(...) «Μὰ γιατί τόσος συντηρητισμός; Οἱ γλῶσσες ἐξελίσσονται!», λένε οἱ ὁπαδοὶ τοῦ μονοτονικοῦ.
i) Ναί, ἐξελίσσονται, ἀλλὰ ὄχι μὲ διατάγματα χάριν «τῆς κονόμας» καὶ εἰς βάρος τῆς ἴδιας τῆς γλώσσας. Καὶ οὔτε ἀπὸ τὴν μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη. Ἂς μᾶς ποῦν, ὑπάρχει κανένα σπουδαῖο κείμενο νεοελληνικῆς γλώσσας ποὺ νὰ γράφτηκε στὸ μονοτονικὸ ἀπὸ κανένα μεγάλο νεοέλληνα συγγραφέα πρὶν τὴν ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικόῦ; Δὲν ὑπάρχει. Κανεὶς ποιητής, κανεὶς συγγραφέας μεγάλος, δὲν καταδέχθηκε νὰ «εἰσάγει» καὶ νὰ προωθήσει τὸ μονοτονικὸ πρὶν τὸ 1982. Δηλαδὴ ἐπρόκειτο γιὰ μιὰ πολιτική, οἰκονομίστικη, ψευτοπροοδευτικὴ ἀπόφαση ὑποστηριζόμενη ἀπὸ τοὺς μεγαλέμπορες τοῦ τύπου. Ἄλλωστε, καὶ μετὰ το 1982 οἱ μεγάλοι ποιητές, π.χ. Ἐλύτης, οὐδέποτε ἔγραψαν στὸ μονοτονικό. Δὲν ἦταν τὸ μονοτονικὸ ένα ἐπίτευγμα τοῦ γραπτοῦ λόγου, μὲ καρποὺς πνευματικούς, ὥστε νὰ δικαιολογεῖται ἡ εἰσαγωγή του. Ἦταν μιὰ πρόταση ἀκαδημαϊκή.
ii) Δὲν ὑπάρχει λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο μιὰ περιστασιακὴ κοινοβουλευτικὴ πλειοψηφία διάρκειας 4 ἑτῶν μπορεῖ νὰ κάνει ὅ,τι τῆς καπνίσει καὶ νὰ διαγράφει ἱστορία 2000 χρόνων μέσα στὰ μαῦρα μεσάνυχτα. Τὸ ὅτι ἔχουμε «δημοκρατία», δὲν σημαίνει, ὅτι ἡ πλειοψηφία μπορεῖ νὰ ἀποφασίζει γιὰ κάθε ζήτημα. Δηλαδή, ἂν λ.χ. ἡ πλειοψηφία ἀποφάσιζε ὅτι καταργοῦνται τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, θὰ ἦταν σωστὴ καὶ δημοκρατικὴ ἡ ἀπόφασή της, ἁπλῶς ἐπειδὴ τὴν ἔλαβε ἡ πλειοψηφία; Ὄχι βέβαια. Ἐπιπλέον, αὐτοὶ οἱ βουλευτὲς ἦταν δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί, κ.ἄ. Δὲν ἦταν λογοτέχνες, δὲν ἦταν φιλόλογοι. Ἀδιαφοροῦσαν καὶ εἶχαν ἄγνοια γιὰ τὴ γλώσσα, ὅπως κι ἕνας φιλόλογος ἀδιαφορεῖ ἢ ἔχει ἄγνοια γιὰ τὴν ἰατρική. Οἱ μόνοι ποὺ ἔχουν δικαίωμα νὰ ἀλλάζουν τὴ μορφὴ τῆς γλώσσας, εἶναι οἱ λογοτέχνες. Κάθε ἄλλου εἴδους παρέμβαση εἶναι φασιστική, διότι τὸ Κράτος παρεμβαίνει στὴν ἐλεύθερη διαμόρφωση τῆς γλώσσας. Καὶ ἡ γραπτὴ γλώσσα διαμορφώνεται ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὴν γράφουν καὶ ὄχι ἁπλῶς τὴν γράφουν, ἀλλὰ ἀποδίδουν στὸ λαό τους λογοτεχνικὰ ἔργα. Οἱ ἀκαδημαϊκοὶ δὲν εἶχαν κανένα δικαίωμα περισσότερο ἀπὸ τοὺς λογοτέχνες. Ἐὰν οἱ τελευταῖοι, δεκαετίες πρὶν ἐπιβληθεῖ τὸ μονοτονικό, εἶχαν ἀρχίσει νὰ ἐγκαταλείπουν τὸ πολυτονικὸ καὶ ἔγραφαν στὸ μονοτονικό, τότε ἡ γνώμη τους θὰ μετροῦσε καταλυτικά, διότι οἱ λογοτέχνες εἶναι οἱ καλλίτεροι καὶ ἐγκυρότεροι χρῆστες μιᾶς γλώσσας. (Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἀμόρφωτο ὁ ὁποῖος ξέρει ἴσα-ἴσα νὰ διαβάζει, καὶ σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἀκαδημαϊκό, ὁ ὁποῖος ἁπλῶς μελετᾶ τὴ γλώσσα, οἱ λογοτέχνες ἔρχονται σ’ ἐπαφὴ καθημερινὰ μαζί της). Αὐτὸ, ὅμως, δὲν συνέβη, πρᾶγμα ποὺ σημαίνει, ὅτι ἡ ὅλη κίνηση γιὰ μονοτονικό, ἦταν τεχνητή, ἀπὸ ὁρισμένους πανεπιστημιακοὺς καὶ κατ' ἐπάγγελμα προοδευτικοὺς ποὺ κάθονται στὶς ἔδρες τους καὶ κατεβάζουν ἰδέες - ἢ μᾶλλον ἀντιγράφουν ἰδέες – καὶ βοηθούμενη ἀπὸ τοὺς ἐκδότες ἐφημερίδων, οἱ ὁποῖοι χρησιμοποιῶντας τὸ μονοτονικό, θὰ κέρδιζαν περισσότερα χρήματα.
Τὸ θέμα τῆς ἐλεύθερης διαμόρφωσης, δίχως κρατικὴ παρέμβαση, τῆς ὀρθογραφίας ἔχει σημασία, γιατὶ οἱ μονοτονιστὲς συνεχῶς (τὸ συκοφαντικὸ ἐπιχείρημα ξανά "πολυτονικὸ = καθαρεύουσα") λὲνε ὅτι ἡ ἱστορικὴ ὀρθογραφία καὶ οἱ τόνοι εἶναι προϊὸν ἀντιδημοκρατικῆς νοοτροπίας, συντηρητισμοῦ κ.λπ. Τὸ πολυτονικὸ δὲν τὸ ἐπέβαλε κανείς, κανὲνα κράτος: τὸ υἱοθέτησαν ὅσοι ἔγραφαν τὴν ἑλληνικὴ μεταξὺ 2ου καὶ 9ου αἰ. Κρατιστὲς καὶ ὁπαδοὶ τοῦ "ἀποφασίζομεν καὶ διατάσσομεν" εἶναι ὅσοι λύνουν γλωσσικὰ ζητήματα μὲ ἐγκυκλίους καὶ νόμους.
Οἱ μονοτονιστὲς παρουσιάζουν μιὰ μυριάδα γλωσσολόγων οἱ ὁποῖοι (ὑποτίθεται ὅτι) ὑποστήριζαν τὸ μονοτονικὸ πρὶν τὸ 1982. Καταρχὴν λένε τὴ μισὴ ἀλήθεια. Γιατὶ ὁ Βιλάμοβιτς δὲν ὑποστήριξε ὅτι οἱ σύγχρονοί του Ἕλληνες πρέπει νὰ υἱοθετήσουν τὸ μονοτονικό, ἀλλὰ οἱ μαθητὲς Γερμανοί.
Ὁ Χατζηδάκις ὑποστήριξε πάλι ἁπλῶς ὅτι πρέπει ἡ διδασκαλία τοῦ τονισμοῦ νὰ γίνεται στὸ γυμνάσιο καὶ ὄχι στὸ δημοτικό, ὄχι ὅτι οἱ τόνοι πρέπει νὰ καταργηθοῦν. Ἀλλά, ὅπως ὁ πόλεμος εἶναι πολὺ σοβαρὴ ὑπόθεση γιὰ νὰ τὸν ἀφήσουμε στοὺς στρατιωτικούς, ἔτσι καὶ ἡ γλώσσα εἶναι πολὺ σοβαρὴ ὑπόθεση γιὰ νὰ τὴν ἀφήσουμε στοὺς γλωσσολόγους. Οἱ τελευταῖοι μποροῦν νὰ μιλήσουν γιὰ τὴ γλώσσα, ὄχι νὰ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ γνώμη τους εἶναι ὑπεράνω ὅλων σὲ θέματα ὅπως τὸ πολυτονικό. Γιατὶ ἡ ἐπιστημοσύνη τους - αὐτῶν τῶν συγκεκριμένων - οὔτε ὑπεράνω τῆς ζωῆς (δηλ. τῆς γραφῆς ὅπως τὴν διαμόρφωσαν οἱ λογοτέχνες) εἶναι οὔτε πολιτικῶς οὐδέτερη καὶ ἀντικειμενική.
iii) Ἐπιπλέον, εἶναι παράξενο, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ Ρῶσσοι ἄφησαν τὴ γραπτὴ γλώσσα τους ἀνέπαφη, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ Ἄραβες, οἱ Κινέζοι, οἱ Ἰνδοί, οἱ τεχνολογικῶς προηγμένοι Ἰάπωνες (ὁπότε δὲν ὑπάρχει ἡ δικαιολογία ὅτι τάχα «μόνον ὑπανάπτυκτοι δὲν μεταβάλλουν τὴ γλώσσα τους») δὲν διανοοῦνται νὰ ἀλλάξουν τίποτε ἀπὸ τὸ γραπτὸ λόγο, νὰ καταστρέφουμε τὴ γλώσσα μας, νὰ χωρίζουμε τὴ λογοτεχνία μας καὶ τὴ φιλολογικὴ παραγωγὴ 3000 χρόνων σὲ «πρὸ 1982» καὶ «μετὰ 1982» κάνοντας ἀκόμη δυσκολότερη τὴν ἀνάγνωση στὸ πρωτότυπο τῶν ἀρχαίων, μεσαιωνικῶν καὶ νεότερων κειμένων μας (καὶ ἡ ἐπαφὴ μὲ τὸ πρωτότυπο σημαίνει ὅτι δὲν χρειαζόμαστε τοὺς «μεςάζοντες» ποὺ ἴσως τὸ διαστρεβλώνουν).
Μόνο λαοὶ σὰν τοὺς Τούρκους μποροῦν (προφανῶς ἐξαιτίας τῆς τόοοοσο τεράστιας λογοτεχνικῆς παραγωγῆς ποὺ ἔχουν), νὰ ἀλλάξουν ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἀλλη τὴ μορφὴ τῆς γραπτῆς γλώσσας τους. Ἐμεῖς ὅμως δὲν ἔχουμε ἱστορία 1000 χρόνων. Εἶναι ντροπή, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ ξένοι διατηροῦν ἀκόμη καὶ τὴ δασεία ( ῾ ) ὡς h- ἢ s- (π.χ. harmony, hellas, history), ἐμεῖς νὰ τὰ θεωροῦμε ὅλα αὐτὰ «βαρετά», «δύσκολα», «ἄχρηστα».
Προφανῶς γιὰ τοὺς Κινέζους, τοὺς Ἰάπωνες καὶ τοὺς Ρώσσους ποὺ δὲ σκοτίζονται, ὅπως ὁ Γληνός, νὰ μποῦν "στὴν εὐρωπαϊκὴ οἰκογένεια", ἡ ἀντι-οικονομικότητα τῆς γραφῆς τους, οὔτε πρόβλημα εἴναι, οὔτε ντροπή.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου