Συχνά υπονοείται πως η φυσική παρακμή και η ασθένεια συνιστούν αναξιοπρέπεια. Η τοποθέτηση αυτή, παραβλέπει πως η αξιοπρέπεια είναι συνειδητή επιλογή συμπεριφοράς και δράσης, στάσης και πράξης του προσώπου, στα ερωτήματα που καλείται να απαντήσει, στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει και στις απαιτήσεις που καλείται να ικανοποιήσει.
Σε κατάσταση αδυναμίας και έλλειψης αυτοελέγχου, που συχνά συμβαίνουν σε ανθρώπους φυσικώς εξασθενημένους, σε υπερηλίκους και σε ανθρώπους βαρέως νοσούντες, δεν είναι δυνατόν να θεωρούμε πως συντρέχει αναξιοπρέπεια των προσώπων αυτών. Συντρέχει απλώς αδυναμία.
Αξιοπρέπεια και Αξιοκρατία. Ανατρέχοντας στην σημασία των όρων, διαπιστώνουμε -από την παραγωγή των λέξεων- ότι οι όροι αποτυπώνουν το δέον και το κράτος (=ανάγκη ή δέον και δύναμη, κυριαρχία, αντιστοίχως) της αξίας. Και την αξία στα πράγματα την δίνουμε εμείς, γιατί «τα πράγματα» (τα απλά πράγματα, τα πρόσωπα, οι συμβολισμοί αυτών και οι ειδικές περιστάσεις κλπ.), «δεν έχουν αφ’ εαυτών αξία» αν δεν παρατεθούν σε συσχετισμό με κάτι άλλο. Έχουν απλώς την θέση τους στον σύμπαν. Την αξία την δίνουμε όλοι εμείς. Με την προσπάθεια και την συμπεριφορά μας. Με την σημασία που αυτά έχουν για εμάς. Με τον κόπο που κάνουμε για να τα αποκτήσουμε, να τα διατηρήσουμε, να τα διαφυλάξουμε, να τα διασώσουμε από την φθορά, την καταστροφή, τον όλεθρο, την αφάνεια ή την λήθη.
Η ανάγκη, ή ο πόνος, δεν συνιστούν αναξιοπρέπεια. Είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα η ηθελημένη περιαγωγή (ή η ηθελημένη παραμονή του προσώπου σε άγνοια και η εντεύθεν περιαγωγή του) σε κατάσταση αδυναμίας, ένδειας ή πόνου. Κι αυτό, πολύ καλά το γνωρίζουμε σήμερα, που η καταναλωτική κοινωνία μας παρέχει ανέσεις και απολαύσεις που η στέρησή τους -βλέπουμε γύρω μας να- δημιουργεί παρόμοιες ψυχικές, πνευματικές και πρακτικές καταστάσεις.
Αναξιοπρέπεια συνιστά το ψέμμα, το έγκλημα, η αντικοινωνικότητα, η ανηθικότητα και η νωθρότητα συνειδήσεως. Όμοια, και η επιτηδευμένη προκλητικότητα, η αναλγησία, η ανικανότητα από ολιγωρία, η επιτηδευμένη οκνηρότητα, η νοσηρή περιέργεια, αλλά και η συναφής παρεμβατικότητα στην ζωή των άλλων, και τόσα άλλα παρόμοια. Το ίδιο κι ο φόβος, που δημιουργεί πανικό και οδηγεί σε δειλία και αποφυγή των αναγκαίων κόπων ή της επιβαλλόμενης και υγιούς τόλμης και της προσφοράς για την προστασία υπέρτερων αγαθών.
Δεν είναι αναξιοπρέπεια η εγγενής ένδεια, η ασθένεια, το γήρας, η αναπηρία, ο πόνος. Αυτά συνιστούν «φυσικές», συνήθεις, εν πολλοίς, καταστάσεις και περιστασιακές συγκυρίες στην ζωή του ανθρώπου. Αυτά υπάρχουν και θα υπάρχουν στην ζωή μας, και αυτά θα μας δώσουν το μέτρο του πολιτισμού ή την ατομική μας -για τον καθένα- δυνατότητα, για να δείξουμε την αξιοπρέπεια του μη-πάσχοντος- ανθρώπου.
Ο τρόπος, κι ο τρόμος του θανάτου και της παρακμής μας, είναι ανάλογος με τον τρόπο που έχουμε ζήσει κι έχουμε αξιο-λογήσει την ζωή μας, δηλαδή τον προσωπικό μας αγώνα. Το προσωπικό μας χρέος. Γιατί, αν η αξιο-λόγησή μας ήταν «έπεα πτερόεντα», τέτοια θα είναι και η στάση μας μπροστά στις δύσκολες περιστάσεις, στις οποίες αναγκαστικά θα περιέλθουμε κάποια στιγμή στην ζωή μας. Ας μην ξεχνάμε την προσωπική ευθύνη εκάστου, κι ας μην θεωρούμε πως εδώ βρεθήκαμε "για να λέμε εξυπνάδες, δωρεάν". Βρεθήκαμε για να ζήσουμε όπως ο καθένας «μπορεί», κι αυτό είναι το ρίσκο μας. Δεν βρεθήκαμε για να είμαστε εξ ορισμού σπουδαίοι, αλλά για να γίνουμε το καλύτερο που μπορούμε.
Επομένως, το ερώτημα, που είναι αμείλικτο, αφορά τον τρόπο της αποχώρησης του καθενός μας. Που είναι -και αυτός- αυστηρά προσωπικός, αφού αφορά το πρόσωπό μας, αλλά δεν αποτελεί, συνήθως, και προσωπική επιλογή του καθενός μας. Και σ’ ετούτο δεν χωρεί δεοντολογία, ούτε αξιολόγηση. Δεν μπορούμε, δηλαδή, να πούμε «έτσι πρέπει να εγκαταλείπει την ζωή του ο άνθρωπος», ενώ μπορούμε να πούμε "έτσι αξίζει να ζεί ο άνθρωπος"!
Η τάξη στην ζωή μας, αν δεν μοιάζει με θάνατο (η απαίτηση απόλυτης τάξης είναι θάνατος), είναι διαπαιδαγώγηση στην δημιουργική έκφραση και στην πειθαρχία, αφού τίποτε δεν δημιουργείται χωρίς πειθαρχία, εργασία και πίστη. Ο θάνατος είναι, κι αυτός, μέσα στην φυσική τάξη όλων των πραγμάτων. Αλλά είναι έξω από τη φυσική τάξη της ζωής.
Δεν μπορούμε να προτείνουμε ή να υπαγορεύουμε τρόπους ή λόγους αποχώρησης και παραίτησης από την ζωή. Γιατί ο άνθρωπος, ακόμη και στην περίοδο της παρακμής των δυνάμεων και της νεότητάς του, έχει ενδεχομένως να μεριμνήσει και για άλλα, πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, που δεν τά ‘χε προσέξει τον καιρό της ακμής και της δύναμής του. Κι αυτά μπορεί να έχουν -αστόχως, μέχρι την συγκεκριμένη στιγμή-παραμεληθεί. Ίσως μάλιστα, να διαγνωσθεί από τον ενδιαφερόμενο, ακόμη και σε τούτη την ώρα της αδυναμίας και της παρακμής, πως αυτά είναι πολυτιμώτερα από άλλα.
Όμως, ο προκαταβολικός φόβος μας για τον θάνατο και την παρακμή, μοιάζει με φόβο για την ζωή. [Ή, από άλλη σκοπιά, μοιάζει με φόβο γι' απώλεια εξουσίας! Αλήθεια, ποιάς εξουσίας;]
Ο φόβος του εγνωσμένως επερχόμενου θανάτου, μοιάζει με λύπη για τον αποχωρισμό μας από όλα τα αγαπημένα μας πράγματα και πρόσωπα. Πόσα και πόσα πρόσωπα, ίσαμε σήμερα, δεν είδα, μ’ εκείνη την θλίψη του αποχωρισμού στο μελαγχολικό χαμόγελο και τα υγρά μάτια, που προσπαθούσαν να χορτάσουν τον ήλιο και την αγάπη. Τις όψεις των αγαπημένων. Και πόσοι από αυτούς δεν περίμεναν να συναντήσουν -για ν’ αποχαιρετήσουν- τον ερχόμενο αγαπημένο, κι ύστερα, με μια μικρή πνοή, μας άφησαν κατάπληκτους, σαν είδαμε πως «δεν έφευγαν» πριν από αυτή την συνάντηση. Πως δεν αφήνονταν στην αποχώρηση, μέχρι που να γίνει η συνάντηση, που τόσο πολύ ήθελαν. Κι άλλοι, που έφυγαν, αιφνιδίως, σαν να ήξεραν πως η αποχώρησή τους δεν θα ήταν υποφερτή, για κανέναν.
Οι άνθρωποι, μας άφησαν παρακαταθήκες όχι μόνο με την ζωή τους, αλλά και με τον θάνατό τους. Ο Σωκράτης έφυγε από την ζωή, συμμορφούμενος προς (τιμώντας δηλ. και σεβόμενος) τους νόμους της Πολιτείας. Επέλεξε δηλαδή, να υπακούσει στους νόμους της πατρίδας του, αντί να αποδράσει από την φυλακή, καθ’ υπαγόρευση της (έξωθεν υποβαλλόμενης) παρόρμησης για μια ζωή, λάθρα.
Η ζωή μας, τιμάται από τα έργα μας, ενώ η στιγμή του θανάτου μας είναι σημάδι για εκείνα που επιλέξαμε και υπερασπιστήκαμε με συνέπεια.
Όμως, μέρες που είναι, παραμονές της Μεγάλης Γιορτής της Θείας Γέννησης, ας μην μελαγχολούμε με τα πεπερασμένα μας όρια, κι ας χαρούμε το δώρο της ζωής που ελάβαμε. Ας γεμίσουμε τις καρδιές μας ελπίδα, κι ας φωτιστούμε από το Χριστουγεννιάτικο αστέρι που λάμπει σε όλον εκείνον τον κόσμο, που θέλει κι αποζητάει το μήνυμα της αγάπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου