Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

Ας έρθουν τα Χριστούγεννα στις καρδιές μας, για έναν καλύτερο κόσμο!


 

Xρόνια πολλά φίλοι μου, στην αγκαλιά και στο παράδειγμα του Χριστού, για σας και για όλους όσους αγαπάτε. Χρόνια πολλά, να γιορτάζουμε Χριστούγεννα στην καρδιά μας!

Σήμερα το πρωϊ, εκείνο που με εκστασίασε, λυτρωτικά και κατανυκτικά, στη Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία, ήταν το: "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε", που έτσι ήρθε και κάθησε στην καρδιά μου: "Όσοι έχετε το χάρισμα του βαπτίσματος, (της αναγέννησης από το προπατορικό αμάρτημα) κάνετε ένδυμα, δεύτερη φύση σας, κάλυμμα, προστασία και πρότυπό σας το Χριστό, που είναι όλος αγάπη".Ετούτη η παραίνεση μ' έκανε να νιώσω πόσο μικρός άνθρωπος είμαι και πόσο μακριά βρίσκομαι από το να έχω πρότυπό μου το Χριστό!

Εγώ, έχω ακόμη παράπονα. Έζησα τόσα χρόνια κι ακόμα δεν έμαθα -βιωματικά- πόση υπομονή και ανοχή χρειάζεται να έχει ο άνθρωπος. Δεν τό 'μαθα, παρά το γεγονός ότι από πολύ μικρή γνωρίζω, πως ο ίδιος ο Θεός σαρκώθηκε για να ενδυθεί την αμαρτία όλων μας, κι ανέβηκε αγόγγυστα στο Σταυρό, ταπεινωμένος κι εξευτελισμένος.

Και τό 'κανε, για να μας δείξει το μέγεθος της υπομονής και το μέγεθος της αγάπης Του για μας.

Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο Καλή Δύναμη!

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

Η Προεδρική εκλογή και τα πολιτικά παίγνια, ερήμην των πολιτών και του συμφέροντος της χώρας


 

Για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας έγραψα στο Λόγιο Ερμή. Εδώ, διασκευάζοντας εκείνο το άρθρο, λέω στους φίλους μου, και κάτι ακόμη.

Η εκλογή του Προέδρου της Χώρας θεωρώ ότι είναι ένα περιστασιακό ζήτημα, απλά και μόνο λόγω λήξης της θητείας του υπηρετούντος Προέδρου.

Το πρόσωπο του Προέδρου, δηλαδή το ποιός θα είναι ο εκάστοτε Πρόεδρος, έχει τεράστια σημασία, όταν πρόκειται για μια Χώρα με αξιοπρέπεια και υπόσταση. Γιατί αυτό σημαίνει ότι η προσωπικότητα του προέδρου αντιστοιχεί σε όσα χαρακτηρίζουν τον λαό και την κυβέρνησή του, την Χώρα και την Πολιτική της,  και  το ήθος του λαού (που από αυτούς κυβερνάται και Προεδρεύεται).

Το περιστασιακό γεγονός της λήξης μιας θητείας, δεν έχει -από μόνο του- καμμιά ιδιαίτερη σημασία. Και δεν θα είχε, ούτως ή άλλως, γιατί ούτε τα πρόσωπα είναι αναντικατάστατα, ούτε μπορεί ένας θεσμός να εκφράζεται μόνο από ένα πρόσωπο. Πολύ περισσότερο που μιλάμε για αντιπροσωπευτικό σύστημα Πολιτείας, και όχι για πατροπαράδοτη μοναρχία ή για ολοκληρωτική πολιτεία.

Αλλά το ζήτημα, που είναι πια καλά εμπεδωμένο στο λαό, έχει να κάνει με το γεγονός ότι σε κάθε περίπτωση που αδειάζει μια πολιτική καρέκλα, γίνεται σκοτωμός ανάμεσα σ' εκείνους που προσπαθούν να γραπωθούν πάνω της (λες και το να κάθεσαι πάνω σ' αυτήν, σε κάνει από μόνο του αθάνατο, ένδοξο, ενάρετο, ωραίο, πλούσιο), ή να χρησιμοποιήσουν την ευκαιρία για να προωθήσουν τα  σχέδιά τους, για πολιτική επικυριαρχία.

Και για να το πετύχουν, σου τάζουν τα πάντα, ό,τι θέλεις, ότι ζητήσεις, αρκεί να τους δώσεις τον πολιτικό θώκο. Κι αφού τον πάρουν, την άλλη μέρα το πρωΐ, έχουνε κιόλας ξεχάσει τα πάντα. Και θα συνεχίσουν να κάνουν αυτό που έκαναν από πάντα. Ανακατώνουν το νερό στη χύτρα, μπας και βγεί φαΐ, δοκιμάζοντας μάλιστα, κάθε τόσο, για να δούν αν πέτυχε η μεταστοιχείωση του νερού σε πλούσια και θρεπτική τροφή. Δοκιμάζουν όλοι. Προϊστάμενοι και μάγειρες, και συνήθως, τελειώνει η σούπα μόνο με τις δοκιμές, χωρίς να μείνει τίποτε για τους άλλους.

Ας το πάρουμε από την αρχή: Η πολιτεία μας, εδώ και καιρό, κυβερνάται με ένα πολιτικό πρόγραμμα που είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που είχαν -όταν εκλέχτηκαν- κάθε μια από τις συνασπισμένες κυβερνητικές δυνάμεις που την απαρτίζουν.

Δεδηλωμένη εμπιστοσύνη στην δεδηλωμένη κυβερνητική πρόταση δεν υπήρξε ποτέ από τη δεδηλωμένη πλειοψηφία του λαού. Όχι γιατί ο λαός ήθελε/ή δεν ήθελε τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων. Αλλά γιατί η φιλοδοξία των πολιτικών, ήταν τόσο μανιώδης και επίμονη και πολιορκητική, και παραποιητική των προθέσεων των πολιτικών προσώπων, που επέφερε σύγχυση στον λαό. Γιατί, πολλοί άνθρωποι αδυνατούσαν να πιστέψουν ότι ο πολιτικός συνομιλητής τους είχε συνειδητά επιλέξει να υφαρπάξει την ψήφο και την εντολή του. Ξανά. Από προσωπική φιλοδοξία και μανία εξουσίας. Ευκαιρίας και δυνατότητας προβολής, από αυταρέσκεια, ή άλλο τι.

Η αυτοδυναμία που ο καθένας τους ζητούσε, δεν ήρθε! Κι έτσι, υποχρεώθηκαν να ρίξουν νερό στο προεκλογικό κρασί τους. Και το νερώσανε τόσο, που πια δεν πίνεται για κρασί. Ένας μόνο κράτησε τη γραμμή του. Το Πασόκ. Το κόμμα που έχασε την εξουσία, πριν από τις εκλογές. Που πήρε ψήφο εμπιστοσύνης για να αποχωρήσει από την κυβέρνηση(!). Που ήθελε πάντα να είναι μπροστά και (για) να διαχειρίζεται (δεν έχει σημασία τί θα διαχειρίζεται). Το κόμμα αυτό τα κατάφερε πάλι. Διατήρησε τη δεδηλωμένη του αναποτελεσματικότητα, την αδιαφάνεια και την επιλήψιμη ακεραιότητά του, και σήμερα αποτελεί το στυλοβάτη αυτής της κυβέρνησης. Μιας κυβέρνησης, που παραπαίει, ανάμεσα σ' εκείνο που ήθελε ως πρώτο κόμμα και σ' εκείνο που απαιτεί ο πολιτικός συνεταίρος του, προκειμένου να του δώσει μια εικονική στήριξη για τη σύμπηξη κυβερνητικής πλειοψηφίας, εξασφαλίζοντας για τον εαυτό του και τα μεγαλόσχημα (κυβερνητικά) μέλη του ό,τι χρειαζόταν: ατιμωρησία και προστασία δια παραγραφής και άλλα...

Η αυτοδυναμία που διακαώς αποζητούσε η Νέα Δημοκρατία, η οποία σαν θα 'ρχότανε στην εξουσία θα τιμωρούσε όλους τους υπαίτιους της κατάντιας μας και θα αποκαθιστούσε τη δικαιοσύνη και την εύρυθμη λειτουργία της Πολιτείας μας, ήτανε ένα νυφικό, που σχίστηκε στις κακοτοπιές προς τον κυβερνητικό θώκο. Είχε τόσα ξερόκλαδα, κι αγκάθια ο δρόμος αυτός, που η κυβερνητική πρόταση της Ν.Δ. μαράθηκε και φυλλορόησε. Όσες φορές αναγγέλθηκε, τόσες φορές αναιρέθηκε. Όσες φορές μας διαβεβαίωσαν, άλλες τόσες φορές μας εξαπάτησαν.

Μάλιστα έφτασαν στο σημείο να φτιάξουν καινούργια γλώσσα. Άλλαξαν τις έννοιες τόσων πολλών λέξεων, που πια είναι δύσκολο να συνεννοηθούμε. Τώρα ξέρουν μόνο αυτοί τι εννοούν όταν μας παρουσιάζουν τις κυβερνητικές τους προτάσεις, γιατί εμείς ξέρουμε ότι όλα τους τα λόγια δεν αντιστοιχούν με τη γλωσσική μας εμπειρία.

Αυτό που αποδείχτηκε -με την ακρίβεια που αποκαλύπτει η αδιάλειπτα πανομοιότυπη επανάληψη της κυβερνητικής τακτικής, ασχέτως του κόμματος που είναι στην εξουσία - είναι ότι στη μακρά μεταπολιτευτική μας διαδρομή, οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου, συνεργάζονται και συμπλέουν αυστηρά και αποκλειστικά σε μερικά μόνο κοινού πολιτικού συμφέροντος θέματα-αντικείμενα. Κι αυτό γίνεται αθόρυβα, με απόλυτη σύμπνοια και ερήμην ημών. Για θυμηθείτε, πόσοι γνωρίζαμε τί απολαβές έχουν οι αντιπρόσωποί μας και οι βοηθοί και οι συνεργάτες τους; Για θυμηθείτε πόσες νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν γίνει για να προφυλαχτούν οι αντιπρόσωποί μας από τον έλεγχο που θα μπορούσε να γίνει σε οικονομικές κακοτοπιές, με την ευκαιρία κυβερνητικών ή πολιτικών οφιτσίων, όπως για παράδειγμα η παραγραφή ή το ακαταδίωκτο ορισμένων αδικημάτων...

Η μανία για κατάκτηση και η ακόρεστη φιλοδοξία για παντοτεινή διατήρηση της εξουσίας, είναι μια άρρωστη επιδίωξη, μια ψυχολογική εμμονή, μια εφηβική και ηδονοθηρική ψυχική και πνευματική ανωριμότητα. Πολύ περισσότερο όταν η κατάκτηση της εξουσίας επετεύχθη, αλλά η παραγωγή πολιτικού έργου και αποτελέσματος δεν υπήρξε, ούτε φαίνεται στον ορίζοντα να έρχεται. Αφού δεν ξεκίνησε καν. Γιατί, ό,τι και να ξεκίνησε, αυτό ήταν άλλο από εκείνο που είχε εξαγγελθεί ως κυβερνητική πρόταση (ή μήπως νομίζουν ότι δεν θυμόμαστε με ποιά ατζέντα εκλέχτηκε ο καθένας τους;).

Είναι προφανές ότι η παρούσα Βουλή, αρνείται να αναδείξη τον ανώτατο άρχοντα, με απώτερο στόχο να αναγκασθούμε να προσφύγουμε στις κάλπες, ώστε ο Πρόεδρος να εκλεγεί από νέα Βουλή, η οποία ασφαλώς θα μας δώσει μια άλλη Κυβέρνηση.

[Σαν να πρόκειται η αλλαγή κυβέρνησης να φέρει και αλλαγή των δεδομένων. Γιατί αυτό είναι το θέμα για μας τους πολίτες:ότι τα δεδομένα πρέπει να αλλάξουν. Τα ζητούμενα θα τα βρούμε όλοι μαζί].

Η μεθόδευση αυτή δεν είναι νέα. Είναι ένα παλιό πολιτικό και χιλιο-χρησιμοποιημένο τερτίπι.

Δεν θά 'πρεπε όμως να κατηγορείται μόνο εκείνος που το μεταχειρίζεται σήμερα το τερτίπι τούτο, και ο οποίος, ασφαλώς, προσδοκά να έχει τα μέγιστα πολιτικά οφέλη. Τώρα γνωρίζουμε πολύ καλά, ποιά και για ποιόν είναι τα πολιτικά οφέλη. Είναι η ανάληψη της διακυβέρνησης, η κατάκτηση της εξουσίας, με ό,τι αυτό εμπεριέχει και υπονοεί [σύμφωνα με τη μακρά εμπειρία μας από την πολλάκις επιδειχθείσα αυθαιρεσία, τον αυταρχισμό και την αλαζονεία της κάθε εξουσίας. Έχουμε πλέον πολύ καλή εμπειρία και για την αγωνιστική μεθοδολογία, τα αιτήματα ατιμωρησίας και τις παραινέσεις απειθαρχίας, την αντεθνική και ρατσιστική συμπεριφορά της αριστεράς, που τώρα, κόπτεται για την «διαχείριση των υποθέσεων του τόπου και του λαού»].

Η ίδια αιτίαση μπορεί, κάλλιστα, να αφορά και τους ήδη κατόχους της εξουσίας. Γιατί και αυτοί τα ίδια έκαναν προηγουμένως.

Εξ άλλου, οι σημερινοί κάτοχοι της εξουσίας αποτελούν έναν κυβερνητικό συνασπισμό, τα μέλη του οποίου ξεκίνησαν επιδιώκοντας διαφορετικά πράγματα ο καθένας τους, και για τα οποία εκτέθηκαν και κρίθηκαν αντιστοίχως, στις τελευταίες εκλογές. Ο συνασπισμός τους στήθηκε περιστασιακά, μεταβάλλοντας μάλιστα την ουσία της πολιτικής πρότασης για την οποία ο καθένας τους έλαβε εντολή. Έτσι, η τρέχουσα κυβερνητική πολιτική, απέβη εντελώς διαφορετική, έως και αντίθετη! Άρα, τόσο η δυσαρμονία στα ζητούμενα, όσο και η δυσκολία στις κοινοβουλευτικές συναινέσεις (που θα μπορούσαν να επιτυγχάνονται) ήταν από την αρχή φανερές.

Δυστυχώς, τα κόμματα αδιαφορούν για την αδήριτη ανάγκη η συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων να γίνεται για ό,τι ωφελεί το λαό και τη χώρα.

Τα κόμματα της πατρίδας μας πολιτεύονται για θέματα και υποθέσεις του προσωπικού τους, με έξοδα δικά μας.

Και σήμερα, ωφελεί το λαό και τη χώρα η αλλαγή πολιτικής στην παιδεία, την υγεία, τη φορολογία, την εργασία, την επιχειρηματικότητα, την παραγωγή, τις υποδομές, την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία, καθώς και την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων μας.

Θα ξεπεράσουν το περιστασιακό ζήτημα της περιστασιακής λήξης θητείας του Προέδρου, για να συμπράξουν, όλοι μαζί, όσοι θέλουν να πραγματοποιήσουν τα ωφέλιμα και χρήσιμα, επείγοντα και μακρόπνοα κυβερνητικά βήματα που τόσο έχουν αργήσει, ή θα εξακολουθήσουν την άσφαιρη, άκαρπη, άχαρη, αντεθνική, μειοδοτική και καταστροφική πολιτική τους διελκυστίνδα των αντεγκλήσεων, της φυγής, των αλληλοκατηγοριών και της άρνησης;




Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Οδυσσέα Ελύτη: Το Μονόγραμμα


 


Ετούτο είναι ένα παλιό, μήνυμα, που έλαβα μια νύχτα. Είναι τόσο όμορφο, είναι τόσο βαθύ, είναι τόσο λυρικό, τραγικό, δραματικό, επικό, ηρωϊκό. Είναι τόσο Ελληνικό!

Μόνος ένα βράδυ, στην ξενητειά,  ο μικρός μου ο γιός, τρία χρόνια πρίν, είχε -με τη σκέψη- παρέα του ποιητές και πατρίδα. Σ' αναπόληση και περίσκεψη μεγάλη, με κάλεσε και μιλήσαμε λίγο, για να γλυκάνει η μοναξιά, και να νιώσει τη ζεστασιά της πατρίδας.


Τέτοια διάβαζε. Και μ' έκανε κοινωνό της βραδιάς του. Πόσο τον ευχαριστώ!
Στάθηκε μέσα στην ψυχή μου ξανά, όλη η τρυφερότη κι η αγάπη πού 'χω ζήσει,
σαν νιό πλάσμα π'άνοιξε φτερά.
Ετούτο το ποίημα, σ' όποια και νά 'σαι κατάσταση και σκέψη,  κάνει κι αυτονομείται η γλυκύτητα των αισθημάτων, κι η ποίηση μονάχη σάρκωσε ομορφιά.
Ας τον ζήσουμε, όλοι μας, τέτοιον ύμνο, στην ομορφιά και στην αγάπη, στην κάθε αγάπη, κι όχι μονάχα σ' αγαπημένα πρόσωπα. Αλλά και στην πατρίδα, στο φώς και το χώμα της. Στα νερά, τα βουνά και την διαδρομή της στο χρόνο. Αυτός είναι:

«Θα πενθώ πάντα -μ' ακούς;- για σένα,
μόνος, στον Παράδεισο
Ι
Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός
Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.
II

Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ' άλλα που πέρασαν

Εάν είναι αλήθεια
Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα «πίστεψέ με» και τα «μη»
Μια στον αέρα, μια στη μουσική
Τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν' ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ' τις ξερολιθιές, πίσω απ' τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
τους καταρράχτες
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά
Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.

III
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ' αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ' αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά - κι έχω τ;η δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μέσ' από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ' έχουν τα κύματα
Πως χαϊδεύεις, πως φιλάς
Πως λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ' αγαπώ και σ' αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ' ουρανού με τ' άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
Δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ' ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.

IV
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ' ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ' ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μες στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ' ακούς
Είμ' εγώ, μ' ακούς
Σ' αγαπώ, μ'ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικό της Οφηλίας, μ' ακούς
Που μ' αφήνεις, που πας και ποιος, μ' ακούς
Σου κρατεί το χέρι πάνω απ' τους κατακλυσμούς
Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες
Θα 'ρθει μέρα, μ' ακούς
Να μας θάψουν, κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θα μας κάνουν πετρώματα, μ' ακούς
Να γυαλίσει επάνω τους η απονιά, μ' ακούς
Των ανθρώπων
Και χιλιάδες κομμάτια να μας ρίξει
Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ' ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ' ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ' ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς
Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ' ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε
Και δε γίνεται ν' ανθίσει αλλιώς, μ' ακούς
Σ' άλλη γη, σ' άλλο αστέρι, μ' ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας
Που αγγίξαμε, ο ίδιος, μ' ακούς
Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ' άλλους καιρούς
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ' ακούς
Να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ' ακούς
Μες στη μέση της θάλασσας
Από μόνο το θέλημα της αγάπης, μ' ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ' ακούς
Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
’κου, άκου
Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει -ακούς;
Ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωνάζει -ακούς;
Είμ' εγώ που φωνάζω κι είμ' εγώ που κλαίω, μ' ακούς
Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, μ' ακούς.

V
Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
Με σοφές παραμάνες και μ' αντάρτες απόμαχους
Από τι να 'ναι που έχεις τη θλίψη του αγριμιού
Την ανταύγεια στο πρόσωπο του νερού του τρεμάμενου
Και γιατί, λέει, να μέλλει κοντά σου να 'ρθω
Που δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό
Και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι
Στα μέρη τ' αψηλά της Κρήτης τίποτα
Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι
Πιο δω, πιο κει, προσεχτικά σ' όλο το γύρο
Του γιαλού του προσώπου, τους κόλπους, τα μαλλιά
Στο λόφο κυματίζοντας αριστερά
Το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνιας και του διάφανου
Βυθού, μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό
Τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο
Μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς
Ψηλά στο δώμα ή πίσω στις πλάκες της αυλής
Με τ' άλογο του Αγίου και το αυγό της Ανάστασης
Σαν από μια τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σε θέλησε η μικρή ζωή
Να χωράς στο κεράκι τη στεντόρεια λάμψη την ηφαιστειακή
Που κανείς να μην έχει δει και ακούσει
Τίποτα μες στις ερημιές τα ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στον αυλόγυρο
Για σένα ούτε η γερόντισσα μ' όλα της τα βοτάνια
Για σένα μόνο εγώ, μπορεί και η μουσική
Που διώχνω μέσα μου αλλ' αυτή γυρίζει δυνατότερη
Για σένα το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Το στραμμένο στο μέλλον με τον κρατήρα κόκκινο
Για σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
Και να το χώμα, να τα περιστέρια, να η αρχαία μας γη.

VI
Έχω δει πολλά και η γη μέσ' απ' το νου μου φαίνεται ωραιότερη
Ωραιότερη μες στους χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα
Τα μπλάβα των ισθμών και οι στέγες μες στα κύματα
Ωραιότερες οι αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τα βουνά
της θάλασσας
Έτσι σ' έχω κοιτάξει που μου αρκεί
Να 'χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μες στο αυλάκι που το πέρασμά σου αφήνει
Σαν δελφίνι πρωτόπειρο ν' ακολουθεί
Και να παίζει με τ' άσπρο και το κυανό η ψυχή μου!
Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πριν από την αγάπη και μαζί
Για τη ρολογιά και για το γκιούλ μπρισίμι
Πήγαινε, πήγαινε και ας έχω εγώ χαθεί
Μόνος, και ας είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί νεογέννητο
Μόνος, και ας είμ' εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα να σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος, ο αέρας δυνατός και μόνος τ' ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στο βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στους καιρούς
τον Παράδεισο!

VII
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ' άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο».





Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Η Αγάπη στη ζωή μας


 

Για τη θεραπευτική δύναμη της αγάπης διαβάζω εδώ  και εδώ   (Θεραπευτική Αγακαλιά Αγάπης), αλλά και εδώ  (Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία), και σε τόσα άλλα άρθρα και βιβλία.

Όλοι σε τούτο κατατείνουν: πως χωρίς αγάπη είμαστε «άρρωστοι», έχουμε προβλήματα στις σχέσεις μας, τις προσωπικές και τις επαγγελματικές, και στην υγεία μας, την ψυχική και την σωματική.

Τί είναι λοιπόν η αγάπη, που τόση δύναμη έχει ώστε να μας θεραπεύει, να μας κινητοποιεί δημιουργικά, να μας κάνει αποδεκτούς, να μας κάνει ενεργούς και ικανούς για πολλά πράγματα, ίσως για τα «πάντα»; Ποιός μας προμηθεύει αγάπη, τί μας κάνει να δείχνουμε και να νιώθουμε αγάπη για κάτι ή για κάποιον;

Τί είναι εκείνο που μας εμποδίζει να δείχνουμε και να νιώθουμε αγάπη για κάτι ή για κάποιον και γιατί «ασθενούμε» όταν απουσιάζει η αγάπη για μάς, ή η αγάπη μας για τους άλλους;

Η αγάπη είναι από το πιο βασικά πράγματα που χρειάζεται ο άνθρωπος, αμέσως από την ώρα που θα δεί τον κόσμο. Με βάση τη (βέβαιη πια) γνώση που υπάρχει σήμερα, θα έλεγα, ότι ο άνθρωπος χρειάζεται την αγάπη πριν ακόμη δει τον κόσμο. Από τη στιγμή που υπάρχει κυοφορούμενος.

Η αγάπη είναι γαλήνη της ψυχής, που χαρίζει ευρυθμία στη λειτουργία του ανθρώπου. Τη σωματική και την ψυχική. Την συμπεριφορά του, τις σχέσεις του με τους άλλους, την καλή σωματική/οργανική του λειτουργία, τα συναισθήματά του, τα όνειρά του, τις ελλείψεις του, τις αναζητήσεις του. Τα ναι και τα όχι του. Γεννιέται και ξεκινάει από την μητρική αγκαλιά. Μα συναπαντιέται κι από κείνους που δεν αγαπήθηκαν ποτές, από την επίγνωση της έλλειψής της και της ανάγκης της, ή από την αποκάλυψή της.

Ο άνθρωπος που μεγαλώνει σε μια αγκαλιά γεμάτη αγάπη και τρυφερότητα, διδάσκεται από αυτό, και αποθηκεύει τούτη την αίσθηση σαν πολυτίμητο θησαυρό σε όλα του τα κύτταρα. Μ' αυτόν θα ζήσει και θα πορεύεται. Ακόμη κι αν κάνει λάθος, δεν θα είναι λάθος πρόθεσης, για τούτο θα αναιρεθεί, όπως ανώδυνα πραγματώθηκε ένα τέτοιο λάθος.

Ετούτο το μάθημα, έχει λίγα λόγια, και πολλή αίσθηση. Κι είναι το βασικότερο για όλη τη ζωή του ανθρώπου. Χτίζει ένα τείχος προστασίας γύρω του και τον κάνει απρόσβλητο. Έτσι, που σαν άφτερο πουλί κουρνιάζει στον κόρφο της μανούλας, κι εκείνη τ' αγκαλιάζει, το νιώθει, σ' ολόκληρη τη ζωή του, ότι έχει έναν τοίχο στα νώτα του, που τον κάνει να νιώθει αθώος, αγνός κι ασφαλής, και ατρόμητος. Αμα τούτο δεν γίνει, τον βλέπεις, κυνηγημένος, δύσπιστος, ανασφαλής, αντιρρησίας σε όλα θα είναι, μια ζωή, ο άνθρωπος που δεν αγκαλιάστηκε, δεν θωπεύτηκε, δεν πήρε μια τέτοια αγάπη, στοργή και αφοσίωση.

Είναι η αγάπη ένα τυχαίο γιατρικό που τ' ανακαλύψαμε στα πολυάριθμα ιατρικά μας πειράματα; Είναι η αγάπη ένστικτο, εγγενές με τη ζωή και την επιβίωση; Είναι η αγάπη πρόσταγμα συμπεριφοράς και υποταγής; Είναι η αγάπη στρατηγική ζωής και μάχης; Είναι η αγάπη υστερόβουλη τακτική για την εξασφάλιση πλεονεκτημάτων; Είναι η αγάπη εύκολη, άκοπη, αδάπανη, αντικαταστατή, ή ανταποδόσιμη «υπηρεσία»;

Τί να πει ένας άνθρωπος για την αγάπη, που έχει τόση δύναμη, όση πολλοί άνθρωποι μαζί;

Θα δοκιμάσω, μονάχη, να ξετυλίξω την καρδιά μου, στην αγάπη που πήρα, στην αγάπη που έζησα, στην αγάπη που μέχρι σήμερα ένιωσα. Στην απελπισία της απουσίας της και στον κατακλυσμό της παρουσίας της. Σαν την έχεις, τη νιώθεις δικαίωμα, και κτήμα, εύνοια και τύχη. Μα σαν δεν την έχεις, νιώθεις μολυσμένο τον αέρα που αναπνέεις, το νερό να μη σε ξεδιψάει, λόγο για έργα δεν βρίσκεις, ούτε για ζωή. Οι άλλοι γίνονται αόρατοι κι ανύπαρκτοι. Μα αν η καρδιά σου είναι γεμάτη αγάπη, ετούτη η αγάπη κατακλύζει τα πάντα. Η αγάπη καθαρίζει το μόλυσμα, δίνει ζωή, τη ζωή της. Γιατί ακόμη κι αν όλοι σου λείψουν, υπάρχει στο βάθος της ψυχής εκείνο το Ένα, το μοναδικό, που σου θυμίζει πως η αγάπη δεν είναι μόνο για σένα. Είναι για όλο τον κόσμο. Γιατί η δύναμη της αγάπης, δεν γεννιέται μόνο στην αγάπη που μας έχουν, αλλά στην αγάπη που εμείς έχουμε για τους άλλους. Γιατί ο άνθρωπος είναι μοναδικός σε κείνα που έχει ο ίδιος να κάνει, και ένας από τους πολλούς σε κείνα που θέλει.

Γιατί και τούτο είναι έργο της αγάπης. Ότι μεταμορφώνει τον άνθρωπο. Τον κάνει κοινωνικό όν. Τον κάνει μέρος ενεργούν και όχι απλώς δεκτικό.

Η αγάπη δεν είναι ένστικτο, είναι συνειδητή επιλογή. Δεν είναι συμμόρφωση σε διαταγή, ή υποχρέωση υποταγής. Είναι πράξη ελευθερίας και δημιουργίας. Είναι προσφορά χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, δεν είναι αρπαγή, μίσθωση, πώληση. Είναι πνευματική κατάθεση. Είναι η πνευματική έκφραση της αλληλεγγύης.

Η αγάπη δεν είναι εναλλακτικό πλάνο στρατηγικής και τακτικής. Είναι αστέρας καταλάμπων και φωτίζων από την καθαρότητα των ελατηρίων εκείνου που διάγει κάτω από το φώς και τη δύναμή της.

Το έργο της αγάπης δεν μπορεί άλλος κανείς τρόπος να το φέρει. Ούτε η φιλανθρωπία, ούτε η ελεημοσύνη προς τους «πτωχούς». Ούτε η κρατική πρόνοια. Γιατί όλα τούτα είναι άψυχα σαν γίνονται χωρίς την αγάπη προς το πρόσωπο. Σαν γίνονται με λίστες και βαριεστημένους διανομείς του ελέους, ανάμεσα σε διεκδικούντες απελπισμένους κι ενδεείς.

Η αγάπη ανακουφίζει από το ψυχικό άλγος, καταλύει την ερημία, καταργεί την ανασφάλεια, λυτρώνει από τον πόνο, ηρεμεί την ανησυχία και πραύνει την αγωνία. Η αγάπη θεραπεύει. Γιατί είναι αγκαλιά, και ιλαρότης, και προστασία, και διαβεβαίωση και παρουσία, χωρίς όρια.

Η αγάπη καταργεί τη φιλαυτία και περιστέλλει την κενοδοξία και την ματαιοδοξία, αφού παραχωρεί και δεν επιζητεί τη διάκριση και τις τιμές ικανοποιεί τη Δικαιοσύνη, αφού δεν αδικείς εκείνους που αγαπάς.

Η αγάπη είναι έτσι όπως μας λέει ο Μανώλης Χατζημάρκος,  καθώς ψάλλει τον Υπέροχο Ύμνο της Αγάπης.





Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Η μάχη της Ζωής. «Κάψτε, σπάστε, διασκεδάστε», στο πνεύμα της εποχής! ή μήπως νομοθετείστε στο πνεύμα της εποχής;

 

Παρακολούθησα τούτες τις μέρες τη μάχη για τη ζωή του νεαρού που δόθηκε στη Βουλή από την αντιπολίτευση και την τελική απόφαση για την προστασία της.

Η μάχη αυτή, φάνηκε ότι ήταν ανακόλουθη και αντιφατική προς τη Δημοκρατία, γιατί δεν αγωνίζεται ποτέ κανείς για το δικαίωμά του, να του ικανοποιούν τα καπρίτσια και μετά από αυτά, και παρ' όλα αυτά, να συνεχίζει να ασεβεί προς τη Δημοκρατία. Αυτό προκύπτει από τις δηλώσεις και τις συνεντεύξεις της οικογενείας του και δηλώσεις του ίδιου του νεαρού, που δόθηκαν πριν από την ευνοϊκή νομοθετική  ρύθμιση («Κάψτε, σπάστε, διασκεδάστε. Νομίζω ότι με αυτό το σύνθημα και ειδικά με το ''διασκεδάστε'' άθελά τους τα παιδιά συνέλαβαν το πνεύμα της εποχής που είναι διασκέδαση μέχρι θανάτου», όπως δήλωσε η μητέρα του παλαιότερα, σε μια μια συνέντευξη  που δεν υφίσταται πλέον η μαγνητοσκόπησή της  στο διαδίκτυο, υφίσταται όμως το ρεπορτάζ).

Η μάχη αυτή ήταν παράξενη, γιατί μια πολιτική δύναμη ώδινεν επί του ολεθρίου ενδεχομένου της εκβιαστικής απώλειας της ζωής του νεαρού, αν δεν γινόταν το δικό του, και κατέστησε για μέρες το θέμα τούτο, το κύριο μέλημα της πολιτικής σκηνής, ξεσηκώνοντας τον κόσμο για την «ολιγωρία και την αδιαφορία της κυβέρνησης».

Μα γι' αυτό μόνο υπήρξε ολιγωρία και αδιαφορία;

Η μάχη αυτή ήταν αστεία, γιατί η αντιπολίτευση, που την έδωσε τόσο θαραλέα, τόσο δυναμικά, αλλά τόσο αδιάντροπα, δεν είχε ούτε μια λέξη για κείνους που πνίγηκαν στις θεομηνίες των ημερών, μόνο και μόνο επειδή δεν έγιναν τα προστατευτικά έργα προς αποφυγήν του κακού, ή επειδή δεν προβλέφθηκε και δεν επεδείχθη αποτελεσματική και προηγούμενη μέριμνα.

Η μάχη αυτή ήταν μια ακόμη ανεδαφική διεκδίκηση και πολιτικά δημαγωγική θέση, γιατί σαν πολιτικό αίτημα που ικανοποιήθηκε, είναι βέβαιο ότι θα υποκινήσει την επιθυμία γι' άλλες παρόμοιες πολιτικές ή κομματικές απαιτήσεις, σε μελλοντικές περιπτώσεις (αλισβερίσι λέγεται στην καθομιλουμένη, το να προστατεύουμε τους δικούς μας και να αδιαφορούμε για τους άλλους).

Αποτελεί συνάμα και εφάμαρτο κοινωνικό μάθημα, γιατί ενδέχεται, παρόμοιες πρακτικές να αρχίσουν να εφαρμόζονται από παρόμοιες εγωτικές, ετσιθελικές, αντικοινωνικές και κακώς νοούμενες «δικαιωματικές» απαιτήσεις και άλλων πολιτών.

Η ουσιαστικά ανύπαρκτη αγάπη του νέου για τις σπουδές του, για την εκπαίδευση γενικότερα και για το λόγο φοίτησης στα εκπαιδευτικά ιδρύματα του «συστήματος», είχε ήδη διαχυθεί σε προηγούμενα δημοσιεύματα του τύπου. βλ. και σχόλιο Δημ. Αλικάκου στη νεώτερη δημοσίευση δηλώσεων του ίδιου του νεαρού.

Προς τί λοιπόν ο κοπετός της αντιπολίτευσης; Και δεν είναι μόνο δική μου η απορία τούτη.

Στο διαδίκτυο, παρατηρώ ότι μεγάλη μερίδα του κόσμου, αντιτίθεται σε τούτο το τερτίπι ατιμωρησίας, μέσω της φτιασίδωσης του ποινικού νόμου, που έγινε έτσι ώστε να ικανοποιεί μεν να μη εφαρμόζεται δε.

Τούτο το φτιασίδωμα, δεν είναι νομική ενέργεια. Είναι πολιτική. Που σημαίνει ότι ο νόμος κολοβώνεται, απενεργοποιείται εκβιαστικά ή κατά (πολιτική) βούληση, και για επιλεγμένο κοινό, και ενεργοποιείται για τους υπόλοιπους. Τους ενοχλητικούς, τους ανυπεράσπιστους, τους ανεξάρτητους, τους συνεπείς, τους ελεύθερους, τους μεμονωμένους, τους αδύναμους.

Αλλά έτσι «περιγράφεται»(*) η αρχή της ισότητας των πολιτών ενώπιον του νόμου, και η ισότητα του νόμου έναντι των πολιτών. Και η Βουλή γίνεται μια πρώτης τάξεως επαγγελματίας μαγείρισσα, που σου φτιάχνει ό,τι μενού θέλεις: ατιμωρησία με παραγραφή, ακαταδίωκτο εξ οφίτσιο, σιωπή επ' ανταλλάγματι, συχνότητες αμισθί επί προπαγάνδα, περίπου άφεση της ποινής παρά την κατακραυγή, ποινική εξουδετέρωση επικίνδυνου πολιτικού αντιπάλου, και τόσα άλλα ζηλευτά πιάτα.

Και δεν είναι μόνο η ισότητα. «Περιγράφεται»(*) και η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Που, όπως φαίνεται, έχει αρχίσει και γίνεται αποδέκτης, διεκπεραίωσης αιτημάτων προώθησης της  κομματικής/κυβερνητικής τακτικής, ή υφίσταται την μείωση και την προσβολή να καταργούνται οι αποφάσεις και οι κρίσεις της με πολιτικές αποφάσεις.

Κρίμα για τη Ζωή. Η κ. Κωνσταντοπούλου έδωσε τη μάχη της. Έπεισε, ή φόβησε. Αλλά αυτό που κέρδισε η πολιτική της Ζωής, είναι: κρίμα για τη μάχη. Η Ζωή (η κ. Κωνσταντοπούλου) ήταν γενναία, αλλά η μάχη της δεν είχε αντικείμενο.

Για τις ανησυχίες του νέου που αυτή υπερασπίστηκε, είχε ήδη μιλήσει η μητέρα του: «Κάψτε, σπάστε, διασκεδάστε. Νομίζω ότι με αυτό το σύνθημα και ειδικά με το ''διασκεδάστε'' άθελά τους τα παιδιά συνέλαβαν το πνεύμα της εποχής που είναι διασκέδαση μέχρι θανάτου».

Και την είχε ακυρώσει. Και τη Ζωή, και τη μάχη της. Απλώς, εκτέθηκε και η εξουσία.

Σημείωση:  Εδώ η λέξη «περιγράφεται» χρησιμοποιείται με τη νομική της  σημασία: καταστρατηγείται, παραβιάζεται.

Το άστρο των Χριστουγέννων, οι γονείς,το σχολείο και το διαδίκτυο


 

Διαβάζω  εδώ, ότι σύμφωνα με μελέτη στο βρετανικό εμπορικό κέντρο Brent Cross, ένα στα τέσσερα παιδιά πιστεύει ότι οι βοσκοί βρήκαν τη φάτνη με... Google Maps!

Kι εδώ, όλα τα παιδιά κρατάνε από ένα κινητό τηλέφωνο και εστιάζονται στα παιχνίδια, ή κάθονται με τις ώρες και σερφάρουν στο διαδίκτυο, στις άχρηστες για την πνευματική και ψυχική ανάπτυξή τους αναζητήσεις, για να συναντήσουν ποικίλα και εντυπωσιακά αξιοπερίεργα και για να απολαύσουν ηθικώς φθοροποιά και αξιόποινα θεάματα, στοιχήματα, συνομιλήματα.

Τάχα για την ενημέρωσή τους. Σε τί άραγε να ενημερώνονται τα μικρά παιδιά, κολλημένα στο διαδίκτυο, που δεν θα μπορούσαν οι γονείς και οι δάσκαλοι να ασχοληθούν μαζί τους και να τα ενημερώσουν;

Ένα παιδί που ενημερώνεται έτσι, διαπαιδαγωγείται κιόλας από τον «ενημερωτή του». Αυτός του μαθαίνει το δρόμο, το εύρημα, το θέμα, τον τρόπο, το ζητούμενο.

Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στη Βρεττανία. Εκεί μετρήθηκε.

Η νέα εποχή, έτσι εκπαιδεύει τους μικρούς, γιατί τέτοιους ανθρώπους χρειάζεται. Αυτόνομα, εγκαταλελειμμένα παιδάκια. Και αδαείς, χειραγωγήσιμους. Εύπιστους. Άδειους. Αφελείς. Ανερμάτιστους.  Με υπαγορευμένα τα ζητούμενά τους. Χρήστες και καταναλωτές.

Το χειρότερο από όλα είναι που φτιάχνουν άδειες ψυχές. Κι είναι χειρότερο, γιατί με άδεια τσέπη, με άδειο στομάχι ζείς, προσπαθείς, ζητιανεύεις, παρακαλάς, εργάζεσαι, ελεείσαι, φιλοξενείσαι, κι ας κουράζεσαι.

Το ίδιο και με το φτωχικό σου σπίτι. Ζεις, γιατί θα σου χαρίσουν κάτι, θα σε δανείσουν προσωρινά, και θα προσπαθήσεις κι εσύ.

Αλλά με άδεια ψυχή, δεν έχεις λόγο να ζεις. Δεν έχεις δύναμη για να ζήσεις. Δεν έχεις πού να σταθείς. Και κανείς δεν μπορεί να σου φυσήσει ζωοδότρα πνοή.

Γιατί η νέα εποχή, είναι θεός μόνο για τον εαυτό της, και για όσους κερδίζουν από αυτήν. Κι απ' τους άλλους θέλει μόνο να πάρει. Ακόμη και την πνοή που έχουν. Γιατί είναι πρόσκαιρος και ψεύτικος θεός.

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

Μια ευχή. Για τις μέρες που έρχονται...


 

Τις Χριστουγεννιάτικες. Πόσοι δε σκεφτήκαμε μια ευχή για  τους φίλους και τους αγαπημένους μας. Πόσοι δεν προβληματιστήκαμε για το περιεχόμενο της ευχής μας, και για τα πρόσωπα που θα την παραλάβουν!

Ο καθένας χρειάζεται και μια ευχή για την περίπτωσή του. Και δεν μπορεί να είναι ίδιες όλες οι ευχές, αφού είναι διαφορετικοί οι αποδέκτες.

Οι φίλοι μας, που έχουμε μοιραστεί μαζί τους  τόσα ερωτήματα, τόσα προβλήματα, τόσα όνειρα,  αν και είμαστε άνθρωποι με τόσο διαφορετικούς χαρακτήρες!

Οι αγαπημένοι μας συγγενείς, που μαζί τους ζήσαμε τόσα ωραία και τόσα δύσκολα, τόσα διδακτικά, τόσες περιστάσεις αλληλεγγύης, αγάπης, αρρώστειας και συμπαράστασης! Χαράς και ευτυχίας!

Οι συνάδελφοι, οι γνωστοί, οι γείτονες, οι συνεργάτες.

Ό,τι κι αν είναι οι αποδέκτες της Χριστουγεννιάτικης ευχής μας, ενδεείς, ή βολεμένοι,  απλοί, ανοιχτοί  κι ευχάριστοι ή εγωϊστές, αυταρχικοί, αχάριστοι  και απλησίαστοι, τσιγκούνηδες ή γαλαντόμοι,  πάντα μουτρωμένοι ή χαρίεντες και προσηνείς,  ευγενικοί και φιλόφρονες, ή  βασανισμένοι και μόνοι, όλοι την περιμένουν και την θέλουν την ευχή μας. Είναι ένα στοιχείο για το ψυχικό μας δέσιμο μαζί τους. Στοιχείο επιβεβαίωσης της προσωπικής μας σχέσης.

Ας είμαστε λοιπόν, ανοιχτοί σε μια ευχή αγάπης για τον άνθρωπο. Για τον κάθε άνθρωπο, να γίνει όπως αγαπάει, και να του ευχηθούμε ό,τι θέλει να είναι είναι για καλό του. Να του ευχηθούμε να χαρεί την ελευθερία του με ό,τι εκείνος  επιθυμεί.Κι αν δεν το ξέρουμε εμείς, εκείνος το ξέρει.

Αν ό,τι ζητάμε για την ευτυχία μας, δεν έχει μέσα τους άλλους, να ξέρουμε ότι αυτό που θα μας φέρει η πλήρωση της εσωστρεφούς επιθυμίας μας, θα είναι μια ευτυχία μοναχική, λίγη, πρόσκαιρη, ατελής και φευγαλέα. Μετά κάτι άλλο θα θέλουμε για να ξανα-είμαστε ευτυχισμένοι.

Η αληθινή ευτυχία, πιστεύω ότι βρίσκεται στη χαρά και στην ευδαιμονία της αγάπης για όσα ήδη έχουμε, και της ευχαριστίας για όσα ήδη μπορούμε. Και για τούτο (για ό,τι έχουμε και για ό,τι μπορούμε) πρέπει να είμαστε ευγνώμονες.

Η συναίσθηση της  ευγνωμοσύνη είναι μια βαθειά ανθρώπινη στάση, γιατί έτσι αναγνωρίζεται πως εκείνος που  αισθάνεται ευγνώμων, είχε την καλή ευκαιρία να ζεί σε συνθήκες, και, κυρίως, με ανθρώπους, που τον κάνουν να αισθάνεται αγαπημένος και πλήρης. Σε αυτή την ψυχική κατάσταση ο άνθρωπος θέλει να ανταποδώσει στους δικούς του  μια ευχαριστία, για τη χαρά να μοιράζεται την ανθρώπινη αγκαλιά κι αγάπη. Για την συμπόρευση.


Τούτες τις μέρες λοιπόν, θυμάμαι ξανά και ξανά, την πολύ όμορφη ευχή, προσευχή και ανταπόδοση, που ο Υμνωδός της Εκκλησίας μας έγραψε για το Χριστό, που τόσο ταπεινά ήρθε στον κόσμο, για να μας αγκαλιάσει όλους, και  η οποία (προσευχή) αναμέλπεται στις προ των Χριστουγέννων ημέρες, από την Εκκλησία μας.

Να η Προσευχή:

«Τί σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ,
ότι ώφθης επί της γης ως άνθρωπος δι’ημάς;
Εκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων,
την ευχαριστίαν σοι προσάγει:
οι Αγγελοι τον ύμνον, 
οι Ουρανοί τον αστέρα, 
οι Μάγοι τα δώρα, 
οι Ποιμένες το θαύμα, 
η γή το σπήλαιον, 
η έρημος την φάτνην, 
ημείς δε Μητέρα  Παρθένον. 
Ο προ αιώνων Θεός, ελέησον ημάς.»

Κι εγώ την ένιωσα, ελεύθερα και παιδικά, έτσι: 

«Τί να προσφέρουμε, Χριστέ, σε Σένα,, 
Που φανερώθηκες στη γή, σαν άνθρωπος για μάς;
Καθένα από τα κτίσματά σου
Τη δική του Ευχαριστία προσκομίζει στη χάρη Σου:
οι Αγγελοι τον ύμνο, 
ο Ουρανός τ’ολόλαμπρο αστέρι, 
οι Μάγοι τα πολύτιμα δώρα τους, 
οι Ποιμένες το θαύμα της ταπείνωσής Σου, 
η γή τη φτωχική σπηλιά, 
η έρημος τη φάτνη, 
Κι εμείς  την Πάναγνη  Μητέρα
Εσύ, ο άναρχος Θεός, σπλαχνίσου μας!»

Η ευγνωμοσύνη είναι έκφραση του ενάρετου ανθρώπου για κάθε δωρεά που απολαμβάνει. Υλική ή  ηθική. Λόγου ή έργου.  Από τον καθένα. Αρχής γενομένης από τους δικούς του ανθρώπους. Γιατί, αν στους ξένους χρωστάμε μια ευχαριστία, έστω και τυπική, στους δικούς μας χρωστάμετην ύπαρξή μας, τη συντροφιά, την αγάπη και τη συμπαράστασή τους. Όχι γιατί οι δικοί μας άνθρωποι καταγράφουν ό,τι μας δίνουν, και περιμένουν ανταπόδοση. Αλλά γιατί η λήψη, μας καθιστά υποχρέους. Τουλάχιστον ευγνωμοσύνης.

Η ευγνωμοσύνη, είναι το κατώφλι της ανθρωπιάς. Και η ανταπόδοση είναι το πρώτο βήμα στην πνευματικότητα και τον εξανθρωπισμό μας.

Σημ. Η εικόνα της Γέννησης είναι βυζαντινή  (1428) αγιογραφία από την «Παντάνασσα» του Μυστρά.

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Γ. Σουρή: Στον ίσκιο μου


 

Ο Γ. Σουρής (βλ. εδώ) έξοχος, σκωπτικός και εύστοχος, είχε για όλα μια κουβέντα.
Εκείνο που μ' εντυπωσίασε,  μικρή σαν ήμουνα μαθήτρια του σχολείου, ήτανε τούτο το ποίημα, που άκουσα να το λέει στη σχολική γιορτή μας, λίγο πριν κλείσουν τα σχολειά για καλοκαίρι, ο Λακεδαίμων (αυτός,  του «τόνοι και πνεύματα» που γενναία μας άφησε, εδώ). Κάποτε, στο βάθος του χρόνου.

Μια γιορτή, χαρούμενη, παιδική, που προμήνυε παιχνίδια, θάλασσα, μεσημέρια στον ήλιο, καζούρες των αγοριών μεταξύ τους, νοικοκυριό για τα κορίτσια και μικρότερες παρέες. Τον θυμάμαι, τόσο παραστατικά να το λέει, τόσο θεατρικά να μιλάει και να μαλώνει με τον ίσκιο του, και να τον αποπέμπει, που αξέχαστο μου έμεινε. Κι ήρθε καιρός, που εκείνο,  το «δεύτερος εγώ», μου έμεινε σαν η ουσία του ποιήματος.

Μα δεν είναι μονάχα ο ίσκιος μας που μας ακολουθεί. Είναι οι επιλογές μας. Οι πράξεις και οι παραλείψεις μας. Τα λόγια κι οι σιωπές μας. Οι αρνήσεις μας. Όλα αυτά μας ακολουθούν σε όλη μας τη ζωή και κυρίως μας πλαισιώνουν και μας προσδιορίζουν. Και μάλιστα άσχετα από τα λόγια μας. Είναι η εικόνα μας, που την δείχνουν οι συνέπειες των επιλογών μας. Η αχαριστία, η αγένεια, η πλεονεξία, η φυγοπονία, η ολιγωρία, η αδιαφορία, η ανευθυνότητα, ο αυταρχισμός και η αλαζονεία μας κι όλες οι παραξενιές και τα ελαττώματά μας, μας ακολουθούν όπως και όλες οι αρετές μας. Όλα αυτά είναι ο ίσκιος μας. Είναι ο δεύτερος εγώ. Εκείνος ο «εγώ» που κι αν θέλουμε να τον κρύψουμε, δεν υπάρχει περίπτωση να μη φανεί. Έλεγε ο Σουρής:

Στον ίσκιο μου

Βρὲ ἴσκιε μου γιατί μ᾿ ἀκολουθεῖς;
Δὲ μ᾿ ἀφήνεις μόνο μου νὰ τρέχω;
Βρὲ ἴσκιε μου, δὲ πᾶς νὰ μοῦ χαθεῖς,
πρέπει κι ἐσένα σύντροφο νὰ ἔχω;

Πότε στραβὸ σὲ βλέπω πότε ἴσο,
πότε μακρὺ σὰ σούβλα, πότε νᾶνο,
τὴ μιὰ πηγαίνεις μπρός, τὴν ἄλλη πίσω
σὲ ἀπαντῶ ἐδῶ, ἐκεῖ σὲ χάνω.

Χωρὶς νὰ βλέπεις, πιάνεις ὅτι πιάνω,
μὲ ὁδηγεῖς ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὁδηγῶ.
Καὶ τέλος πάντων κάνεις ὅτι κάνω
καὶ εἶσαι ἄλλος, δεύτερος, ἐγώ.

Βρὲ ἴσκιε μου, γιατί μ᾿ ἀκολουθεῖς;
Βρὲ ἴσκιε μου δὲ πᾶς νὰ μοῦ χαθεῖς...
Σὲ ἀπαντῶ στὸ σπίτι καὶ στὸ δρόμο
καὶ μοῦ γεννᾷς πολλὲς φορὲς τὸν τρόμο.

Μικρούλα, ακόμη, άκουγα τον πατέρα μου, να λέει, συμβουλεύοντας, για να μετριάσει την παιδική αλαζονεία: «Μη νομίζεις πως είσαι μεγάλος και σπουδαίος, επειδή βλέπεις τον ίσκιο σου τον πρωϊνό. Να κοιτάζεις τον ίσκιο σου το μεσημέρι, για να ξέρεις πως όσο μεγάλος κι αν νομίζεις πως είσαι, θά 'ρθει ώρα/καιρός, που θα φανεί ποιός είσαι. Γι' αυτό έχε μέτρο, πρόσεχε τί θέλεις  και κυρίως, πρόσεχε τί κάνεις. Μη και φανείς μικρός και τιποτένιος».

Ο εκβιασμός της απεργίας πείνας και το ελευθέρως πράττειν

 
Η απεργία πείνας είναι μια μορφή διαμαρτυρίας.

Μπορεί να την κάνει ένα  παιδί σαν αντίδραση προς το γονιό του. Ένα κακοκαμθημένο, για να πετύχει κάτι, ή ένα παραπεταμένο παιδί για να προσελκύσει την προσοχή του.

Η παράλειψη λήψης τροφής είναι άλλο φαινόμενο, που μπορεί να γίνεται ενσυνείδητα και για λόγους που έχουν να κάνουν με την απόφαση θανάτου, ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο σε κάποιους πολιτισμούς, ασυνήθιστο-αλλά όχι ανύπαρκτο- σε άλλους.

Οι αποφάσεις που παίρνουμε για τη ζωή μας, είναι ασφαλώς δικές μας επιλογές, παρά το γεγονός ότι συχνά (στη σημερινή κοινωνία) συμβαίνει να φορτώνουμε τις συνέπειες των αποφάσεών μας σε άλλους, από την ανευθυνότητα και την ανωριμότητά μας ή από την ανελευθερία και τον εξουσιαστικό αυταρχισμό μας.

Τούτες τις μέρες ένας συνάνθρωπός μας, απειλεί μια ολόκληρη κοινωνία πως θα επιμείνει στην απεργία πείνας, και θα προσθέσει και την απεργία δίψας, μέχρις ότου ικανοποιηθεί το αίτημά του. Το σημερινό αίτημά του είναι «σπουδές».

Κάποιοι απειλούν με φωτιά και με φονικά, εξαιτίας της πολιτικής της χώρας. Το αίτημά τους η «ανατροπή της ασκούμενης πολιτικής» και εγκαθίδρυση της δικής τους πολιτικής.

Άλλοτε πάλι, κάποιοι απειλούν και περιγελούν μεγάλο μέρος της κοινωνίας προκειμένου να προφθάσουν την ενδεχόμενη έκφραση διαφωνίας, αδιαφορίας ή αντίδρασης στην παρέλαση ομοφυλόφυλων στους δρόμους της πόλης, διαδηλώνοντας την ανάγκη για υποχρεωτική -εκ μέρους όλων- αναγνώριση του δικαιώματός τους αυτού. Το αίτημά τους είναι «αναγνώριση στη διαφορετικότητα στο σεξ».

Κάποιοι, συχνάκις, απειλούν και εξυβρίζουν στιγματίζοντας υποτιμητικά αι προσβλητικά την χριστιανική πίστη φίλων, συγγενών και συμπατριωτών τους, υπερασπιζόμενοι την θρησκευτική πίστη τρίτων, παρανόμων εισβολέων και ξένων, ενίοτε μάλιστα και εγκληματιών, οδηγώντας τα πράγματα σε ακραίες και προκλητικές μορφές βίας και ύβρης, προκειμένου να καμφθούν οι αντιστάσεις και να επιβληθεί η δεσποτική και αυταρχική στάση τους. Το αίτημά τους είναι «ο αποχριστιανισμός της ελληνικής κοινωνίας» που μας κρατάει «καθυστερημένους» ουραγούς της προόδου της αρπαχτής, της προόδου του αφελληνισμού μας και της προόδου της παγκοσμιοποίησης της εξουσίας, ώστε να καταστούμε το πρώτο παραδειγματικό θύμα στους σημερινούς καιρούς που εκκολάπτεται ο νέος τρόπος διακυβέρνησης από την  παγκόσμια πλεονεξία.

Η Πολιτεία μας, όλα αυτά, ήδη τα έχει κάμει κτήμα της και πολιτική της. Στο σχολειό τα παιδιά διδάσκονται ήδη παρόμοια πράγματα και σε λίγο καιρό, που θα τελειώσουν θα βγούν στην κοινωνία, άλλοι συνεχίζοντας για σπουδές, κι άλλοι για να δουλέψουν. Κι εκείνο που θα ξέρουν είναι πως αν κάτι το ζητάς με επιμονή, με πείσμα, με εκβιασμούς, με απειλές και με βρισιές, στο τέλος θα το πάρεις. Ακόμα κι αν είναι μέρα και ζητάς το σκοτάδι. Ακόμα κι αν είναι παράδεισος και ζητάς την κόλαση. Ακόμα κι αν αυτό που ζητάς είναι η κατεδάφιση του παρθενώνα.

Αρκεί να μη ζητήσεις εκλογές!

Αλλά, εδώ κάτι συμβαίνει. Πώς αλήθεια, μας δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η απεργία πείνας, η βρισιά, η γελοιοποίηση κλπ. παρόμοιες πρακτικές θα υποχρεώσει τους άλλους να μας παραχωρήσουν εκείνο που ζητάμε; Άσχετα από το τί είναι εκείνο που ζητάμε;

Θα μου πείτε, κι ο «Γκάντι έκανε απεργία πείνας», θα σας απάντήσω ναί, αλλά εκείνος έκανε και αποχή από κάθε πράξη βίας, και αποκήρυξη κάθε μορφής βίας. Και το ίδιο ζητούσε και από τους εξουσιαστές της πατρίδας του: Να φύγουν. Γι' αυτό το έκανε. Δεν το έκανε για να διαβάζει, ούτε για να έχει πολλές γυναίκες. Ούτε για να μη δικασθεί που ιδιοποιήθηκε τον πλούτο της χώρας του, ή που απεμπόλησε εθνικά δίκαια και συμφέροντα. Το έκανε για κάτι που τον υπερέβαινε σαν άτομο και ήταν άσχετο με τις στενά ατομικές του ανάγκες.Το έκανε για το συμφέρον της χώρας του. Και γιατί η ξένη κυριαρχία μέσα στη χώρα του ζημίωνε τους ομοεθνείς του. Πολεμούσε με ειρηνικό τρόπο τους εχθρούς της πατρίδας του.

Η ευγένεια δεν εκβιάζεται. Ούτε η ελευθερία.

Αν ένας πολίτης είναι ελεύθερος να επιλέξει τον τρόπο που πορεύεται και τηρεί τις αξίες στις οποίες πιστεύει,  και τον τρόπο να επιδιώκει την κατάκτηση και εκπλήρωση των ονείρων του και των ιδανικών του, δεν μπορεί  να επιβάλει στους άλλους να θέλουν κι εκείνοι ό,τι θέλει αυτός. Ενδέχεται να τους πείσει, να τους προσελκύσει, να τους εντυπωσιάσει και να τους προκαλέσει να τον ακολουθήσουν και να τον μιμηθούν. Δεν αποκλείεται όμως να τους απογοητεύσει και να τους απωθήσει ο τρόπος του, ή το επιδιωκόμενο από αυτόν.

Ενας ευγενής άνθρωπος, θα αποφύγει να πληγώσει, να προσβάλει, να τραυματίσει ψυχικά ή φυσικά τον συνάνθρωπό του, θα αποφύγει να στερήσει από κάποιον τα αγαθά που με κόπο απέκτησε. Θα αποφύγει να εξαπατήσει. Οπωσδήποτε θα αποφύγει να αφαιρέσει και τη ζωή κάποιου.

Στη σημερινή μας εποχή, ο εκβιασμός, δηλαδή η άσκηση πίεσης (!!!), είναι μόδα: τόσο στην πολιτική πρακτική της κοινωνίας, όσο και στην πρακτική της πολιτικής και της οικονομικής σκηνής.

Έτσι, φαίνεται, πως είναι εύλογο κάποιος να «απειλεί» ότι θα πεθάνει γιατί δεν τον αφήνουν να κάνει ό,τι θέλει, και κάποιος άλλος να λέει «μα πρέπει να τον αφήσουμε να κάνει ό,τι θέλει!».

Στον κόσμο τους, στον κόσμο της ανευθυνότητας, της απάτης και της υφαρπαγής, νομίζουν πως «έχουν δίκιο» και οι δυο: Αυτός που εγκλημάτισε κι είναι έγκλειστος στη φυλακή (ως συνέπεια καταδίκης για ένα έγκλημα που ήθελε και διέπραξε) που τώρα  θέλει να είναι ελεύθερος (σαν ατιμώρητος)  και να συνεχίσει να κάνει ό,τι (ακόμη και νέα εγκλήματα) κάθε στιγμή επιλέξει να κάνει.

Κι εκείνος που λέει ότι «δεν πρέπει να πάθει κάτι το παιδί!». Γιατί τον καταλαβαίνει και τον συμμερίζεται.

Αλλά, κι ο πρώτος, κι ο δεύτερος, ξεχνάνε ότι αυτό σημαίνει κατάργηση του νόμου που επιβάλλει τις ποινές για τις αξιόποινες πράξεις.

Αυτοί οι δυο έχουν κάτι κοινό: Δεν δείχνουν να είναι ευγενείς προσωπικότητες. Ούτε  ελεύθεροι άνθρωποι είναι. Δεν είναι ευγενείς προσωπικότητες, γιατί διαπράττουν σοβαρά και εγκληματικά ατοπήματα, σε βάρος αναίτιων τρίτων και του κοινωνικού συνόλου, και δεν είναι ελεύθεροι, γιατί δεν αποδέχονται τις συνέπειες των πράξεών τους.

Το χειρότερο από όλα όμως, που δεν φαίνεται αμέσως και προφανώς, είναι ότι μια τέτοια απαίτηση, θα μπορούσε να έχει ο κάθε εγκληματίας, κι ένας τέτοιος θα μπορούσε να είναι ακόμα και κυβερνήτης.

Ή μήπως, αυτό έχει προηγηθεί, αφού αρκετοί νεώτεροι νόμοι φροντίζουν για το αδίωκτο παραβατών και παραβάσεων;

Η ευγένεια και η ελευθερία δεν εκβιάζονται. Αλλά φαίνεται, ότι σε τούτον τον τόπο εξέλιπαν αυτές οι αρετές της ψυχής. Έφυγαν κι έριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους. Και μας έμειναν η πλεονεξία, ο αυταρχισμός  και η εκβιαστική πίεση της κοινωνίας. Η τελευταία, αδιαμαρτύρητα περιμένει  να πεθάνει με αυτόν ή εκείνον τον τρόπο, που θα διαλέξουν άλλοι γι' αυτήν.

Μ' αυτούς που μας μείνανε θα πορευτούμε, και δεν ξέρουμε πού θα μας βγάλει, αφού η αρετή όλων των υπολοίπων δεν είναι επικρατέστερη.

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

Η υπεροχή ως κίνδυνος για την αρμονία του κόσμου και της ζωής


 

Διαβάζω εδώ για την τάση που πολλοί μας έχουμε να επιδιώκουμε την ατομική μας  διάκριση, έτσι ώστε να υπερέχουμε των άλλων, να θεωρούμεθα καλύτεροι από τους άλλους. Να ξεχωρίζουμε.
Ο Γέροντας Πορφύριος, λέγει ότι η τάση αυτή έρχεται σε αντίθεση με την αρμονία του κόσμου. Και το αναλύει εξαιρετικά. (δείτε το άρθρο).

Στην αρχή ξαφνιάζεσαι με το θέμα. Πώς να το σκεφτεί κανείς ετούτο το πράγμα! Είναι αλήθεια κόντρα στη γαλήνη και στην αρμονία του σύμπαντος η επιδίωξη της διάκρισης;

Δεν θα μπορούσε, αλήθεια, η μεγάλη αγάπη, η καλωσύνη, η αλληλεγγύη, η επίσκεψη, η παρηγορία και τόσες άλλες αγαπητικές ενέργειες και συμπεριφορές να διαταράξουν την ειρήνη και την αρμονία του κόσμου. Γιατί όλες αυτές ενέχουν και την ταπεινότητα του φορέα τους. Εξ άλλου, γι' αυτό είναι μεγάλες και σπουδαίες.

Ο Άγιος Γέροντας μιλάει για όλες εκείνες τις ενέργειες και τις συμπεριφορές που διχάζουν τον κόσμο, και υπερισχύει η ανθρώπινη κενοδοξία και ματαιοδοξία.

Μιλάει ασφαλώς για την κλοπή, για την ιδιοποίηση, για τον παραγκωνισμό, για την απάτη και την εξαπάτηση, για τη βία, για την αλαζονεία, για την αστοργία, για την περιφρόνηση, και για όλους εκείνους τους τρόπους και τις συμπεριφορές με τις οποίες επιδιώκουμε να αποκτήσουμε περισσότερα, να φανούμε σπουδαιότεροι έναντι των άλλων, ακόμη και γενναιότεροι έναντι των άλλων. Να αποκρύψουμε τα λάθη μας και να αναδείξουμε ακόμη και ανύπαρκτες αρετές μας.

Όλες οι τέτοιες συμπεριφορές, που κυοφορούν το ψέμμα και τη νοθεία, και με τις οποίες επιζητούμε προνόμια και πλεονεκτήματα, που μπορεί να αφαιρεθούν από κάποιον για να (ή που θα)  τα απολαύσουμε εμείς, επηρεάζουν  τις σχέσεις μας με τους άλλους, αρνητικά. Συνωμοτικά με τους ομοίους, περιφρονητικά και εχθρικά με τους αντίθετους.

Κι έτσι, αντί να ειρηνεύουμε μέσα μας και με βάση την κοινή ανθρώπινη τάξη να  πορευόμαστε στη ζωή μας, πολλοί από εμάς, επιζητούμε η δική μας η ζωή να έχει ξεχωριστή τάξη, ξεχνώντας ότι τα όρια της ζωής, είναι για όλους μας ίδια, ακόμη κι αν οι δυνατότητές μας είναι διαφορετικές.

Γι' αυτό ειπώθηκε από σώφρονες ανθρώπους: να ντρέπεσαι όταν ελεείς, να λυπάσαι όταν κάποιος λυπάται,  να θησαυρίζεις άφθαρτους θησαυρούς, μη καυχάσαι για αγαθά που απόκτησες χωρίς να κουραστείς. κ.α.

Ειπώθηκε ακόμη, μη χαρίζεις σε κάποιον τα αγαθά που χρειάζεται, αλλά βοήθησέ τον να μάθει να τα παράγει.

Γιατί η άγνοια, η φτώχεια, η αρρώστεια και ο κίνδυνος είναι ευθύνη όλων, αλλά η αντιμετώπισή τους βαρύνει εκείνους που ξέρουν, που έχουν, που είναι αρμόδιοι και εκείνων που ορίστηκαν άρχοντες όλων.
 


Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014

Επιχειρείν ανέλεγκτα και αυθαίρετα;


 


Είναι σπουδαίο πράγμα η επικοινωνία. Και η επιχειρηματικότητα.


Αλλά τόσο η διακίνηση και η ποιότητα των παραγομένων αγαθών, όσο και η προσφορά και η ποιότητα των ΕΠ-ΑΓΓΕΛΛΟΜΕΝΩΝ υπηρεσιών, πρέπει να διέπεται από κανόνες. Συνέπειας, καλής πίστης και αξιοπιστίας.

Η αξιοπιστία στην δοσοληπτική σχέση, είναι τόσο σημαντικός παράγων, που καμμιά φορά, επιδρά στην προτίμηση αυτού, έναντι κάποιου άλλου,  προϊόντος ή υπηρεσίας.

Στην εποχή μας, το κινητό τηλέφωνο, είναι πια εργαλείο δουλειάς και μέσο αξιοποίησης του χρόνου. Και η τηλεπικοινωνία είναι τρόπος άμεσης διευθέτησης εκκρεμοτήτων. Η τηλεπικοινωνία με ένα κινητό τηλέφωνο, που σήμερα επιτυγχάνεται όπως ποτέ άλλοτε στο παρελθόν, είναι πράγματι, σπουδαίο πράγμα, γιατί σε βγάζει από ταξίδια, από κινήσεις και μετακινήσεις, από έγγραφα, από ταχυδρομεία, από καταστάσεις έντασης και ανυπομονησίας, σώζει σε περιστάσεις άμεσης ιατρικής ειδοποίησης, συντρέχει σε καταστάσεις κατεπείγοντος, ενημερώνεις εγκαίρως και άμεσα.

Γι' αυτό και η σχετική επιχειρηματικότητα είναι τόσο σημαντική και αξίζουν οι υπηρεσίες που προσφέρει.

Έλα όμως, που η νέα εποχή, βλέπει την επιχειρηματικότητα σαν τζόγο! Που ωθεί, έντονα, στη (ή μεθοδεύει ή τελικά αποβαίνει στη μονερή) χρήση της επιχειρηματικότητας, προς όφελος του «επιχειρηματία», και όχι προς λύση ενός προβλήματος και ταυτόχρονα με την αμοιβή που θα είναι εύλογη για τούτην υπηρεσία! Και καταλήγουμε στη στρέβλωση της επιχειρηματικότητας και τον οικονομικό δεσποτισμό επί των πελατών.

Εξηγούμαι:

Όταν κάνεις μια σύμβαση για να έχεις τηλεπικοινωνία με κινητό τηλέφωνο, αυτό σημαίνει – κατά τα ειωθότα, λέμε εμείς οι νομικοί – ότι πρόκειται για σύμβαση που γίνεται με οικονομικούς όρους. Θα σε πληρώνω, κάθε μήνα, θα μου παρέχεις - κάθε μήνα - τη δυνατότητα τηλεπικοινωνίας με το κινητό μου τηλέφωνο. Θέλεις να σε πληρώνω με πιστωτική κάρτα. Συμφωνούμε. Ορίστε τον αριθμό της κάρτας μου.

Συνέβη, όμως κι έχασα -κάποια στιγμή-  την κάρτα μου (με έκλεψε ο καλός κόσμος της εποχής μας), και αναγκάστηκα να ζητήσω - και εκδόθηκε - νέα. Αμελλητί γνωστοποιώ στον αντισυμβαλλόμενό μου και πάροχο της κινητής τηλεφωνίας  την αλλαγή της κάρτας πληρωμής, και εκείνος παραλαμβάνει τα νέα στοιχεία. Και νιώθω ότι είμαι αξιόπιστος και συνεπής με τις δεσμεύσεις μου.

Αυτό που συνέβη μέρες μετά, με κάνει να διαμαρτύρομαι σήμερα. Γιατί, παρ' όλη τη δική μου συνέπεια, και ακρίβεια στην τήρηση των υποχρεώσεών μου, ειδοποιούμαι,  ότι ο αριθμός που καλείτε δεν είναι «accessible»!

Αχ, Ελλάδα, της καταχρηστικής ελευθερίας των υπευθύνων, και της καταδυνάστευσης των δικαιούχων!


Η έρευνά μου επί του θέματος, απέφερε την πληροφορία ότι το αίτημά μου για την αλλαγή που ζήτησα, εκκρεμεί ακόμη (τόσες μέρες μετά την υποβολή του), και γι' αυτό, λόγω του επείγοντος, θα πρέπει να υποστώ τη δοκιμασία της προσωπικής εμπλοκής στη διαδικασία πληρωμής (να πάω εγώ να πληρώσω), ώστε να τακτοποιηθεί η επικοινωνία μου.

Ενίσταμαι στην απαίτηση του επιχειρηματία και εκνευρίζομαι. Ενίσταται και η προστηθείσα υπάλληλος που με ακούει εκνευρισμένη. Της εξηγώ, ότι δεν απευθύνω τον εκνευρισμό μου προς αυτήν, αλλά προς τον ωτακουστή της μαγνητοφωνημένης συνομιλίας μας. Και ζητώ (λόγω της κατάστασης της υγείας μου, λόγω της ανάγκης των υπολοίπων του πακέτου να επικοινωνούν, και λόγω της απουσίας τους) να προωθήσει η ίδια την επείγουσα διεκπεραίωση του καταχωνιασμένου έγκαιρου, έγκυρου και ορθού αιτήματός μου για πληρωμή του λογαριασμού μου μέσω της νέας κάρτας, προκειμένου να αποκατασταθεί η δυνατότητα επικοινωνίας μας.
Θα περιμένω. Αλλά δεν ελπίζω σε εκδηλώσεις συνέπειας και πολιτισμένης συμπεριφοράς. Είμαστε στην εποχή που ο οικονομικά ισχυρός εκμεταλλεύεται, απομυζά, κοροϊδεύει και εξαπατά εκείνον με τον οποίο συμβάλλεται. Λόγω έλλειψης ηθικών αρχών των ατόμων-επιχειρηματιών, λόγω έλλειψης πολιτικής συνείδησης για την επιβολή κυρώσεων στις περιπτώσεις αντισυμβατικής συμπεριφοράς των επιχειρήσεων, και τελικά, λόγω αντικοινωνικότητας στη λειτουργία του παντοδύναμου εμπορίου. 


Με ποιούς θα εμπορεύεσθε αγαπητοί τα προϊόντα και τις υπηρεσίες σας, όταν γίνεστε αποκρουστικοί δυνάστες; 

Εν κατακλείδι: H διαμαρτυρία δεν πάντα αναποτελεσματική. Η σωστή τοποθέτηση του προβλήματος, είναι σωστό να επιφέρει τη λύση του. Ευτυχώς, έγινε κατανοητό ότι το αίτημά μου ήταν δίκαιο και εύλογο, και η επιχείρηση έπραξε τα δέοντα, προς αποκατάσταση της επικοινωνίας, χωρίς να με ταλαιπωρήσει περισσότερο.

Τώρα, θα περιμένω και τη συγγνώμη της.



Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Οι Μάνες μας φύγαν...


 


Τούτο το χρόνο πολλές μάνες εφύγαν. Είναι που κουραστήκανε, είναι που σώθηκαν οι δυνάμεις τους, κι είναι που δεν μας αντέξανε. Είναι που κι ο Θεός τις αγάπησε περισσότερο από μας. Ποιός ξέρει, γιατί άλλο.

Τασούλα μου, έχουμε την τύχη να φύγουν οι μάνες μας, γιατί σωθήκαν οι δυνάμεις τους. Γιατί τελειώσαν καλά, όλα τα έργα τους. Δεν θα θέλανε να τις δούμε ανήμπορες και κακογερασμένες.

Εξαγνισμένες από την πρόσκαιρη αρρώστεια τους, όλα τους τα λάθη χάθηκαν, κι όλα τους τα στραβά ισιώσανε, μπροστά στο άπειρο γλυκό, πονετικό, διαρκές, ακούραστο, προνοητικό, έργο προσφοράς τους, στον άλλο. Στον πόνο του, στην ανάγκη του, στην χαρά του.

Οι μάνες μας, σαν άνθρωποι δε θελήσανε να καρπωθούνε κόπους που δεν κάνανε και δόξα που δεν την κερδίσανε με την προσωπική τους μάχη. Στις επάλξεις, μέχρι την τελευταία τους στιγμή.

Τούτη την ώρα, που η μανούλα σου σ' αφήνει σπουδαία, μεγάλη και ικανή γυναίκα και μάνα, να έχεις, εσύ και η οικογένειά σου, και όλοι σας, την ευχή της.

Ήταν σπουδαία Μάνα, σπουδαίος άνθρωπος. Φιλότιμη στο έπακρο, στοργική για όλους, για καθέναν που τό 'χε ανάγκη (και για μένα), φιλόπονη και πρόθυμη για ό,τι χρειαζόταν στην κάθε στιγμή και συγκυρία. Με καθαρή ψυχή, και ήθος.

Άσε με, να ενώσω τα δάκρυά μου, με τα δικά σου, μπας και στα λιγοστέψω, και μαζί σου, να θρηνήσω, και να στείλω κι εγώ, στη Μάνα μου, τα χαιρετίσματα της αγάπης μου, και τον πόνο μου στην απουσία της, μέσα από το κλάμα μας και για τούτη, την τωρινή δική σου πληγή και απώλεια.

Τασούλα μου, καλή μου φίλη, δεν είσαι μονάχη. Έχω κι εγώ τον ίδιο πόνο, που μαζί μου τον σήκωσες, εκείνες τις πρώτες, τις δύσκολες ώρες. Είμαι τώρα μαζί σου, σου κρατάω το χέρι, και μοιράζομαι τα δάκρυά σου. Έλα να τιμήσουμε και να ν' αποχαιρετήσουμε και τη δική σου μανούλα, με το λυγμό μας και την αγάπη μας:

Μάνες,
μανούλες όλου του κόσμου,
και δικές μας,
η αγκαλιά σας, που ζεστά,
γλυκά μας κράτησε,
σιγά-σιγά παγώνει.
Η αγάπη που μας έδωσε
ο στοργικός σας κόρφος,
είν' εκείνο που σήμερα
την ψυχή μας στεριώνει.

Καλό σου ταξίδι μανούλα Ζαχαρένια,
τώρα θα σ' έχω στο μυαλό
γλυκειά μου μόνο έγνοια.
Η καρδιά μου θα σ' αναζητάει,
κι όσο κι αν κλαίει,
κι όσο κι αν πονάει
μονάχα η μνήμη θά 'ρχεται
την πόρτα να χτυπάει
και να μου παραστέκεται.

Μανούλα Ζαχαρένια, εκεί που πάς
με λουλούδια αγάπης και τιμής φορτωμένη
μη τα κρατήσεις όλα!
Δώσε και στη μανούλα μου,
την Αρετή,
χαιρετισμό και δάκρυ,
απ' το παιδί της το έρημο, εμένα
γιατί έτσι που εκείνη έφυγε,
έτσι κι εγώ, που μακριά της
εταξίδεψα, κι εστέριωσα,
τα μητρικά της τα φιλιά
δεν τά 'χω χορτασμένα.

Δεν ακουμπώ τη ράχη μου
σε κόρφο μητρικό κι αγαπημένο,
δεν με κρατεί στην αγκαλιά
λιμάνι πραϋμένο,
κύματα ολόκληρα βουνά
σπάνε στην κεφαλή μου,
και δεν ακούω τη φωνή
«επόνεσες παιδί μου;»

Μα της ζωής μας τώρα πια
μονάχες θ' αντικρύζουμε,
μπόρες και τρικυμίες
πικρά να σατιρίζουμε
με μητρικές παραβολές
μύθους και παροιμίες.

Μανούλα μου γλυκειά,
όλα μου τα 'δωσες,
όλα μου τά 'μαθες
μα το στερνό σου μάθημα
μονάχη θα μαντέψω.
Τώρα που μένω μοναχή
χωρίς δική σου απαντοχή,
δεν ξέρω πώς θ' αντέξω.

Σαν παιδί σου που είμαι, δεν βαστώ
να σε χάσω.
Δώσε μου μόνο,
την ευχή σου, Μάνα,
σαν μανούλα, κι εγώ
να σου μοιάσω.

Οι Ενεργοί Πολίτες και οι Πνευματικοί Ηγέτες


 

Διαβάζοντας κάποτε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο εδώ, με τίτλο “Χρειαζόμαστε ενεργούς πολίτες, όχι πνευματικούς ηγέτες!”, εντυπωσιάστηκα από την καθαρότητα του λόγου του αρθρογράφου. Οι προτάσεις του και οι θέσεις του, αδιαστίκτως σαφείς, πλην άκρως αυθαίρετες, και με το βεληνεκές που μπορεί να έχει η άποψη ενός νέου ατόμου, και όχι ενός νέου προσώπου.

Εξηγούμαι: Το άτομο ίσταται, παρίσταται και προσβλέπει στον εαυτό του, το πρόσωπο υπάρχει αφεαυτού, μέσω, χάριν και δια τους άλλους, σε σχέση, δηλαδή, με άλλους και κυρίως σε σχέση με το μέλλον και την προοπτική όλων.

Είναι εύλογο ασφαλώς ο νέος να βλέπει τον εαυτό του ως άτομο, αλλά η προοπτική του είναι να γίνει, να μετουσιωθεί σε, πρόσωπο.

Ο τίτλος του άρθρου με έκανε να σκεφτώ μια ισοδύναμη δήλωση: “Χρειαζόμαστε ηλεκτρική ενέργεια αλλά δεν χρειαζόμαστε τους μηχανισμούς παραγωγής της”.

Με αφορμή τον προβληματισμό του αρθρογράφου, αναλογίστηκα τότε, και βελτιώνω τώρα:

Ο ορισμός του διανοούμενου, δεν εξικνείται ασφαλώς σε εκείνον του πτυχιούχου κάποιας επιστήμης ή δοξασίας ή τέχνης. Ο φιλολογικός ορισμός του όρου ανήκει στους ειδικούς περί αυτό. Ο ουσιαστικός, όμως, προσδιορισμός της έννοιας του διανοούμενου εναπόκειται στην καλλιέργεια και την προσωπικότητα αυτού που τον χρησιμοποιεί και των κοινωνούντων προς αυτόν συνομιλητών περί του θέματος..

Εν προκειμένω, διανοούμενος, θα έλεγα, δεν είναι εκείνος που στοχάζεται γενικά και αορίστως (πώς θα διαφύγει, πώς θα οικονομήσει, γιατί δεν γίνονται τα πράγματα όπως θέλει, κλπ. παρόμοια), αλλά εκείνος που στοχάζεται την ουσία των πραγμάτων, προτείνει τρόπους, μοντέλα συμπεριφοράς, στόχους μη προφανείς, λύσεις σε προβλήματα μεθόδου και πρακτικής, στιγματίζει τα κακώς κείμενα και δεν βγάζει την ουρά του απέξω για να κρατήσει ισορροπίες και να αποκομίσει προσωπικά και λοιπά οφέλη, αλλά τοποθετείται και «εκτίθεται» με το ήθος, το λόγο και το έργο του. Αυτός είναι Δάσκαλος της κοινωνίας. Είναι ένας λαπάς, που δεν κάνει τίποτε, που έλεγε και ο Κούβελας (κάποτε υπουργός πολιτισμού). Ο διανοούμενος Σημαίνει. Σ' εμάς εναπόκειται να αποκρυπτογραφήσουμε το μήνυμα. Αν έχουμε τα προαπαιτούμενα. Την αίσθηση, τη διαίσθηση, τη διάκριση, το τάλαντο, τον ενδιάθετο πόθο εξόδου από το τέλμα και την αδιέξοδη πορεία.

Ο διανοούμενος είναι ρομαντικός, ασφαλώς. Με την έννοια ότι πιστεύει βαθειά μέσα στο είναι του, ότι αυτά που λέγει είναι αλήθεια και σωστά, κι όχι γιατί έχει μια πνευματική θολούρα. Δεν είναι αιθεροβάμων, γιατί αυτός έτσι ζεί, αυτά ποθεί η ψυχή του, αυτά ονειρεύεται και αυτά ευαγγελίζεται, δεν είναι φαντασιόπληκτος που δε γεύτηκε την ουσία των ονείρων του και των στοχασμών του (Καβάφης, Ελύτης, Γιανναράς, Κοντογεώργης, Καραμπελιάς, για να καταριθμήσω μερικούς, ακόμη και κάποιους συγχρόνους μας). Διανοούμενος δεν είναι όποιος αρθρογραφεί οπουδήποτε. Αυτός είναι πολίτης με ελευθερία διατύπωσης γνώμης.

Ο οργισμένος δεν μπορεί να είναι ο τύπος του διανοούμενου, γιατί η ταραχή των φρενών δεν επιτρέπει την διανόηση. Είναι ίσως κίνητρο η οργή, αλλά το κράτος της οργής δεν επιτρέπει άλλο “κράτος”. Οργισμένος μπορεί να είναι με τη δική του και της φάρας του την ολιγωρία, προ του κοινωνικού τους χρέους, αλλ' όχι προς άλλους. Ο διανοούμενος είναι νουνεχής και νηφάλια ενεργεί. Εξοργισμένος ίσως, αλλ' όχι οργισμένος.

Η απαισιοδοξία, ως στάση ζωής, νομίζω, ότι δεν μπορεί να είναι ίδιον του διανοούμενου, γιατί τα κακώς κείμενα είναι γι' αυτόν ελιξήρια πνευματικής ζωής και παραγωγής. Απαισιόδοξος είναι εκείνος που του φταίνε οι άλλοι, οι οποίοι τον αποδυναμώνουν, αδικούν τις απόψεις του και τον παραγκωνίζουν. Που τα βλέπει όλα να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο και πως δεν υπάρχει αύριο. Αλλά αυτός, ο τόσο απελπισμένος δεν δύναται να “διανοηθεί” παρά -κυρίως- το άτομό του, και συνεπώς, ένας τέτοιος περιπαθής και εγωκεντρικός νάρκισσος διανοητής, δεν μπορεί να βρίσκεται στον κύκλο της διανόησης, όπως αυτή νοείται σε σχέση με τον κοινωνικό της ρόλο.

Δεν μπορούμε να συζητήσουμε για διανόηση αναφερόμενοι σε τύπους που τα ξέρουν όλα, που λένε ό,τι μπορεί να κάνει θόρυβο γύρω από το όνομά τους. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για κοσμικότητες.

Η ποίηση και κάθε τέχνη λέγεται ότι “στοχάζεται σε έναν φαντασιακό τέλειο κόσμο τον οποίο περιγράφει με αοριστολογίες”. Αυτός ο τρόπος που μπορεί να γίνουν αντιληπτά τα σημεία της διανόησης, δεν είναι παρά μόνο το επίπεδο του ακροατή που λαμβάνει το μήνυμα του ποιητή/διανοητή. Για παράδειγμα ο Ρίτσος, στο “Τραγούδι της αδελφής μου” λέει κάπου “... των στίχων τους κίονες να υψώσω...” και παρακάτω “...κι εγώ που δε δυνήθηκα να σε σώσω απ' τη ζωή θα σε σώσω απ' το θάνατο...”. Πιθανόν, κάποιος καλύτερος υπουργός πολιτισμού να μην έλεγε το Ρίτσο λαπά, και απλώς να αναρωτιότανε: Μα έχουν κολώνες οι στίχοι; ή πώς θα  γλυτώσει την πεθαμένη από το θάνατο; Ένας άλλος ακροατής του ποιητικού στίχου θα έλεγε: τόσο μεγάλη αγάπη είχε ο ποιητής στην αδελφή του, ώστε θέλει -με το ποίημά του- να την ανεβάσει ίσαμε τ' αστέρια! Ή ο ποιητής αγαπούσε και πόνεσε τόσο για την αδελφή του ώστε θέλησε να απαθανατίσει στο χρόνο και στον κόσμο αυτήν και την αγάπη του γι' αυτήν (και επί πλέον το πέτυχε!)

Ο διανούμενος δεν είναι δογματικός, ούτε ιδεοληπτικός. Οι παγκόσμιοι πόλεμοι, οι καταστροφές και το αιματοκύλισμα λαών δεν έγινε από διανοούμενους, αλλά από παρανοϊκούς πολιτικούς και στρατιωτικούς σε αγαστή συνεργασία με άρπαγες αλλότριων οικονομικών πόρων και εδαφών. Δηλαδή για λόγους συμφερόντων και ευκαιριών συμφερόντων. Συνέβη πράγματι διανοούμενοι να στηρίξουν τέτοια έργα, εξωνούμενοι, ή εξαναγκαζόμενοι, ή εκβιαζόμενοι. Δεν έλειψαν και οι εκούσιες προσχωρήσεις στη διαρπαγή και τη λαφυραγωγία. Ανθρώπινο το λαθείν και υποκύπτειν.

Ενας διανοούμενος, νομίζω ότι δεν μπορεί να είναι εν τοις πράγμασιν και πολιτικός ηγέτης, γιατί ο τελευταίος πρέπει να έχει τη δυνατότητα όχι απλώς προς το διανοείσθαι, αλλά κυρίως προς το αντιλαμβάνεσθαι τους πολίτες, την πραγματικότητα και την πορεία που πρέπει να λάβουν τα πράγματα και την πραγμάτωση των στόχων αυτών. Ο διανοούμενος θα μπορούσε να δώσει στον ηγέτη σημείο, στίγμα, στόχο, όραμα. Μέθοδο, συμβουλή. Δεν χρειαζόμαστε ποιμένες του κοπαδιού, χρειαζόμαστε πολιτικούς με πίστη σε αυτό που ευαγγελίζονται σαν πρόγραμμα (όχι πολιτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται μετά από σφυγμομέτρηση των προτιμήσεων των πολιτών, αυτό είναι έρευνα αγοράς), χρειαζόμαστε πολιτικούς ικανούς, ακέραιους και δημιουργικούς.

Σήμερα δικαίως οι πολίτες δυσπιστούν στον κάθε παλαιόν -“πολιτικών” ημερών- δοκησίσοφο που εμφανίζεται ως σωτήρας. Γιατί άραγε δεν μας έσωσε μέχρι σήμερα; Γιατί φτάσαμε ως εδώ, αφού αυτός ήξερε πώς να μας σώσει;

Ασφαλώς και δεν είναι διανοούμενοι οι διαξιφιζόμενες τηλεπερσόνες που δεν επιτρέπουν στον ειδικό να ολοκληρώσει τη σκέψη του, και που οι ανταλλασσόμενες απόψεις εξαντλούνται στο ποιός θα κατηγορήσει περισσότερο τον άλλο. Ενώπιόν μας όλοι οι πολιτικοί είναι υπόλογοι για την κατάσταση της Χώρας. Όχι πως οι πολίτες δεν φταίνε. Φταίνε στο βαθμό που γνώριζαν ή ηδύναντο να γνωρίζουν. Αλλά, σίγουρα, εκείνος που έβαζε την υπογραφή γνώριζε, ή όφειλε να γνωρίζει, και κακώς δεν γνωρίζει..

Μια κοινωνία χωρίς ιεραρχία δεν είναι κοινωνία, είναι ζούγκλα. Αν ξεφύγουμε από την επιρροή των πνευματικών ανθρώπων και διδασκάλων θα υφιστάμεθα τις επιρροές των επιτηδείων και ιδιοτελών. Γιατί πάντα θα υπάρχουν επηρεαζόμενοι και πάντα θα υπάρχουν ατομικά-ιδιοτελή και, συνεπώς, αντικοινωνικά και αθέμιτα συμφέροντα. Και, δυστυχώς, πάντα θα υπάρχουν αχυράνθρωποι και επίορκοι στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.

Αν οι επιλογές μας δεν υπαγορεύονται από κίνητρα που υπερβαίνουν το σήμερα και το εγώ, ποτέ ο τόπος και οι άνθρωποι δεν θα ευτυχήσουν. Γιατί η εξυπηρέτηση πολλών και ανεξάρτητων ατομικών συμφερόντων εξαντλεί το γενικό απόθεμα που θά 'πρεπε να διατεθεί για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Και τότε πάσχει ο κόσμος, που περιφρονείται και αδικείται, πάσχει και ο τόπος που φυλλορροεί και ιδιοτελώς καταληστεύεται εκ των ένδον.

Ο διορισμός σε θέση Προέδρου Συμβουλίου ή Επιτροπής, δεν αποτελεί και απόκτηση της ιδιότητας του πνευματικού ηγέτη, απλώς συνιστά επιλογή του κατάλληλου προσώπου στη διεκπεραίωση του έργου ή του κατάλληλου προσώπου στο κουκούλωμα του ερευνωμένου ζητήματος. Η πανεπιστημιακή καθηγεσία δεν συνιστά αυτοδικαίως διανόηση αλλά κυρίως καλή ειδική γνώση. Η δικονομο-λαγνεία δεν συνιστά απάντηση, αλλά φαλκίδευση της αναζήτησης της αλήθειας. Η ατιμωρησία δεν συνιστά απονομή δικαιοσύνης. Το προνόμιο του ανέλέγκτου δεν συνιστά ισονομία, και ο γκαιμπελισμός κατέληξε να συνιστά θεμιτή (για τον πολιτικό πολιτισμό μας) εξουδετέρωση του πολιτικού μας αντιπάλου.

Χρειαζόμαστε τους διανοούμενους για να μας θυμίζουν τις συνέπειες των επιλογών μας, που αυτοί μπορούν καλύτερα να τις βλέπουν και να τις προβλέπουν. Τους χρειαζόμαστε ακόμη και για να μας προτείνουν καλύτερα οράματα, από όσα η καθημερινότητα και η επιτακτικά αποπροσανατολιστική δράση, μας επιτρέπει να βλέπουμε.

Είναι ύβρις να απαξιώνουμε τον ικανό που οραματίζεται, επειδή έχουμε κι εμείς μάτια. Κάποιος ορά/βλέπει γιατί έχει μάτια, και κάποιος οραματίζεται γιατί βλέπει πέραν των ορωμένων δια των οφθαλμών. Η πανεπιστημιακή μόρφωση πολλών πολιτών δεν σημαίνει ότι αυτοί δεν έχουν τίποτε άλλο να μάθουν. Αν στο πανεπιστήμιο δεν μάθαμε ότι μπορούμε πάντα να μαθαίνουμε, και να μάθουμε και πολλά άλλα ακόμη, πέραν των όσων γνωρίζουμε ήδη, δεν μάθαμε στην ουσία το πιο βασικό πράγμα: Ότι η γνώση είναι ένας δρόμος που δεν τελειώνει ποτέ. Και η ατομική αυτογνωσία ένας στόχος που μπορεί να μην κατακτηθεί ποτέ. Και περαιτέρω, ότι η Εθνική αυτογνωσία είναι ένας στόχος που μπορεί να εμποδισθεί ή να ναυαγήσει, αν όλοι μαζί δεν συναινέσουμε να επαναπροσδιορίσουμε και να αποσαφηνίσουμε την εθνική μας ταυτότητα, αποκαθαίροντάς την από πιθηκισμούς, μαϊμουδισμούς, υποτέλειες, ραγιαδισμούς, μεγαλοσχήμονα αλαζονεία, εφιαλτικές συμπεριφορές, και δοσιλογισμούς.

Δεν είμαστε “φορείς μιας εύρωστης δημοκρατικής αρετής, για την οποία η συμμετοχή στα πολιτικά πράγματα έχει εγγενή αξία”. Το αντίθετο μάλιστα: Μεθοδικά και σιωπηλά, μας έχουν καταστήσει οχήματα, και λόγω του εκμαυλισμού μας, οι επιτήδειοι πραγματώνουν τα ιδιοτελή σχέδια προς πλουτισμό τους. Είμαστε τα υποζύγια που πληρώνουν το κόστος του πλουτισμού των, και επί πλέον, αυτοί παραμένουν ατιμώρητοι για την επαίσχυντη αυτή στάση και συμπεριφορά τους.

Είναι αναγκαίο πράγματι να είναι ο πολίτης ενάρετος. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Πρέπει να είναι ενάρετος και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό βίο του. Αυτός ο πολίτης θα επιλέξει και ενάρετους πολιτικούς. Γιατί αυτοί θα υλοποιήσουν το κοινωνικό πρόταγμα. Αν το πρόταγμά μας είναι η αρετή και η αλήθεια, το κοινωνικό πρόταγμα (οι εκλογές) προς τούτο θα κατατείνει. Αν ο ισχυρισμός μας είναι ψευδής, το κοινωνικό πρόταγμα θα κατατείνει αναλόγως.

(Παρακολοθώντας το σχετικό άρθρο στο επόμενο θέμα, που θίγει, σημειώνω:)

Η ελευθερία του λόγου σήμερα είναι κίνδυνος. Δίωξης, λοιδωρισμού, συκοφαντίας. Σήμερα η ελευθερία του λόγου τελεί σε ακήρυκτη καταστολή.

Η μεγιστοποίηση της ατομικής μας ελευθερίας, δεν είναι στόχος επιτεύξιμος. Γιατί είναι επιθετική, αντικοινωνική, εγωπαθής και ατομοκεντρική.

Αντίθετα, η ελευθερία είναι τρόπος ύπαρξης (κι όχι απλά δικαίωμα, σύμφυτο με τον άνθρωπο), εντός του κοινωνικού χώρου που λαβαίνει χώρα η γέννηση και η ζωή του προσώπου. Δεν εναποτίθεται ούτε στους ηγεμόνες, ούτε στις επιτροπές. Ο άνθρωπος γεννιέται στον κόσμο ως πρόσωπο, και γι' αυτό προστατεύεται ηθικά έναντι των άλλων, η ζωή, η υγεία, ο λόγος του και έκφρασή του, και τόσες άλλες εκφάνσεις της ύπαρξής του.

Η προσωπική ελευθερία που παρέχουν οι σύγχρονες πολιτείες, δεν ανάγεται σε πεμπτουσία του πολιτικού μας πολιτισμού για να μας δώσει τα όπλα να επιτεθούμε, προκειμένου να υπερισχύσουμε των άλλων, ακόμη κι αν οι εξουσίες τη χρησιμοποιούν για αυτοπραγμάτωσή τους και ιδιοποίηση των εξ αυτής ωφελημάτων.

Η σημασία της προσωπικής ελευθερίας που καταγράφεται στον καταστατικό χάρτη των χωρών, είναι μια τυπική έκφραση για να οριοθετηθεί ο νόμος και η εξουσία του επ' αυτής, και για να μας επιτρέψει να αναπτυχθούμε πνευματικά, επαγγελματικά και ηθικά ως προσωπικότητες. Απέχει όμως πολύ από το να είναι η πάνδημη συμμετοχή στη δημιουργία, τη χαρά, την παραγωγή, και τη συμμετοχή στα αγαθά και τις υπηρεσίες που έχει ανάγκη κάθε ψυχή.


Γι' αυτό οι πνευματικοί ηγέτες χρειάζονται. Για να φτιάξουν, να σφυρηλατήσουν, ψυχές και ήθος. Ελεύθερους και ενεργούς επ' αγαθώ πολίτες. Γιατί από τους άλλους έχουμε πολλούς. Περίσσευμα και για εξαγωγή.

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Σύζυγος, ή Σύντροφος;


 
Οι λέξεις αυτές, σήμερα χρησιμοποιούνται, για να υποδηλώσουν το ίδιο πράγμα, παρόλο που υπάρχουν και διαφορετικές εκδοχές, για κάθε μια από αυτές. Όμως, δεν ήταν πάντα έτσι.

Η λέξη «σύζυγος» έχει την έννοια εκείνου που είναι ζεμένος τον (ή στον) ίδιο ζυγό μαζί με κάποιον άλλο. Θα μπορούσα να σκεφτώ το ζυγό, με τους δύο βραχίονες, που η ισορροπία του απαιτεί ισότητα βαρών. Κάτι σαν αυτό που απαιτείται και στο γάμο. Ισότητα βαρών και υποχρεώσεων. Και αμοιβαιότητα. Στην ευθύνη, στη συμμετοχή, στην αγάπη, στην προσφορά, στην υπομονή, στην συγγνώμη, στην περιχώρηση.

Ζυγός, δεν είναι μονάχα η ζυγαριά. Είναι και εκείνος που δένει το ζευγάρι μαζί, για να σύρουν από κοινού το άροτρο της καλλιέργειας και της σποράς. Είτε πρόκειται για την οικογένεια, είτε πρόκειται για τη γή, την καρποδότρα. Ένα τέτοιο ζευγάρι, απαιτεί, για την καλή του λειτουργία, ικανότητα και των δύο εζευγμένων.

Για τα ζώα, που είναι ζεμένα στο ζυγό για την άρωση της γής, απαιτείται σωματική ρώμη, υπακοή στα κελεύσματα και ικανός ζευγολάτης. Αυτά τα ζώα είναι ζευγάρι για μια συγκεκριμένη γεωργική εργασία.

Για το ανδρόγυνο, το πρόσωπο του γάμου, με τα δύο σώματα τα ίδια αισθήματα, σκέψεις και ζητούμενα, το ζευγάρι της ζωής και της οικογένειας, απαιτείται πρωτίστως πνευματική και ψυχική καλλιέργεια αμφοτέρων, ώστε να συνεννοούνται καλώς στα ζητήματα της ζωής, και εν ελευθερία επί το αυτό, να συμπληρώνουν αλλήλους, να προστατεύουν αλλήλους, να βοηθούν αλλήλους και, κυρίως, να αγαπούν και να φροντίζουν αλλήλους. Οι άνθρωποι αυτοί, ονομάζονται και είναι μεταξύ τους σύζυγοι. Ισορροπούν το ζυγό της ζωής απαραιτήτως μαζί και σύρουν τα βάρη και τις χαρές, τις ευκαιρίες και τα όνειρα της ζωής με την ίδια πρόθεση. Ζουν και φροντίζουν ο καθένας τον άλλον, και από κοινού φροντίζουν την οικογένειά τους και τη σχέση τους με τον κόσμο. Έτσι έμαθα. Και έτσι μου αρέσει. Δεν είναι όμως δεδομένο ότι ο καθένας θα συντύχει κάτι τέτοιο στη ζωή του.

Σήμερα, που σκέφτονται τα πόδια και περπατάει το κεφάλι (τόσο έχουν οι καιροί αλλάξει), δεν υπάρχει «σύζυγος». Γιατί ο όρος είναι υποτιμητικός. Ο ζυγός θυμίζει - λένε οι φωταδιστές - δουλεία, κι όχι συνταίριασμα κι αλληλοβοήθεια. Προβλήθηκε, λοιπόν,  στη  εποχή της παγκόσμιας τάξης, για πιο δόκιμος ο - χωρίς δεσμεύσεις - όρος, «σύντροφος». Γιατί αυτό ακριβώς θέλει η νέα εποχή. Συμπόσια. Δικά μας ή ξένα, όπου θα τρωγοπίνουμε με διάφορους. Και θα συνεστιαζόμεθα σε ξένες εστίες, με ξένα φαγώσιμα και υπηρέτες. (Από την εκδοχή του συν+τρέφ-ω,-ομαι).

Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε νόμιμη την  εκδοχή από συν+τρέπ-ω, -ομαι. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το παράγωγο θά 'ταν ο (αποτρόπαιος) «σύντροπος».  

Καμμιά όμως, από τις  δυο εναλλακτικές ονοματοδοσίες, δεν ανταποκρίνεται  σ' εκείνο που παριστά μονοσήμαντα και επακριβώς η λέξη «σύζυγος», και που ανταποκρίνεται στους σκοπούς και στη λειτουργία ενός αληθινού γάμου.

Εξουσία χωρίς δύναμη, είναι δύναμη χωρίς σκοπό. Τί να είναι άραγε η δόλια εξουσία με μεγάλη δύναμη;


 

Γράφω στο Λόγιο Ερμή (εδώ), για τις αυτοαναιρετικές συμπεριφορές μας.
Των πολιτών και της Εξουσίας. Για τις σκοπιμότητες και τις λούφες από τις ευθύνες μας.

Γράφεται ακόμη, στο Λόγιο Ερμή (εδώ), για την προστασία του Δημοσίου συμφέροντος στη Δημοκρατία.

Ο σχετικός προβληματισμός διαρκώς εξαπλώνεται όλο και σε μεγαλύτερες, κοινωνικά, διαστάσεις. Είναι κοινή πια η αίσθηση ότι πρέπει να ξαναπροσδιορίσουμε τις βασικές έννοιες, για να μπορούμε να συνεννοηθούμε. Πολιτικά. Ως κοινωνία.

Δεν πρόκειται για βαρειά φιλοσοφία, ούτε για ιδιοτελή βολιδοσκόπηση (σφυγμομέτρηση). Πρόκειται για ανάγκη προς συναίσθηση, συνειδητοποίηση και κατανόηση των θεμελιωδών. Πρόκειται για ανάγκη προς συλλογικό και ατομικό αυτοέλεγχο. Ως προϋποθέσεις της συνεργασίας και της συνύπαρξής μας.

Ωστε η ασκούμενη πολιτική και εξουσία, που κάθε τόσο νομιμοποιούμε με την ψήφο μας, να συντηρεί την ύπαρξη και να υπηρετεί την προοπτική και την ανάπτυξή μας, ως χώρας, λαού και προσώπων, καθ' έκαστον.

Γιατί, τόσο οι άνθρωποι της εξουσίας, όσο και οι πολίτες, κρινόμαστε, όλοι, από τους στόχους και τις μεθόδους μας.

Κι όσο κι αν θέλουμε καμμιά φορά να κρύψουμε τα ελατήριά μας για κάποια παράξενα πράγματα που κάνουμε, αυτά αποκαλύπτονται από τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε (ελιγμούς, διαφυγή ευθυνών, απόκρυψη λαθών, παραποίηση στοχείων προς παραπλάνηση του ελέγχου) και από τους στόχους που επιδιώκουμε να ικανοποιήσουμε (ίδιον ή ταξικό όφελος αντί του κοινού, αντίθεση σκοπού προς αποτέλεσμα, αποτυχία προβλέψεων). Σαν σε καθρέφτη.

Από το κακό, το μόνο καλό που έρχεται, είναι η ανάγκη να εργασθούμε καλύτερα και αποτελεσματικώτερα.

Γιατί το κακό, από μόνο του, δεν πάει πολύ μακριά.

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Πώς να μεγαλώσετε το παιδί σας για να αλλάξουμε την Ελλάδα. Μα μήπως έτσι, θα τη βουλιάξουμε;



 

Ο Ν. Δήμου, εισηγείται με ένα άρθρο του εδώ (δείτε το), «την κατάργηση του σημερινού έλληνα και τη δημιουργία ενός νέου τύπου ανθρώπου...». Κι εγώ σχολιάζω, με τούτο το σημείωμα που δημοσιεύθηκε κι εδώ, την προτεινόμενη μέθοδο αφ' ενός, και το είδος του προσδοκωμένου αποτελέσματος αφ' ετέρου.

Βρισκόμαστε εδώ και καιρό σε μια αλλοπρόσαλλη οικονομική κατάσταση σαν χώρα, και σε μια αλλοπρόσαλλη κατάσταση σαν κοινωνία.

Εξηγούμαι:

Από τότε που ο Κώστας Καραμανλής κατάλαβε τα «κυβερνητικά σκούρα» και φρόντισε να απομακρυνθεί από την εξουσία, έχοντας ήδη φορτώσει τη χώρα με απροσδόκητα υψηλό δανεισμό σε αναντίστοιχα σύντομο χρονικό διάστημα, οπότε ακολούθησε η διακυβέρνηση του «λεφτά υπάρχουν» (λέγεται ότι ο τότε πρωθυπουργός, για κακή μας τύχη δεν είχε διαβάσει το ερωτηματικό που ακολουθούσε την επίμαχη φράση του λόγου του), δεν υπήρξε οικονομικό γιατροσόφι που να μην το κάνανε οι πολιτικοί μας.

Όπως όλοι μας γνωρίζουμε, εξ αμέσου και ιδίας πλέον αντιλήψεως, κανένα από αυτά τα γιατροσόφια δεν πέτυχε. Όχι μόνο γιατί δεν ήταν τα κατάλληλα, αλλά και γιατί εφαρμόστηκαν επιλεκτικά, μονομερώς, εκδικητικά κι εξουσιαστικά, τυχαία, ερασιτεχνικά και σε συμμόρφωση προς εκβιαστικές και απειλητικές απαιτήσεις των εταίρων-δανειστών. Για το καλό μας! Για τη μεταρρύθμιση της δόλιας και διαπλεκόμενης Ελλάδας!

Ποιος δεν θυμάται τον Παπακωνσταντίνου (τον πρώην υπουργό) να λέει «μη μιλάτε για κούρεμα, κάνετε κακό στην οικονομία!».

Ποιος δεν θυμάται τις διακηρύξεις για πάταξη της φοροδιαφυγής; Τι έγινε με τη λίστα Λαγκάρντ;

Ποιος δεν θυμάται τις περικοπές των αποδοχών; Ποιών αποδοχών; Εμείς δεν γνωρίζουμε τις «αποδοχές» πολλών κατηγοριών υπαλλήλων-στελεχών του Κράτους.

Ποιος δεν θυμάται τη διαφάνεια; Κανείς δεν γνωρίζει πολλά από όσα θα έπρεπε να είναι διαφανή. Ούτε τα θέματα των δεσμεύσεων της χώρας, τα οποία ψηφίζονται ως νόμοι σε σελίδες με το κιλό.

Τι γίνεται σε τούτη τη χώρα; Τι θέλουμε επί τέλους; Τι χρειαζόμαστε επί τέλους;

Ένας αξιόλογος Έλληνας διανοητής, ο Νίκος Δήμου, πρότεινε ένα νέο παράδειγμα. Ισχυρίζεται ότι απαιτείται σήμερα στον τόπο μας να γεννηθεί ένας νέου τύπου άνθρωπος, που «θα μεγαλώσει και θα διαμορφωθεί μέσα σε ένα Νέο «Παράδειγμα» (με την έννοια του paradigm του Thomas Kuhn) δηλαδή σε ένα νέο πλαίσιο αναφοράς. Που θα του δοθεί από μία νέα παιδεία».

Τα χαρακτηριστικά της νέας παιδείας του νέου αυτού τύπου ανθρώπου, του νεοέλληνα, τα καταριθμεί και τα εκθέτει περιληπτικά, στο παραπάνω άρθρο του.

Παραφράζοντας λίγο τις σκέψεις του, και βλέποντάς τες με το μάτι αυτού που έχει να διεκπεραιώσει τη δουλειά (βλέπετε μεγάλωσα παιδιά, και ψάχνω να βρώ το λάθος μου. Κι επειδή μπορεί να μου τύχει ν’αποκτήσω κι εγγόνια,) θέλω να καταλάβω τις προτάσεις ενός ανθρώπου, που έχει πετύχει στη ζωή του και να ιδώ πού μπορεί να με βγάλει η συνταγή του, για να μην ξανακάνω τα ίδια λάθη.

1.Το παιδάκι που θα κρατάμε στην αγκαλιά μας θα το μεγαλώνουμε σαν επιστήμονα. Δεν θα απομνημονεύει τίποτε, θα έχει πρωτοβουλίες και έτσι θα αποκτήσει την ατομική του εμπειρία. Θα απέχει από κάθε δογματική επιβολή ιδεών.

Η τοποθέτησή μου: Αυτό, με βάση την εμπειρία μου το βρίσκω δύσκολο. Γιατί μέχρι να φτάσει να σκέφτεται σαν επιστήμονας έχουμε περίπου δύο με δυόμισυ χρόνια, ίσα-ίσα για να μη βρέχεται πάνω του. Χρονικό διάστημα, στο οποίο, παρόλη την κούραση και την εξαντλητική επανάληψη (ώστε να λέει κουβεντούλες για τη στοιχειώδη επικοινωνία μας) θα το έχουμε τρελάνει στην απομνημόνευση, για το πώς και πότε λέμε το κάθε τι. Η απομνημόνευση των λέξεων και των φράσεων, μαζί με τη μίμηση των πράξεων, των κινήσεων και τρόπων των ατόμων που φροντίζουν το παιδάκι, είναι από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει ο άνθρωπος. Μετά, θα πρέπει να του διδάξουμε δράσεις και αντιδράσεις, συνεργασία, συμβίωση, σεβασμό των άλλων, πειθαρχία και «εργασία». Ασφαλώς και θα δεχθεί το δόγμα ότι οι γονείς είναι οι αρχηγοί και οι υπεύθυνοι της οικογένειας. Συνεπώς, σε καμμιά περίπτωση δε θα ζητήσουμε από το παιδί να πληρώσει το νοίκι ούτε να πλύνει τα πιάτα. Θα του ζητήσουμε όμως να μαζέψει τα παιχνίδια του και λοιπά αντίστοιχα έργα.

2. Στην εξάσκηση για τις νέες μεθόδους απόκτησης περιεχομένου, την ατομική προσέγγιση στο Διαδίκτυο με διατύπωση κριτηρίων ελέγχου και διασταύρωσης πηγών, την εκπόνηση εργασιών μέσα από συλλογική συνεργασία με συμμαθητές και καθηγητές μέσω διαδικτύου, θα έχω κάποιο πρόβλημα.

Η τοποθέτησή μου: Γιατί το παιδάκι που θα μεγαλώνω δεν θα αποκτήσει περιεχόμενο από τις σπουδές του. Θα ήθελα να το έχω βοηθήσει να αποκτήσει περιεχόμενο, πριν ακόμη πάει στο σχολείο. Θα ήθελα να ξέρει ποιος είναι, που βρίσκεται, τι κάνει, γιατί το κάνει, αν είναι σωστό να το κάνει. Θα ήθελα να ξέρει ποιά είμαι εγώ και η υπόλοιπη οικογένειά του, να βοηθάει στα έργα της οικογενείας κατά τις δυνάμεις και τις γνώσεις του, και να ενημερώνει για τις προτιμήσεις, τις αντιρρήσεις, τις διαφοροποιήσεις και τις αλλαγές που επιθυμεί σε συμφωνίες που κάναμε όλοι μαζί.

Μετά, θα μπεί και στο διαδίκτυο για να βρεί κι άλλα αξιόπιστα. Θα επιλέξει, θα επεξεργαστεί και θα αποδείξει, με όλους τους κανόνες της τέχνης τα αντικείμενα της γνώσης που επιθυμεί να αποκτήσει και θα κατακτήσει τα μυστικά της επιστήμης που επιθυμεί να υπηρετήσει. Ακόμη και να παράξει νέα γνώση, σαν ικανός που θα έχει πλέον καταστεί.

3. Είμαι καχύποπτη κ. Δήμου στην απαίτησή σας για κάθαρση της διδασκαλίας από τους διαδεδομένους εθνικούς μύθους και προσήλωση στα γεγονότα (και τη σταδιακή κατάργηση της «Δημόσιας Ιστορίας» προς όφελος της επιστημονικής)..

Η τοποθέτησή μου: Αν με ρωτήσετε γιατί, θα σας ειπώ ότι ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίζει από πού έρχεται, προς τα πού θέλει να πάει και ποιους δρόμους διάβηκαν οι πρόγονοί του. Επίσης, πρέπει να έχει άποψη για τον κόσμο που τον περιβάλλει, για τα πολιτικά μυθεύματα που κυκλοφορούν, για τις οικονομικές απάτες, στενών και διευρυμένων κύκλων, για τα ιστορικά έργα των διαφόρων λαών, για τις ιστορικές επιδιώξεις των λαών, για την ιστορική διαδρομή των Ελλήνων, για τα ιστορικά λάθη και επιτεύγματα των Ελλήνων και όλων των άλλων λαών με τους οποίους συνεργάστηκε και προδόθηκε, συνεργάστηκε και επέτυχε, διαφώνησε πολιτικά και οικονομικά, και στρατιωτικά στη βάση εθνικών στόχων κυριαρχίας, ανεξαρτησίας, ελευθερίας και αυτοδιάθεσης. Αυτό επιθυμώ να το μαθαίνει και να το γνωρίζει το παιδάκι μου όχι μόνο όπως το λέμε εμείς, αλλά και όπως το λένε και οι άλλοι, για λογαριασμό τους. Να ξέρει ότι οι γερμανοί θέλουν τα δάνεια πίσω, κι έχουν δίκιο, αλλά δεν έχουν δίκιο όταν μας κλέβουν και μας εξοντώνουν σαν άτομα, σαν λαό και σαν κοινωνία κι αρνούνται να πληρώσουν τη ζημιά, την οδύνη και την αποκατάσταση της φθοράς μας.

4. Να δοθεί, ναι, έμφαση στην θεωρία της επιστήμης και την πρακτική της τεχνολογίας και ως περιεχόμενο και ως γνωσιοθεωρητική προσέγγιση. (Μπας και κάποτε διδαχθεί και στην Ελλάδα ο Δαρβίνος!).

Η τοποθέτησή μου: Ναι θα συμφωνήσω ότι δε χρειάζεται μόνο μια στείρα και ξερή θεωρητική γνώση. Χρειάζεται να τη βάλουμε για να δουλέψουν τα πράγματα. Να μάθουμε οικονομικά για τη διοίκηση του οίκου μας, όχι να λαβαίνουμε δάνεια για διακοπές ημετέρων, που θα πληρώνουν οι άλλοι. Όχι. Να μάθουμε και να κάνουμε οικονομικά σωστά, κι όχι για να βάζουμε τους τηλεοπτικούς παπαγάλους να λένε το μαύρο άσπρο προκειμένου να ξεγελάμε τους «χαζούς» και να κλέβουμε τον πλησίον μας.

Να διδαχθεί κι ο Δαρβίνος, όπως του πρέπει. Μπάς κι αποκαλυφθεί κάποτε ότι το ψέμμα τούτο, διαδόθηκε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας κι ότι ποτέ δεν βρέθηκε αυστηρός αποδεικτικός λόγος, δεν αποδείχθηκε τούτο το δόγμα επιστημονικά. Γιατί, το ξέρετε ότι η θέση αυτή είναι εικασία αναπόδεικτη, Το λένε θετικοί επιστήμονες. Δεν το λένε οι ορθόδοξοι καλόγεροι κι οι θεολόγοι.

5. Διδασκαλία μίας ξένης γλώσσας σε βάθος, ως πρωτεύον μάθημα, από την πρώτη ως την τελευταία τάξη. Ο νέος Νεοέλληνας θα είναι (τουλάχιστον) δίγλωσσος.

Η τοποθέτησή μου: Ασμένως, δεκτή εισήγηση. Ο καθηγητής της ξένης γλώσσας να κάνει δουλειά και να μη την αφήνει για το φροντιστή. Και στα πλαίσια του μαθήματος τα παιδιά να μαθαίνουν την ξένη γλώσσα μέσα από τη λογοτεχνία, για να νιώθουν τους άλλους λαούς, στα προβλήματα και τα οράματα, τα βάσανα, αλλά και τις λύσεις που βρίσκουν σ’ αυτά..

6. Όσοι έχουν πραγματική κλίση στα ανθρωπιστικά ή τις τέχνες, να διαχωρίζονται τα τελευταία χρόνια και να εξειδικεύονται. Αλλά να μαθαίνουν ουσιαστικά πράγματα. Π. χ., τα Αρχαία σαν ζωντανή γλώσσα. Να τα γράφουν και να τα μιλάνε. Ή να παίζουν ζωντανή μουσική.

Η τοποθέτησή μου: Η κλίση που δεν καλλιεργείται ατονεί και χάνεται. Γι’ αυτό δε φτάνει μόνο η κλίση, που την κράτησε ζωντανή η μάνα κι ο πατέρας, στο σπίτι. Η κλίση πρέπει να γίνεται κλήμα, κλήση. Πρέπει να στοιχειώνει την ψυχή που μέσα της γεννήθηκε. Για το λόγο τούτο χρειάζεται σχολειό, σχολειό ανοιχτό. Όχι κατειλημμένο, όχι σε ολοήμερες/πολυήμερες στάσεις εργασίας. Και χρειάζεται Δάσκαλος. Ποιητής ανθρώπου. Και όραμα, και ποίηση διδακτική, Δε χρειάζεται δασκάλα που θα «κλείσει» (!) τα ονόματα και τα ρήματα. Χρειάζεται και τούτο, για να μιλάνε τα παιδιά σωστά τη γλώσσα που τους έδωκε ο γονιός τους κι η πατρίδα τους (γιατί γονιός είναι κι η πατρίδα που στην αγκαλιά της γεννηθήκανε). Και μάλιστα ο δάσκαλος χρειάζεται να μυσταγωγεί τους νέους στα θεία νάματα της υψηλής ποιητικής τέχνης και του θεατρικού λόγου της γραμματείας μας, του φιλοσοφικού στοχασμού και της πεζογραφίας μας που τόσα μας έχει ειπωμένα, στο διάβα των χιλιετιών που οι ανθρώποι του τόπου μας σκέφτονται και γράφουν, τόσα που ακόμα δεν τά ‘χουμε όλα διαβάσει ούτε μάθει οι νεώτεροι.

Απεναντίας, οι ταγοί μας, μας διδάξαν πώς να ξεγελάμε τους απέναντι, πώς να τους ξεπερνάμε όταν κινούμεθα παράλληλα στο δρόμο, πώς να μην πληρώνουμε τους φόρους του αυτοκινήτου μας βάζοντας ψεύτικες πινακίδες, και να λέμε «ξέρεις ποιος είμαι» όταν πάει ο αστυνομικός να καταγράψει την παρανομία μας. Και άλλα παρόμοια μας ‘μάθαν οι ταγοί μας.

7. Κι όσο για την παραίνεσή σας: έμφαση στην ατομική κριτική σκέψη. (Για να πάψουν τα τρία τέταρτα των Ελλήνων να πιστεύουν σε θεωρίες συνομωσίας).

Η τοποθέτησή μου: Διαφωνώ απολύτως, κ. Δήμου. Δεν μας χρειάζεται η ατομική κριτική σκέψη. Αυτή θα κάνει τους υπολογισμούς των ατομικών συμφερόντων, της ήσσονος ατομικής προσπάθειας, του μεγαλύτερου ατομικού κέρδους και της μικρότερης ατομικής θυσίας.

Αυτό που χρειάζεται εδώ, δεν είναι σκέτη η ατομική κριτική σκέψη. Είναι κυρίως η υπευθυνότητα και εντιμότητα των αρμοδίων. Η ικανότητα των επιφορτισμένων με τα διάφορα έργα. Η αρμοδιότητα του καθενός σε ορισμένα αντικείμενα.

Κι όχι όλοι να έχουν άποψη για το πώς θα πληρώσουν κάποιοι αρκεί μόνο να μην πληρώσουν αυτοί που θα αποφασίσουν. Γιατί τότε, ακόμη κι αν δεν υπάρχει καμμιά συνωμοσία, είναι σαφές, τι ακριβώς θα πιστεύουμε: Ότι κάποιοι θέλουν να εξοντώσουν κάποιους άλλους, και γι’ αυτό δεν μοιράζουν τα βάρη δίκαια, και γι’ αυτό κρατάν την εξουσία πάντοτε οι ίδιοι, έστω και με διαφορετικούς συνεταίρους, κλπ.

Βλέπετε η λογική έχει πλοκάμια συλλογισμών. Τα συμπεράσματα μπορεί να μην είναι μονοσήμαντα. Οι εκβάσεις των πραγμάτων μπορεί να μην τείνουν σε ένα ναι ή ένα όχι, αλλά να υποδηλώνουν δυναμική, να απαιτείται επιλογή και επομένως κατάργηση ενδεχομένων.

Η τοποθέτησή μου, εν κατακλείδι: Και σίγουρα δεν χρειαζόμαστε το σχολείο που έχουμε, γιατί αυτό έφτιαξε τους πολίτες, τέτοιους που είμαστε σήμερα. Και δεν χρειαζόμαστε τους σχολικούς καθοδηγητές που είχαμε μέχρι σήμερα, γιατί με τις ευλογίες τους συνωστισθήκαμε στα ταμεία ως άνεργοι, στις τράπεζες ως υποψήφιοι οφειλέτες, στα δικαστήρια οφειλέτες και καταχρεωμένοι, αδυνατούντες να πληρώσουμε. Βρεθήκαμε ανίκανοι να επιχειρήσουμε, να διοικήσουμε, να δικάσουμε, να κυβερνήσουμε, να διαπραγματευθούμε, να εμπορευτούμε, να πορευτούμε, να κυβερνήσουμε το σπίτι μας, ακόμη και να διαλέξουμε το σύντροφό μας.

Όχι κ. Δήμου, η ανοιχτή σκέψη του «ναι σε ό,τι μας υποβάλλουν οι διαφημιστές, οι προπαγανδιστές, οι πρεσβευτές αλλοτρίων συμφερόντων, στρατηγικών και πολιτικών», δεν θα κάνει την κοινωνία ανοιχτή. Θα την κάνει έρμαιο του κάθε περαστικού, του κάθε ζήτουλα, του κάθε επιτήδειου, του κάθε ξεδιάντροπου, του κάθε ισχυρού, εκβιαστή κι εγκληματία.

Όπως δεν βάζουμε στο σπίτι μας τον καθένα, παρά μόνο μετά από σκέψη, φροντίδα και μετά από συμφωνία με τους δικούς μας για τον κατάλληλο τρόπο και χρόνο, έτσι και στην κοινωνία. Τα πάντα μπορεί να συμβαίνουν, δεν έχουν όμως όλα τα πράγματα τη συναίνεσή μας. Ασφαλώς πρέπει να έχουμε σεβασμό στους άλλους ανθρώπους, αλλά θα πρέπει να απαιτούμε να μας σέβονται και οι άλλοι. Τουλάχιστον στα πλαίσια της αμοιβαιότητας.

Γι’ αυτό οι νέοι πρέπει να μάθουν να εργάζονται, πρώτα για τον εαυτό τους. Να μάθουν για να «μορφωθούν», να μάθουν να συνυπάρχουν, να είναι αλληλέγγυοι, να συνεργάζονται και να συμβάλουν, να συνεισφέρουν, να διορθώνουν τα λάθη τους και να συμμορφώνονται με τους κανόνες. Να είναι ελεύθεροι και να καταβάλλουν το τίμημα της ελευθερίας τους.

Δεν χρειαζόμαστε άτομα σ’ αυτόν τον τόπο κ. Δήμου. Έχουμε ήδη πάρα πολλά. Χρειαζόμαστε Ανθρώπους. Χαριτωμένους. Έμφρονες. Συνειδητούς. Με αντοχή, με ρίζες, με όραμα, με γνώση, με ικανότητα, με χιούμορ, με έμπνευση, με φιλότιμο.

Η επιθυμία των γονιών για μόρφωση των παιδιών τους, όπου αυτοί δεν αρκούσαν, δημιούργησε τα φροντιστήρια. Έτσι γινόταν από πάντα εδώ. Έτσι έκανε και η αρχαία Αθήνα. Όμως, οι ειδικοί  που απόκτησαν την «ατομική κριτική σκέψη» (του είδους, που ευαγγελίζεσθε κ. Δήμου, ως αναγκαία), έδωσαν τη δική τους ερμηνεία και μετέτρεψαν σε βιομηχανία πλουτισμού τους την ανάγκη των νέων για μόρφωση και εμπέδωση.

Στην κοινωνία που θέλετε να χτίσετε κ. Δήμου, ζητάτε να αλλάξετε τους πολλούς, ενώ θα έπρεπε να ζητάτε να αλλάξουν τα προτάγματα της κοινωνίας, και αυτοί που τα υλοποιούν.

Οι Έλληνες πολίτες, με κάποιον τρόπο, επιβιώνουν. Μπορεί να επινοήσουν απίθανους τρόπους. Αλλού υπάρχουν οι δυσκολίες.

Απίθανα πολύ δυσκολεύεται εκείνος που δεν εργάστηκε ποτέ του για να φέρει στο τραπέζι του το ψωμί της οικογενείας του. Τι προτείνετε γι’ αυτούς;

Αν πάλι εξακολουθείτε να πιστεύετε ότι αυτός που πρέπει να αλλάξει σε τούτον τον τόπο είμαστε όλοι εμείς οι έλληνες, τότε κ. Δήμου βιαστείτε! Το νέο ΕΣΥ θα πρέπει να διενεργεί μαζικές λοβοτομές, μπάς και χάσουμε και τα υπόλοιπα από τα βασικά, αφού με τόσο πόλεμο εναντίον μας, τόση ληστεία και χρεωκοπία, τόση προπαγάνδα, εκβιασμούς απειλές και πιέσεις, διατηρούμε έστω μιαν ικμάδα του πνεύματος και της σκέψης μας.

Το μοντέλο σας δεν έχει οικογένεια, δεν έχει παιδιά, δεν έχει γερόντους, δεν έχει γιατρούς, δεν έχει ασθενείς, δεν έχει δικηγόρους, δεν έχει δανειστές, ούτε οφειλέτες. Δεν έχει σύνορα, παραγωγή, εμπόριο, καταστροφή της παραγωγής, ούτε φύλακα της χώρας το στρατό και τις ένοπλες δυνάμεις. Δεν έχει καταχρεωμένες επιχειρήσεις και αυτοκτονούντες. Το μοντέλο σας έχει μόνο τεχνοκράτες, εργαζόμενους και πολιτικούς. Έχει μόνο οικονομικά ενεργούς και ικανούς. Δεν είδατε και τους συνωστισμένους έξω από την πόρτα μας που πλειοδοτούν στη μειοδοσία για την απόκτηση των χρυσαφικών μας.

Δεν είναι κακό να ονειρεύεται κανείς. Μόνο που πρέπει να σκεφτεί τι θα γίνει σαν ξυπνήσει.

Πολλά παρόμοια όνειρα κάναμε όλοι σαν ήμασταν νέοι, άπειροι και αδοκίμαστοι στον κόπο, τη θυσία, τη ματαιότητα, την επανάληψη των προσπαθειών. Στο δρόμο για να σαρκώσουμε αυτά όνειρα είδαμε πως τα όνειρα δεν είναι ποτέ ορθολογικά. Ορθολογικό είναι ένα πλάνο. Αλλά η ζωή δεν είναι πλάνο. Είναι κεραυνός και αστραπή, είναι γέννηση και θάνατος, είναι επιθυμίες και συμφέροντα. Είναι εμπόδια, και ανατροπές. Είναι έγκλημα και τιμωρία, είναι κι έγκλημα χωρίς τιμωρία.

Γι’ αυτό αποφασίσαμε πως ο καθένας πρέπει πρώτα-πρώτα να φτιάχνει τον εαυτό του, κάθε μέρα, (όχι κάθε δεύτερη μέρα) κι όλοι μαζί να αναζητήσουμε τον ηγέτη που ταιριάζει στα όνειρά μας.

Κανείς δεν θα μας αλλάξει. Εμείς θα αλλάζουμε γιατί το επιλέγουμε, και κάποιος θα μας εμπνεύσει ή θα μας πείσει πως το δικό του όνειρο ταιριάζει με το δικό μας και τότε μπορεί να πορευτούμε αντάμα.

Μπορείτε να είστε και σεις; Χρειαζόμαστε όλους τους δυναμικούς ανθρώπους. Αλλά δεν χρειαζόμαστε σωτήρες.

Τους δοκιμάσαμε και είδαμε, πως είναι κι αυτοί φθαρτοί. Καμμιά φορά, μάλιστα, ήδη φθαρμένοι-αλλά καλογυαλισμένοι- ασήμαντοι άνθρωποι.