου, σε μεγεθυντικό φακό!
Κι ύστερα, το πιο δύσκολο από όλα, είναι να εντάξει κανείς τον εαυτό του σε ένα τέτοιο πλαίσιο και σκηνικό. Είναι δύσκολο, γιατί μονάχα εκ των υστέρων μπορεί να γίνει αυτή η κατάταξη. Αφού μια ζωή είναι απρόβλεπτη, και ποτέ δεν ξέρεις ποιά θα είναι η τελευταία της πράξη.
Μόνο, ας προσέχουμε όσο μπορούμε, μέχρι να φτάσουμε στο τέρμα του δρόμου. Κι ας κοιτάξουμε, με τα έργα μας, να ζωγραφίσουμε τον πίνακα της ζωής μας, όπως τον θέλουμε, κι όχι όπως θα τον φέρουν τα πράγματα, η αβουλία μας ή η βούληση των άλλων πάνω στη δική μας αδράνεια ή ανευθυνότητα. Ας ζήσουμε συνειδητά και με επίγνωση των δυνάμεων και των αδυναμιών μας. Των ζητουμένων και των ανθρωπίνων ορίων μας. Γιατί δεν είμαστε οι μόνοι.
Σημείωση:
Διαβάζω πως ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1872. Ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, πολλά μέλη της οποίας ασχολήθηκαν από πολύ ενωρίς με την πολιτική και τη διπλωματία.
Σπούδασε φιλολογία, μαθηματικά, ιατρική και χημεία, χωρίς ωστόσο να λάβει κανένα δίπλωμα. Γνώριζε πολλές γλώσσες ( γαλλική, αγγλική, γερμανική, ιταλική και λατινική, καθώς και σανσκριτική. Έτσι πολύγλωσσος από νεαρά ηλικία (γνώριζε ακόμη αρχαία περσικά, αρχαία ελληνικά και εβραϊκά) ασχολήθηκε πέραν της πεζογραφίας με τη μετάφραση και την ποίηση.Σε ηλικία 19 ετών έγραψε στη γαλλική το πρώτο του έργο.
Το 1889 ξεκινά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, ενώ δύο χρόνια αργότερα καταφεύγει στη Βενετία για οικονομικούς λόγους, όπου και γνωρίζει την βαρώνη Ερνεστίνη φον Μάλοβιτς. Ύστερα από αντιρρήσεις του πατέρα του την παντρεύεται δύο χρόνια αργότερα και αποκτά μαζί της μία κόρη.
Το 1895 επιστρέφει στην Ελλάδα κι εγκαθίσταται στην Κέρκυρα. Συνδέθηκε με τον ποιητή Μαβίλη και προσχώρησε από τους πρώτους στο κίνημα του δημοτικισμού. Από τότε φαίνεται ότι ασπάστηκε τις πρώτες σοσιαλιστικές ιδέες. Συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης το 1896 ως εθελοντής και στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 στη Θεσσαλία, επικεφαλής δικού του σώματος. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έλαβε ενεργό μέρος στο κίνημα της Θεσσαλονίκης. Τότε και απώλεσε ολόκληρη την προικώα περιουσία του στην Αυστρία (1917) οπότε και αναγκάσθηκε να δουλέψει αναλαμβάνοντας το γραφείο λογοκρισίας παντός εντύπου και αλληλογραφίας, θέση που διατήρησε για λίγο χρόνο.
Στην ελληνική λογοτεχνία η πεζογραφία του Κ. Θεοτόκη είχε σημαντική προσφορά. Έγραψε μυθιστορήματα, νουβέλλες και διηγήματα. Επίσης έκανε μεταφράσεις.
Γεγονός είναι ότι είχε επηρεαστεί από τον Νίτσε στην πρώιμη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας, όταν έγραψε πεζογραφήματα όπως Το Πάθος (1899) και διηγήματα όπως το Πίστομα.
Στην ποιητική του συγγραφή κυριαρχούν οι μεταφράσεις έργων του Σαίξπηρ. Απέδωσε έμμετρα την Τρικυμία, τον Μάκβεθ, τον Βασιλιά Ληρ και τον Οθέλλο.
Επίσης μετέφρασε τα Γεωργικά του Βιργιλίου, τον Έρμαν και Δωροθέα του Γκαίτε, τον Φαίδωνα του Πλάτωνα, και από τη σανσκριτική τα: Σακούνταλα, Μαλαβίκα και Αγνημίτρα.
Έγραψε επίσης και μερικά σονέτα που διακρίνονταν για τη λεπτότητα αισθήματος.
Πέθανε στην Κέρκυρα σε ηλικία 51 ετών, τον Ιούλιο του 1923, από καρκίνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου