Κάθε που έρχεται ο Μάης, κάτι την καρδιά μου κεντάει σαν που αναλογίζομαι του Μάη τις γιορτές, τις θλίψεις, τις μνήμες. Τις ωραίες και τις μοιραίες ώρες! Τις μνήμες και τα ερωτήματα για την ζωή, τους ανθρώπους και την Ιστορία τούτου του τόπου και του μέλλοντός μας.
Μικρό παιδάκι στο σχολειό, με θαυμασμό άκουγα πώς χίστηκε η Πόλη, με μαλάματα, με τέχνης έργα, με θησαυρούς και άγια πνεύματα. Κι απ' όλες τις γωνιές του κόσμου, όπου είχανε βιός πνευματικότητας και πολιτισμού, ήρθανε τέτοια δείγματα σαν πολύτιμα δώρα, για να κοσμήσουν την Πόλη που θά'ταν πια η παρουσία του κάλλους στη γή. Νέα Ρώμη, αλλά και Νέα Ιερουσαλήμ.
Έδρα της εξουσίας του κόσμου και εστία της αναμόρφωσής του. Μάθαινα πως ετούτη η Πόλη, φιλοδοξούσε να γίνει το κέντρο του κόσμου σε κάλλος και αρετή. Eδώ πρωτοιδρύθηκε η Πολιτεία που ο κυβερνήτης της ώρισε για έργο της Πολιτείας του τη σάρκωση του λόγου του Θεού. «Ίνα πάντες έν ώσιν».
Εδώ μεταφέρθηκαν πάμπολλα λείψανα αγίων, και τα προσωπικά αντικείμενα της Παναγίας. Κτισθήκανε στη Χάρη Της πολλοί ναοί. Ιδρύθηκαν και πάμπολλα Μοναστήρια όπου, οι μοναχοί με την ασίγαστη προσευχή τους καλούσαν τη Χάρη του Κυρίου κοντά στους πολίτες και τους άρχοντες, για να εγκαθιδρυθεί- κι εδώ στη γη- ο κόσμος της αγάπης, «η Βασιλεία των Ουρανών».
Αλλά όπου υπάρχουν άνθρωποι, εκεί υπάρχουν και τα ανθρώπινα πάθη. Κι όπου υπερτερούν τα πάθη βλέπουμε σε λίγο και τις συνέπειές τους.
Μακρινές πολιτείες, και ξένοι αρχόντοι ζηλέψαν το κάλλος, τη θέση, τον πλούτο και την ιστορία της Πόλης και θελήσαν να την ξεριζώσουν. Ένας ήθελε την καρδιά της, άλλος ήθελε τη φωνή της, άλλος ήθελε την ομορφιά της, κι αλλος ήθελε ν' αποκτήσει την αξία που η Πόλη είχε για όλον τον κόσμο. Και «μπήκαν στην Πόλη οι οχτροί» (1204). Κι έκαναν ώστε να διασκορπιστούν τα ιμάτιά της στους τέσσερεις ανέμους και να χωριστεί σε μικρά ευάλωτα βασίλεια.
Δεν ξαναβρήκε πια τις δυνάμεις και το σκοπό της. Χιλιόχρονη μετρώντας ιστορία, κι έχοντας δώσει σπουδαία δείγματα μεγάλης πνευματικής δραστηριότητας κι επιτευγμάτων σε όλους τους τομείς, αδύναμη στρατιωτικά, και οικονομικά και χωρίς φίλους, η Πόλη κουρσεύτηκε σε μια νυχτιά, κι έπεσε βαρειά χτυπημένη, στα χέρια του πορθητή. Μονάχος ο κύρης της, δεν άρκεσε να την προστατέψει, κι άγγελος Κυρίου τον κοίμησε, για να μη δεί το αίμα του λαού του, ποτάμι να κυλάει στις ρύμες και τις λεωφόρους. Να μη δεί τα ιερά να βεβηλώνονται, τα πλούτη να γίνονται λάφυρα, και τη δόξα της Πόλης, από ύμνος και θρύλος να γίνεται κοπετός και μοιρολόι.
Τούτη η κρύα νύχτα, η ματωμένη, η νύχτα του πόνου και της οδύνης, αιώνες τώρα, μας ματώνει κι εμάς, και ένας κόμπος στο λαιμό πνίγει τη φωνή με το δάκρυ. Όχι της ήττας (γιατί ο άνθρωπος με τα έργα του είναι γραφτό να ηττηθεί), αλλά της πτώσης (δηλαδή της συνέπειας που έχει η ολιγωρία). Όχι της απώλειας (γιατί τίποτε δεν είναι δικό μας), αλλά της προσωπικής μας ευθύνης (δηλαδή της δικής μας απόφασης και πράξης).
Γιατί από κείνη τη μέρα, και κάθε μέρα που περνάει χωρίς να αποκτoύμε τη συναίσθηση της προσωπικής μας ευθύνης, και του ατομικού του καθενός μας χρέους, βλέπουμε να ξαναγίνονται τα ίδια και τα ίδια. Βλέπουμε, ότι σαν ο καθένας μας επιδιώκει το δικό του συμφέρον, καλεί «ξένους φίλους» για να τον βοηθήσουν στους σκοπούς του (με το αζημίωτο βέβαια, και με δαπάνες της πατρίδας -ασφαλώς σε βάρος των μελλοντικών γενεών) αδιαφορώντας μάλιστα για όλους τους άλλους!
Ακόμη παραμένουμε ασυναίσθητοι, αναίσθητοι, και αδιάφοροι. Ένας ανακάλυψε την ελευθερία της μη πληρωμής, άλλος ανακάλυψε την ελευθερία της διαπλοκής, τρίτος την ελευθερία της αντίδρασης σε όλα, ένας άλλος την ελευθερία της καταστροφής δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων, οι ειδικοί εισήγαγαν την διαστρέβλωση της Ιστορίας μας (με σκοπό τη δημιουργία νέου είδους πολιτών, άχρωμων και άσχετων προς τις ρίζες τους). Και οι πολιτικοί μας ταγοί εξήγγειλαν: ο ένας «Ανατροπή της πολιτικής τάξης» χάριν άλλου μοντέλου διακυβέρνησης, ο άλλος, την εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας έναντι δανεικών για την καλοπέρασή μας και για την πελατεία μας, ο άλλος μιλάει-μιλάει χωρίς να κάνει καμμιά πρόταση δημιουργική και παραγωγική, καμμιά πρόταση για την ανασύνταξη της χώρας, και μείς καθόμαστε κι απλώς ακούμε!
Κανείς δεν νοιάζεται για το μέλλον και την προοπτική αυτού του τόπου, την ζωή του κόσμου, την διδαχή του κόσμου, την θεραπεία του κόσμου, την σφυρηλάτηση πνεύματος γενναιότητας και ακεραιότητας, προσφοράς και αλληλεγγύης ανάμεσα στους πολίτες της χώρας.
Κύριος οίδε, πόσο πολύ θέλουμε να δούμε φιλοπάτριδες πολιτικούς να αναπτύσσουν τις δυνατότητες της χώρας μας και να υψώνουν τείχος ήθους έναντι των ηγετών άλλων χωρών που προσπαθούν να επαναλάβουν μια παλιά ιστορία, (υποταγής/εξαναγκασμού/πίεσης και υποχώρησης) ξαναπαιγμένη άπειρες φορές, που γι' αυτό δεν είναι ξεχασμένη.
Είμαστε στου κακού τη σκάλα! Στο στερνό το σκαλοπάτι! κι όλοι μαζί σπαράζουμε το κορμί της Πόλης μας, της Πατρίδας μας, της ζωής μας και των παιδιών μας. Για να δανειζόμαστε προς εξόφληση των δανείων!
Εντάξει. Δεν μπορούμε να πούμε, σαν άλλοι Σπαρτιάτες, πως είμαστε τούτη την ώρα γενναίοι/σπουδαίοι/ικανοί. (Για να παρηγορηθούμε μονάχα, λέμε πως είναι γεγονός ότι κάποτε υπήρξαμε).
Είναι αδύνατο άραγε σήμερα, να πούμε/να σκεφτούμε/να αποφασίσουμε και πάλι πως θέλουμε/μπορούμε να γίνουμε (πολύ) καλύτεροι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου