Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

Λαογραφικά κι αποκριάτικα

 

Toύτες τις μέρες κάθε χρόνο, θυμάμαι από μικρό παιδί, τις σκέψεις που διχάζανε την καρδιά μου και με κάνανε να νοιώθω ξένη ανάμεσα στα παιδιά που ντύνονταν και χάνανε την όψη και το χαρακτήρα τους για να γίνουνε άλλοι. Τυχαίοι άλλοι, ή εκ προθέσεως άλλοι. Πολύ διαφορετικοί από την πραγματικότητά τους...

Θυμάμαι χορούς και αθώα πειράγματα. Μα κυρίως θυμάμαι ευρηματικότητα στην αμφίεση. Αυτοσχεδιασμοί καταπληκτικοί. Από την ζωή, την καθημερινή, από την σάτιρα σε βάρος εκείνων που αταίραστα μεγαλοπιάνονταν, κι εκείνων που στην πραγματική τους ζωή ήτανε θλιβερές καρικατούρες τραγικών, γελοίων προτύπων.

Όλα ήτανε αστεία, μα την άλλη μέρα παίρνανε την αληθινή τους όψη, κι οι συμμετέχοντες αισθάνονταν πως είχανε πειράξει, στην καρδιά του, το σχήμα το άστοχο. Με φορεσιές που αντιστοιχούσανε σε γνωστές φυσιογνωμίες, και με ελαφρά παραλλαγή, υποδύονταν τον δανδή, τον υπερήφανο, τον αλαζόνα, τον λαίμαργο, τον πλεονέκτη, τον ψεύτη, τον συμφεροντολόγο, τον πονηρό, τον κλέφτη, τον γυναικά, κλπ. Κι όλα γίνονταν κανονικά, όχι σαν οργιαστικό γλέντι, αλλά σαν ένα σατιρικό θεατρικό. Την άλλη μέρα, η πραγματικότητα της ζωής επέστρεφε, κι άκουγες συγγνώμες για την σάτιρα, αλλά είναι σαφές, πως επρόκειτο για μια συγγνώμη που την ζητούσαν μόνο για τα μάτια του κόσμου. Αυτό που ήθελαν να πούν, το είπαν, χωρίς την φυσική συστολή που νοιώθει κάποιος σαν σε κοιτάει κατάματα και θέλει να σου πει βαρειά και πικρά πράγματα.

Σε τούτο το ξεφάντωμα δεν συμμετείχα, γιατί στο σπίτι η κοροϊδία και η υποκρισία δεν ήτανε τρόπος θεμιτός. Ούτε σαν αστείο. Η κοροϊδία πληγώνει. Το θύμα πάσχει. Κι αυτός που κοροϊδεύει, ξεγελάει ή εξαπατά, νομίζει πως είναι εξυπνότερος. Αλλά δεν είναι καλύτερος. Η υποκρισία είναι χειρότερη. Είναι αφροσύνη εκ προθέσεως. Σαν τύχει να πέφτει κανείς στο λάθος που έκρινε και σατίρισε σε βάρος άλλων, τότε παθαίνει τα ίδια, και ταπεινώνεται, εξευτελίζεται ή προσβάλλεται και χάνει τον σεβασμό και την υπόληψή του.

Μικρό παιδί δέχτηκα την νουθεσία αυτή, και την αποτροπή της μασκαράτας,
που σε βγάζει από τον εαυτό σου. Mεταμφιέζεσαι αυθαίρετα σε μια μορφή που μάλλον δεν ταιριάζει με την πραγματική σου, προκειμένου να μην αναγνωρίζεσαι, καθώς απευθύνεσαι, παίρνεις ή ζητάς από τους άλλους. Καθώς σατιρίζεις, επιτίθεσαι ή κατεδαφίζεις τον σατιριζόμενο, άνθρωπο, εξουσία ή ιδέα. Αρνήθηκα να είμαι ή να γίνομαι κάτι άλλο από αυτό που είμαι. Αρνήθηκα να σατιρίζω με προσωπείο και να κρίνω πίσω από μια μάσκα.

Η αποκριάτικη μεταμφίεση που βλέπουμε στους καρναβαλιστές των διαφόρων εκδηλώσεων, κατέληξε να είναι στολή για έναν ρόλο, ως μέρος ενός ευρύτερου δρώμενου. Εδώ υπεισήλθε και η εμπορικότητα της γιορτής, με την δημιουργία της βιομηχανίας του καρναβαλιού. Δεν είναι κακό αυτό καθεαυτό. Κακό είναι πως η ατομική ευρηματικότητα και η δημιουργικότητα σε κοινωνικό επίπεδο έδωσαν χώρο στην εμπορευματοποίηση. Στην προσχηματική κοινωνικότητα, έναντι της δημιουργικότητας των μελών της κοινωνίας.

Το τέλος του καρνάβαλου βρίσκει την πόλη γεμάτη σκουπίδια, αποχαύνωση μετά την διασκέδαση, κι εξάντληση μετά την τόση υπερκινητικότητα των ανθρώπων.

Οι γιορτές του καρναβαλιού σήμερα στην Ελλάδα, χωρίς να συνιστούν μια πρόταση πολιτισμού, δεν αποτελούν δρώμενο με σχέση προς την παράδοση, ή την προοπτική του λαού και της χώρας. Είναι μια μόδα, φτιασιδωμένη από την παγκοσμιοποίηση, για να εξυπηρετήσει εμπορική κινητικότητα. Άλλη μια εκδήλωση με εμπορικό χαρακτήρα.

Οι μασκαράτες και η σάτιρα ξεκίνησαν από κοινωνίες που το χρειάζονταν. Όπως στην Βενετία, όπου η πόλη είναι περιορισμένη μέσα στα κανάλια της και ο πλούτος που συνέρρεε σ' αυτήν από το ακμαιότατο εμπόριο, έπρεπε να ξοδευτεί στην τέχνη (ζωγραφική μέσα κι έξω από τα σπίτια) και στην αλλαγή του καθημερινού σκηνικού στην ζωή των ανθρώπων, αλλάζοντας προς στιγμήν δουλειά, φορεσιά, εραστές κι αγαπημένους, κάτω από μια μάσκα.

Τέτοιες μασκαράτες και γιορτές, είναι άσχετες και προς τις αρχαίες Διονυσιακές γιορτές που είχαν έντονο φυσικό συμβολισμό, αλλά και τις εκδηλώσεις με τις πομπές που συνέρρεαν στα Ιερά προς τιμήν των Θεών των αρχαίων Ελλήνων. Είναι άσχετες και προς τις λιτανείες των ιερών εικόνων και λειψάνων στις σημερινές θρησκευτικές μας γιορτές, όπως και προς τις παρελάσεις μας στις μεγάλες μας εθνικές μας γιορτές.

Η συνένωση τελευταίως στην Ελλάδα τοπικών εορτών και δρώμενων και του καρνάβαλου, έχει έντονα εμπορευματικό χαρακτήρα και απαλείφει την ουσία της παράδοσης, αφού καταλήγει σε έναν ευκαιριακό συνεορτασμό αντίθετων ή αυτοαναιρούμενων νοημάτων.

Απόκριες είναι η θρησκευτική ονομασία μιας περιόδου νηστείας και αποκοπής από την κρεωφαγία, που συνεπήρε και τον εορτασμό εποχικών ή συμβολικών δρώμενων. Μα πρόσφατα, οι απόκριες μετονομάστηκαν ως καρναβαλικές γιορτές, κι ενώ η ιταλική λέξη carne (από την οποία μπορεί να έλκει την καταγωγή της η λέξη καρνάβαλος) σηματοδοτεί το κρέας (και μάλλον υπολανθάνει ο αποχαιρετισμός στην κρεωφαγία), η ξενομανία μας, απέκοψε από την έννοια της λέξης, τον χαρακτήρα της νηστείας, και μετέτρεψε τις απόκριες σε καρναβαλικές γιορτές, δηλαδή σ' αυτό που γίνεται σήμερα με τους ξέφρενους χορούς, τις παρελάσεις και τα μασκαρέματα.

Στα μικρά μου χρόνια, πέρα από τις -κλασσικές και τρόπον τινα θεατρικές- μεταμφιέσεις, τις μέρες αυτές, θυμάμαι τα αγόρια να πετάνε χαρταετούς, να ανταγωνίζονται και να χαίρονται τα ύψη, τα χρώματα, τις δαντελωτές ουρές των χαρταετών και τον κυματισμό τους, τα πλήθη που σκίαζαν τον ήλιο, τις άτυχες πτώσεις, το μπέρδεμα, τις καλούμπες. Το καμάρι των αγοριών και το θαυμασμό των κοριτσιών.

Θυμάμαι, εκδρομές σ' όμορφα μέρη της εξοχής, όταν βγαίναμε την Καθαρή Δευτέρα -μέρες πρώϊμης άνοιξης- να μαζέψουμε τα πρώτα λουλούδια της εποχής. Ανεμώνες και πολύχρωμα κρινάκια, ακόμη κι όψιμα κυκλάμινα. Πότε με ουρανό συννεφιασμένο, πότε με ηλιόλουστη και φωτεινή μέρα, προμήνυμα της άνοιξης και της επερχόμενης Πασχαλιάς.

Εκτός από τη βόλτα στο ποτάμι, άλλη όμορφη βόλτα, ήτανε στην Κυανή Ακτή, από τις παραθαλάσσιες θίνες, ν' αγναντεύουμε τη θάλασσα, λαμπρό καθρέφτη του καταγάλανου ουρανού, που θάμπωνε τα μάτια, ήσυχη, αρυτίδιαστη, μια τεράστια αγκαλιά που μας περίμενε. Κι άλλοτε, μουντή εικόνα του ουρανού, ή και θυμωμένη, με τ' αφρισμένα κύματά της, να χτυπάνε τους κορμούς των δέντρων που η χειμωνιάτικη αντάρα είχε ξεβράσει στο γιαλό. Παρόχθια ή περιβολίσια δέντρα, που το ποτάμι είχε τραβήξει στο μανιασμένο πέρασμά του μέχρι την θάλασσα. Θεριά τούτοι οι κορμοί κοίτονταν γυμνοί, ξεφυλλιασμένοι, με σπασμένους βραχίονες και κλαδιά, πεταμένοι, πεθαμένοι, μεγαλοπρεπή κουφάρια, μισοχωμένοι στην άμμο.

Ο δρόμος του γυρισμού από μια τέτοια βόλτα, είχε πάντα μια θλίψη. Πόσες να κλείσουν τα μάτια, εικόνες της φύσης. Τέχνη χωρίς τεχνίτη, ομορφιά χωρίς όρια, γαλήνη απόλυτη και αδιατάρακτη. Για τον άνθρωπο μέτρο, κι ο άνθρωπος γι' αυτήν ο προορισμός.

Πώς να γινόταν ξανά μια τέτοια ώρα, μια τέτοια αίσθηση, κι η φύση να 'ναι τόσο όμορφη! Και τα μάτια, πώς να γινόταν να κρατούσαν για πάντα αυτήν την ομορφιά, ακόμη κι όταν έχει χαθεί από μπροστά τους για πάντα!

Η νέα εποχή πολύστεψε τα μέσα. Και λιγόστεψε τους τρόπους για να απολαμβάνουμε το ωραίο, το φυσικό, το απλό, το απέριττο, και να κρατάμε στο νού τα πολύτιμα.

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

Σοφία Χατζηκοκολάκη


Image result for Σοφία ΧατζηκοκολάκηΤη Σοφία την έφτασα το 1976, αργοπορημένη από τις πνευματικές της ανησυχίες, στο πτυχίο της Νομικής. Μια απλή γνωριμία. Από τότε περάσανε πολλά χρόνια μέχρι να ξανασυναντηθούμε. Να γνωριστούμε από κοντά και να δέσουμε. Πάνω από είκοσι.

Τούτη τη φορά  είχε πια σταματήσει να δικηγορεί.

Στο πρώτο της Ποιητικό έργο, "Τα ενδογενή",  νομίζεις πως μια καρδιά κινδυνεύει να σπάσει. Είναι όλα εκείνα που συνωστίστηκαν στην τρυφερή της ηλικία, κι εξώθησαν σε ηφαίστειο τον πόνο που άφησε να καίει πίσω του  ο πρώϊμος θάνατος της μητέρας. Η ζωή της, επώδυνα, έγινε τέχνη. Ποιητική. Μεταστοιχείωσε σε μέλος και αρμονία κάθε της ταραχή, κάθε της πόνο και όλη της την αγάπη. Την αγάπη στους  αγαπημένους που έφυγαν και εκκωφαντικά απουσιάζουν, την αγάπη στους φίλους και στα παιδιά.

Πρό πάντων σ' αυτά. Και τί δεν έχει γράψει γι' αυτά, τί δεν έχει ιστορήσει. Με πόση αγάπη, γλαφυρότητα, και όμορφη εικονογράφηση μεταφέρει τα παιδιά στον κόσμο των παιδιών  της δικής της εποχής. Στον κόσμο που εκείνη δεν μπορούσε να είναι παιδί,  και γι' αυτό δεν τον έζησε.

 Όλα τα παιχνίδια της μεταπολεμικής εποχής, που παίξαμε ή είδαμε τα μεγαλύτερα αδέρφια μας να παίζουν, η Σοφία τά 'γραψε για να τα μάθουν τα νεώτερα παιδιά, που θα μπορούσαν είναι παιδιά μας, αλλά, κυρίως, εγγόνια μας.
Η Σοφία, ξεδιπλώνεται με την ποίησή της, κι επιμένει και παραμένει. Και τώρα που έφυγε για πάντα από κοντά μας,  έγινε η καρδιά μας, καθώς το γράφει η ίδια, «Ετούτη η γή», για την Σοφία.

Ετούτη η γη 

Σ' αφήσανε εδώ κάποιο πρωϊ
κι είπες εδώ να ζήσεις.

Σ' αυτές τις θάλασσες να ξανοιχτείς
τις μνήμες απ' τα βάθη τους ν' αντλήσεις.

Να προσπαθείς τ' ανέβασμα σε τούτες τι κορφές
με τον αγέρα τους τ' όνειρο ν' αρμενίζεις.

Σ' αυτής της γης τα λούλουδα να δώσεις την αγάπη
μ' αυτής τις πίκρες να δεθείς
με τις χαρές της ν' αναστήσεις.

Και έμεινες... και μένεις...

Πώς σε πονεί τούτη η γωνιά!
Πώς σε πονεί η γή ετούτη!


Η Βιβλιονετ γράφει πως η Σοφία Χατζηκοκολάκη γεννήθηκε το 1949 στην Αθήνα από Αθηναίους γονείς με καταγωγή από Τραπεζούντα και Χανιά. Σπούδασε Νομικά στη Νομική Σχολή της Αθήνας και εργάστηκε ως δικηγόρος. Ως δικηγόρος ήταν συνεργάτις της Εταιρίας Προστασίας Ανηλίκων Αθηνών, υπηρεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Γράφει ποίηση από τα γυμνασιακά της χρόνια.

Μέρος του πρώτου της βιβλίου για παιδιά, με τίτλο "Επαγγέλματα παλιά που δεν υπάρχουν πια..." (Κέδρος), περιλαμβάνεται στο γ' τεύχος Γλώσσας της Β΄ δημοτικού. Έχει εκδώσει ποίηση και έχει πλούσιο ανέκδοτο έργο.
Είναι μέλος του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου.


Μα η Σοφία, μας έφυγε το Φλεβάρη, τούτη τη χρονιά, μια μέρα παγωμένη, που η καρδιά της δεν άντεξε. Και μας άφησε χωρίς τις ανησυχίες της για όλα εκείνα που βασανίζουν τον άνθρωπο, την αγάπη, την συντροφικότητα, την λαχτάρα για τους αγαπημένους. Χωρίς την θερμή, την μεγάλη αγάπη της για τα παιδιά,  που φρόντισε να τους γράψει για άλλες εποχές από την ζωή των παιδιών και για τις χαρούμενες δράσεις τους, τότε. Γιατί η Σοφία έμεινε μέσα της, πάντα, ένα παιδί. Κι όσες από τις φίλες της είμαστε μάνες, την πήραμε στην αγκαλιά μας σαν ένα ακόμη παιδί μας. Την πονέσαμε σαν φίλη, και αδελφή και παιδί μας, σαν που νοιώσαμε πως η αγάπη ήτανε πάντα το δώρο και το ζητούμενό της.
Η αθωότητα αυτής της ψυχής έμεινε αποτυπωμένη μεσα στο έργο της, που ήτανε μια διαρκής αναζήτηση και μια προδιάθεση αγάπης, για όλους. Μιας αγάπης, θεραπεύτρας για κάθε ψυχή, και για όλα τα τραύματα. Θελημένα κι αθέλητα που μας κάναν και πήραμε.

Σοφία μου,
δεν λείπεις από την καρδιά μας, γιατί μας μιλάς κάθε τόσο, μ' εκείνα που έγραψες, μ' εκείνα που ήθελες, μ' εκείνα που ζήτησες. Δεν γίνεται να φύγεις!


Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Ο Άγιος Βαλεντίνος και οι φραγκολεβαντίνοι της Μυτιλήνης




 

Ο Μυτιληνιός φίλος μου, ο Στρατής, μου στέλνει μια πληροφορία, και σας την μεταφέρω ετεροχρονισμένα. Διαβάζω, στην πηγή, πως στην καθολική εκκλησία επί της οδού Ερμού, στη Μυτιλήνη,  βρίσκεται λείψανο του Αγίου Βαλεντίνου!

Έκπληκτη η κοινωνία της Μυτιλήνης μάθαινε τον Ιανουάριο του 2009 από ένα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ τού «Ε», ότι επί ένα σχεδόν ολόκληρο αιώνα οι χιλιάδες των κατοίκων ή των περαστικών ετούτης της πόλης, «παρήλαυναν» χωρίς να το ξέρουν μπροστά από τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου.

Το «Ε» αποκάλυψε πριν από έξι χρόνια, ότι τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου, βρίσκονταν μέχρι το 1990, μέσα στην καθολική εκκλησία της Μυτιλήνης, την γνωστή σε όλους μας «Φραγκοκλησιά» στην οδό Ερμού, κάτω από την Αγία Τράπεζα.

Το Ιστορικό: 


Το 1990 μεταφέρθηκαν από τον τότε εφημέριο της καθολικής εκκλησίας της Μυτιλήνης Φραγκισκανό μοναχό, π. Τορκουάτο Μορίνι, μια και ελλείψει πληρώματος της εκκλησίας δεν διέμενε πια στο νησί, αλλά στην Αθήνα και περιστασιακά εξυπηρετούσε και τη Μυτιλήνη.


              Καθολικοί της Μυτιλήνης, στην εκκλησία τους στις αρχές του 20ού αιώνα

Κάποια τμήματα από αυτά τα λείψανα τοποθετήθηκαν στο παρεκκλήσι του Τάγματος των Καπουτσίνων, το αφιερωμένο στους Αγίους Φραγκίσκο και Κλάρα, στην οδό Γκυϊλφόρδου 7 στην Πλατεία Βικτωρίας στην Αθήνα, κάποια στην καθολική εκκλησία της Χίου απ’ όπου τον περασμένο Αύγουστο επέστρεψαν στη Μυτιλήνη και κάποια άλλα λέγεται πως στάλθηκαν στην έδρα της Καθολικής Εκκλησίας, στη Ρώμη, από όπου και είχαν ξεκινήσει το ταξίδι τους στην Ανατολή πριν από δύο αιώνες…

Σύμφωνα με την αγιολογία των Καθολικών, ο πιθανότατα πρεσβύτερος Βαλεντίνος συνελήφθη στη Ρώμη όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος Β΄, ο επονομαζόμενος και Γότθος. Αφού βασανίστηκε, εκτελέστηκε διά αποκεφαλισμού στις 14 Φεβρουαρίου τού 268 στην οδό Φλαμίνια.

Οι σύντροφοί του τότε περισυνέλεξαν το αίμα του σε ένα γυάλινο φιαλίδιο και έθαψαν το σώμα του μαζί με το γυάλινο φιαλίδιο στις κατακόμβες της Αγίας Πρισκίλλας.

Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Παπαδάκης - Περιθωράκης, που έχει γράψει σχετική μελέτη, το νεκρό σώμα του Αγίου Βαλεντίνου, με την πάροδο του χρόνου, κατά κάποιον τρόπο «λησμονήθηκε» ως λείψανο, δεδομένου ότι σχεδόν καθημερινά ενταφιάζονταν σε αυτές τις κατακόμβες και νέοι μάρτυρες και για αρκετούς αιώνες.


                                     Η Γαλλική Σχολή στις αρχές του 20ού αιώνα. 

                  Το κτήριο σώζεται και σήμερα στην οδό Βουρνάζων, ιδιοκτησίας Ψαρρού

Η ανάμνηση, όμως, του Μαρτυρίου του Αγίου Βαλεντίνου παρέμεινε ζωηρή, ιδιαίτερα στην τοπική Εκκλησία της Ρώμης.

Αναχώρηση από τη Ρώμη!


Το έτος 1815, τη γαλήνη των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου, που «ξεχασμένα» αναπαύονταν στη νεκρόπολη των κατακομβών, διέκοψαν τα βήματα του φύλακα των κατακομβών π. Πέτρου Κόμπι, που έφτασε ακριβώς μπροστά στο σκαλισμένο στο τοίχωμα τάφο με τη μισοσβησμένη επιγραφή: ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ.

Στις 22 Σεπτεμβρίου τού 1815, όταν Πάπας στη Ρώμη ήταν ο Πίος Ζ΄, ο τότε βικάριός του, καρδινάλιος Ιούλιος ντι Σομάλια, κατόπιν εντολής του Ποντίφικα επέτρεψε την αφαίρεση των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου από τις κατακόμβες της Αγίας Πρισκίλλας.

Τα συγκεκριμένα λείψανα δωρήθηκαν στον ιερέα ευγενή Ιωάννη - Βαπτιστή Longarini di S. Costanzo από το δουκάτο τού Ουρμπίνο.

Στην λειψανοθήκη, εκτός από τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου, τοποθετήθηκε και το φιαλίδιο στο οποίο οι σύντροφοί του είχαν περισυλλέξει και φυλάξει το αίμα του από τον αποκεφαλισμό. Στην ίδια λειψανοθήκη, τοποθετήθηκε και μια συνοδευτική περγαμηνή αυθεντικότητας. Στη συνέχεια δε, ασφαλίστηκε με ειδικές μεταξωτές κόκκινες κορδέλες, στερεωμένες και σφραγισμένες με βουλοκέρια της αρμόδιας εκκλησιαστικής αρχής.

Εκτός από την προαναφερθείσα εσωτερική περγαμηνή, ας σημειωθεί πως υπάρχουν και εξωτερικά συνοδευτικά έγγραφα, όπου ανάμεσα στ’ άλλα, και σύμφωνα με τη μελέτη του Δημητρίου Παπαδάκη - Περιθωράκη πάντα, αναφέρεται ότι «στο νέο κάτοχο παραχωρείται το δικαίωμα φύλαξής τους, της δωρεάς σε άλλους, της μετακομιδής τους έξω από τη Ρώμη, της έκθεσης και δημόσιας απόδοσης τιμών από τους πιστούς και τοποθέτησής τους σε οποιαδήποτε εκκλησία, ευκτήριο οίκο ή παρεκκλήσι».

Κάπως έτσι και άρχισε το ταξίδι του συγκεκριμένου Αγίου Βαλεντίνου, ενός από τους 18 αγίους της Καθολικής Εκκλησίας με το ίδιο όνομα.

Τα λείψανα στη Μυτιλήνη


Για δεύτερη φορά μετά το 1815, τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου τα συναντάμε το 1907 στη Μυτιλήνη. Η κοινότητα των καθολικών της Μυτιλήνης ήταν ευάριθμη τότε, με μέλη που εκκλησιάζονταν ανελλιπώς στον ανακαινισμένο πλέον καθολικό ναό της Θεοτόκου στην οδό Ερμού, του οποίου την επιμελητεία είχε το Μοναχικό Τάγμα των Φραγκισκανών Ελασσόνων, προτού περάσει σήμερα στη διαχείριση του άλλου μοναχικού τάγματος των Φραγκισκανών, των Καπουτσίνων.

Η καθολική κοινότητα της Μυτιλήνης τότε εκκλησιαστικά υπαγόταν στον καθολικό επίσκοπο Χίου και αυτός με τη σειρά του, στον καθολικό αρχιεπίσκοπο Σμύρνης.

Πώς έφτασαν τα λείψανα στη Μυτιλήνη, παραμένει άγνωστο. Θεωρείται πως με το θάνατο του παρεκκλησιάρχη και ευγενούς Ιωάννου - Βαπτιστού Longarini di S. Costanzo, τα λείψανα του Αγίου Βαλεντίνου κληροδοτήθηκαν σε κάποιον από τους οικείους του, ο οποίος με τη σειρά του τα κληροδότησε σε κάποιον απόγονό του, που πιθανότατα μετανάστευσε στη Μυτιλήνη περί τα τέλη του 19ου αιώνα.

Γεγονός και μάλιστα βασιζόμενο σε επίσημα έγγραφα, είναι ότι στις 26 Απριλίου τού 1907, ο τότε καθολικός αρχιεπίσκοπος Σμύρνης, Δομήνικος Μαρέγκος, στη διάρκεια μιας ποιμαντικής του επίσκεψης στη Μυτιλήνη, προέβη -ίσως και μετά από αίτημα- σε αυτοψία και αυθεντικοποίηση των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου.

Τα λείψανα είχαν τοποθετηθεί κάτω από το κεντρικό ιερό βήμα του καθολικού ναού της Μυτιλήνης και πιθανότατα είχαν δοθεί προς φύλαξη από τον κάτοχό τους στον τότε εφημέριο της Μυτιλήνης.

Στη σύντομη, λοιπόν, έκθεση που ο αρχιεπίσκοπος συνέταξε, αναφέρει: «Στον καθένα ξεχωριστά και σε όλους εκείνους που θα έχουν ενώπιόν τους αυτή μας την έκθεση, πιστοποιούμε ότι πραγματοποιήσαμε την κεκανονισμένη αυτοψία των λειψάνων του Αγίου Βαλεντίνου Μάρτυρα και τα οποία επανατοποθετήσαμε στην ξύλινη λειψανοθήκη τους, εφοδιασμένη με τζάμι και επενδυμένη με έγχρωμο χαρτί.

Και τα λείψανα ξεχάστηκαν μέχρι το 1990.

Τα λείψανα μεταφέρονται στην Αθήνα
 

Το έτος 1990, όταν εφημέριος του καθολικού ναού της Μυτιλήνης, υπερήλικας πια, ήταν ο Φραγκισκανός μοναχός π. Τορκουάτο Μορίνι, αποφάσισε τη μετακομιδή των τιμίων λειψάνων από το ναό της Μυτιλήνης, στο ναό Αγίων Φραγκίσκου και Κλάρας των Ιταλών, στην οδό Γκυϊλφόρδου 7, στην Αθήνα.

Ο μοναχός π. Τορκουάτο Μορίνι, έφερε τα λείψανα από τη Μυτιλήνη, στην Αθήνα, και τα τοποθέτησε κάτω από την Αγία Τράπεζα του εσωτερικού παρεκκλησίου του ναού των Ιταλών στην Πλατεία Βικτωρίας στην Αθήνα, [που έχει τη μορφή ροτόντας και είναι ολομάρμαρος], παρεκκλήσι που τώρα είναι αφιερωμένο στον Άγιο Βαλεντίνο.

Το 1994 και μετά το θάνατο του π. Τορκουάτο, η λειψανοθήκη βρέθηκε από το Δημήτριο Παπαδάκη - Περιθωράκη, επιμελώς «κρυμμένη» (!). Ακόμα και το τζάμι της λειψανοθήκης ήταν καλυμμένο με ύφασμα και το κιβώτιο με τα λείψανα έδιδε την εντύπωση ότι περιείχε μάλλον κάποια ιερά σκεύη, παρά τα λείψανα του πασίγνωστου πλέον σε όλο τον κόσμο Μάρτυρα Βαλεντίνου!
 

Από αύριο και κάθε 14 Φεβρουαρίου στο διηνεκές, στη Μυτιλήνη, ο Άγιος Βαλεντίνος θα χαίρεται που γύρισε σε έναν τόπο που η μοίρα τον όρισε για πατρίδα του.

Η καθολική κοινότητα της Μυτιλήνης

Στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, αλλά και στη Σμύρνη, ήδη από τις αρχές -κυρίως- του 18ου αιώνα, εγκαταστάθηκε πλήθος Ευρωπαίων (Ιταλών, Μαλτέζων, Γάλλων, Ισπανών κ.λπ.) με πολλές ιδιότητες, των εμπόρων, των ναυτικών, των προξένων, ακόμα και των τυχοδιωκτών. Λόγω των ευμενών πολιτικών και οικονομικών συνθηκών, ρίζωσαν στην περιοχή.

Με την πάροδο, όμως, του χρόνου, όλοι αυτοί έχαναν την εθνική τους συνείδηση, αλλά ξεχνούσαν και τη γλώσσα τους, αφού βαθμιαία γίνονταν κάτοχοι της ελληνικής, και αυτήν τη γλώσσα με στοιχεία της δικής τους χρησιμοποιούσαν στις συναλλαγές τους.


Αυτοί ήταν οι περίφημοι Φραγκολεβαντίνοι· δηλαδή οι Ευρωπαίοι κάτοικοι της Εγγύς Ανατολής.

Συνδετικός κρίκος όλων των ετερόκλητων αυτών Ευρωπαίων ήταν η κοινή καθολική πίστη, με επίκεντρο τους πολυάριθμους ναούς τους. Το ζήτημα της συγκράτησης αυτών των Ευρωπαίων καθολικών στο δόγμα τους ήταν πρωταρχικό και ανέκαθεν βασάνιζε την ηγεσία της Καθολικής Εκκλησίας, γι’ αυτό και η αποστολή και εγκατάσταση δυτικών μοναχικών ταγμάτων στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο, εκεί δηλαδή όπου υπήρχε καθολικό στοιχείο.

Οι Ευρωπαίοι αυτοί συνήθως κατοικούσαν σε ιδιαίτερες συνοικίες, τους λεγόμενους φραγκομαχαλάδες. Τέτοιους συναντάμε στην Θεσσαλονίκη, την Σμύρνη, την Χίο, την Μυτιλήνη στην περιοχή του Κάτω Κιοσκιού, με δικά τους νεκροταφεία, σχολεία κ.λπ.. Φράγκικο νεκροταφείο υπήρχε και στην Μυτιλήνη, που σύμφωνα με την Καθολική Εκκλησία «κάποια δημοτική αρχή της Μυτιλήνης, για ανεξήγητους λόγους, θεώρησε καλό να ισοπεδώσει και να δημιουργήσει παιδική χαρά!».

Μετά το 1912, όταν και η Μυτιλήνη ενσωματώθηκε στην Ελλάδα, η καθολική κοινότητα του νησιού συνέχιζε την ύπαρξή της συσπειρωμένη γύρω από το ναό της. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, όμως, και κυρίως η μετακατοχική περίοδος με τα τόσα προβλήματα, επέφερε ένα ισχυρό πλήγμα.

Με την αναχώρηση του Φραγκισκανού μοναχού π. Τορκουάτο Μορίνι στην Αθήνα, σήμανε το ουσιαστικό κλείσιμο του ναού, που «λειτουργούσε» πια μόνο για κάποια κηδεία κάποιου από τους ελάχιστους καθολικούς της Μυτιλήνης.

Σήμερα, και λόγω των οικονομικών μεταναστών, αλλά και των Ευρωπαίων που επέλεξαν να κατοικούν στη Λέσβο, η καθολική κοινότητα της Μυτιλήνης ξανανθίζει. Υπάγεται στον καθολικό αρχιεπίσκοπο Νάξου - Τήνου, και εξυπηρετείται πλέον από μόνιμο καθολικό ιερέα.


Ο ναός, επισκευασμένος εσωτερικά από το Υπουργείο Πολιτισμού, αποτελεί ένα από τα θρησκευτικά μνημεία της Μυτιλήνης.
 

Ο Άγιος Βαλεντίνος προστάτης των ερωτευμένων
 
Εκτός από τα ιστορικά στοιχεία που έχουμε για τον Άγιο Βαλεντίνο, η ζωή του συνοδεύεται από διάφορους θρύλους, όπως αυτή που τον θέλει προστάτη των ερωτευμένων…


Ο άγιος, που είχε τη φήμη του ειρηνοποιού, λέγεται πως κάποια μέρα ενώ καλλιεργούσε στον κήπο του τριαντάφυλλα, άκουσε ένα ζευγάρι να μαλώνει πολύ έντονα. Αυτό συγκλόνισε τον άγιο, ο οποίος αφού έκοψε ένα τριαντάφυλλο, βγήκε στο δρόμο, πλησίασε το ζευγάρι και τους παρακάλεσε να τον ακούσουν.

Αυτοί, έστω και ανόρεκτα, υπάκουσαν κι ο άγιος αφού τους προσέφερε το τριαντάφυλλο, τους ευλόγησε. Αμέσως η αγάπη επανήλθε ανάμεσα τους, λίγο αργότερα αυτοί επέστρεψαν και ζήτησαν στον άγιο να ευλογήσει το γάμο τους.

Άλλη παράδοση αναφέρει πως μια από τις κατηγορίες εναντίον του αγίου ήταν πως είχε απειθαρχήσει στην εντολή του αυτοκράτορα "να μη συνάπτουν γάμο άνδρες που δεν είχαν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις", και είχε ευλογήσει τον γάμο νεαρών χριστιανών στρατιωτών με τις αγαπημένες τους.

Πέρα από όλα αυτά, πιθανότατα η επιλογή του ως «αγίου των ερωτευμένων» να σχετίζεται και με την ειδωλολατρική γιορτή των Λουπερκαλίων, γιορτή της γονιμότητας, που εορταζόταν από τους Ρωμαίους στις 15 Φεβρουαρίου· άλλοι συνδέουν τη γιορτή με την εποχή του ζευγαρώματος των πουλιών κατά την περίοδο αυτή.

Σημείωση: Το 2015 σε συνεργασία με τα Ελληνικά Ταχυδρομεία εκδόθηκε και σειρά γραμματοσήμων και ειδικοί συλλεκτικοί αναμνηστικοί φάκελοι με θέμα τον Άγιο Βαλεντίνο της Μυτιλήνης, που θα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο.

 


Κωνσταντίνου Θεοτόκη: Οι σκλάβοι στα δεσμά τους


Image result for εικόνες Κωνσταντίνος Θεοτόκης 

Είπα κι εγώ πως θα διάβαζα ένα μυθιστόρημα με ταξική πάλη και κοινωνικές ανατροπές, με επανάσταση, με επιτυχίες και αποτυχίες. (Για να πάρω μαθήματα δράσης, στους πολιτικο-κοινωνικούς καιρούς που ζούμε...).

Μα γελάστηκα. Ετούτος ο άνθρωπος, που έφυγε στα 51 του χρόνια, είχε τόση και τέτοια παραγωγή, που έτσι μονάχα κατανοείται ο άκαιρος χαμός του. Ίσως έτσι και να κατανοείται το μέτρο της ανθρώπινης ζωής. Χρόνος για έργο αγαθό. Ψυχή αγαθή. Κι αυτός έδωσε πολλά με τον πολιτικό λόγο του, έδωσε πολλά με την τέχνη του. Κι είχε κατακτήσει πολλά, με τον αγώνα του, όπως φαίνεται από την μόρφωσή του.

Από παλιά βρισκόταν στην βιβλιοθήκη μου. Στα νιάτα μου τόχα ξεπουπουλήσει. Μα όπως πολλά που διαβάζουμε στα νιάτα μας, έτσι και τούτο, βρέθηκε να είναι εντελώς καινούργιο στα μάτια μου τώρα.

Με σαφή την γνώση από προηγούμενα έργα του Κ. Θεοτόκη, και κυρίως από τον «Κατάδικο», για τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό του συγγραφέα, πίστευα, πως θα συναντήσω κάτι παρόμοιο. Και το διάβασα τότε. Μα φαίνεται πως οι αναλύσεις της νεότητας ήτανε τόσο ρηχές, που γρήγορα ξεθώριασαν οι μνήμες. Μα επί τέλους λύθηκαν οι παρεξηγήσεις. Τίποτε από κείνα τα σοσιαλιστικά δεν βρήκα σήμερα εδώ. Ούτε ταξικούς αγώνες, ούτε νίκες των ποπολάρων, ούτε αισχρή εκμετάλλευση των αφεντικών.

Βρήκα ανθρώπους όλων των τάξεων και όλων των τάσεων, να υποτάσσονται στα πάθη και τις αδυναμίες τους. Σε όλη την κλίμακα, των λαθών, των παθών και των αδυναμιών, όλων των προσώπων του έργου. Ανθρώπους-Σκλάβους στα δεσμά των λαθών, των παθών, της ματαιοδοξίας, των συμπλεγμάτων και των αδυναμιών τους.

Βρέθηκαν ξεπεσμένοι διάδοχοι τίτλων κοινωνικής τάξης και ιδιοκτησίας με προικώα χρηματοδότηση της άπνοης πια -εν τοις πράγμασιν- κοινωνικής θέσης κι εξουσίας τους, εγκεφαλικά αμετακίνητοι από τα προνόμιά τους,  αδρανείς στη διαφύλαξη των όρων που εξασφάλιζαν τα προνόμια αυτά, κι ανίκανοι για την διατήρησή τους. Πάντα αυτό συμβαίνει με τους διαδόχους, που δεν εκοπίασαν για όσα παρέλαβαν. Η διατήρηση (της αξίας, της δύναμης, κι όχι καθαυτό των προνομίων), είναι η ελάχιστη πρόκληση γι' αυτούς, αν βρεθούν άξιοι, για τούτο το ελάχιστο!

Βρήκα ανθρώπους ονειροπόλους, ρομαντικούς, ανθρώπους ρεαλιστές, γήϊνους, καιροσκόπους, αφελείς, αδαείς κι εγκιβωτισμένους στο άδειο παρελθόν, αλλά  και ψωροπερήφανους, μ' επίγνωση και γνώση, που τους έλαχε να κυβερνήσουν την κατάρρευση.

Κι είδα ζωές μαλλιά κουβάρια, κι είδα αποφασισμένους θανάτους αδύναμων ανθρώπων και θανάτους αναπότρεπτους. Κι είδα ασύνειδη ζωή σε σώματα γερά με σάπιες ψυχές, κι αθάνατες ψυχές σε σώματα ασθενή. Είδα ανθρώπους που η γνώση δεν χάλασε την ψυχή τους, κι άλλους που η γνώση τους έκανε δηλητηριώδη ερπετά. Ανθρώπους που δεν «πήρανε είδηση» το δώρο της ζωής, που πήρανε για ζωή την κυριαρχία, ανθρώπους που ζήσανε για το φαίνεσθαι, αδύναμους για δημιουργία, δράση, επίδραση, για αληθινή χαρά και ψυχική ευωχία.

Συνάντησα αισθήματα παράφορα, ακαταμάχητα, ανίκητα, ανυπόταχτα. Έρωτες-Κυβερνήτες κι εξουσιαστές, δικαστές και δημίους. Έρωτες-συμπλέγματα και φρούρια. Έρωτες του διχασμού της ζωής και του χαλασμού της. Έρωτες μεγάλους-αθάνατους, κι έρωτες ασήμαντους, χαμερπείς.

Κοινωνικές προκαταλήψεις-παγίδες, δικαιολογίες αυθαιρεσίας και όρια απραξίας, ή στολές μεταμφίεσης. Και υποκρισία, όπου δεν μπορεί να υπερτερήσει η αυθαιρεσία.

Πολιτικοί και πολιτικάντηδες, άνθρωποι της τέχνης και της επιστήμης, με δάφνες και μ' επιθυμίες, με όνειρα και «στόχους υψηλούς» -αλλά και χαμερπείς- κυριαρχούν στο κοινωνικό σκηνικό και προσδιορίζουν το περιεχόμενο της ζωής όλων: των κοινωνικών «αστέρων» και των δορυφόρων τους! Μόνο η ζωή των απλών ανθρώπων του γήϊνου μέτρου και της αλήθειας, μένει έξω από αυτό το σκηνικό, που δεν τους αφορά, αλλά και που δεν τους υπολογίζει.

Τέλειο, οικείο, αθάνατο σκηνικό, διαιωνιζόμενο, όπως οι κοινωνίες και οι άνθρωποι.

Οι εποχές αλλάζουν, τα αντικείμενα, τα μέσα, τα επίπεδα, οι σκοποί και οι ποσότητες.

Η μέθοδος, η διαδικασία, η ένταση ιδιοποίησης, είναι όλα ίδια. Και κυρίως το τέλος: Αφανισμός των αδύναμων, εκούσια ή ακούσια «αποχώρηση» των γενναίων, κατάρρευση των αδρανών κι απόδραση των ασυνείδητων.

Βρήκα, και τί δεν βρήκα! Σαν να αναγνώρισα την εποχή μου, σε μεγεθυντικό φακό!

Κι ύστερα, το πιο δύσκολο από όλα, είναι να εντάξει κανείς τον εαυτό του σε ένα τέτοιο πλαίσιο και σκηνικό. Είναι δύσκολο, γιατί μονάχα εκ των υστέρων μπορεί να γίνει αυτή η κατάταξη. Αφού μια ζωή είναι απρόβλεπτη, και ποτέ δεν ξέρεις ποιά θα είναι η τελευταία της πράξη.

Μόνο, ας προσέχουμε όσο μπορούμε, μέχρι να φτάσουμε στο τέρμα του δρόμου. Κι ας κοιτάξουμε, με τα έργα μας, να ζωγραφίσουμε  τον πίνακα της ζωής μας, όπως τον θέλουμε, κι όχι όπως θα τον φέρουν τα πράγματα, η αβουλία μας ή η βούληση των άλλων πάνω στη δική μας αδράνεια ή ανευθυνότητα. Ας ζήσουμε συνειδητά και με επίγνωση των δυνάμεων και των αδυναμιών μας. Των ζητουμένων και των ανθρωπίνων ορίων μας. Γιατί δεν είμαστε οι μόνοι.

Σημείωση

Διαβάζω πως ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1872. Ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, πολλά μέλη της οποίας ασχολήθηκαν από πολύ ενωρίς με την πολιτική και τη διπλωματία.

Σπούδασε φιλολογία, μαθηματικά, ιατρική και χημεία, χωρίς ωστόσο να λάβει κανένα δίπλωμα. Γνώριζε πολλές γλώσσες ( γαλλική, αγγλική, γερμανική, ιταλική και λατινική, καθώς και σανσκριτική. Έτσι πολύγλωσσος από νεαρά ηλικία (γνώριζε ακόμη αρχαία περσικά, αρχαία ελληνικά και εβραϊκά) ασχολήθηκε πέραν της πεζογραφίας με τη μετάφραση και την ποίηση.Σε ηλικία 19 ετών έγραψε στη γαλλική το πρώτο του έργο.
 

Το 1889 ξεκινά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, ενώ δύο χρόνια αργότερα καταφεύγει στη Βενετία για οικονομικούς λόγους, όπου και γνωρίζει την βαρώνη Ερνεστίνη φον Μάλοβιτς. Ύστερα από αντιρρήσεις του πατέρα του την παντρεύεται δύο χρόνια αργότερα και αποκτά μαζί της μία κόρη.

Το 1895 επιστρέφει στην Ελλάδα κι εγκαθίσταται στην Κέρκυρα. Συνδέθηκε με τον ποιητή Μαβίλη και προσχώρησε από τους πρώτους στο κίνημα του δημοτικισμού. Από τότε φαίνεται ότι ασπάστηκε τις πρώτες σοσιαλιστικές ιδέες. Συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης το 1896 ως εθελοντής και στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 στη Θεσσαλία, επικεφαλής δικού του σώματος. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έλαβε ενεργό μέρος στο κίνημα της Θεσσαλονίκης. Τότε και απώλεσε ολόκληρη την προικώα περιουσία του στην Αυστρία (1917) οπότε και αναγκάσθηκε να δουλέψει αναλαμβάνοντας το γραφείο λογοκρισίας παντός εντύπου και αλληλογραφίας, θέση που διατήρησε για λίγο χρόνο.

Στην ελληνική λογοτεχνία η πεζογραφία του Κ. Θεοτόκη είχε σημαντική προσφορά. Έγραψε μυθιστορήματα, νουβέλλες και διηγήματα. Επίσης έκανε μεταφράσεις.

Γεγονός είναι ότι είχε επηρεαστεί από τον Νίτσε στην πρώιμη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας, όταν έγραψε πεζογραφήματα όπως Το Πάθος (1899) και διηγήματα όπως το Πίστομα.

Στην ποιητική του συγγραφή κυριαρχούν οι μεταφράσεις έργων του Σαίξπηρ. Απέδωσε έμμετρα την Τρικυμία, τον Μάκβεθ, τον Βασιλιά Ληρ και τον Οθέλλο.

Επίσης μετέφρασε τα Γεωργικά του Βιργιλίου, τον Έρμαν και Δωροθέα του Γκαίτε, τον Φαίδωνα του Πλάτωνα, και από τη σανσκριτική τα: Σακούνταλα, Μαλαβίκα και Αγνημίτρα.

Έγραψε επίσης και μερικά σονέτα που διακρίνονταν για τη λεπτότητα αισθήματος.

Πέθανε στην Κέρκυρα σε ηλικία 51 ετών, τον Ιούλιο του 1923, από καρκίνο.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Ουΐνστον Τσώρτσιλ: Ένας πολιτικός που άφησε την σφραγίδα του Ηγέτη, σε ολόκληρο τον κόσμο


Image result for εικόνες τσώρτσιλ 

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που η αγάπη τους για την γνώση είναι ακατάπαυστη. Η διερεύνηση του κοινωνικών ζητημάτων, αλλά και η τάξη των πραγμάτων στο σύμπαν και των φυσικών δυνάμεων, μαζί με την αγωνία τους για την ανακάλυψη και την αποκάλυψη της γνώσης, είναι τόσο χαρακτηριστικές, που ανάλογα με την θέση τους στην διακυβέρνηση της χώρας τους και του κόσμου ολόκληρου, μπορεί να φέρουν το καλό ή το κακό.

Ο Τσώρτσιλ ήταν ένας τέτοιος άνθρωπος. Διαβάζω εδώ το σημαντικότατο άρθρο για τις ανησυχίες του, και καθώς -θλιμμένη- τον παραλληλίζω με τους σημερινούς δικούς μας κυβερνήτες και πολιτικούς, μια ιδέα μου γεννιέται παρευθύς: Πως, ενώ ο μεγάλος Άγγλος πολιτικός, που με την σκέψη, την πολιτική και τις αποφάσεις του επηρέασε δραστικά τον ρού της Ιστορίας, στέκει ακόμη παράδειγμα και υπόδειγμα ηγέτη και πολιτικού ανδρός, οι δικοί μας σύγχρονοι πολιτικοί, με την σκέψη την πολιτική και την δράση τους κατέστρεψαν την μικρή μας χώρα, με την μεγάλη Ιστορία, γιατί δεν μπορούν να δουν λίγο πιο πέρα από την μύτη και την καρέκλα τους.

Κι όλα αυτά γιατί βρέθηκαν μικρόνοες κληρονόμοι. Αδύναμοι να κατανοήσουν τον ρόλο που επωμίζονταν κι ανίκανοι να τιμήσουν την Ιστορία, το όραμα, την ανάγκη, την προοπτική. Ανίκανοι να παράγουν πολιτική, ανίκανοι να παράγουν ιδέες, ανίκανοι να επιχειρηματολογήσουν για την υπεράσπιση όσων εκπροσωπούν.

Κληρονόμοι μιας τύχης να βρεθούν γόνοι, διάδοχοι, συγγενείς, ή διαπλεκόμενοι με την εξουσία, διαχειρίζονται και διαθέτουν τον κλήρο της εξουσίας αυτής κατά βούληση, μικραίνοντας το καταπίστευμα που απατηλά και λάθρα έλαβαν, τάχα πως θα το μεγάλωναν. Δανείζονται για την επιβίωση, και διαφωνούν για την διανομή των δανεικών. Δανείζονται για να διορίζουν δορυφόρους και ψήφους, και για να πληρώνουν τα δανεικά. Και μάλιστα κάθε τόσο. Κι εξοικονομούν από την καταλήστευση του λαού, που τον παραπετάνε άνεργο, άκληρο, αγιάτρευτο, πεινασμένο και γυμνό. Μέχρι πότε; Ως πού θα φτάσει ο πολιτικά κηδεμονευόμενος ξεπεσμός του λαού κι ο εκφυλισμός της πολιτικής μας ζωής, που «δημοκρατικά» ψηφίζει το ανέλεγκτο και το ατιμώρητο των υπαιτίων αυτής της κατάντιας;

Και νοιώθω την τυραννία της ολέθριας εκπροσώπησής μας από όλους αυτούς, όπως και την ντροπή της αδιέξοδης ανοχής μου.

Πόσο χρήσιμο είναι τούτο το άρθρο που διαβάζω για τον μέγα Πολιτικό! Υπάρχει άραγε ελπίδα; Ας το δούμε αισιόδοξα: Αφού συνέβη μια φορά να κερδηθεί η μάχη με το κακό, ποιός ξέρει, μπορεί να ξανασυμβεί. Αλλά πρέπει να το θέλουμε κι εμείς και να το επιδιώκουμε. Δεν θα συμβεί από μόνο του.

Έχουμε τουλάχιστον ένα «Θεώρημα Ύπαρξης», που δεν είναι πολύ μακρινό στην Ιστορία, από τα χρόνια και τον κόσμο που ζούμε.

Σημείωση: Ετούτο το σημείωμα είναι αφιερωμένο στο μήνυμα αγαπημένου εξαδέλφου, που μου έδωσε την αφορμή να αναλογιστώ, να μελαγχολήσω, να αναθαρρήσω, να ευχηθώ και -γιατί όχι- να ελπίσω για κάτι καλύτερο.

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2017

Το μεγαλείο της Ελληνικής Γλώσσας κόντρα στην Φίλεια άποψη πως είναι πράγμα « παρά φύσιν» η διδασκαλία της

Βαλτός είναι ο αγαπημένος μου εξάδελφος, που μ' αναγκάζει να κάνω αντιγραφή! Πείτε μου, τί θα μπορούσα να προσθέσω σε τούτο το άρθρο του Αντ. Αντωνάκου, για την Ελληνική Γλώσσα και τις ιδιότητές της; Απολύτως τίποτε! Γι' αυτό αντιγράφω αυτούσιο το μήνυμα, και το  παρουσιάζω εδώ, προς γνώση, όλων των ενδιαφερομένων. Κι αυτό το κάνω, για λόγους προσωπικής ευθύνης και ως πράξη αντίστασης ενάντια στην «Φίλεια» άποψη, ότι σήμερα πια η διδασκαλία της αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας γίνεται «παρά φύσιν». 

Θα αντέλεγα μάλιστα, πως «παρά φύσιν» είναι η εγκατάλειψη άχρηστου κι ανεκμετάλλευτου αυτού του αμύθητου θησαυρού, και πως «παρά φύσιν» είναι απόψεις σαν αυτή του κ. Ν. Φίλη. Ακόμη κι όταν εκφέρονται από τα χείλη χρισμένου ως Υπουργού επί της Παιδείας των Ελλήνων. Γιατί το χρίσμα αυτό δεν μαρτυρεί πως το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι αναγκαίως και ικανό ή κατάλληλο για το έργο της Παιδείας των Ελλήνων.

Ιδού το σπουδαίο άρθρο του Αντ. Αντωνάκου για την Ελληνική Γλώσσα.

Οι 18 βασικές ιδιότητες της Ελληνικής γλώσσας, πολύ περιληπτικά, είναι οι εξής:
1. Ἡ μόνη γλῶσσα στὸν κόσμο ποὺ ὁμιλεῖται συνεχῶς ἐπὶ 4000 ἔτη. Ὅλες οἱ ὁμηρικὲς λέξεις ἔχουν διασωθεῖ στὴν παραγωγὴ τῶν λέξεων καὶ κυρίως στὰ σύνθετα. Π.χ. μπορεῖ σήμερα νὰ λέμε νερό (ἐκ τοῦ νηρόν, ἐξ οὗ καὶ Νηρηίδες, Νηρεὺς κ.λπ.), ἀλλὰ τὰ σύνθετα καὶ τὰ παράγωγα θὰ εἶναι μὲ τὸ ὕδωρ (ὑδραυλικός, ὑδραγωγεῖο, ὕδρευση, ἐνυδρεῖο, ἀφυδάτωση, κ.λπ.) Ἢ τὸ ρῆμα δέρκομαι βλέπω, ποὺ ἔχει διασωθεῖ στὸ ὀξυδερκής.


2. Ἔξυπνοι τόνοι καὶ ἔξυπνα γράμματα. Οἱ τόνοι καὶ τὰ πνεύματα ἀλλὰ καὶ τὰ φωνήεντα εἶναι πολὺ σημαντικοὶ παράγοντες στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, γιατί, ἂν ἀλλάξει ἕνα πνεῦμα ἢ ἕνας τόνος ἢ ἕνα φωνῆεν, αὐτομάτως ἔχουμε διαφορετικὴ σημασία. Π.χ. τὸ ρῆμα εἴργω (μὲ ψιλὴ) σημαίνει ἐμποδίζω τὴν εἴσοδο, ἐνῷ μὲ δασεῖα (εἱργνύω) σημαίνει ἐμποδίζω τὴν ἔξοδο (κάθειρξις). Σῦρος (μὲ περισπωμένη) εἶναι τὸ νησί, ἐνῷ Σύρος (μὲ ὀξεῖα), εἶναι ὁ κάτοικος τῆς Συρίας. Ἡ λέξη φορὰ (μὲ ὄμικρον) σημαίνει τὴν κατεύθυνση ἑνὸς πράγματος, ἡ λέξη φωρά (μὲ ὠμέγα καὶ ὀξεῖα) σημαίνει τὴν κλοπή, ἐνῷ φωρᾷ (μὲ ὠμέγα, περισπωμένη καὶ ὑπογεγραμμένη) σημαίνει ζητεῖ.

3. Ὁ τονισμὸς δημιουργεῖ θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ ἔννοια. Παράδειγμα, ἡ λέξη ἔργον συντιθέμενη μὲ ἕνα συνθετικὸ ἀποδίδει ἰδιότητα δημιουργώντας τὴν κατάληξη -ουργός. Καὶ ἐδῶ ἔρχεται τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἑλληνικῆς ἡ ὁποία προστάζει: Ἐὰν τὸ ἔργο εἶναι γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων, τότε τονίζεται ἡ λήγουσα, ὅπως μελισσουργός, δημιουργός, σιδηρουργός. Ὅταν ὅμως εἶναι πρὸς...βλάβην τῶν ἀνθρώπων, ὁ τονισμὸς ἀνεβαίνει στὴν παραλήγουσα π.χ. κακοῦργος, πανοῦργος, ραδιοῦργος.

4. Ἡ σοφία. Ἡ γλῶσσα μας ἔχει λέξεις ποὺ περικλείουν, πραγματικά, ὁλόκληρη φιλοσοφία. Π.χ. ἡ λέξη βίος ἀναφέρεται στοὺς ἀνθρώπους ἐνῷ ἡ λέξη ζωὴ στὰ ζῶα, ἡ λέξη φθόνος ἐκ τοῦ φθίνω ποὺ σημαίνει, σβήνω, χάνομαι, ὁπότε ἐπισημαίνεται ἡ ἠθικὴ διδασκαλία τῆς λέξεως αὐτῆς ποὺ μᾶς προστάζει νὰ μὴν φθονοῦμε τοὺς ἄλλους, διότι ὅποιος φθονεῖ τότε φθίνει συνεχῶς, σβήνει καὶ στὸ τέλος χάνεται.

5. Ὁ λακωνισμός, δηλαδὴ ὁ σύντομος, περιεκτικὸς καὶ φιλοσοφημένος λόγος. Ὅταν σὲ μιὰ φράση δὲν μποροῦμε οὔτε νὰ προσθέσουμε οὔτε νὰ ἀφαιρέσουμε κάτι, τότε ἔχουμε τὴν ὑψίστη τελειότητα, τὴν ὑψίστη σοφία. Π.χ. τὸ «μηδὲν ἄγαν», στὸ ὁποῖο, ἂν ἀφαιρέσουμε τὴ μία ἀπὸ τὶς δύο λέξεις, ἡ ἄλλη μόνη της δὲν σημαίνει κάτι, ἐνῷ, ἂν προστεθεῖ ἕνα ρῆμα, ἡ φράση θὰ χάσει τὴ γενικότητά της.

6. Ἡ κυριολεξία. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα διαθέτει μιὰ λέξη γιὰ τὸ κάθε τι. Ἀκόμη κι ἂν φαίνεται ὅτι κάποιες λέξεις σημαίνουν τὸ ἴδιο πρᾶγμα, στὴν πραγματικότητα ὑπάρχουν λεπτὲς νοηματικὲς διαφορές. Γι’ αὐτό, οὐσιαστικῶς, στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν ὑπάρχουν συνώνυμα. Π.χ. στὴν ἀρχικὴ μορφὴ τῆς γλώσσας μας ὑπῆρχαν τρία ρήματα γιὰ τὸ ἀνακατεύω. Τὸ κεράννυμι (ἀνακατεύω δύο ὑγρὰ καὶ δημιουργῶ μιὰ νέα χημικὴ ἕνωση, π.χ. οἶνος + ὕδωρ κρασί), τὸ μείγνυμι (ρίχνω στὸν ἴδιο τόπο δύο ὑγρὰ σὲ ἀγγεῖο, ἢ δύο στερεὰ στὸ σάκκο), ποὺ ἁπλῶς σημαίνει ἕνωση, καὶ τὸ φύρω (ἀνακατεύω κάτι ξηρὸ μὲ οὐσία ὑγρὴ μὲ ἀποτέλεσμα νὰ λερωθεῖ τὸ στερεὸ ἀπὸ τὸ ὑγρό, ὅπως φύραμα, αἱμόφυρτος).

7. Ἡ δημιουργία συνθέτων καὶ ὁ πολλαπλασιασμὸς τῶν λέξεων, ἔντεχνου λόγου δημιουργία. Ἂν καὶ ὑπάρχουν δεκάδες χιλιάδες λέξεις ἱκανὲς νὰ πιστοποιήσουν τὴν ἰδιότητα αὐτή, μιὰ καὶ μόνο πηγὴ ἀρκεῖ γιὰ νὰ διαπιστώσουμε τὴν ἀλήθεια: Στὴν Ἰλιάδα, (Σ,54) ἡ Θέτις θρηνεῖ γιὰ ὅ,τι θὰ πάθει ὁ γιός της σκοτώνοντας τὸν Ἕκτορα «διὸ καὶ δυσαριστοτόκειαν ἑαυτὴν ὀνομάζει». Ἡ λέξη αὐτὴ ἀπὸ μόνη της εἶναι ἕνα μοιρολόι. Ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ δυσ + ἄριστος + τίκτω καὶ ἡ φράση σημαίνει «ἀλοίμονο σὲ μένα ποὺ γιὰ κακὸ γέννησα τὸν ἄριστο». Ἀκόμη, ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ἔχει δημιουργήσει καὶ χρησιμοποιεῖ στὸν λόγο τὶς προθέσεις οἱ ὁποῖες, ἀκριβῶς λόγῳ τῆς πολλαπλασιαστικῆς τους ἰδιότητας, ἔχουν ὡς ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργοῦνται ἑκατομμύρια λεξιτύπων. Οἱ προθέσεις ἐκφράζουν λεπτότατες ἐννοιολογικὲς ἀποχρώσεις, ὁπότε συντιθέμενες μὲ μία λέξη μᾶς δίνουν μεγάλη ἀκριβολογία.

8. Εἶναι ἡ μητέρα γλῶσσα ποὺ τροφοδότησε τὶς γλῶσσες τοῦ κόσμου. Οἱ ξένες γλῶσσες διαθέτουν καὶ χρησιμοποιοῦν ἕνα πολὺ μεγάλο ποσοστὸ ἑλληνικῶν λέξεων πού, ἂν τὸ ἀφαιρέσουμε, οἱ γλῶσσες αὐτὲς δὲν θὰ μπορέσουν νὰ λειτουργήσουν. Δὲν ὑπάρχει λέξη ἡ ὁποία εἶναι δηλωτικὴ ἔννοιας σκέψεως ἐκφράσεως ἢ ἐπιστήμης ποὺ νὰ μὴν εἶναι ἑλληνική.

9. Ἡ μαθηματικὴ δομή. Περιλαμβάνει τὴν ἀκρίβεια τῆς Γεωμετρίας καὶ τὴν ἀπόλυτη σαφήνεια ποὺ ἀπορρέει ἀπ’ αὐτήν.

10. Ἡ ἑλληνικὴ παγκοσμιότης. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι πλέον γνωστὸ πὼς ἔχει φθάσει στὰ πέρατα τοῦ κόσμου (Χιλή, Βοσκούς, Ἰνδικὸ ὠκεανό, Εἰρηνικὸ ὠκεανό). Σήμερα εἶναι πιὰ γενικὰ παραδεκτὸ ὅτι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ἔχοντας ὡς μόνιμη κοιτίδα τὴν περιοχὴ τοῦ μεσογειακοῦ χώρου, στὴ συνέχεια εἰσέδυσαν σὲ διαφορετικὰ χρονικὰ διαστήματα πρὸς ὅλες τὶς γνωστὲς κατευθύνσεις τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου προσφέροντας ὁτιδήποτε τὸ ἑλληνικό (ἐπιστήμη, γλῶσσα, πολιτισμό) στὶς πρωτόγονες φυλὲς τῶν περιοχῶν αὐτῶν. Ἰδὲ καὶ τὴ μελέτη τοῦ καθηγητοῦ τοῦ πανεπιστημίου τῆς Χαϊδελβέργης Nors S. Jozephson μὲ τίτλο Greek Linguistic Elements in the Polynesian Languages Hellenicum Pacificum (Ἑλληνικὰ Γλωσσικὰ στοιχεῖα στὶς Πολυνησιακὲς Γλῶσσες Ἑλληνικὸς Εἰρηνικός).

11. Ἡ μόνη γλῶσσα ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποδώσει κάτι μὲ ἀκριβολογία. Οἱ ξένοι, ὅταν θέλουν νὰ ἀποδώσουν μιὰ εἰδικὴ λέξη σὲ ἐπιστημονικὸ πεδίο, χρησιμοποιοῦν πάντοτε, καὶ μόνο, τὴν ἑλληνική. Π.χ. Ἡ μεγάλη ἑταιρεία ἀθλητικῶν εἰδῶν Nike (Νάϊκι) σημαίνει Νίκη, διότι νίκη στὴν ἑλληνικὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ προέρχεται μέσα ἀπὸ τὴν ψυχικὴ δύναμη.

12. Εἶναι ἀπαραίτητη σὲ ὅλους τοὺς λαούς. Ὁ Μάικλ Βέντρις ποὺ ἀποκρυπτογράφησε τὴ Γραμμικὴ γραφὴ Β΄ εἶχε τονίσει τό: «Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα ἦτο καὶ εἶναι ἡ ἀνωτέρα ὅλων τῶν παλαιοτέρων καὶ νεωτέρων γλωσσῶν». Ὁ πρόεδρος τῆς ἑταιρείας Η/Υ Apple Τζὼν Σκάλι εἶπε ὅτι: «Ἀποφασίσαμε νὰ προωθήσουμε τὸ πρόγραμμα ἐκμάθησης τῆς ἑλληνικῆς, ἐπειδὴ ἡ κοινωνία μας χρειάζεται ἕνα ἐργαλεῖο ποὺ θὰ τῆς ἐπιτρέψει νὰ ἀναπτύξει τὴ δημιουργικότητά της, νὰ εἰσαγάγει νέες ἰδέες καὶ νὰ τῆς προσφέρει γνώσεις περισσότερες ἀπὸ ὅσες ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε ὥς τώρα νὰ ἀνακαλύψει». Οἱ μεγάλες ἑταιρεῖες στὴν Ἀγγλία καὶ στὴν Ἀμερικὴ (Microsoft) προτρέπουν τὰ στελέχη τους νὰ μαθαίνουν ἀρχαῖα ἑλληνικά, ἐπειδὴ διεπίστωσαν ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ἐνισχύει τὴ λογικὴ καὶ τονώνει τὶς ἡγετικὲς ἱκανότητες.

13. Ἡ διαχρονικότης. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα παρουσιάζει μιὰ μοναδικὴ διαχρονικότητα. Λέξεις καὶ φράσεις ποὺ λέμε σήμερα εἶναι ἴδιες καὶ ἀπαράλλαχτες ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἐποχή. Ἐλάχιστα παραδείγματα: Μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ (Στοβαῖος)· Ἕνας κοῦκος δὲν φέρνει τὴν ἄνοιξη. Ἡ δὲ χεὶρ τὴν χεῖρα νίζει (Ἐπίχαρμος)· Τὸ ‘να χέρι νίβει τ’ ἄλλο. Τὸν πάθει μαθός (Ἀγαμέμνων)· Ὁ παθὸς μαθός. Μή μοι σύγχοι (Ὅμηρος)· Μὴ με συγχίζεις. Λύεται γούνατα (Ὅμηρος)· Μοῦ λύθηκαν τὰ γόνατα. Ὄρνιθος γάλα (Πλούταρχος)· Τοῦ πουλιοῦ τὸ γάλα. Διαρραγείης (Ἀριστοφάνης)· Νὰ σκάσεις.

14. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα χρησιμοποιεῖ τὸ διεθνῶς ἀναγνωρισμένο ἀλφάβητο ποὺ εἶναι ἑλληνικὴ ἐπινόηση. Ἡ ἔρευνα ἔχει ἀποδείξει ὅτι τὰ σύμβολα ποὺ ὑποτίθεται ὅτι τὰ δανειστήκαμε ἀπὸ τοὺς Φοίνικες ὑπῆρχαν στὴν Ἑλλάδα κάποιες χιλιετίες νωρίτερα (ἐπιγραφὴ Δισπηλιοῦ, κεραμικὸ θραῦσμα στὰ Ποῦρα τῶν Β. Σποράδων κ.λπ.). Ὁ καθηγητὴς γλωσσολογίας κ. Μπαμπινιώτης γράφει ἀναφερόμενος στὴ γραφὴ Γραμμικὴ Β΄: «Πρόκειται, δηλαδή, γιὰ ἕνα ἀτελὲς σύστημα γραφῆς τὸ ὁποῖο οἱ Ἕλληνες ἀντικατέστησαν μὲ μιὰ καθαρῶς ἀλφαβητικὴ γραφή, τὸ γνωστὸ καὶ μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενο ἑλληνικὸ ἀλφάβητο, τὸ ὁποῖο οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες ἐδημιουργῆσαν ἐπινοήσαντες χωριστὰ γράμματα νὰ δηλώνουν τὰ φωνήεντα καὶ χωριστὰ γράμματα νὰ δηλώνουν τὰ σύμφωνα».

15. Ἡ Δημοκρατικότης. Ἐξ αἰτίας τοῦ ἁπλοῦ φθογγολογικοῦ συστήματος ποὺ χρησιμοποιεῖ, ἡ ἐκμάθηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καθίσταται εὔκολη καὶ στὸν ἁπλὸ ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ μάθει νὰ διαβάζει καὶ νὰ γράφει καὶ ἑπομένως νὰ παρακολουθεῖ τὸ πολιτικὸ γίγνεσθαι καὶ νὰ συμμετέχει σ’ αὐτό, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἔγινε σὲ λαοὺς μὲ πολύπλοκα γλωσσικὰ συστήματα (Κίνα, Αἴγυπτος). Μόνο στὴν Ἑλλάδα τὸ «Τὶς ἀγορεύειν βούλεται» ἔγινε πράξη καὶ ὁ καθένας χωρὶς νὰ φοβᾶται μποροῦσε νὰ ἐκφράσει τὴ σκέψη του μέσῳ τοῦ μεγαλείου τῆς ἑλληνικῆς λαλιᾶς.

16. Ὁ Συντηρητισμός. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα δέχτηκε λίγες ἐπιρροὲς παρ’ὅλες τὶς μακροχρόνιες κατακτήσεις τοῦ ἑλληνικοῦ ἐδάφους ἀπὸ διαφόρους κατακτητὲς καὶ πῆρε πολὺ λίγες λέξεις ἀπὸ αὐτοὺς ἐνῷ, ἀντιθέτως τοὺς ἔδωσε πολὺ περισσότερες, ὅπως ἔγραψε ὁ Σεφέρης (Δοκιμές, Τόμος 1ος): «Ἡ Ἑλληνικὴ γλῶσσα γιὰ καλὸ ἢ γιὰ κακό, εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ συντηρητικὲς γλῶσσες τοῦ κόσμου».

17. Ἡ ἐπιστημονικότητα καὶ ἡ γλωσσικὴ ἀπεικόνιση τοῦ ἀφηρημένου. Ὁ ἀρχαιότερος ἑλληνικὸς φιλοσοφικὸς καὶ ἐπιστημονικὸς ὅρος εἶναι «τὸ ἄπειρον» τοῦ Ἀναξίμανδρου. Ἡ ἀρχαία γλῶσσα ἔδωσε τὸ μέσον τῆς κατασκευῆς. Ἕνα ὁριστικὸ ἄρθρο πρὶν ἀπὸ τὸ ἐπίθετο καὶ ἔχουμε τὴν ἀφηρημένη ἔννοια (τὸ ἄπειρον, τὸ εὐτυχές κ.λπ). Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, οἱ μεταγενέστεροι φιλόσοφοι ἔφτιαξαν καὶ ἄλλα τέτοια ἀφηρημένα οὐσιαστικὰ ὅπως π.χ. τὸ ἀγαθόν. Ἡ κορωνίδα τοῦ ἐπιστημονικοῦ λόγου εἶναι ἡ δημιουργία τῆς ἐπιστημονικῆς ὁρολογίας.

18. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι αὐτόφωτη, αὐτάρκης καὶ πρωτότυπη, διὰ τοῦτο εἶναι καὶ μοναδική. Αὐτόφωτη διότι δημιουργήθηκε ἀπὸ Ἕλληνες, αὐτάρκης διότι περιλαμβάνει εἰδικὲς ἑλληνικὲς λέξεις, γιὰ νὰ δηλώσει ἀκόμη καὶ τὶς ἀπειροελάχιστες διαφορὲς ὁμοειδῶν πραγμάτων καὶ πρωτότυπη διότι ἡ ἀνθρωπότης προστρέχει πάντοτε σ’ αὐτὴν γιὰ ὅποια νέα λέξη χρειασθεῖ νὰ δημιουργηθεῖ.

Ἀντώνη Ἀντωνάκου, φιλολόγου - ἱστορικοῦ



Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

Ένα αστείο με την Ιστορία που κράτησε τριάντα χρόνια: Οι Οξυρρύγχειοι Πάπυροι

Image result for εικόνες πάπυροι 
Εδώ και πολύ καιρό, διάβασα εδώ, το παρακάτω μήνυμα, που αφορούσε την πατρότητα των «Οξυρρύγχειων Παπύρων». Το περιεχόμενο των Παπύρων αυτών, που αναφέρεται στον χαρακτήρα των Ελλήνων, αποτελεί ένα ευφάνταστο και πειστικό παιχνίδι του Κ. Τσάτσου, που το παραδέχτηκε τριάντα χρόνια μετά, όπως σημειώνεται παρακάτω.

*********************

Κύριο

Παντελή Σαββίδη,

EΡΤ3

Ενταύθα


Στην εκπομπή σας της 29/10 αναμεταδώσατε αποσπάσματα από επιστολές κάποιου Μενένιου Άπιου, Ρωμαίου συγκλητικού που αναφέρονται στο πολιτικό ήθος και τον χαρακτήρα των Ελλήνων.

Διέλαθε της προσοχής σας, καθώς και εκείνης των πανεπιστημιακών συνομιλητών σας ότι τόσο ο Μενένιος Άπιος όσο και οι επιστολές του είναι πλάσμα της φαντασίας του αειμνήστου Κωνσταντίνου Τσάτσου.

Ο Τσάτσος είχε δημοσιεύσει τα κείμενα αυτά στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ του 1954. Τα αναδημοσίευσε επίσης στη Β’ σειρά των Αφορισμών και Διαλογισμών του (Βιβλιοπωλείο της Εστίας β’ έκδ. 1970 σελ.243 έπ.) με τον τίτλο «Οξυρρύγχειοι Πάπυροι».

Εκεί ο συγγραφέας περιγράφει ότι πέρασε τάχα από την Αθήνα ένας παλιός συμφοιτητής του τότε Καθηγητής Πανεπιστημίου σε χώρα του Βορρά που τον πληροφόρησε ότι κάπου στην Αίγυπτο στην αρχαία Οξύρρυγχο, το σημερινό Μπενεζέ, βρέθηκαν πάπυροι σε λατινική γλώσσα που περιείχαν απόψεις του εν λόγω Μενένιου για τους Έλληνες.

Το δημιούργημα της φαντασίας του Κ.Τ. υπήρξε εξαιρετικά πειστικό, έγινε δεκτό χωρίς επιφυλάξεις. Τριάντα χρόνια μετά, τον Μάϊο του 1983, προκλήθηκε μια έντονη αμφισβήτηση της γνησιότητας των Οξυρρύγχιων Παπύρων από τις στήλες της «Καθημερινής» και της «Εστίας» οπότε τότε παρενέβη ο Κ.Τσάτσος και ομολόγησε («Καθημερινή 27/5/1983) ότι οι «Οξυρρύγχειοι Πάπυροι» είναι «ολόκληρο κατασκεύασμα δικό του».

Προς παρηγορίαν σας, ακόμη και ο κορυφαίος ιστορικός του Νέου Ελληνισμού ο μακαρίτης Καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος στο βιβλίο του «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων» είχε αποδεχθεί ως αληθινούς τους παπύρους και τον Μενένιο (πρβλ.την μαρτυρία του σε νεότερη έκδοση του «Χαρακτήρα των Ελλήνων» εκδόσεις ΗΡΟΔΟΤΟΣ χ.χ.σ.34 υποσ. 32).

Θεσσαλονίκη 30/10/08

Στέλιος Παπαθεμελής

************************* 

Τα «παιχνίδια με την Ιστορία», μπορεί καμμιά φορά να γίνονται χάριν παιδιάς, ή αστεϊσμού. Μπορεί όμως να γίνονται προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένων  σκοπών, που μπορεί άλλους να βλάψουν πολύ, ίσως και αναπότρεπτα, κι άλλους, να τους ωφελήσουν, αδίκως και δολίως. Ασφαλώς δεν  συντρέχει επί του προκειμένου μια τέτοια περίπτωση.

Στις μέρες μας όμως, συχνά αναδύονται -αυθόρμητες, αλλά (συχνότερα) μεθοδεύονται επιτηδευμένες- προσπάθειες για χρήση της ιστορίας κατά βούληση και κατά παραγγελίαν. Για προπαγανδιστική χρήση και παραποίηση της ιστορίας. Αυτό δεν πρέπει να μας τρομάζει. Αλλά είναι λόγος για να κρατάμε εναργή την συνείδηση και το χρέος μας προς την αλήθεια, και να έχουμε τεταμένη την προσοχή μας για την προστασία της Ιστορίας που μας αφορά. Η παραποίηση της Ιστορίας γίνεται προς εξυπηρέτηση ενός σχεδίου, κι όπως κάθε τι λαθραίο, είναι εγκληματική.

Παρατήρηση: Το μήνυμα στο οποίο αναφέρεται το σημερινό σημείωμα αφορά το θέμα της προηγούμενης ανάρτησης, για τους Οξυρρύγχειους Παπύρους.

Οξυρρύγχειοι Πάπυροι. Ένα παιχνίδι με την Ιστορία...






Οι Οξυρρύγχειοι Πάπυροι

Τα παρακάτω είναι αποσπάσματα αλληλογραφίας του Ρωμαίου συγκλητικού Μενένιου Άπιου, στον φίλο του Ατίλιο Νάβιο, ο οποίος τον διαδέχεται στην διακυβέρνηση της Αχαίας και τον συμβουλεύει για το πώς μπορεί να χειριστεί τους Έλληνες.
Οι πάπυροι βρέθηκαν στην τοποθεσία Οξύρρυγχος, εξ ου και το όνομα του τίτλου.(1)

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΡΩΤΟ


… κερδίσαμε αγαπημένε Ατίλιε τον κόσμο με τις λεγεώνες μας, αλλά θα μπορέσουμε να τον κρατήσουμε μονάχα με την πολιτική τάξη που θα του προσφέρουμε.

Διώξαμε τον πόλεμο στις παρυφές της γης. Από τον Περσικό κόλπο, ως την Μαυριτανία και από την γη των Αιθιόπων ως την Καληδονία, αδιατάρακτη βασιλεύει η ρωμαϊκή ειρήνη.

Δύσκολο φαίνεται να εξηγήσει κανείς, πως μια πόλη έφτασε να κυβερνά την οικουμένη. Μέσα στους λόγους όμως που θα αναφέρονταν για μια τέτοια εξήγηση θα έπρεπε πρώτος να ηταν ετούτος:

Καταλάβαμε καθαρά και έγκαιρα πως υποτάσσοντας ξένους λαούς αναλαμβάνουμε μιαν ευθύνη για την ευημερία τους. Τούτη η συνείδηση της ευθύνης διακρίνει τους βαρβάρους κατακτητές από τους κοσμοκράτορες.

Μονάχα ο Αλέξανδρος πριν από μας είχε την συνείδηση τούτης της ευθύνης. Ευτυχώς για την δόξα της Ρώμης, πέθανε νέος, γιατί αλλιώς θα ήτανε οι Έλληνες σήμερα οι άρχοντες του κόσμου.

Αλίμονο στους λαούς όταν τις προσπάθειές τους τις ενσαρκώνουν μονάχα σε μεμονωμένα άτομα που περνούν και όχι σε ανθρώπινες κοινότητες, σε θεσμούς που αντέχουν στην ροή των πραγμάτων και σηκώνουν άνετα τον όγκο των πολύχρονων έργων.

Έχουμε την σοφία να μην θέλουμε να είμαστε δυσβάσταχτοι εκμεταλλευτές των λαών που υποτάχτηκαν στην εξουσία μας.

… Αλλα δεν φτάνει να τους χαρίζουμε την ειρήνη και τάξη, γιατί αυτά είναι αρνητικά στοιχεία, είναι όροι, δεν αποτελούν την ουσία της ευδαιμονίας των ανθρώπων.

… θα έπρεπε και της φιλοσοφίας και της ποίησης τα δώρα να σκορπούσαμε στις χώρες που κυβερνούμε. Το μέγα όμως τούτο έργο είμαστε άξιοι να το κάνουμε μόνο στις δυτικές επαρχίες, γιατι εκεί που βρίσκεσαι εσύ, οι Έλληνες το επιτελούν ακόμη σήμερα καλύτερα από μας.

Ας επαναλάβουμε και εμείς την δυσάρεστη ομολογία του Οράτιου Φλάκκου :

Graecia capta, ferum victorem cepti, et artes intulit agresti Latio.

[που θα πεί: η υποταγμένη Ελλάδα αιμαλώτισε τον σκληρό κατακτητή της και εισήγαγε τις τέχνες στο αγροίκο Λάτιο].

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ

… Μάθε φίλτατέ μου Ατίλιε, πως όσοι θέλουν να είναι κοσμοκράτορες, πρέπει να έχουν νοοτροπία πατρικίων και όχι νοοτροπία ιππέων.


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΡΙΤΟ

… Ο Έλληνας είναι πιο εγωιστής από εμάς και συνεπώς από όλα τα έθνη του κόσμου. Το άτομό του είναι «πάντων χρημάτων μέτρον» κατά το ρητό του Πρωταγόρα. Αδέσμευτο, αυθαίρετο και ατίθασο, αλλα και αληθινά ελεύθερο, ορθώνεται το «εγώ» των Ελλήνων. Χάρις σε αυτό σκεφθήκανε πηγαία, πρώτοι αυτοί, όσα εμείς αναγκαζόμαστε σήμερα να σκεφθούμε σύμφωνα με την σκέψη τους. Χάρις σε αυτό βλέπουν με τα μάτια τους και όχι με τα μάτια εκείνων που είδαν πριν από αυτούς. Χάρις σε αυτό η σχέση τους με το σύμπαν, με τα πράγματα και τους ανθρώπους δεν μπαγιατεύει, αλλα είναι πάντα νέα, δροσερή και το κάθε τι , χάρις σε αυτό το «εγω» αντιχτυπάει σαν πρωτοφανέρωτο στην ψυχή τους.

Είναι όμως και του καλού και του κακού πηγή τούτο το χάρισμα.

Το ίδιο «εγώ» που οικοδομεί τα ιδανικά πολιτικά συστήματα, αυτό διαλύει και τις πραγματικές πολιτείες των ανθρώπων.

Και ήρθανε καιροί όπου ο ελληνικός εγωισμός ξέχασε την τέχνη που οικοδομεί τους ιδανικούς κόσμους, αλλα δεν ξέχασε την τέχνη που γκρεμίζει τις πραγματικές πολιτείες.

Και εμείς τους συναντήσαμε, καλέ Ατίλιε, σε τέτοιους καιρούς και γι αυτό η κρίση μας γι αυτούς συμβαίνει να είναι τόσο αυστηρή που κάποτε καταντά άδικη.

Αλλα και πώς να μην είναι; Η μοίρα μας έταξε νομοθέτες του κόσμου και το ελληνικό άτομο περιφρονεί τον νόμο. Δεν παραδέχεται άλλη κρίση δικαίου παρά την ατομική του, που δυστυχώς στηρίζεται σε ατομικά κριτήρια.

Απορείς πως η πατρίδα των πιο μεγάλων νομοθετών, εχει τόση λίγη πίστη στον νόμο.

Και όμως από τέτοιες αντιθέσεις πλέκεται η ψυχή των ανθρώπων και η πορεία της ζωής των.

Σπάνια οι έλληνες πείθονται «τοις κείνων ρήμασι».

Πείθονται μονο στα ρήματα τα δικά τους και ή αλλάζουν τους νόμους κάθε λίγο ανάλογα με τα κέφια της στιγμής, ή όταν δεν μπορούν να τους αλλάξουν, τους αντιμετωπίζουν σαν εχθρικές δυνάμεις και τότε μεταχειρίζονται εναντίον τους ή την βία ή τον δόλο.

Α! πόσο την χαίρεται ο έλληνας την εύστροφη καταδολίευσή τους, τους σοφιστικούς διαλογισμούς που μεταβάλλουν τους νόμους σε ράκη!

Ο έλληνας εχει την πιο αδύνατη μνήμη από μας, έχει λιγότερη συνέχεια στον πολιτικό του βίο. Είναι ανυπόμονος και κάθε λίγο, μόλις δυσκολέψουν λίγο τα πράγματα, αποφασίζει ριζικές μεταρρυθμίσεις.

Θες να σαγηνεύσεις την εκκλησία του δήμου σε μια πόλη ελληνική ;

Πες τους : «Σας υπόσχομαι αλλαγή». Πες τους: «Θα θεσπίσω νέους νόμους» Αυτό αρκεί.

Με αυτό χορταίνει η ανυπομονησία τους, το αψίκορο πάθος τους.

Τί φαεινές συλλήψεις θα βρεις μέσα σε αυτά τα ελληνικά δημιουργήματα της ιδιοτροπίας της στιγμής! Εμείς δειλά-δειλά και μόνο με το χέρι του πραίτωρα τολμήσαμε, διολισθαίνοντας μέσα στους αιώνες να ξεφύγουμε από τους άκαμπτους κλοιούς της Δωδεκαδέλτου μας, και πάλι διατηρώντας όλους τους τύπους, όλα τα εξωτερικά περιβλήματα.

Τούτη η υποκρισία των μορφών, όταν η ουσία αλλάζει, δείχνει πόση είναι η ταπεινοφροσύνη μας μπρος σε κάθε τι που είναι θεσμός και έθος και παράδοση, πόσο το παρελθόν και η συνέχειά του βαραίνουν στην πορεία μας και πόσο δίκαια αντέχουμε αιώνες εκεί που οι έλληνες εκάμφθησαν σε δεκαετηρίδες.

… Μεσα στους πιο πολλούς έλληνες, άμα σκάψεις λίγο, θα βρεις ένα ισχνό υπερόπτη Κοριολανό, έναν άσημο εκδικητικό Αλκιβιάδη, ένα εγώ μεγαλύτερο από την πατρίδα.

Όχι βέβαια σε όλους, αλλιώς δεν θα υπήρχαν σήμερα πια ελληνικές πόλεις. Αλλα όποιος διοικεί, σαν κι εσένα, έναν λαό, πρέπει να γνωρίζει τις άρχουσες ροπές, που δεν φτάνουν βέβαια ως την φανερή ακρότητα του ωραίου αθηναίου η του δικού μας Γάϊου Μάρκου, αλλα τείνουν προς τα εκεί.

Οι πολλοί, από χίλιους δυο λόγους, γιατι είναι πιο μικροί και πιο αδύνατοι, σταματούν μεσοδρομίς. Μα και μ’ αυτούς, το κακό γίνεται.

… Οι έλληνες λίγα πράγματα σέβονται και σπάνια όλοι τους τα ίδια. Και προς καλού και προς κακού στέκουν επάνω από τα πράγματα. Για να κρίνουν αν ένας νόμος είναι δίκαιος, θα τον μετρήσουν με το μέτρο της προσωπικής τους περίπτωσης ακόμα κι όταν υπεύθυνα τον κρίνουν στην εκκλησία η στο δικαστήριο.

Ο έλληνας ζητεί από τον νόμο δικαιοσύνη για την δική του προσωπική περίπτωση. Εάν τύχει και ο νόμος, δίκαιος στην ολότητά του και δεν ταιριάζει σε λίγες περιπτώσεις όπως η δική του, δεν μπορεί αυτό να το παραδεχτεί. Και

εν τούτοις τετρακόσια χρόνια τώρα το διακήρυξε ο μεγάλος τους Πλάτων , πως τέτοια είναι η μοίρα και η φύση των νόμων, πως άλλο νόμος και άλλο δικαιοσύνη. Το διακήρυξε αυτό και ο Σταγειρίτης, χωρίζοντας το δίκαιο από το επιεικές. Δεν δέχεται να θυσιάσει την δική του περίπτωση, το δικό του εγώ σε έναν νόμο σκόπιμο και δίκαιο στην γενικότητά του.

Ετσι είναι πολλοί στις πόλεις που τώρα πρόκειται να διοικήσεις.

Ετσι διαφορετικοί , αν όχι από μας, όμως από τους πατέρες μας , που θεμελίωσαν το μεγαλείο της παλιάς, της αληθινής μας δημοκρατίας.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

… Οσο περνούν οι αιώνες, τόσο εμείς και οι λαοί που κυβερνούμε γινόμαστε περισσότερο ατομιστές, ως που μια μέρα να μαραθούμε όλοι μαζί μέσα στην μόνωση των μικρών μας εαυτών. Νομίζω ότι οι έλληνες επάνω στους οποίους εσύ τώρα άρχεις είναι πρωτοπόροι σε αυτόν τον θανάσιμο κατήφορο.

Δεν σου έκανε κιόλας εντύπωση καλέ μου Νάβιε, η αδιαφορία του έλληνα για τον συμπολίτη του; Όχι πως δεν θα του δανείσει μια χύτρα να μαγειρέψει, όχι πως αν τύχει μια αρρώστια δεν θα τον γιατροπορέψει, όχι πως δεν του αρέσει να ανακατεύεται στις δουλειές του γείτονα, για να του δείξει μάλιστα την αξιοσύνη του και την υπεροχή του, βοηθά ο έλληνας περισσότερο από κάθε άλλον.

Βοηθά και τον ξένο πρόθυμα, με την ιδέα μάλιστα, που χάρις στους μεγάλους στωικούς, πάντα τον κατέχει, μιας πανανθρώπινης κοινωνίας. Του αρέσει να δίνει στον ασθενέστερο, στον αβοήθητο. Είναι κι αυτό ένας τρόπος υπεροχής…

Λέγοντας πως ο έλληνας αδιαφορεί για τον πλησίον του, κάτι άλλο θέλω να πω, αλλα μου πέφτει δύσκολο να σου το εξηγήσω. Θα αρχίσω με παραδείγματα, που αν προσέξεις, ανάλογα θα δεις και εσύ ο ίδιος πολλά με τα μάτια σου.

Ακόμη υπάρχουν ποιητές πολλοί και τεχνίτες στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Πλησίασέ τους καθώς είναι χρέος σου και πες μου αν άκουσες κανέναν από αυτούς ποτέ να επαινεί τον ομότεχνό του. Δεν χάνει τον καιρό του σε επαίνους ο έλληνας. Δεν χαίρεται τον έπαινο. Χαίρεται όμως τον ψόγο και γι αυτόν πάντα βρίσκει καιρό. Για την κατανόηση, την αληθινή, αυτήν που βγαίνει από την συμπάθεια γι αυτό που κατανοείς, δεν θέλει τίποτε να θυσιάσει. Το κίνητρο της δικαιοσύνης δεν τον κινεί για να επαινέσει ότι αξίζει τον έπαινο.

Όχι πως δεν θα ήθελε να είναι δίκαιος, αλλα δεν αντιλαμβάνεται καν την αδικία που κάνει στον άλλο. Θαυμάζει ότι είναι ο δικός του κόσμος. Κάθε άλλον τον υποτιμά !

Όταν ένας πολίτης άξιος, δεν αναγνωρίζεται κατά την αξία του, λέει ο έλληνας: αφού δεν αναγνωρίζομαι εγώ ο αξιώτερός του, τι πειράζει αν και αυτός δεν αναγνωρίζεται; Ο εγωκεντρισμός αφαιρεί από τον έλληνα την δυνατότητα να είναι δίκαιος.

…Μόνον όταν δημιουργηθούν συμφέροντα που συμβαίνει να είναι κοινά σε πολλά άτομα μαζί, βλέπεις την συναδέλφωση και την αλληλεγγύη.

Στον κάθε έλληνα τα ιδανικά είναι ατομικά. Γι αυτό οι πολιτικές των φατρίες είναι φατρίες συμφερόντων, και το ιδανικό του κάθε ηγέτη είναι ο εαυτός του.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΕΜΠΤΟ

…Νάβιε, ο Κάτων από καιρό έχει πεθάνει και πέθανε μαζί του και η παλιά μας δημοκρατία. Τώρα βαδίζουμε κι εμείς τον δρόμο των ελλήνων ως που και οι δικοί μας εγωισμοί κάθε μέρα ωμότεροι και βιαιότεροι να σκεπάσουν με την πλημμυρίδα τους την Σύγκλητο και την αγορά και ολόκληρη την αθάνατη πόλη.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΚΤΟ

Εδώ και δυο εβδομάδες σου έγραφα για το φυγόκεντρο εγωισμό των ελλήνων. Δεν θυμάμαι όμως αν σου έγραψα το χειρότερο.

Κινημένος από την ίδια εγωπάθεια, την ρίζα αυτή του κάθε ελληνικού κακού (ας βοηθήσουν οι θεοί να μην γίνει και των δικών μας δεινών η μολυσμένη πηγή), ο έλληνας δε συχωράει στον συμπολίτη του καμία προκοπή. Όποιον τον ξεπεράσει, ο έλληνας τον φθονεί με πάθος και αν είναι στο χέρι του να τον γκρεμίσει από εκεί που ανέβηκε θα το κάνει.

Μα το πιο σπουδαίο, για να καταλάβεις τον έλληνα, είναι να σπουδάσεις τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει τον φθόνο του, τον τρόπο που εφηύρε για να γκρεμίζει καλύτερα. Είναι ένας τρόπος πιο κομψός από το δικό μας γέννημα σοφιστικής ευστροφίας και διανοητικής δεξιοτεχνίας. Δεν του αρέσει η χοντροκομμένη δολοφονία στους διαδρόμους του παλατιού, αλλα η λεπτοκαμωμένη συκοφαντία, ένα είδος αναίμακτου, ηθικού φόνου, ενός φόνου διακριτικότερου και εντελέστερου, που αφήνει του δολοφονημένου την σάρκα σχεδόν ανέπαφη, να περιφέρει την ατίμωση και την γύμνια της στους δρόμους και στις πλατείες.

Γιατί και την συκοφαντία, αγαπητέ μου, την έχουν αναγάγει σε τέχνη οι θαυμάσιοι, οι φιλότεχνοι έλληνες, οι πρώτοι δημιουργοί του καλού και του κακού λόγου.

Το να επινοήσεις ένα ψέμα για κάποιον και να το διαλαλήσεις, αυτό είναι κοινότυπο και άτεχνο. Σε πιάνει ο άλλος από το αυτί και σε αποδείχνει εύκολα συκοφάντη και σε εξευτελίζει.

Η τέχνη είναι να συκοφαντείς χωρίς να ενσωματώνεις πουθενά ολόκληρη την συκοφαντία, μονο να την αφήνεις να την συνάγουν οι άλλοι από τα συμφραζόμενα και έτσι ασυνείδητα να υποβάλλεται σε όποιον την ακούει.

Η τέχνη είναι να βρίσκεις τον διφορούμενο λόγο, που άμα σε ρωτήσουν γιατι τον είπες, να μπορείς να πεις πως τον είπες με την καλή σημασία, και πάλι εκείνος που τον ακούει να αισθάνεται πως πρέπει να τον εννοήσει με την κακή του σημασία.

…. Αυτό είναι το αγχέμαχο όπλο με το οποίο πολεμάει ο έλληνας τον έλληνα, ο ηγέτης τον ηγέτη, ο φιλόσοφος τον φιλόσοφο, ο ποιητής τον ποιητή αλλα και ο ανάξιος τον άξιο, ο ουσιαστικά αδύνατος τον ουσιαστικά δυνατό.

…. και ξένος, θα δοκιμάσεις την αιχμή τούτου του όπλου κι εσύ όπως την δοκίμασα κι εγώ.

Θα απορήσεις σε τι κοινωνική περιωπή βάζουν οι έλληνες τους δεξιοτέχνες της συκοφαντίας, πως τους φοβούνται οι πολλοί και αγαθοί, και πως τους υπολήπτονται οι χρησιμοθήρες και πως γλυκομίλητα τους χαιρετούν όταν τους συναντούν στις στοές και στην αγορά.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΒΔΟΜΟ


…Το ανυπότακτο σε κάθε πειθαρχία, η περιφρόνηση των άλλων και ο φθόνος, η αρρωστημένη διόγκωση της ατομικότητας σπρώχνουν σχεδόν τον Έλληνα να θεωρεί τον εαυτό του πρώτο ανάμεσα στους άλλους.

Αδιαφορώντας για όλους και για όλα , παραβλέποντας ό,τι γίνηκε πριν και ό,τι γίνεται γύρω του, αρχίζει κάθε φορά από την αρχή και δεν αμφιβάλλει πως πορεύεται πρώτος τον δρόμο το σωστό.

Ταλαιπωρεί από αιώνες την ελληνική ζωή η υπέρμετρη εμπιστοσύνη του έλληνα στην προσωπική του γνώμη και στις προσωπικές του δυνατότητες.

Παρά να υποβάλει τη σκέψη του στην βάσανο μιας ομαδικής συζήτησης, προτιμάει να ριψοκινδυνεύει με μόνες τις προσωπικές του δυνάμεις.

Πρόσεξε τις συσκέψεις των ηγετών των πολιτικών μερίδων τους με τους δήθεν φίλους των και θα δεις ότι οι περισσότερες είναι προσχήματα. Ο ηγέτης λεει την γνώμη του , βελτιώνει την διατύπωσή της με τις πολλές επαναλήψεις , χωρίς ούτε να περιμένει, ούτε να θέλει καμία αντιγνωμία. Και οι φίλοι του το ξέρουν καλά αυτό και συχνάζουν σε αυτές τις συσκέψεις η για να μάθουν τα νέα της ημέρας η για να βρουν ευκαιρία να κολακέψουν τον ηγέτη. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο έλληνας πολιτικός ανακυκλώνεται μόνος του μέσα στις δικές του σκέψεις, γιατι πιστεύει πως αυτές αρκούν για το έργο του, η το χειρότερο γιατί η χρησιμοποίηση και των άλλων στην εκτέλεσή του, θα περιόριζε την κυριότητά του επάνω στο έργο, θα το έκανε περισσότερο τέλειο, αλλα λιγότερο δικό του, και εκείνο που προέχει για τον έλληνα δεν είναι το πρώτο, αλλα το δεύτερο.

Ετσι σε πρώτη μοίρα έρχεται η τιμή του και σε δεύτερη η αξία του έργου. Αυτή είναι η αδυναμία του πολιτικού ήθους που θα παρατηρήσεις στους έλληνες δημόσιους άνδρες, που κατά τα άλλα είναι και πιο υψηλόφρονες και πιο αδέκαστοι και σχεδόν πιο φτωχοί από τους σύγχρονους δικούς μας. Οι παλιοί όμως ρωμαίοι, αυτοί κατείχαν την αρετή της μετριοφροσύνης που απουσιάζει και απουσίασε πάντα από την ελληνική πολιτική ζωή και γι’ αυτό τότε κατορθώσανε, αν και σε τόσα καθυστερημένοι, να πάρουν την κοσμοκρατορία από τα χέρια των ελλήνων. Γιατί βλέπεις, τούτη η μοιραία για την τύχη των ελλήνων εγωπάθεια φέρνει και ένα άλλο χειρότερο δεινό: Όπου βασιλεύει, τα έργα σχεδιάζονται πάντα μέσα στα στενά όρια της ατομικότητας, σύντομα και βιαστικά, για να συντελεστούν όλα, πριν το πρόσωπο εκλείψει. Η πολιτική όμως που θεμελιώνει τις μεγάλες πολιτείες δε σηκώνει ούτε βιασύνη, ούτε συντομία. Σχεδιάζεται σε έκταση αιώνων. Δεν προσδένεται σε άτομα, αλλα σε ομάδες προσώπων, σε διαδοχικές γενιές.

Στην εκτύλιξή της εξαφανίζεται το εφήμερο άτομο και παίρνουν την πρώτη θέση, διαρκέστερες υποστάσεις, λαοί, οικογένειες, πολιτικές μερίδες, ή κοινωνικές τάξεις. Τα εδραία πολιτικά έργα μεσα στην ιστορία είναι υπέρ προσωπικά. Και δυστυχώς, οι έλληνες μόνο σε προσωπικά έργα επιδίδονται με ζήλο. Γι αυτό ή δεν φτάνουν ως την τελείωση ενός άξιου πολιτικού έργου, η όταν φτάσουν, φέρνει μέσα του το έργο του το ίδιο το σπέρμα της φθοράς.

Και αυτό είναι δίκαιο. Γιατί σκοπός των ελλήνων είναι η πρόσκαιρη λάμψη του πρόσκαιρου ατόμου, όχι η μόνιμη απρόσωπη ευόδωση του ιδίου του έργου. Έπρεπε εξαιρετικά ευνοϊκές περιστάσεις να συντρέξουν με την μεγαλοφυία του Αλέξανδρου του Μακεδόνα για να αποκτήσουν για λίγα χρόνια οι έλληνες μια κυρίαρχη πολιτική θέση στην οικουμένη. Αλλά και εκεί το έργο, στηριγμένο σε ένα πρόσωπο, όχι σε μιαν κοινότητα ανθρώπων, ούτε σε μία πολύχρονη παράδοση, μόλις εξαφανίστηκε ο δημιουργός του, διαλύθηκε μέσα σε χέρια των ιδίων εκείνων ανθρώπων που όταν ο Αλέξανδρος ζούσε, στάθηκαν οι απαραίτητοι συντελεστές του. Αλλα το έργο, βλέπεις, δεν ήταν δικό τους. Δεν τους είχε κάνει ο αυταρχικός ηγέτης κοινωνούς στην τιμή του έργου, αλλά θήτες του γιγάντιου εγωισμού του.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΓΔΟΟ


Ποτέ, μα ποτέ δεν θέλησα να σου πω ότι λείπει η πολιτική σκέψη από την Ελλάδα. Απεναντίας πιστεύω πως αφθονεί, περισσότερο μάλιστα απ’ όσο φαντάζεται όποιος βλέπει τα πράγματα από έξω. Μόνο που δεν μας είναι αισθητή η παρουσία της, γιατι οι άνδρες που την κατέχουν φθείρονται ο ένας από τον άλλον σε μιαν αδιάκοπη πεισματική και το πιο συχνά, μάταιη σύγκρουση. Εάν λείπει κάτι των ελλήνων πολιτικών, δεν είναι ούτε η δύναμη της σκέψης, ούτε η αγωνιστική διάθεση. Στο χαρακτήρα, στο ήθος φωλιάζει η αρρώστια. Φωλιάζει στην άρνησή τους να δεχθούν να εξαφανίσουν το άτομό τους για την ευόδωση ενός ομαδικού έργου. Δεν κρίνουν ποτέ με δικαιοσύνη το συναγωνιστή τους και γι αυτό δεν υποτάσσονται ποτέ στην υπεροχή του. Δεν έχουν την υπομονή μέσα στον κύκλο των ισοτίμων, να περιμένουν με την τάξη του κλήρου ή της ηλικίας την σειρά τους. Ετσι διασπαθίζοντας την δύναμη του και τις αρετές του κατάντησε ο λαός με την υψηλότερη και πλουσιότερη στην θεωρία πολιτική σκέψη, να μείνει τόσο πίσω από μας στις πρακτικές πολιτικές του επιδόσεις.

… τα δεινά, όσα υποφέρανε ως τα σήμερα οι έλληνες, μα θαρρώ και όσα θα υποφέρουν στο μέλλον, μια έχουν κύρια και πρώτη πηγή, την φιλοπρωτία, την νόμιμη θυγατέρα του τρομερού των εγωισμού.

Μου γράφεις πως αυτό συμβαίνει και αλλού και προ παντός σε μας. Η διαφορά καλέ μου φίλε, έγκειται στο μέτρο και στην ένταση της φιλοπρωτίας. Βέβαια και εμείς σήμερα δεν υστερούμε. Αλλα την εποχή που θεμελιώνονταν το μεγαλείο της Ρώμης δεν είχαν υπερβεί οι δικοί μας το πρεπούμενο μέτρο. Υποτάσσονταν στον κοινό νόμο και στους γενικούς σκοπούς της πολιτείας, ενώ οι έλληνες το ξεπέρασαν πριν προφτάσουν να στεριώσουν την δύναμή τους στην οικουμένη. Όσο όμως αυστηρότερος και αν θέλω να είμαι , καθώς είναι χρέος μου, για μας τους ρωμαίους, δεν ξέρω αν μεταξύ των ρωμαίων, και σήμερα ακόμα, υπάρχουν τόσο φανατικοί και αδίστακτοι στο κυνήγημα των τιμών, όσοι υπήρξανε μεταξύ των ελλήνων στους ενδοξότερους τους αιώνες.

Μήπως υπερβάλω καλέ μου φίλε ; Μήπως βλέπω το θαυμαστό γένος των ελλήνων με τα μάτια της γεροντικής κακίας; μα είναι χρόνια τώρα που με το λυχνάρι και με του ήλιου το φως διαβάζω Αριστοφάνη, Δημοσθένη, Ευριπίδη, Θεόφραστο, Επίκουρο, Ζήνωνα, Χρύσιππο και όλο και βεβαιώνομαι περισσότερο πως δεν είμαι μόνος στον τρόπο που τους κρίνω. Όχι φίλε μου, Δε βλέπω πως είμαι άδικος όταν λέγω πως πρόθεσή τους συνήθως δεν είναι να ξεπεράσουν σε αξιότητα η και σε καλή φήμη τον αντίπαλό τους, αλλα να τον κατεβάσουν στα μάτια του κόσμου κάτω από την δική τους θέση, όποια κι αν είναι. Την αρχαία «ύβριν» των την κατεβάσανε στο χαμηλότερο επίπεδο. Κάποτε με τούτη την ισοπέδωση προς τα κάτω νομίζουν ότι επαναφέρουν το πολίτευμά τους στην ορθή του βάση. Μάταια ξεχώρισε ο μεγάλος Σταγειρίτης την «δημοκρατία» (Σ.Μ. οχλοκρατία) από την «πολιτεία» (Σ.Μ. ορθή δημοκρατία). Η θέλησή τους για ισότητα, άμα την αναλύσεις, θα δεις ότι δεν απορρέει από την αγάπη της δικαιοσύνης, αλλα από τον φθόνο της υπέρτερης αξίας. «Μια που εγώ, λεει ο έλληνας, δεν είμαι άξιος να ανέβω ψηλότερα από σένα, τότε τουλάχιστον και εσύ να μην ανεβείς από μένα ψηλότερα. Συμβιβάζομαι με την ισότητα».

Συμβιβάζεται με την ισότητα ο έλληνας, γιατι τι άλλο είναι παρά συμβιβασμός να πιστεύεις ανομολόγητα πως αξίζεις την πρώτη θέση και να δέχεσαι μία ίση με των άλλων! Μέσα του λοιπόν δεν αδικεί τόσο ο έλληνας, όσο πλανάται. Γεννήθηκε με την ψευδαίσθηση της υπεροχής.

Και ύστερα θα συναντήσεις και μεταξύ των ελλήνων την άλλη ψευδαίσθηση που τους κάνει να υπερτιμούνε την μία αρετή που έχουν και να υποτιμούν τις άλλες που τους λείπουν.

Είδα δειλούς που φαντάζονταν πως μπορούν να ξεπεράσουν όλους μονάχα με την εξυπνάδα τους και ανδρείους που πίστευαν πως φτάνει για να ξεπεράσουν όλους η ανδρεία τους. Είδα έξυπνους που φαντάζονταν ότι δεν χρειάζεται να γίνουν πρώτοι, ούτε η επιστήμη, ούτε η αρετή.

Είδα κάτι σοφούς που 'θέλαν να σταθούν επάνω από τους έξυπνους και από τους ανδρείους με μόνη την επιστήμη και την σοφία. Πόσο αλήθεια άμαθοι της ζωής μπορεί να είναι αυτοί οι αφεντάδες της γνώσης! Τι κακό μας έκανε αυτός ο Πλάτωνας ! Πόσους δολοπλόκους πήρε στο λαιμό του που νομίσανε πως είναι «άνδρες βασιλικοί»!

Μα είδα τέλος, αγαπητέ μου Νάβιε, και κάτι ενάρετους, που δεν το χώνευαν να μην είναι πρώτοι στην πολιτεία, αφού ηταν πρώτοι στην αρετή. Και βέβαια δεν στασίαζαν όπως οι βάναυσοι και οι κακοί, αλλά αποσύρονταν σιωπηλοί και απογοητευμένοι στους αγρούς των, αφήνοντας τον δήμο στα χέρια των δημαγωγών και των συκοφαντών, ή δηλητηριάζανε την ίδια τους την αρετή και τους ωραίους της λόγους με την πίκρα της αποτυχίας των, σαν οι ηγεσίες των πολιτειών να μην ήταν μοιραία υποταγμένες στις ιδιοτροπίες της τύχης και του χρόνου και σε λογής άλλους συνδυασμούς δυνάμεων που συνεχώς τις απομακρύνουν από την ιδεατή τους μορφή και τις παραδίνουν στα χέρια των ανάξιων ή των μέτριων.

Τέτοια είναι τα πάθη και οι αδυναμίες που φθείρουν τους ηγέτες των ελληνικών πόλεων.

Όσο για τους οπαδούς των ηγετών αυτών, έχουν και αυτοί την ιδιοτυπία τους στον μακάριο εκείνο τόπο. Είναι οπαδοί, πραγματικοί οπαδοί, μόνο όσοι έχασαν οριστικά την ελπίδα να γίνουν και αυτοί ηγέτες. Ετσι θα παρατηρήσεις ότι πιστοί οπαδοί είναι μόνο οι γεροντότεροι από τον ηγέτη τους. Ελάχιστοι είναι οι οπαδοί από πίστη ιδεολογική ή από πίστη στον ηγέτη. Οι πολλοί είναι πειθαναγκασμένοι από τα πράγματα, γιατι ατύχησαν, γιατί βαρέθηκαν ή λιγοψύχησαν. Γι αυτό είναι και όλοι προσωρινοί, άπιστοι, ενεδρεύοντες οπαδοί, ώσπου να περάσει η κακιά ώρα. Μα και αυτοί που μένουν και όσο μένουν οπαδοί, προσπαθούν συνεχώς να αναποδογυρίσουν την τάξη της ηγεσίας και να διευθύνουν αυτοί από το παρασκήνιο τον ηγέτη.

Γι αυτό και βλέπεις τόσο συχνά να είναι περιζήτητοι οι μέτριοι ηγέτες που προσφέρονται ευκολότερα στην παρασκηνιακή ηγεσία των οπαδών τους.

Σε πολλές περιπτώσεις δεν έχει σημασία να ξέρεις ποιος είναι ο ονομαστικός ηγέτης μιας πολιτικής μερίδας αλλά ποιοί εκ του αφανούς τον διευθύνουν. Βλέπεις είναι μερικοί άνθρωποι που δεν είναι προικισμένοι με τα χαρίσματα με τα οποία αποκτάς τα φαινόμενα της ηγεσίας αλλά μονο με εκείνα που χρειάζονται για την ουσία της, για την άσκηση της εξουσίας. Είναι αναγκασμένοι λοιπόν οι τέτοιοι να περιοριστούν στον ρόλο του υποβολέα και να αφήσουν τους άλλους που κατέχουν τα φαινόμενα να χαριεντίζονται επάνω στην σκηνή.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΝΑΤΟ


…Και ύστερα, μήπως δεν βλέπω και την άλλη όψη του πράγματος; Ας παραπονιόμαστε για την ελληνική εγωπάθεια εμείς που διαρκώς επάνω της σκοντάφτουμε, γιατι έχουμε να κάνουμε με την ελληνική πόλη και τους πολιτικούς της.

Έχει και την εξαίσια πλευρά της η υπερτροφία αυτή της προσωπικότητας, που στις κακές της όψεις την ονομάζουμε εγωπάθεια.

Έχει την πλευρά την δημιουργική, στην φιλοσοφία, στην ποίηση, στις τέχνες, στις επιστήμες, ακόμη και στο εμπόριο και στον πόλεμο. Από αυτήν αναβλύζει όλη η δόξα των ελλήνων, η μόνη δόξα στην ιστορία που μπορεί να σταθεί πλάι στην δική μας.

Φοβάμαι μονάχα, γιατί, και ας μην το βλέπεις εσύ, κατά βάθος με γοητεύουν και εμένα οι έλληνες, που είναι και θα είναι πάντα οι δάσκαλοί μου. Φοβάμαι πως φτάσαμε στον καιρό, που η φωτεινή πλευρά της προσωπικότητάς των πηγαίνει όλο μικραίνοντας και αντίθετα η σκοτεινή όλο και αυξάνει, και δεν ξέρω, δεν μπορώ να ξέρω αν ετούτος ο κατήφορος μπορεί ποτέ πια να σταματήσει.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΔΕΚΑΤΟ

… Δεν σου κρύβω πως με πείραξε ο λόγος σου, πως δείχνομαι τάχα κακός και άδικος με τους έλληνες.

Ας αρχίσω λοιπόν σήμερα το γράμμα μου με έναν έπαινο γι αυτούς, για να ξεπλύνω έτσι κάπως την μομφή σου.

Ο εγωισμός δεν κάνει τους έλληνες μόνο κακούς πολίτες στην αγορά, τους κάνει και καλούς στρατιώτες σον πόλεμο. Εχουν αιώνων τρόπαια που μέσα στην μνήμη τους γίνονται σαν νόμοι άγραφοι και επιβάλλουν την περιφρόνηση της κακουχίας και του κινδύνου. Μη συγχέεις την διάλυση της στρατιωτικής δύναμης, που εχει αφορμή τις εμφύλιες έριδες, με την ατομική γενναιότητα καθώς και την πολεμική δεξιοτεχνία των ελλήνων.

Μα δεν είναι μόνο στον πόλεμο ο έλληνας γενναίος και άξιος μαχητής, αλλά και στην ειρήνη. Ακριβώς γιατί η γενναιότητά του δεν είναι συλλογική, σαν των περισσοτέρων λαών, αλλά ατομική, γι αυτό δεν φοβάται, και εκεί που βρίσκεται μόνος του, να ριψοκινδυνεύσει, στην ξενιτιά, στο παράτολμο ταξίδι, στην εξερεύνηση του αγνώστου. Γι αυτό και τόλμησε τέτοια που εμείς δεν θα τολμούσαμε ποτέ και θεμελίωσε για αιώνες αποικίες, έξω από τις στήλες του Ηρακλέους και πέρα στα χιόνια της Σκυθίας. Και στον καιρό μας ακόμη, έλληνες δεν είναι εκείνοι που τόλμησαν να διασχίσουν άγνωστες θάλασσες για να φτάσουν στην χώρα των Ινδών και στις έμπειρες χώρες πιο κάτω από την γη των Αιθιόπων; Αναρωτιέσαι κάποτε γιατί τα τολμάει αυτά τα παράτολμα ο έλληνας;

Επειδή είναι γενναίος ο έλληνας, είναι και παίκτης. Παίζει την περιουσία του, την ζωή του και κάποτε την τιμή του.

Γεννήθηκε για να σκέπτεται μόνος, για να δρα μόνος, για να μάχεται μόνος και γι αυτό δεν φοβάται την μοναξιά.

Εμείς αντίθετα είμαστε από τα χρόνια τα παλιά μια υπέροχα οργανωμένη αγέλη.

Σκεπτόμαστε μαζί, δρούμε μαζί, μαχόμαστε μαζί και μοιραζόμαστε μαζί την τιμή, τα λάφυρα, την δόξα.

Οι έλληνες δεν δέχονται, όσο αφήνεται η φύση τους ελεύθερη, να μοιραστούν τίποτε με κανέναν.

Το εθνικό τους τραγούδι, αρχίζει με έναν καυγά, γιατι θελήσανε να κάνουν μοιρασιά ανάμεσα σε άντρες που μοιρασιά δεν δέχονται (Σ.Μ. αναφέρεται στην Ιλιάδα).

Και μια που πήρα τον δρόμο των επαίνων, άκουσε και αυτόν, που δεν είναι και ο μικρότερος.

Οι αυστηρές κρίσεις που τώρα βδομάδες σου γράφω, θαρρείς πως είναι μόνο δικές μου; Τις πιο πολλές τις διδάχτηκα από έναν έλληνα, από τον Επίκτητο.

Νέος τον άκουσα να εξηγεί το μέγα δράμα του γένους του. Ήσυχα , καθαρά , με την ακριβολογία και την χάρη που σφράγιζε τον λόγο του, μας ετοίμαζε για έναν κόσμο που είχε πια περάσει, για μίαν Ατλαντίδα που είχε κατακαλύψει ο Ωκεανός.

Κάποτε κάνοντας την απολογία της πατρίδας του, μας έλεγε : «Δεν είναι τόσο δίκαια τα ανθρώπινα, ώστε μόνο αμαρτήματα να είναι οι αιτίες των τιμωριών. Η Τύχη, η τυφλή θεά, η τελευταία στην οποία θα πάψω να πιστεύω, πρόδωσε συχνά τους έλληνες στον δρόμο τους. Αλλα και αυτοί, πρόσθετε , την συντρέξανε με τον δικό τους τρόπο».

Μην νομίσεις όμως πως μόνο ένας Επίκτητος κατέχει την αρετή του «γνώθι σαυτόν». Σε κάθε κόχη , απάγκια της αγοράς κάθε πόλης, σε κάθε πλάτανο από κάτω της ευλογημένης ελληνικής γης, θα βρεις και έναν έλληνα, αδυσώπητο κριτή του εαυτού του. Και εύκολα θα σου ξανοιχτεί και ας είσαι ξένος. Αρκεί εσύ να μην αρχίσεις να κακολογείς τίποτε το ελληνικό, γιατί τότε ξυπνάει μέσα του μια άλλη αρετή, η περηφάνια.

Ναι, ναι, σε βλέπω να γελάς, Ατίλιε Νάβιε, αυτούς τους ταπεινούς κόλακες που σέρνονται στους προθαλάμους μας, γελάς που τους ονομάζω περήφανους. Και όμως θα αστοχήσεις στο έργο σου αν αγνοήσεις αυτήν την αλήθεια. Πρόσεξε την υπεροψία και την φιλοτιμία των ελλήνων. Μην πλανάσαι! `Εχουν την ευαισθησία των ξεπεσμένων ευγενών. Είναι γκρεμισμένοι κοσμοκράτορες, ποτέ όμως τόσο χαμηλά πεσμένοι ώστε να ξεχάσουν τι ήτανε!

Η πολυσύνθετη ψυχή τους χωράει λογής αντιφάσεις και έρχονται ώρες που για πολλούς είναι δίκαιος ο ειρωνικός λόγος του Ιουβενάλιου “Graeculus esuriens, in coelum jusseris , ibit' (τον λιμασμένο γραικύλο, κι αν στον ουρανό τον προστάξεις να πάει , θα πάει). Άλλοι όμως είναι τούτοι οι γραικύλοι και άλλοι οι έλληνες.

Και το πιο περίεργο, οι ίδιοι τούτοι σε άλλες ώρες είναι γραικύλοι (graeculus) και σε άλλες έλληνες (graeci) . Δεν πρέπει ποτέ να δώσεις την εντύπωση στον έλληνα ότι του αφαίρεσες την ελευθερία του. `Άφησε τον, όσο μπορείς, να ταράζεται, να θορυβεί, και να ικανοποιεί την πολιτική του μανία, μέσα στην σφαίρα που δεν κινδυνεύουν τα συμφέροντα της αυτοκρατορίας. Εσύ πρέπει να έχεις την τέχνη να επεμβαίνεις μόνο την τελευταία στιγμή, όταν δεν μπορείς να βάλεις τους έλληνες να αποτρέψουν το δυσάρεστο. Πάντοτε βρίσκονται οι διαφωνούντες μεταξύ των ελλήνων, που θα είναι πρόθυμοι να σε βοηθήσουν, είτε θεληματικά, είτε, συνηθέστερα, άθελά τους.

Υποβοηθώντας το τυφλό παιγνίδι των φατριών από το παρασκήνιο, χωρίς να προσβάλλεις την περηφάνιά τους, μπορεί να οδηγήσεις τις ελληνικές πόλεις προς το καλό πολύ ευκολότερα παρά με τις σοφότερες διαταγές που θα εξέδιδες, αν ήσουνα ανθύπατος στην Ισπανία η στην Ιλλυρία.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

Όμως αν θέλεις στην Ελλάδα πραγματικά να επιβάλεις μία απόφασή σου, όσο σωστή και αν είναι, κοίταξε να μην φανεί η πρόθεσή σου. Πρέπει να θυσιάσεις την τιμή μίας απόφασης για να την επιβάλεις μεταξύ των ελλήνων. Κάλεσε ιδιαιτέρως έναν-έναν τους αρχηγούς των μερίδων , δώσε στον καθένα την ευκαιρία μίας επίπλαστης πρωτοβουλίας.

Φυσικά, αν δυστροπούν, να τους τρομάξεις, αλλα και αυτό υπό εχεμύθεια, χωρίς να αναγκάσεις την φιλοτιμία τους να πάρει τα όπλα. Δώσε τους κάποια περιθώρια έντιμης υποχώρησης και όταν ακόμη στην πραγματικότητα διατάσεις, μην τους πεις ότι διατάσεις. Πες τους ότι δεν διατάσεις, αλλά ότι αν δεν γίνει τούτο κι εκείνο, τότε οι ρωμαϊκές λεγεώνες θα αναγκαστούν να μετασταθμεύσουν για λόγους ασφαλείας σε άλλη επαρχία και τότε μπορεί τίποτε Γέτες η Κέλτες η Δακοί να στείλουν τα στίφη τους να δηώσουν την χώρα και ας αναμετρήσουν οι ίδιοι τις συνέπειες και ας αποφασίσουν.

… Όλα αυτά δεν σου τα λεω για να σε κάνω να περιφρονείς τους έλληνες. Απεναντίας σου τα λεω για να τους καταλάβεις και να τους προσέξεις. Ακόμη και σήμερα διατηρούν τα ίχνη μερικών αρετών που μοιάζουν με την χόβολη μίας μεγάλης πυρράς.

Μελετητές της ψυχής των ατόμων και του όχλου, θα τους δεις να εκτελούν μερικούς θαυμάσιους ελιγμούς, να χαράζουν πολιτικά σχέδια περίλαμπρα, με μια ευκινησία στην σκέψη και μια γοργότητα στις αντιδράσεις που εμείς εδώ ποτέ δεν φτάσαμε. Μόνο που ύστερα θα μελαγχολήσεις βλέποντας πως είναι πια ασήμαντοι οι σκοποί για τους οποίους ξοδεύονται αυτά τα εξαίσια χαρίσματα.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΔΩΔΕΚΑΤΟ

Πρόσεξε αυτούς τους παλικαράδες της πολιτικής, που δεν καταλαβαίνουν ότι είναι γελοίο να έχεις το ύφος του δυνατού και του τρανού, όταν από καιρό έχεις πάψει να είσαι.

Καθώς τρέφονται από την οπτασία των περασμένων τους μεγαλείων και δεν μπορούν να συμμορφωθούν με τις σημερινές τους διαστάσεις, πολύ θα σε ταλαιπωρήσουν με την αξίωσή τους να μην επεμβαίνεις στα πράγματα της πόλης τους.

Εδώ τελειώνουν οι Οξυρρύγχειοι πάπυροι (σε μετάφραση Κωνσταντίνου Τσάτσου).

ΠΗΓΗ

Σημείωση: Το περιεχόμενο των Παπύρων που αποτελεί δημιούργημα της φαντασίας του Κ.Τσάτου (1954) υπήρξε εξαιρετικά πειστικό, κι έγινε δεκτό χωρίς επιφυλάξεις. Τριάντα χρόνια μετά, τον Μάϊο του 1983, προκλήθηκε μια έντονη αμφισβήτηση της γνησιότητας των Οξυρρύγχειων Παπύρων από τις στήλες της «Καθημερινής» και της «Εστίας», οπότε τότε παρενέβη ο Κ.Τσάτσος και ομολόγησε («Καθημερινή 27/5/1983) ότι οι «Οξυρρύγχειοι Πάπυροι» είναι «ολόκληρο κατασκεύασμα δικό του».