Τούτο το χρόνο πολλές μάνες εφύγαν. Είναι που κουραστήκανε, είναι που σώθηκαν οι δυνάμεις τους, κι είναι που δεν μας αντέξανε. Είναι που κι ο Θεός τις αγάπησε περισσότερο από μας. Ποιός ξέρει, γιατί άλλο.
Τασούλα μου, έχουμε την τύχη να φύγουν οι μάνες μας, γιατί σωθήκαν οι δυνάμεις τους. Γιατί τελειώσαν καλά, όλα τα έργα τους. Δεν θα θέλανε να τις δούμε ανήμπορες και κακογερασμένες.
Εξαγνισμένες από την πρόσκαιρη αρρώστεια τους, όλα τους τα λάθη χάθηκαν, κι όλα τους τα στραβά ισιώσανε, μπροστά στο άπειρο γλυκό, πονετικό, διαρκές, ακούραστο, προνοητικό, έργο προσφοράς τους, στον άλλο. Στον πόνο του, στην ανάγκη του, στην χαρά του.
Οι μάνες μας, σαν άνθρωποι δε θελήσανε να καρπωθούνε κόπους που δεν κάνανε και δόξα που δεν την κερδίσανε με την προσωπική τους μάχη. Στις επάλξεις, μέχρι την τελευταία τους στιγμή.
Τούτη την ώρα, που η μανούλα σου σ' αφήνει σπουδαία, μεγάλη και ικανή γυναίκα και μάνα, να έχεις, εσύ και η οικογένειά σου, και όλοι σας, την ευχή της.
Ήταν σπουδαία Μάνα, σπουδαίος άνθρωπος. Φιλότιμη στο έπακρο, στοργική για όλους, για καθέναν που τό 'χε ανάγκη (και για μένα), φιλόπονη και πρόθυμη για ό,τι χρειαζόταν στην κάθε στιγμή και συγκυρία. Με καθαρή ψυχή, και ήθος.
Άσε με, να ενώσω τα δάκρυά μου, με τα δικά σου, μπας και στα λιγοστέψω, και μαζί σου, να θρηνήσω, και να στείλω κι εγώ, στη Μάνα μου, τα χαιρετίσματα της αγάπης μου, και τον πόνο μου στην απουσία της, μέσα από το κλάμα μας και για τούτη, την τωρινή δική σου πληγή και απώλεια.
Τασούλα μου, καλή μου φίλη, δεν είσαι μονάχη. Έχω κι εγώ τον ίδιο πόνο, που μαζί μου τον σήκωσες, εκείνες τις πρώτες, τις δύσκολες ώρες. Είμαι τώρα μαζί σου, σου κρατάω το χέρι, και μοιράζομαι τα δάκρυά σου. Έλα να τιμήσουμε και να ν' αποχαιρετήσουμε και τη δική σου μανούλα, με το λυγμό μας και την αγάπη μας:
Μάνες,
μανούλες όλου του κόσμου,
και δικές μας,
η αγκαλιά σας, που ζεστά,
γλυκά μας κράτησε,
σιγά-σιγά παγώνει.
Η αγάπη που μας έδωσε
ο στοργικός σας κόρφος,
είν' εκείνο που σήμερα
την ψυχή μας στεριώνει.
Καλό σου ταξίδι μανούλα Ζαχαρένια,
τώρα θα σ' έχω στο μυαλό
γλυκειά μου μόνο έγνοια.
Η καρδιά μου θα σ' αναζητάει,
κι όσο κι αν κλαίει,
κι όσο κι αν πονάει
μονάχα η μνήμη θά 'ρχεται
την πόρτα να χτυπάει
και να μου παραστέκεται.
Μανούλα Ζαχαρένια, εκεί που πάς
με λουλούδια αγάπης και τιμής φορτωμένη
μη τα κρατήσεις όλα!
Δώσε και στη μανούλα μου,
την Αρετή,
χαιρετισμό και δάκρυ,
απ' το παιδί της το έρημο, εμένα
γιατί έτσι που εκείνη έφυγε,
έτσι κι εγώ, που μακριά της
εταξίδεψα, κι εστέριωσα,
τα μητρικά της τα φιλιά
δεν τά 'χω χορτασμένα.
Δεν ακουμπώ τη ράχη μου
σε κόρφο μητρικό κι αγαπημένο,
δεν με κρατεί στην αγκαλιά
λιμάνι πραϋμένο,
κύματα ολόκληρα βουνά
σπάνε στην κεφαλή μου,
και δεν ακούω τη φωνή
«επόνεσες παιδί μου;»
Μα της ζωής μας τώρα πια
μονάχες θ' αντικρύζουμε,
μπόρες και τρικυμίες
πικρά να σατιρίζουμε
με μητρικές παραβολές
μύθους και παροιμίες.
Μανούλα μου γλυκειά,
όλα μου τα 'δωσες,
όλα μου τά 'μαθες
μα το στερνό σου μάθημα
μονάχη θα μαντέψω.
Τώρα που μένω μοναχή
χωρίς δική σου απαντοχή,
δεν ξέρω πώς θ' αντέξω.
Σαν παιδί σου που είμαι, δεν βαστώ
να σε χάσω.
Δώσε μου μόνο,
την ευχή σου, Μάνα,
σαν μανούλα, κι εγώ
να σου μοιάσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου