Καταπιανόμαστε με τον θάνατο άλλοτε σαν ένα ζήτημα γενικό, σαν να μην μας αφορά, κι άλλοτε σαν ένα ζήτημα άκρως προσωπικό. Σαν ερευνητές και σαν μελετητές του θέματος είναι σαν να θέλουμε να τα μάθουμε, να τα καταλάβουμε και να τα διδάξουμε όλα για τον θάνατο. Αλλά σαν πρόσωπα που μας αφορά «το γεγονός του θανάτου μας», ψάχνουμε να βρούμε πώς θα τον «διαχειριστούμε», πώς θα σταθούμε μπροστά σ' αυτόν. Σ' αυτό που, κάποια στιγμή, θα είναι γεγονός και για εμάς.
Θα μπορούσαμε να μιλάμε για όλες τις δυνατές εκδοχές νόησης κι έκφρασης επί του θέματος, αλλά πάντα θα εννοούμε ένα πράγμα: Την αγωνία μας για το θάνατό μας. Κάποιος άλλος το λέει πιο άμεσα κι απλά, εκλαϊκευμένα, κατανοητά, απερίφραστα. Κι είναι αυτή η διατύπωσή του -η τοποθέτηση (για το θάνατο) ενός αρθρογράφου, από αυτούς που σκέφτονται διαφορετικά (βλ. http://www.protagon.gr/apopseis/blogs/44341222722-44341222722)- ο λόγος που γράφεται τούτο το σημείωμα. Είναι η φράση: «Η μαγκιά είναι όμως να βρεις τι σημαίνει για σένα ο θάνατος. Για τη δική σου συνείδηση και τη δική σου ζωή. Να σιγουρευτείς κάποια στιγμή για τον λόγο που υπάρχεις και να μάθεις το ρόλο σου. Πολλοί προσπάθησαν να δώσουν το μήνυμα αλλά οι μάζες τους αγνοούν».
Πόση αλήθεια να έχει άραγε αυτή η φράση! Πόσος κόπος άραγε καταβλήθηκε για να διδαχτούν και να σκεφτούν οι άνθρωποι, για να φιλοσοφήσουν, να διαλογιστούν, να συναισθανθούν και να «ωριμάσουν» πνευματικά και ψυχικά οι άνθρωποι, ώστε να αποφασίζουν για την στάση τους σε ζητηματα τόσο σημαντικά όσο το αναπότρεπτο επέκεινα;
Όταν το ερώτημα για τον θάνατο, γίνεται «επαγγελματικά», γενικά και αόριστα, η επαγγελματική μας ενασχόληση μ' αυτό, ασφαλώς μπορεί να γεμίσει σελίδες, και να φέρει στην βιβλιοθήκη μας τίτλους συγγραμμάτων, και εκδοτικά συμβόλαια και ασφαλώς χρήμα. Αυτή η ενασχόληση, και η λεπτοδουλειά στις φράσεις, και τα λογικά προηγούμενα και επόμενα, τις υπερκείμενες και τις υποκείμενες, όλα αυτά μπορεί να είναι άψογα δομημένα νοητικά εφευρήματα, αλλά η ζωή που κρύβουνε μέσα τους, είναι μόνο εκείνου που τα επινόησε και τα διατύπωσε. Ελάχιστη πληροφορία όλα αυτά μπορούν να προσφέρουν στον οποιονδήποτε άλλον, για την δική του ζωή και τον δικό του θάνατο. Κι όταν αποφασίσει να τον σκεφτεί και να τον διαχειριστεί, ελάχιστη καταλυτική βοήθεια θά βρει έξωθεν. Όλα εκεί έξω, θα είναι ψυχρά. Ψυχρά κι ακατανόητα.
[Μα αν αποφασίσουμε να αναλογιστούμε τον ρόλο μας σε όλα αυτά, θα πρέπει, επίσης, να λογαριάσουμε και την συμμετοχή μας στην δημιουργία, την γένεση της ζωής μας, και την δυνατότητά μας να αναιρέσουμε την... αναίρεσή της. Αλλά αυτά, είναι πολύ ψιλά γράμματα, για τον σύγχρονο άνθρωπο που νομίζει πως, αφού όλα τα θέλει, τότε όλα τα μπορεί, και όλα θα τα τολμήσει. Σίγουρα θα ανακαλύψει πως δεν είναι έτσι ακριβώς τα πράγματα, κι είναι καλό να το ανακαλύψει εγκαίρως ώστε να μην έχει χάσει ή καταστρέψει όλα εκείνα που θα μπορούσαν να δίνουν χαρά και νόημα στην ζωή του. Και αξία στον αναπότρεπτο και μοναδικό θάνατό του].
Γιατί αν ο άνθρωπος δεν αντιληφθεί τα όρια και την ουσία της ύπαρξής του, δεν θα σκεφτεί ποτέ τί θα γίνει την ώρα που δεν θα υπάρχει. Ή τι θα ήθελε να έχει πράξει, μέχρι την ώρα αυτή. Ή ποιός θα ήθελε να έχει υπάρξει μέχρι την ώρα αυτή. Ή τί δεν θα ήθελε να έχει πράξει μέχρι την ώρα αυτή. Και για ποιόν, ή γιατί.
Ο άνθρωπος, που δεν βρέθηκε (από αγάπη κι ενδιαφέρον ή από καθήκον) τρόπος να προβληματιστεί, μπορεί κάλλιστα να ζει σαν ένα μικρό αγαθό παιδί που δεν ενδιαφέρεται για το αύριο, παρά μόνο για την χαρά της στιγμής. Μήπως αυτό δεν συμβαίνει κάθε μέρα; Πόσοι είναι αυτοί που μας θέτουν τα κατάλληλα ερωτήματα; Πόσοι είναι αυτοί που μας καλούν να στραφούμε σε πράγματα παρόμοια;
Οι κήρυκες της ανοησίας (οι διαφημίσεις στην τηλεόραση) μας καλούν για τούτο και για εκείνο «γιατί έτσι μας αρέσει» ή «γιατί μας αξίζει να χαιρόμαστε περισσότερο»! αλήθεια, γιατί μας αξίζει; τί κάναμε και μας αρμόζει βραβείο; πόσο στοιχίζει; είναι φθηνό! είναι σε δόσεις! ας μην σκεφτόμαστε το αύριο λοιπόν κλπ., κλπ.
Κι ο χρόνος περνάει, με κατανάλωση, με χρέη, με πάμπολλες μικροχαρές των 3 και 13 και 15 ευρώ, και χάνεται ο λογαριασμός και μετά γίνεσαι «η μάζα που αγνοεί» τα μεγάλα και ακανθώδη ζητήματα του ανθρώπου, του αληθώς και δυνάμει πνευματικού όντος.
Αναπόδραστα αναφέρομαι στην εκπαίδευση. Στα σχολεία που παρέχουν χρόνο ενασχόλησης με τούτο και μ' εκείνο και δεν παρέχουν παιδεία. Γιατί η παιδεία δεν είναι το μάθημα της ημέρας, και της χρονιάς, είναι η εμφύσηση από τον δάσκαλο στην κάθε μικρούλα ανθρώπινη ψυχή, της όρεξης για μάθηση. Για μάθηση όλων εκείνων που είναι εργαλεία για δημιουργία.
Αυτός ο δυστυχής, ο κακά αμειβόμενος και μη εκτιμώμενος δάσκαλος, είναι ένας ήρωας που κάθε μέρα αντιμετωπίζει την άγνοια, την άρνηση και την επιθετικότητα των γονέων, οι οποίοι αφήνουν αποκλειστικά στους δασκαλους την διαπαιδαγώγηση και την διδαχή των παιδιών τους. Ο δάσκαλος πάντα του ήταν ένας μικρός κι ανυπολόγιστος ήρωας. Μα οσάκις πίστευε στην αποστολή του, ακόμη κι αν δεν κατείχε τα γράμματα μεταλαμπάδευε τον τρόπο, την αγάπη. Και τότε ο μαθητής του, εύρισκε το δρόμο της γνώσης. Σήμερα, αυτός ο μικρός ήρωας, ο αδύναμος δάσκαλος, πώς να μιλήσει και τί να πρωτοβάλει σε ένα άδειο κεφάλι; Σ' ένα κεφάλι, που κανείς δεν το νοιάστηκε, και δεν φρόντισε να ρίξει μέσα κάποιο φύραμα για να κατατεί δυνατή μια κάποια ζύμωση για την ώρα που θάρθει: την ώρα του δασκάλου.
Στο σχολειό θα βρει κανείς παιδιά που δεν ξέρουν να ακούνε, δεν ξέρουν να απαντούν, παιδιά που πετάνε κάτω τα σκουπίδια τους, που χτυπάνε και σπρώχνουν, που απειλούν. Που χρειάζονται πολλή αγάπη, και ειδική μεταχείριση για να αρχίσουν να αποκρίνονται σαν ανθρώπινα όντα κι όχι σαν θεριά άρρωστα κι ανήμερα. Ο δάσκαλος, τότε γίνεται νοσοκόμος ψυχών, κι οι μαθητές του ειναι οι ασθενείς του.
Στο σχολειό σήμερα, έχει θεσπιστεί και υπάρχει αυστηρό σύστημα αξιών. Πρώτα-πρώτα πρέπει να μην αισθάνονται άσχημα οι ξένοι, γιατί τόσοι που ήρθανε εδώ, κάμποσοι ήρθανε με τα παιδιά τους. Εμείς δεν πειράζει, γιατί είμαστε στον τόπο μας, δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα.
Μετά, για να μην πελαγώνουμε με διαφορές, αφού αυτοί δεν καταλαβαίνουν τα δικά μας, θα διδάσκουμε εμείς στα σχολειά μας μόνο αυτά που καταλαβαίνουν εκείνοι. Έτσι, θα καταργήσουμε την εξέταση της Ελληνικής γλώσσας στα σχολεία. Επί πλέον, θα απαλείψουμε στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, αφού οι ξένοι δεν είναι χριστιανοί και δεν χρειάζεται να τους λέμε για την εθνική μας ιδιοπροσωπία. Κι ας έχει, και ας εξακολουθεί αυτή να έχει, ισχυρούς δεσμούς και επιδράσεις από την χριστιανική διδασκαλία.
Έτσι, σιγά-σιγά κι οργανωμένα κι αδιαμαρτύρητα, θα μεγαλώνουνε «οι μάζες» που δεν θα σκέφτονται για όλα τα άλλα, ούτε και για το θάνατο. Αρκεί να σκέφτονται ποιά χαρά, τους αξίζει περισσότερο, είναι φτηνή και την πληρώνουν για να την έχουν. Όμως, μην το ξεχνάμε: όλα τούτα γίνονται για να μην σκέφτονται οι άνθρωποι τον θάνατο, τον δικό τους! Γι' αυτό και τους εκμαυλίζουν με κάθε λογής παραδείσους, επί τιμή ασφαλώς! Ο θάνατος των άλλων είναι ούτως ή άλλως, εμπόρευμα, κατανάλωση, ατυχία, μακριά από εμάς κλπ.
Οι μισθωμένοι κήρυκες του εκμαυλισμού και της ανοησίας, εκμεταλλεύονται το γεγονός πως ο θάνατος είναι για όλους, κι απλώς διαρκώς αναζητούν τρόπους, ώστε να πείθονται «οι χαζοί» (όπως λένε: οι μάζες) να καταβάλουν σ' αυτούς εφ'όρου ζωής όλα τους τα χρήματα. Οι προσπάθειες εντατικοποιούνται για την αποβλάκωση και όσων ακόμη δεν είναι τελείως χαζοί, από μόνοι τους. Η προσπάθεια που είναι σημαιοφόρος αυτής της εκστρατείας έχει πυρήνα της τα ανθρώπινα δικαιώματα!
Εκείνοι που τα υπερασπίζονται περισσσότερο είναι εκείνοι που τα κατασπαράζουν! Σε καμμιά υπανάπτυκτη κοινωνία δεν μιλάνε για ανθρώπινα δικαιώματα, οι πολίτες της. Αντίθετα, μιλάνε γι' αυτά, όλες οι χώρες που πουλάνε τα όπλα του θανάτου, οι χώρες των σκανδάλων, οι χώρες των εισβολών και των εκκαθαρίσεων! Και μιλάνε για τα ανθρώπινα δικαιώματα που τάχα παραβιάζονται όχι στο εσωτερικό τους, αλλά σε μια τρίτη, ξένη χώρα, που την έχουνε στο μάτι για κάποιο πλουτοπαραγωγικό της -συνήθως- πόρο, ή για μια πολιτική τους αντιπαλότητα.
Η μόνη χώρα που κατηγορείται από τους δικούς της πολίτες, αλλά και τους πολιτικούς της για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ξένων, είναι η πατρίδα μας. Η πατρίδα μας, δυστυχώς εξακολουθεί να διατηρεί από την αρχαιότητα τον μεγαλύτερο εχθρό της: Τον Εφιάλτη. Πάντα υπάρχει κάποιος γι' αυτή την δουλειά. Μπορεί να είναι, ακόμη κι εκείνος που δεν τον βάζει ο κοινός νούς. Πάντοτε όμως αποκαλύπτεται, εκ των υστέρων, από τους καρπούς των έργων του.
Η Ελληνική Πολιτεία και οι θεσμοί της, εδώ και χρόνια, παραβιάζουν συστηματικά και κατάφωρα τα ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων, τους οποίους όχι μόνο καταδυναστεύουν με φόρους και περικοπές των πάσης φύσεως αποδοχών, αλλά τους περιορίζουν ακόμη και τα στοιχειώδη Συνταγματικά υους δικαιώματα. Πώς γίνεται αυτό; Οι πολιτειακοί μας θεσμοί (κυνέρνηση, υπουργείο, αστυνομία κλπ) αφήνοντας -ατιμώρητα κι ανεξέλεγκτα- να δρούν, κάθε τόσο, απειλητικά και εξοντωτικά κουκουλοφόρες παρακρατικές ομάδες κρούσης. Οι ομάδες αυτές, με τις αγριότητές τους, εμποιούν φόβο στην ελεύθερη έκφραση κάθε πολιτικού φρονήματος που δεν συμφωνεί με το φρόνημα αυτών των ίδιων, των λοστοφόρων παρακρατικών ομάδων κρούσης. Αυτών, που συνηθέστατα αποτελούν τους πολιτικούς στρατούς της εκάστοτε εξουσίας. Αυτή είναι η ουσία του φασισμού, κι ας διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους περί του αντιθέτου.
[Γιατί ο φασίστας δεν είναι κάποιος, επειδή εμείς έτσι τον βαφτίσαμε, γιατί μας εναντιώνεται! Φασισμός είναι η βία και η επιβολή ταπείνωσης κι εξευτελισμού, ακόμη κι όταν την μετέρχεται ο καλύτερός μας φίλος! Φασισμός είναι κι η αλαζονεία, η περιφρόνηση, κι η υποτίμηση, όταν κάποιος νομίζει πως είναι καλύτερος, εξυπνότερος, ή ικανότερος, απλά και μόνο γιατί είχε περισσότερες ευκαιρίες και μέσα, που του δώσανε την ευκαιρία να μάθει, να αποκτήσει ή να έχει, και όλα αυτά τα χρησιμοποιεί για να επιβάλλεται. Αυτός, παραβλέπει πως, όλους, μας εξισώνει αναπότρεπτα ο θάνατος, και πως -για τον λόγο αυτόν- θα ήταν καλύτερα να έχουμε μεταξύ μας τουλάχιστον ανοχή, συνεργασία και καλωσύνη!]
Όλα αυτά δεν ερμηνεύονται με καμμία λογική. Όλα αυτά οδηγούν μονάχα στο βιασμό της λογικής των πολιτών, στο βιασμό της παιδείας τους, στο βιασμό
της πολιτικής.
Και μια κοινωνία βιασμένη και κακοποιημένη, ναρκωμένη ζεί κάθε μέρα την θανάτωσή της. Ποιά διανόηση θα την ξε-ναρκώσει, για να της θυμίσει πόσο χαριτωμένος είναι ο άνθρωπος, όταν πράγματι είναι άνθρωπος;
Γιατί ο πραγματικός άνθρωπος, θέλει να είναι αθάνατα τα έργα τέχνης και πνεύματος, κι όχι τα έργα βανδαλισμού, βλακείας και κατανάλωσης. Αυτά είναι από μόνα τους αθάνατα, μόνο όταν είναι κακουργήματα, για να μας θυμίζουν το μέγεθος του διαπραχθέντος εγκλήματος, και του δόλου των δραστών ή της ευηθείας των παθόντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου