Στις μέρες μας, ζούμε σε μια εξαθλιωμένη κι απαξιωμένη πατρίδα. Απαξιωμένη, όχι μόνο από πολλούς επιτήδειους, οφειλέτες και καταχραστές των δημοσίων πόρων, αλλά κι από τους δημαγωγούς, τους πολιτικούς που κάθε τόσο εναλλάσσονται στην εξουσία, μαδώντας το ένδοξο κορμί της και στολίζοντάς την με σκουπίδια και ξέφτια.
Το χειρότερο, που κάνουν αυτοί, είναι που προσπαθούν να την αποσυνδέσουν από την ιστορική της διαδρομή, από τα ιστορικά της οράματα, και -κυρίως- από τα πολιτιστικά της επιτεύγματα. Που αρνούνται την δόξα της και την ωθούν στον εκφυλισμό.
Το να διαβάσεις λιγάκι από τον αληθινό (του Θουκυδίδη) Επιτάφιο, δεν είναι εύκολο, αν δεν έχεις διδαχθεί σχετικά. Αν όμως διδάχθηκες, έστω και λίγο, κι ήσουν εκεί, παρών, σφραγίδα τα λόγια του τυπώθηκαν στον νού. Όμορφα, συμμετρικά, νουθετικά, ηθικά, για το δέον προς εαυτούς τε και τους άλλους.
Ετούτες οι λέξεις:
Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν ἐνθάδε ἤδη εἰρηκότων
ἐπαινοῦσι τὸν προσθέντα τῷ νόμῳ τὸν λόγον τόνδε,
ὡς καλὸν /ἐπὶ τοῖς ἐκ τῶν πολέμων θαπτομένοις/ ἀγορεύεσθαι αὐτόν.
ἐμοὶ δὲ ἀρκοῦν ἂν ἐδόκει εἶναι
ἀνδρῶν
ἀγαθῶν ἔργῳ γενομένων
ἔργῳ καὶ δηλοῦσθαι τὰς τιμάς,
οἷα καὶ νῦν περὶ τὸν τάφον τόνδε δημοσίᾳ παρασκευασθέντα ὁρᾶτε,
καὶ μὴ ἐν ἑνὶ ἀνδρὶ/εὖ τε καὶ χεῖρον εἰπόντι / πολλῶν ἀρετὰς κινδυνεύεσθαι πιστευθῆναι ...
[Οι περισσότεροι από όσους μιλήσανε μέχρι τώρα επαινούν τον νομοθέτη που ώρισε να εκφωνείται για κείνους που πέσαν στο χρέος (προς την πατρίδα) αυτός εδώ ο (επιτάφιος) λόγος. Μου φαίνεται πως θα μπορούσε να είναι αρκετό, σε άνδρες που ανδραγάθησαν με την ίδια τους την ζωή, εμπράκτως να αποδίδονται και οι τιμές, όπως βλέπετε τώρα εδώ, που η πόλη ώρισε πολλούς για να μιλήσουν, και δεν επέτρεψε η αναγνώριση της αρετής των πολλών (πεσόντων) να αφεθεί στην καλύτερη ή υποδεέστερη ικανότητα ενός μονάχα αγορητή....]
ακόμη ηχούν, «παιδευτικά», στ' αυτιά μου και τέρπουν την ακοή και την καρδιά μου, καθώς, συχνά, ξαναπερνώ από 'κείνες τις ώρες, τις ώρες του σχολείου, κι αναθυμάμαι, και οικειώνομαι ξανά, την ομορφιά του αρχαίου λόγου. Μια ομορφιά, όπου η κάθε λέξη έχει έτσι επιλεγεί, ώστε η εκφορά της να συνιστά απαγγελία έπους. Και καθεμιά λέξη να ταιριάζει με την άλλη, στην ποιότητα, το μέτρο, τον ήχο, το νόημα, όπως οι πέτρες που συνταιριασμένες υψώνουνε μέγαρο.
Ο Επιτάφιος λόγος του Περικλή, γραμμένος για να τιμήσει πεσόντες, δεν παραλείπει να τιμήσει και την πόλη. Γιατί οι πεσόντες, αλλά και οι τιμώντες, ήσαν όλοι τους παιδιά της. Οι πεσόντες, άνδρες αγαθοί, υπεράσπισαν με αυτοθυσία την σπουδαία τους πατρίδα. Κι ευγνώμονες οι επιζώντες, τιμούν την γενναιότητα και παρακινούν στην έντιμη ζωή, και στην αφοσίωση προς την πατρίδα, ως όρο όλβιου θανάτου και φωτοδότριας ζωής.
Εμείς εδώ, σήμερα, πώς να κρίνουμε τις παιδευτικές πολιτικές που κάθε τόσο εξαγγέλλονται; «ό,τι του φανεί του λωλοστεφανή»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου