Ακούγοντας τον νέο Πρωθυπουργό να διατυπώνει τις Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησής του, αισθάνθηκα κι εγώ, όπως πολλοί Έλληνες, μια βαθειά ανακούφιση.
Το γκρίζο που μας είχε επιβληθεί, και το γκρίζο που καθημερινά διαφημιζόταν και προπαγανδιζόταν από τα μμε, φάνηκε να ξασπρίζει...
Ετούτη η εξέλιξη, δεν είναι όμως η πανάκεια των προβλημάτων που μαστίζουν τον τόπο. Γιατί η πολιτική βούληση και η πολιτική απόφαση, θέλει κι έναν κόσμο που να θέλει και να μπορεί το προχώρημα και τη δράση τη δημιουργική. Πολιτικός δεν είμαι, για να καταρτίσω προτάσεις, προγράμματα και στόχους απώτερους, αλλά σαν πολίτης, μελετώ ό,τι βλέπω γύρω μου και προβληματίζομαι.
Κι ο προβληματισμός μου ξεκινάει από τη φαινομένη συναίσθηση του καθενός μας, από το νόημα που ο καθένας μας δίνει στις καθημερινές του δράσεις και τη συμπεριφορά. Γιατί όλη τούτη η ατμόσφαιρα, μαρτυράει ένα είδος παιδείας. Ένα είδος ζωής, και ασφαλώς, το αποτέλεσμα -που από αυτήν προσδοκάται- θα είναι ανάλογο. Και ξεκινώ από τα μηνύματα που παίρνουν τα παιδιά μας από εμάς, τους γονείς τους. Γιατί αυτοί θα είναι οι αυριανοί πολίτες της δράσης, της δημιουργίας και της παραγωγής, της ευθύνης και της απόφασης.
Απ' τα μικρά χτίζονται τα μεγάλα. Γι' αυτό, θεμέλια πρέπει να 'χουνε γερά, για να κρατούνε τα βάρη και ν' αντέχουν στις δυσκολίες...
Απέναντι από το σπίτι μου, χωμένο στη φυλλωσιά του λόφου, το σχολειό, μελίσσι πραγματικό, βουΐζει στο διάλειμμα. Χαρούμενες φωνούλες δονούν την ατμόσφαιρα, και κάπου-κάπου το κουδούνι σηματοδοτεί την εναλλαγή των δράσεων: Μάθημα, ανάπαυση/ψυχαγωγία. Μάθημα...
Κάθε πρωΐ περνούν μπροστά από την πόρτα μου μανούλες που συνοδεύουν τα μικρά τους μέχρι το σχολειό. Οι πιο πολλές, είναι φορτωμένες με τη σχολική τσάντα του παιδιού, ή και των δυο παιδιών καμμιά φορά, και τα βλασταράκια τους περπατάνε ξέγνοιαστα, παρέες-παρέες, παίζοντας, πειραζόμενα και γελώντας. Έτσι φτάνουν στο σχολειό! Οι μάνες, παραδίδουν τις τσάντες, χαιρετούν τα παιδιά τους και γυρίζουν πίσω. Σαν τελειώσει το σχολειό, οι μανούλες πηγαίνουν ξανά στο σχολειό, για να παραλάβουν τα παιδιά τους. Παραλαμβάνουν μαζί και τις τσάντες, και φορτωμένες γυρίζουν στο σπίτι. Καμμιά φορά, τις βλέπω που -κατ' απαίτηση του παιδιού- του αγοράζουν και διάφορα φαγώσιμα, άχρηστα από τη σκοπιά της διατροφής και της διαπαιδαγώγησης, λίγο πριν φτάσει το παιδί στο σπίτι για το μεσημεριανό φαγητό.
Ετούτο λοιπόν το πράγμα, να φορτώνονται οι μάνες την σχολική τσάντα του παιδιού τους, με παραξενεύει και πιστεύω πως είναι λάθος. Είναι λάθος, γιατί εκπέμπει λάθος μηνύματα στον εκκολαπτόμενο πολίτη. Το μήνυμα πως δεν είναι άξιος και ικανός να αυτοεξυπηρετηθεί ακόμη και στα στοιχειώδη. Ή το μήνυμα πως είναι τόοοοσο σπουδαίος και κάνει κάτι τόοοοοσο σπουδαίο, που η μεγαλωσύνη του χρειάζεται και υπηρέτες, χρειάζεται βαστάζους!
Είτε πρόκειται για μήνυμα ηττοπάθειας και ανικανότητας, είτε πρόκειται για μήνυμα «μεγαλοπρέπειας» του νεαρού βλαστού μας, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ταυτόχρονα εκπέμπουμε κι ένα μήνυμα ότι προσφερόμαστε να μας υποτιμούν και να μας εκμεταλλεύονται, να μας περιφρονούν και να αδιαφορούν για εμάς. Σε κάθε περίπτωση, αυτό το υπερβολικό ενδιαφέρον, είναι διττά αρνητικό, για τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού μας.
Οι υπερβολικές μητρικές εξυπηρετήσεις δημιουργούν στο παιδί την εικόνα ότι είναι ο μόνος δικαιούχος τιμών και υπηρεσιών. Και το παιδί, στη συνέχεια, τέτοιες εξυπηρετήσεις τις περιμένει και τις ζητάει σαν να τις δικαιούται, και σαν να είναι οι άλλοι υπόχρεοι για να τις προσφέρουν.
Εκτός από όλα τούτα, αυτές οι υπερβολικές μητρικές εξυπηρετήσεις, δίνουν ένα «άλλοθι» στην ανεπαρκή μητέρα, πως κάνει ό,τι μπορεί για το παιδί της, γιατί του προσφέρει ό,τι θέλει, κι ό,τι -αυτή νομίζει πως εκείνο- χρειάζεται. Και είναι σίγουρο, πως το παιδί δεν χρειάζεται να νιώθει ανίκανο, ούτε χρειάζεται να χαλάμε την υγεία και το χαρακτήρα του, δημιουργώντας του -από επιπόλαιη και άσκεφτη συνήθεια- την πεποίθηση ότι είναι σωστό, πριν από το φαγητό στο σπίτι, να σπαταλάει χάριν γούστου χρηματικά ποσά για ανθυγιεινα τερψιλαρύγγια.
Ύστερα από όλα τα παραπάνω, πρέπει να λάβουμε θέση για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Τη θέση μας στο ζήτημα αυτό θα την πάρουμε de facto, είτε τη σκεφτούμε συνειδητά, είτε δράσουμε τυχαία. Το ζήτημα έγκειται στο «ότι έχουμε χρέος να ετοιμάσουμε το παιδί μας για τη ζωή του». Κι αυτό πρέπει να το κάνουμε σε συγκεκριμένο χρόνο, γιατί μετά δεν μπορεί -τουλάχιστον εύκολα- να γίνει. Και πρέπει, γιατί το παιδάκι μας, θα ζήσει πολύ καιρό χωρίς εμάς, και θα αντιμετωπίσει πολλούς και πολύ κακόπιστους ή αδιάφορους απέναντί του, που θα το βρίσκουν ανέτοιμο και ανίκανο να επωφεληθεί από τις ευκαιρίες που θα του προσφέρει η ζωή του, ή αδύναμο να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που θα παρουσιαστούν στη ζωή του, στη δουλειά, τις σχέσεις του και τις ευθύνες του.
Επίσης, είναι απαραίτητο να γνωρίζει το παιδί μας ότι η συμπόρευση με άλλους προϋποθέτει σεβασμό και αλληλεγγύη. Και πρέπει, ακόμη, να του δώσουμε την ευκαιρία να γνωρίζει, ότι δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος στη ζωή μας που θα σηκώσει τα δικά μας τα βάρη και τις ευθύνες, χωρίς τη δική μας απόδοση προς αυτόν -τουλάχιστον- της δέουσας τιμής και ευχαριστίας γι' αυτή του την βοήθεια και την συμπαράσταση.
Η αγάπη μας προς το παιδί μας, μας επιβάλλει να του δείξουμε το δρόμο, να αναδείξουμε τις προκλήσεις της ζωής, να τονίσουμε τις ευθύνες όλων, τις ανάγκες όλων, τις υποχρεώσεις όλων. Σκόπιμα δεν μιλώ για δικαιώματα. Γιατί το δικαίωμα είναι κάτι τόσο δα μικρό κι ασήμαντο, που αν πρέπει να διεκδικείς από τους άλλους την ζωή σου, πρέπει να αλλάξεις τους όρους της ύπαρξής σου.
Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι τόσο υπεύθυνος, είναι τόσο ικανός και δραστήριος, που η ύπαρξή του γεμίζει και εκπληρούται στον αγώνα του. Ο ελεύθερος άνθρωπος δεν ζητάει κάτι από την ελευθερία του άλλου. Η δική του η ελευθερία ακτινοβολεί και πλουτίζει τον ίδιο και τους άλλους. Παράγει, δημιουργεί, διευκολύνει, αναπληρώνει ελλείψεις και καλύπτει ανάγκες. Ακτινοβολεί. Η ελευθερία του είναι η ζωή του, και μέσα σ' αυτήν δημιουργεί, εργάζεται, σχετίζεται. Βιώνει.
Ο δικαιούχος μερίσματος ελευθερίας και δικαιώματος, ως δικαιούχος μιας θεσμοποιημένης αξιοπρέπειας, ικετευτικά, σαν επαίτης, διαρκώς θα έχει ένα αίτημα: επιείκειας, άφεσης, αναγνώρισης, συμμετοχής, απόλαυσης. Ο δικαιούχος, θα περιμένει πάντα την παραχώρηση από τους άλλους, και από την κοινωνία. Γι' αυτό ο δικαιούχος είναι ανεύθυνος. Και γραφειοκράτης. Γιατί θεωρεί ότι το δικαίωμά του είναι «υψηλή αξία», και ότι η παραχώρηση σ' αυτόν μιας τέτοιας δικαιωματικής τιμής, είναι επιβεβαίωση. Ικανοποιημένος από την αναγνώριση που του γίνεται, περνάει τη ζωή του -και καμμιά φορά συμβαίνει- να μην έχει βιώσει τίποτε.
Στη χώρα μας, σήμερα που η αξιωσύνη μετρήθηκε με τις αέναες κοινοβουλευτικές θητείες, και μάλιστα ανθρώπων που δεν έμαθαν άλλη δουλειά, δεν δούλεψαν και δεν αγωνίστηκαν ποτέ τους να δοκιμάσουν τις δυνάμεις και τις αντοχές τους στο επιχειρείν ή σε ό,τι άλλο, ανθρώπων με κομματικές και συνδικαλιστικές ταυτότητες, που ο διορισμός ή η πρόσληψη είναι η μόνη μέθοδος ανέλιξης ή ανάληψης εργασίας, παρατηρώ τις όμορφες ώρες στα γεμάτα συνοικιακά καφέ, τους νέους να ροματζάρουν το δείλι (ή να παίρνουν το πρωϊνό τους στις 11), αδιόριστοι και άνεργοι, ξέγνοιαστοι και γελαστοί, χαλαροί να κάνουν πλάκα και να αναταλλάσσουν μηνύματα με τα ακριβά κινητά τους. Είναι άραγε ώριμοι, ικανοί κι έτοιμοι να οραματιστούν και να πραγματώσουν το μέλλον τους, που σήμερα είναι αβέβαιο, ή απλά περιμένουν το διορισμό τους;
Θα ήθελα, κ. Πρωθυπουργέ, να είχαμε πολύ κόσμο για να συμπράξει και να κάνουμε πράξη, εκείνη την εθνική υπηρεφάνεια και την αξιοπρέπεια του ελεύθερου Έλληνα, που μπορεί να αντιμετωπίσει όλα τα δεινά και να βγεί νικητής της μιζέριας και δημιουργός του μέλλοντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου