Oι μέρες περνάνε και η διυλιστική σκέψη γίνεται εμμανής.
Τα επιχειρήματα σθεναρά και για τις δυο επιλογές. Σκανδαλιστικά και ακανθώθη τα ερωτήματα.
Η αβεβαιότητα εκατέρωθεν εξασφαλισμένη.
Τί το άνθρώπινο άλλωστε έχει κάποια βεβαιότητα; μόνη βεβαιότητα η αβεβαιότητα!
Το διακύβευμα στις μέρες μας είναι ένα:
Η ελευθερία επιλογής (μέσα στην επιλογή είναι και η άρνηση, δηλαδή η απόρριψη).
Εμείς λοιπόν οι Έλληνες, ιστορικά, παραδοσιακά, εθνικά, έχουμε στο μυαλό και στην ψυχή μας μια
σπίθα: να εξωτερικεύουμε δυνατά κάθε μας έκφραση και να θυμόμαστε τα δικαιωμένα περασμένα. Να δρούμε, να πονούμε, να βοηθούμε, να αγαπάμε, να χαρίζουμε, να ξεχνιόμαστε, να ριχνόμαστε αυτοθυσιαστικά στο καθήκον και στην προστασία της υπέρτατης αξίας μας, να αγαπάμε τα παιδιά μας τόσο πολύ που μπορεί και να τα σκάσουμε στην αγκαλιά μας. Να αγαπάμε τόσο πολύ ώστε να παρεμβαίνουμε απρόσκλητοι για να βοηθήσουμε. Να αφήνουμε τη δουλειά μας για να δεχτούμε το μουσαφίρη, τον ξένο. Να συντρέχουμε τον πονεμένο και τον φτωχό.
Έχουμε και τη σπίθα (κοιμισμένη τώρα, βρίσκεται στη χόβολη της εθνικής μας μνήμης και ψυχής) να
πιστεύουμε στο Χριστό. Γιατί η διδασκαλία του Χριστού,
είναι φώς και αγάπη, σαν τον ήλιο και σαν τις πέτρες στ' ακρογιάλι. Που στρογγυλέψανε από την τριβή του νερού και την τριβή μεταξύ τους. Κι οι αιχμές τους γενήκανε κορυφώματα και κοιλώματα. Έτσι οι δοκιμασίες της ζωής στρογγυλεύουνε τον περήφανο, λιώνουν τον αλαζόνα, εξαφανίζουν και κατακρημνίζουν τον τεράστιο, αν θυμηθούμε και το ποίημα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (Ο Βράχος και το κύμα) που μικροί μαθητές απαγγέλλαμε στις γιορτές της παλιγγενεσίας μας.
Η ελευθερία της ψυχής και της σκέψης κινεί κάθε μας δημιουργική πνοή. Γιατί η ελευθερία, σε τούτα τα χώματα γεννήθηκε, εξαπλώθηκε, διδάχτηκε, γίναν αγώνες γι' αυτήν, χαρίστηκαν ζωές για να ανθίσει και χύθηκαν ποτάμια τα αίματα για να τη θρέψουν. Και τούτα δεν είναι μύθοι, κι ας λένε πολλοί της αριστεράς. Τίποτα δεν χαρίστηκε σε τούτον τόπο, και σε κάθε τόπο με μακραίωνα πολιτισμό και ιστορία.
Τίποτα δε χαρίζεται στη ζωή. Αντικαταβάλλεται. Μας στέρησε τη συναίσθηση τούτη,
ο επίπλαστος πλούτος, η κατανάλωση και η ηδονοθηρία που σιγά σιγά κι ανεπαίσθητα κατέστη η κυρίαρχη ιδεολογία και κοινωνική μας φιλοσοφία. Τα ακριβά αυτοκίνητα που πήραμε με δάνεια, τα κρύσταλλα και τα χρυσά γιορντάνια της επίδειξης. Και νομίσαμε πως ελευθερία ήταν η ταχύτητα, κι η γυαλάδα. Μα όλα τούτα μας καταστρέψανε. Τρακάραμε, γρατζουνίστηκε το βαρύτιμο αμάξι και ξέφτισε η ομορφιά του. Σπάσανε τα γυαλικά, και τα χρυσά γιορντάνια δεν έχουνε ακόμα αποπληρωθεί.
Τούτη η εποχή, είναι σκληρή, γιατί πρέπει συνειδητά να επιλέξουμε, συνειδητά να σταθούμε,
να ζυγιάσουμε και να μετρηθούμε με τις επιλογές μας. Να «εξομολογηθούμε» μπροστά στον καθρέφτη, ενώπιον του εαυτού μας και του μέλλοντος των Ελλήνων, και να αναλογιστούμε, όλοι εμείς (η γενιά του πολυτεχνείου και οι πολιτικοί της μεταπολίτευσης), αν επί τέλους θα κρίνουμε εντίμως τα πεπραγμένα μας ή όχι.
Πολύ αγωνίστηκε τούτη η γενιά για ν' αποφύγει κάθε αξιολόγηση, κάθε έλεγχο των έργων και των λόγων της, και κάθε συνέπεια των επιλογών της. Αρνήθηκε με σοφιστείες, με προφάσεις, με αγώνες αυθαιρεσίας, με δεσποτισμό στη συμπεριφορά και βαρβαρισμό στο ήθος. Με θεό της τον ορθό λόγο, και τη δικαιοσύνη όπως αυτή την αντιλαμβάνεται, περιφρόνησε τους θεούς των άλλων, προσέβαλε τις απόψεις των άλλων, και το νόημα της ζωής των άλλων. Επέβαλε τον δικό της πολιτικό μονοθεϊσμό, της ελευθερίας στην ανεξέλεγκτη ασυδοσία.
Εκμαυλισμένη από την
παντοδυναμία του πολύ σπουδαγμένου μυαλού της, ξύπνησε για τα καλά από τους φωταδιστές της δύσης, και άκριτα τους μιμήθηκε. Παγκοσμιοποιήθηκε πως τάχα αυτή η ίδια θα κυριαρχήσει. Υποταγμένη στην αχόρταγη δίψα για υπεροχή, επιφάνεια, πλούτο, ηδονή και ακόρεστη αρχομανία, τα θεοποίησε όλα τούτα κι έγινε ακούραστος υπηρέτης τους.
[Στιγμή δεν κατάλαβε πως όλα τούτα ήταν η
επανάσταση ενός μικρού παιδιού, που κάποιος εχθρευόταν το γονιό του, και το καλούσε να ξεκολλήσει από τις ρίζες του, να κάψει το σπίτι του, και να υποταχτεί-εύκολο θύμα κι άθυρμα- στις εντολές ένός άστοργου δεσπότη. Του δεσπότη του εύκολου κέρδους, της κτήσης χωρίς κόπο, της απόλαυσης χωρίς όριο. Της ματαιοδοξίας και της κενοδοξίας.]
Και ξέχασε πως η συνολική ματιά στον κόσμο δεν ανήκει στον άνθρωπο, γιατί ο άνθρωπος ανήκει σε άλλη κλίμακα. Και γιατί κάθε παγκόσμιο πρόγραμμα που φτιάχνει ο άνθρωπος, μπορεί να χαλάσει, επειδή υπάρχει και ένας άλλος άνθρωπος, με τη δική του δύναμη φωνής, απόφασης, αντίρρησης, αντίδρασης και αντίθετης δράσης.
Η νέα γενιά, που δημιούργησε τη μεταπολιτευτική Ελλάδα, που κυβέρνησε και χρεωκόπησε τις συνειδήσεις και τον τόπο, ξέχασε την ατομική ευθύνη του καθενός μας, για όσα μόνο ο ίδιος μπορεί και πρέπει να κάνει, για τον εαυτό του και για τους άλλους. Κι ανέθεσε σε τρίτους, να κάνουν τη δουλειά της. Για τον εαυτό της φρόντισε -με νόμους- να μην ευθύνεται για τίποτε.
Η γενιά αυτή, που διαγκωνίστηκε στους διαδρόμους της εξουσίας,
αλλάζοντας κάθε τόσο πολιτικά πόστα και πιστεύω, πάντα είχε τον τρόπο να πορίζεται τον επιούσιο χωρίς να κουνήσει ούτε το δαχτυλάκι της. Απασχολημένη μονίμως με την εξουσία, τις μπίζνες, τις επιδείξεις και τις κοσμικότητες. Τη διαχείριση και τις προμήθειες, νόμιμες και μη.
Τώρα λοιπόν, είναι καιρός.
Μείναμε μόνοι, ανάμεσα στα ερείπια. Υπόλογοι των πράξεών μας και των συνεπειών τους, και πρέπει να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας. Ο καθένας στο βαθμό που του αναλογεί.
Τί κρίμα, τα παιδιά μας να καταλαβαίνουν αυτά τα πράγματα, καλύτερα από εμάς τους ίδιους! Τουλάχιστον υπάρχει ελπίδα.
Τώρα που όλες οι
μάσκες της φανταχτερής ευημερίας πέσανε, κι όλες οι καταναλωτικές κατακτήσεις αναιρούνται, τώρα που ακόμη κι οι ψυχικές καταθέσεις όλων ημών, των πλανεμένων υποστηρικτών της καταναλωτικής ευημερίας και των δανεικών, θα συμμετάσχουνε στην «ανασύνταξη», καιρός είναι να κοιτάξουμε πίσω, και να ελέγξουμε τα βήματα που κάναμε ως τώρα. Και γι' αυτό, καθώς ξανά μας καλούν οι
σειρήνες, φρόνιμα ας δεθούμε στο κατάρτι για να μην ακολουθήσουμε τις
ανούσιες προσκλήσεις υποταγής και τα εκμαυλιστικά θέλγητρα της δανεικής ευημερίας. Κανένα λάθος στη ζωή δεν διορθώνεται με τη γομολάστιχα. Αυτό γίνεται μόνο στα λάθη της γραφής με μολύβι, δηλαδή στα σχεδιαστικά λάθη, και στα παιδικά λάθη. Για οποιοδήποτε άλλο λάθος γραφής, η διόρθωσή του θ' αφήσει τα σημάδια της στο χαρτί. Έτσι και η ανασύνταξή μας, αν δεν αφήσει παιδαγωγικά σημάδια στις ψυχές και στις συνειδήσεις μας, στη διάθεση και την συμμετοχή για την ανασύνταξή μας, δεν θα έχουμε μάθει τίποτε. Δεν θα έχουμε ωριμάσει και δεν θα σταθούμε ικανοί να αποφασίζουμε για τη ζωή και τη χώρα μας.
Έγραφα τις προάλλες πως είναι έωλο το δίλημμα της Κυριακής. Μα έωλη είναι και η κατάσταση που βρισκόμαστε. Αλλά επειδή
ο πολεμιστής, πρέπει να πολεμάει με ότι έχει, ενάντια σε ό,τι τον απειλεί, πρέπει κι εμείς, σήμερα, να αγωνιστούμε ενάντια σε κάθε απειλή εναντίον μας, με τα μέσα που διαθέτουμε.
Ας αναλάβει ο καθένας μας, την ευθύνη και την υποχρέωση που του αναλογεί και ας συμμετέχει με όλες του τις δυνάμεις. Δεν μπορούμε πια ν' αφήνουμε την ουρά μας απέξω, ούτε να κοιτάζουμε αφ'υψηλού τα αταίριαστα για τα (τρανά) μέτρα μας ταπεινά μέσα. Ούτε μπορούμε, με «άκυρες» και «λευκές» αποστάσεις να αφήνουμε την απόφαση σ'εκείνους που προσδοκούν κέρδος από την απουσία μας.
Υστερα από όλα τα παραπάνω, και κυρίως ύστερα από το προηγούμενο σημείωμά μου, πρέπει να αναλάβω την ευθύνη της απόφασής μου. Και κυρίως
να καταργήσω για τον εαυτό μου την πολυτέλεια της ανέξοδης ρητορικής και να αναιρέσω όλους τους ενδοιασμούς που εκ πρώτης όψεως κατηύθυναν τη σκέψη μου, και προσδιόρισαν εγωϊστικά την αρχική απόφασή μου.
Καταλήγω λοιπόν πως, ναί, μπορεί το ψηφοδέλτιο να πάσχει από πλευράς λογικής, νομικής και ουσίας. Αλλά αυτό έχουμε. Και επειδή θέλουμε να αλλάξουμε τη ζωή μας με δικές μας αποφάσεις και ευθύνη,
χρειαζόμαστε βοήθεια, από τους «φίλους και εταίρους μας». Όχι τον ευνουχισμό μας. Και γι'αυτό λοιπόν θα παλέψουμε με τούτη την προκήρυξη που έχουμε τώρα, και μαζί με την κυβέρνησή μας.
Ωστόσο, η αυθαίρετη και δεσποτική
στάση των εταίρων μας, η περιφρόνηση και η ταπείνωση που υφιστάμεθα από αυτούς δεν εξέλιπε. Η τιμωρητική τους πολιτική εναντίον μας είχε-και εξακολουθεί να έχει- ολέθριες συνέπειες για την πατρίδα μας. Δεν επιλέξαμε εμείς τα προγράμματα που μας αποδιοργάνωσαν και μας καταχρέωσαν. Αφού πλειστάκις διαπίστωσαν το αδόκιμο και αλυσιτελες του προγράμματος, γιατί δεν το άλλαξαν; Γιατί αποστρέφονται τη συνεργασία με την κυβέρνηση που ο Ελληνικός λαός ανέδειξε; Θέλουν αυτοί να αποφασίζουν για εμάς;
Οι πολιτικοί που μας έφεραν έως εδώ, και οι οποίοι δεν μπόρεσαν να μας ελευθερώσουν από αυτήν την ατιμωτική διελκυστίνδα της δόσης του εξαρτημένου, και αφού δεν λύσανε κανένα πρόβλημα από εκείνα που χονια μαστίζουν την ελληνική δημόσια διοίκηση, γιατί μας συνιστούν να συνεχίσουμε σαν πρεζόνια;
Γιατί συνασπίστηκε μαζί τους κι
η αμέριμνη πλουτοκρατία και οι διαφημιστές της ευημερίας; Εδώ που βρεθήκαμε, πρέπει να σταθούμε προσεκτικά.
Να εξετάσουμε το έδαφος που πατούμε, και να ελέγξουμε τον προσανατολισμό μας. Να μιλήσουμε για τα όριά μας, τις αξίες μας, το όραμά μας για το αύριο, και για τον καταστατικό χάρτη που περιέχει το νόημα της ζωής μας.
Δεν αρκεί η συμπόνοια και η φιλανθρωπία ως εθνικός στόχος και όραμα. Γιατί δεν γίνεται με δανεικά, ούτε μόνο για όσους θέλουμε. Όλοι οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα, αλλά κυρίως όλοι έχουμε υποχρέωση και ευθύνη. Και σε αυτό χρειαζόμαστε εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση. Δηλαδή, χρειαζόμαστε, πρωτίστως, ηγετικό παράδειγμα.
Κι ας αρχίσουμε από την
ομολογία των λαθών και των ολιγωριών μας, γιατί λάθη κάνουμε όλοι ανεξαιρέτως. Καμμιά φορά μάλιστα, η αυτοκριτική μας, αφοπλίζει ακόμη και τον εχθρό μας.
Ευχαριστώ όλους εκείνους που δέχονται σήμερα την δική μου ομολογία, με τούτο το σημείωμα.