Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Η δύναμη του ανθρώπου είναι η σκέψη του και η βούλησή του. Είναι η ελευθερία του


Image result for εικόνες του ασώτου 

Όλα τα μπορώ, μα δεν με συμφέρουν όλα. Όλα τα μπορώ, αλλά δεν θα αφήσω να μ'εξουσιάσουν όλα. Τα πάθη, οι αμαρτίες, οι ασωτίες, τα λάθη.
Γιατί αν προσκολληθώ σε ένα λάθος, είναι βέβαιο, ότι λάθη, ακατάσχετα, θα κάνω, ενώ αν προσκολληθώ σε μια καλή σκέψη, θα φιλτράρω τις παρορμήσεις μου, και θα αποφύγω τα ολέθρια λάθη και πάθη.

Και τούτο μπορώ να το κάνω, γιατί είμαι άνθρωπος, πνευματικό όν, κι όχι ένα άλογο κι ανόητο πλάσμα.

Μα, θα μου πείτε, αυτό εγκυμονεί κινδύνους, για την έκφραση της δημιουργικότητάς μας, και για την αμεσότητα στις προσωπικές μας σχέσεις!

Όχι, μα την αλήθεια, ο αυτοέλεγχος και η πειθαρχία δεν συνιστούν καταστολή των θετικών ενεργειών και των δημιουργικών εκφράσεων. Γιατί, ακόμη κι αν συνιστούν δυσμενείς και στενόχωρες προς στιγμήν προσωπικές καταστάσεις, αυτό δεν είναι αρνητικό για τη συνολική έκβαση των δράσεών μας.

Εξ άλλου, ο καθένας μας μια μονάχα ζωή έχει, κι αν αυτή την δαπανήσει σε αυθόρμητες και παρορμητικές δράσεις, εκφράσεις κι ενέργειες, πότε θα βρεί τον καιρό για να πραγματοποιήσει και κάποιο «μεγάλο» έργο(ι), όπως η αυτοσυνειδησία και η αρετή του; Η εντιμότης και η θέωσή του;

Στην «παραβολή του ασώτου» (σημερινή Ευαγγελική περικοπή) διαβάζω ότι η αρχή του κακού γίνεται από την στιγμή που ο άνθρωπος «αποφασίζει να ξεχωρίσει»(ιι). Από την στιγμή που «παίρνει τα μπογαλάκια του» και αποχωρίζεται από τους «δικούς του». Αποχωρίζεται με σκοπό την ικανοποίηση των επιθυμιών κι επιδιώξεών του για ατομικήν τέρψη και διασκέδαση.

Ο αποκομμένος άνθρωπος, αφού δαπάνησε το έχειν του, θυμήθηκε την θαλπωρή της εστίας του και με πόνο την αναζητά. Κι αποφασίζει να επιστρέψει. Και να ενταχθεί ξανά, εκεί, στην εστία του, γιατί ξέρει πως εκεί τον αγαπούν, και πως εκεί έχει η ψυχή του όλα τα αγαθά. Αποφάσισε έτσι, «ελθών εις εαυτόν»(ιιι). Δηλαδή αποφάσισε να επιλέξει την επιστροφή στην «πατρική εστία», αφού κατάλαβε πως είχε πολύ λαθέψει, είχε εντελώς αποτύχει κι είχε απολύτως στερηθεί την πατρική αγκάλη και προστασία. Δηλαδή, αποφάσισε, αφού ένιωσε πως όλα τούτα ήταν πλάνη κι άσκοπη περιπλάνηση σ' ένα κόσμο αφιλόξενο και σκληρό, όπου πλεόναζαν η γύμνια, η πείνα και η μοναξιά.

Τί θαύμα η επάνοδός του! Ο πατέρας που από μακριά τον είδε να ξανάρχεται, τον καλοδέχεται, τον «καταφιλεί» κι οργανώνει μεγάλη γιορτή για τον γυρισμό του. Κι αυτός συντετριμμένος, προσπέφτει και με μια κουβέντα ζητάει την άφεση για την άσκεφτη απόφασή του: «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου»!(ιν)

Είναι δική του η απόφαση για μετάνοια και επιστροφή. Και είναι μεγάλη η δύναμη που έχει το «Όχι» το δικό του. Γιατί όσο μεγάλο κακό κι αν είναι η πτώση, τόσο χειρότερο είναι όταν δεν προσπαθείς να σηκωθείς.

Η χαρά της πατρικής εστίας(ν), κι η ευτυχία της αγάπης του Κυρίου δεν μπορεί να σπιλωθεί από καμμιά ζήλεια, φθόνο, σύγκριση, προτίμηση ή παράπονο. Γιατί η αγάπη του Κυρίου για τα δημιουργήματά του είναι άπειρη και η χαρά που γεννά η επιστροφή καθενός μας, από την «ασωτία», είναι Λαμπρή για την πατρική εστία. Κι όσοι βρίσκονται μέσα σε αυτήν και γεύονται όλα τα αγαθά της αγάπης του Κυρίου, πρέπει να χαίρονται και σε κάθε τέτοια επιστροφή.

********************

Επιστολή Παύλου, Α'Προς Κορινθίους κεφ. στ'εδ. 12-20

12 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος. 13 τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει. τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι· 14 ὁ δὲ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. 15 οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; μὴ γένοιτο. 16 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν; ἔσονται γάρ, φησίν, οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν· 17 ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι. 18 φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει. 19 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ῾Αγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; 20 ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ.

Ευαγγέλιον κατά Λουκάν, κεφ. ΙΕ'εδ. 11-32

11 Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. 12 καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. 13 καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 14 δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. 15 καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. 16 καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. 17 εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! 18 ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. 19 οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. 20 καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. 21 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. 22 εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε (νι)τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, 23 καὶ ἐνέγκαντες (νι)τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, 24 ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 25 ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, 26 καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο (νιι) τί εἴη ταῦτα. 27 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. 28 ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. 29 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· 30 ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. 31 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· 32 εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.


Υπόμνημα:
ι) Υποσημειώνεται εδώ η ανάγκη για αναζήτηση ή προσδιορισμό του νοήματος, του σκοπού, δηλαδή, της ζωής του ανθρώπου

ιι) Η φράση «διείλεν τον βίον» σημαίνει ξεχώρισε, αποχωρίστηκε για να ζήσει χωριστά, μακριά, από τους οικείους του. [Ο τύπος διείλεν είναι αόριστος του ρήματος διαιρώ! Να, οι αρχικοί χρόνοι: ενεστώς διαιρώ, παρατατικός διήρουν, Μέλλων διαιρήσω, Αόριστος διείλον, Παρακείμενος διήρηκα, Υπερσυντέλικος διηρήκειν].
ιιι) Η φράση «ελθών εις εαυτόν», που υποδηλώνει την πνευματική εστίαση και  συγκέντρωση στην ουσία των πραγμάτων, χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα. Λέμε, «ήρθε στα συγκαλά του», δηλαδή, συνειδητοποίησε. Για το αντίθετο, λέμε «βγήκε από τον εαυτό του», δηλαδή άλλαξε, έδειξε αλλιώτικος. Ενώ,  σε ακραίες περιπτώσεις λέμε «βγήκε από τα ρούχα του» και τότε σημαίνει ότι έγινε έξαλλος, εξοργίστηκε, παραφέρθηκε.
ιν) «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου!» Είναι μια Ευαγγελική ρήση, που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται αυτούσια, με τον ίδιο τρόπο, και με την ίδια ακριβώς έννοια! Έτσι. Όπως και η φράση του σταυρωμένου ληστή: «Μνήσθητί μου Κύριε!». Και οι δυο αυτές φράσεις γίνονται  ταυτόχρονα και ικεσίες, κλειδιά για τον Παράδεισο!
ν) Με τον όρο «πατρική εστία» νοούμε την διδασκαλία του Χριστού και την εν Χριστώ ζωή. Γιατί η αγάπη του Χριστού είναι εστία για όλους μας, και λιμήν προστασίας, και φώς που φαίνει τοις πάσι! Είναι η ειρήνη ημίν, η αλήθεια και η ζωή!
(νι) ἐξενέγκατε/ἐνέγκαντες.  Ερμηνευτικά και γραμματικά: πρόκειται για τύπους του ρήματος εκ+φέρω, και φέρω. Το ρήμα τούτο όσο απλό μας φαίνεται σήμερα, τόσο ασυνήθιστα σχηματίζει -στην αρχαία ελληνική γλώσσα- τους χρόνους του. Ιδού: ενεστώς φέρω/εκφέρω, παρατατικός έφερον/εξέφερον, Μέλλων οίσω/εξοίσω, Αόριστος ήνεγκον/εξήνεγκον [προστακτική: ενέγκατε/εξενέγκατε και μετοχή αορίστου ενέγκαντες/εξενέγκαντες], Παρακείμενος ενήνοχα, Υπερσυντέλικος ενηνόχειν.
(νιι) ἐπυνθάνετο (=ζήτησε, ρώτησε για να μάθει). Το ρήμα τούτο δεν σώζεται αυτούσιο στην καθημερινή μας επικοινωνία. Μας έχει αφήσει όμως κάποιους εξαιρετικά ενδιαφέροντες τύπους: πρόκειται για τους τύπους πυστός (=γνωστός) και περίπυστος (=ξακουστός), έκπυστος (=γίνομαι αντιληπτός, με πήραν είδηση), καθώς και διάφορους άλλους παρόμοιους τύπους, όπως: πεύσις και πύστις (=ερώτηση, πληροφορία), πευστέον, πύσμα (=ερώτηση που έχει ανάγκη από απλή και σύντομη απάντηση), πυσματικός, πευθήν-ήνος (=αυτός που ζητάει πληροφορίες, κατάσκοπος, ρεπόρτερ). Περαιτέρω, ιδού ο σχηματισμός των χρόνων του ρήματος: ενεστώς πυνθάνομαι, παρατατικός επυνθανόμην, Μέλλων πεύσομαι, Αόριστος επυθόμην, Παρακείμενος πέπυσμαι, Υπερσυντέλικος επεπύσμην].

Σημείωση
Αφορμή για τις σκέψεις αυτές, έλαβα από τα Αναγώσματα τούτης της Κυριακής. Της Κυριακής του Ασώτου. Άσωτος, είναι ο μη δυνάμενος σωθήναι, δηλαδή ο αμετανόητος! Κι αμετανόητος μπορεί να σταθεί ο καθένας μας, ανά πάσα στιγμή, σαν τύχει να σφάλλει και ν' αμαρτάνει! Και για τούτο, έχει μεγάλη σημασία κι αξία, να γνωρίζουμε την δύναμη της σκέψης και της βούλησής μας. Την δύναμη της ελευθερίας μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου